Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ' ΟΙΚΟΥΜ.ΣΥΝΟΔΟΥ (13 ΙΟΥΛΙΟΥ)
Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕ0Υ
1. ΕΙΡHΝΕΥΣΗ ΜΕ TOΝ ΘΕΟ
Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ο απόστολος Παύλος μέσα σε λίγες γραμμές παρουσιάζει την νέα σχέση των ανθρώπων με τον Θεό κατά την εποχή της χάριτος του Χρίστου και την συγκρίνει με την προ Χριστού κατάσταση. Τονίζει ότι οι βαπτισμέ¬νοι Χριστιανοί πλέον έχουμε δια του Ιησού Χριστού ειρήνη με τον Θεό. Δεν τρέμουμε πλέον την θεία οργή, όπως έτρεμαν οι άνθρωποι στήν προ Χριστού εποχή. Διότι ο Κύριος μας μάς μεταμόρφωσε άπό τέκνα της οργής σε τέκνα του Θεού, μάς εισήγαγε στήν κατάσταση της χάριτος. Επειδή τά νοήματα είναι πυκνά και βαθιά, ας προσπαθήσουμε με άπλά λόγια νά τά εξηγήσουμε. Νά δούμε δηλαδή γιατί οι άνθρωποι ήμασταν εχθροί του Θεού και πώς μάς ειρήνευσε με τον Θεό Πατέρα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός.
Οι προ Χριστού άνθρωποι λόγω τής πτώσεως των πρωτοπλάστων και τής κυριαρχίας τής αμαρτίας στήν ζωή τους είχαν διαταραγμένη σχέση με τον ουράνιο Θεό, έκτος βέβαια ελαχίστων εξαιρέσεων. Είχαν γίνει εχθροί του Θεού. Διότι ή αμαρτία όχι μόνον τούς αποξένωσε άπό τον Θεό, άλλά και τούς κατέστησε αποστάτες και θεομάχους. Οι άνθρωποι μακριά πλέον άπό τον Θεό αγρίεψαν, αποκτηνώθηκαν, έγιναν έρμαια του διαβόλου. Αιμορραγούσαν πνευματικώς καθημερινά και κατήντησαν ερείπια, ζωντανοί νεκροί. Ήσαν τυφλοί, και δεν μπορούσαν νά διακρίνουν τον δρόμο πού θα τούς οδηγούσε στη σωτηρία. Άλλά κι αν τον γνώριζαν, ήσαν παράλυτοι, και δεν μπορούσαν νά βαδίσουν στον δρόμο αυτό. Ήταν αδύνατο νά θεραπευθούν μόνοι τους άπό το φοβερό νόσημα τους. Ή κατάσταση τους ήταν αξιοθρήνητη και απελπιστική. Μόνον ο Θεός μπορούσε νά τούς αναστήσει πνευματικώς και νά τούς οδήγηση στήν κατάσταση της χάριτος. Όμως οι προ Χριστού άνθρωποι λόγω της άμαρτωλότητός τους έτρεμαν τον Θεό Τον έβλεπαν ως τιμωρό και εκδικητή.
Γι' αυτό λοιπόν, λέγει ο απόστολος Παύλος, ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος. Για νά ειρήνευση τούς ανθρώπους με τον Θεό και νά τούς κάνη και πάλι παιδιά του. Ό Ιησούς Χριστός με την ένανθρώπησί του και την σταυρική του θυσία μάς ειρήνευσε με τον Θεό. Όχι μόνον κατέπαυσε την έχθρα, άλλά και μάς έκανε φίλους τοΰ Θεού, παιδιά του αγαπημένα. Με τά ιερά Μυστήρια συγχώρησε τις αμαρτίες μας, ειρήνευσε την ψυχή μας, μάς κατέστησε τέκνα φωτός και ειρήνης.
Αυτή ή πραγματικότητα έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον σημερινό ανειρήνευτο κόσμο μας. Αυτήν πρέπει νά γνωρίσουν και νά κατανοήσουν όλοι οι ταραγμένοι και τσακισμένοι άπό την αμαρτία άνθρωποι: ότι εάν θέλουν νά ειρηνεύσουν, νά δουν φως στήν ψυχή τους, δεν έχουν ανάγκη άπό τίποτε άλλο παρά νά αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Διότι ή ειρήνη της ψυχής μας δεν είναι ένα ψυχολογικό ανθρώπινο επίτευγμα, άλλά είναι ή κατάσταση τής μονίμου διαμονής μας μέσα στήν χάρι του Θεού. Είναι σχέση ειρήνης με τον Θεό. Είναι κοινωνία αγάπης μαζί του. Διότι «ό Χριστός έστιν ή ειρήνη ημών» (Εφ. β' 14).
2. Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος προβάλλει την αξιοθαύμαστη αγάπη του Θεού σε μάς, την άβυσσο τής φιλανθρωπίας του. Ή αγάπη του Θεού, λέγει, εκχύθηκε και πλημμύρισε τις καρδιές μας. Και αυτό πού αποδεικνύει την άπειρη αυτή αγάπη του σε μάς είναι ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος και πέθανε όχι για κάποιους δικαίους ανθρώπους άλλά για μάς πού ήμασταν όχι μόνον αμαρτωλοί άλλά και προδότες και αρνητές, βλάσφημοι και εχθροί του Θεού• ανάξιοι τής αγάπης του Θεού.
Πόση αγάπη λοιπόν έδειξε ο Θεός σε μάς! Κατήλθε στη γη και σταυρώθηκε και πέθανε προς χάριν αμαρτωλών και άσεβων. Αυτό ακριβώς αποτελεί πρωτοφανές μυστήριο τής αγάπης του, το όποιο, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος, θα μάς το αποκαλύπτει και θα μάς το εξηγεί ο άγιος Θεός στήν αιωνιότητα κι εμείς θα θαυμάζουμε ακόμη περισσότερο την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία του και θα Τον λατρεύουμε.
Εκεί θα καταλάβουμε πολύ περισσότερο πόσο πολύ μάς αγάπησε ο Χριστός μας, ώστε νά γίνει άνθρωπος και νά σταυρωθεί για μάς. Εκεί θα κατανοήσουμε βαθύτερα πώς ή αγάπη του Χριστού πλημμυρίζει καθημερινά τις καρδιές μας• ότι όπως το νερό πλημμυρίζει την γη και τρέχει ανεξάντλητα, έτσι και ο Κύριος πλημμυρίζει την ζωή μας με την αγάπη του. Άπό τον ωκεανό τής θείας αγάπης του γεμίζει τις καρδιές μας και τις καθιστά κατοικητήριο τής αγάπης του. Άλλά και ακόμη περισσότερο, εφ' όσον τόση αγάπη μάς έδειξε άπό τον Σταυρό τής θυσίας του ο Κύριος και τόση αγάπη μάς δείχνει καθημερινά στήν ζωή μας, πόση άραγε αγάπη θα μάς προσφέρει άπό τον ουράνιο θρόνο του στήν βασιλεία του;
Τι μπορούμε άραγε νά κατανοήσουμε εδώ στήν γη άπό το μυστήριο αυτό τής σταυρικής αγάπης του Κυρίου μας; 'Ας προσπαθούμε τουλάχιστον καθημερινά να μαθητεύουμε σ' αυτό και νά εμπνεόμαστε άπό αυτό. Κι ας φιλοτιμηθούμε, Εκείνον
πού τόσο μάς αγάπησε και μάς αγαπά, εμάς τούς αμαρτωλούς, νά Τον αγαπήσουμε με όλη μας την δύναμη γνήσια και α-
ληθινά, ζώντας κατά το άγιο θέλημα του,γινόμενοι ευάρεστοι ενώπιον του.
1. ΤΑ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ
Ό απόστολος Παύλος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα υπογραμμίζει ότι είναι επιβεβλημένο καθήκον όλων των πιστών όχι απλώς νά εργάζονται τά καλά έργα τής αγάπης και τής φιλανθρωπίας, άλλά και νά πρωτοστατούν ακούραστα σ' αυτά. Και τι σημαίνει νά πρωτοστατούν; Όχι νά περιμένουν νά τούς δοθούν ευκαιρίες για νά επιτελέσουν έργα αγάπης, άλλά νά επιζητούν και νά δημιουργούν αυτοί οι ίδιοι ευκαιρίες φιλανθρωπίας και αγαθοεργίας. Κι έτσι νά γίνονται το πρότυπο σ' όλους τούς άλλους.
Γιατί όμως ο Απόστολος του Χριστού το ζητεί αυτό; Μήπως επειδή τότε οι ανάγκες τής φιλανθρωπίας ήσαν μεγάλες κι έπρεπε ή Εκκλησία νά συμπαρασταθεί στους ενδεείς και πάσχοντας; Μπορεί νά ήταν κι αυτός ένας λόγος. Όμως άπό το όλο πνεύμα του ιερού κειμένου φαίνεται ότι ο απόστολος Παύλος συνιστά τά έργα τής αγάπης ενδιαφερόμενος όχι τόσο γι' αυτούς πού τά έχουν ανάγκη, άλλά πολύ περισσότερο γι' αυτούς πού τά προσφέρουν, για την πνευματική τους καλλιέργεια και πρόοδο. Γι’ αυτό και λέγει ότι όσοι πιστοί δεν εργάζονται τά καλά έργα μοιάζουν με τά άκαρπα δένδρα πού έχουν μόνο φύλλα• δηλαδή μόνο πίστη, χωρίς πρακτικό αντίκρισμα. Έτσι όμως κινδυ¬νεύουν νά χάσουν την ψυχή τους. Διότι «πίστις χωρίς τών έργων νεκρά έστι» (Ιακ. β' 26). Και «πάν κλήμα μή φέρον καρπόν έκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ματθ. ζ' 19• Ίω. ιε' 2). Εμείς άραγε πρωτοστατούμε σε έργα αγάπης; Έχουμε τις αποσκευές μας για την Βασιλεία του Θεού γεμάτες με έργα αρετής; Πώς θα παρουσιασθούμε ενώπιον του φοβερού βήματος τοΰ Κριτού με άδεια χέρια;
2. ΤΑ ΩΦΕΛΙΜΑ ΛΟΓΙΑ
Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος αναφέρεται στις συζητήσεις πού πρέπει νά κάνουν οι πιστοί. Λέγει λοιπόν στον μαθητή του Τίτο: Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τούς μυθικούς θεούς ή τούς ευγενείς προγόνους, καθώς και τις διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες.
Συνεπώς ο Απόστολος του Χριστού ζητεί μόνον καλές και ωφέλιμες συζητήσεις νά γίνονται άπό τούς πιστούς. Εάν λοιπόν θέλουμε νά είμαστε καλλιεργημένοι πνευματικώς Χριστιανοί, μόνον καλά και ωφέλιμα λόγια πρέπει νά λέμε. Αυτό ακριβώς μάς ζητεί και ο Κύριος τονίζοντας ότι για κάθε λόγο αργό, άσκοπο, θα δώσουμε λόγο εν ήμερα Κρίσεως. Το ζήτημα των λόγων μας δεν είναι ασήμαντο άλλά πολύ σοβαρό. Ας κάνουμε λοιπόν μία αυτοκριτική: τι συζητήσεις έχουμε, τι λόγια λέμε στις συναναστροφές μας, στους συγγενείς, στους συνεργάτες και φίλους, στα τηλεφωνήματα μας. Θα πρέπει άπό το στόμα μας νά βγαίνουν όχι μόνο λόγια πού αντέχουν στη δημοσιότητα άλλά και λόγια άγια, πνευματικά, πού ωφελούν και προάγουν τούς αδελφούς μας στήν εν Χριστώ οικοδομή.
3. ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
Στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος δίνει μία πολύ σημαντική ποιμαντική συμβουλή στον μαθητή του Τίτο. Του λέγει: Άνθρωπο αιρετικό πού επιμένει νά δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στήν Εκκλησία, εφόσον τον συμβούλευσες μία και δύο φορές, παράτησε τον και απόφευγε τον. Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστροφή και αμαρτάνει φοβερά• και για την αμαρτία του αυτή κατακρίνεται άπό την συνείδηση του, άπό τον ίδιο τον εαυτό του.
Γιατί όμως ο άγιος Απόστολος ζητεί κάτι πού ίσως φαίνεται σε μερικούς σκληρό; Διότι οι αιρετικοί είναι μία μάστιγα φοβερή μέσα στο σώμα του Χριστού. Είναι εχθροί τής Εκκλησίας περισσότερο επικίνδυνοι άπό τούς διώκτες και τούς αλλόθρησκους. Διότι - χωρίς κάποτε ούτε οι ίδιοι νά το κατανοούν - πληγώνουν το σώμα του Χριστού όχι εξωτερικά άλλά μέσα άπό τά σπλάγχνα τής Εκκλησίας. Διαιρούν και σκανδαλίζουν τούς πιστούς διδάσκοντας με φανατισμό τις πλάνες τους και μάλιστα εν ονόματι τής «αληθείας»!
Αυτούς λοιπόν πρέπει οι ποιμένες τής Εκκλησίας νά τούς νουθετούν και μία και δύο φορές για νά τούς δοθεί καιρός μετανοίας. Νά μην έχουν όμως μαζί τους πολλές και μακρές συζητήσεις, διότι και κόπο έχουν και δεν βγάζουν συνήθως πουθενά. Κι όταν αυτοί παραμένουν πεισματικά στις πλάνες τους, οι ποιμένες τής Εκκλησίας έχουν την υποχρέωση περιφρουρώντας την αλήθεια τής πίστεως, νά παίρνουν αυστηρά μέτρα κατά των πλανεμένων αυτών μελών τής Εκκλησίας φθάνοντας και μέχρι τής πλήρους αποκοπής τους. Έτσι οι αιρετικοί θα έχουν δύο επιλογές: Ή νά αφυπνισθούν και με την χάρι του Θεού νά μετανοήσουν, ή νά παραμείνουν στήν πλάνη τους κι έτσι νά καταστούν αναπολόγητοι και στους πιστούς και στον ίδιο τον Κύριο εν ήμερα Κρίσεως. Διότι τότε δεν θα μπορούν νά ισχυρισθούν ότι κανείς δεν τούς μίλησε, κανείς δεν τούς νουθέτησε.
Αυτό ακριβώς έκαναν και οι 630 θεοφόροι Πατέρες τής Δ' Οικουμενικής Συνόδου, τούς όποιους τιμά σήμερα ή Εκκλησία μας. Έδωσαν σκληρές μάχες εναντίον των αιρετικών Μονοφυσιτών. Και με την σταθερή και ανυποχώρητη στάση τους διδάσκουν κι εμάς σήμερα ότι με τούς αιρετικούς δεν χρειάζονται μακροί και άσκοποι διάλογοι ούτε χωρούν συμβιβασμοί, διπλωματίες, έπαναδιατύπωσι του δόγματος ή δήθεν διασαφήνιση των όρων.Στις αλήθειες τής πίστεως υποχωρήσεις και εκπτώσεις δεν γίνονται.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου