Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 24 Φεβρουαρίου 2018.

Α΄Νηστειών "Ορθοδοξίας" Ιωάννης α΄44-52.
Κείμενο:




44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· Πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψῃ. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ' ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.

Μετάφραση:
Την άλλη μέρα ο Ιησούς αποφάσισε να πάει στη Γαλιλαία. Βρίσκει τότε το Φίλιππο και του λέει: «Έλα μαζί μου». Ο Φίλιππος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». «Μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει τίποτα καλό;» τον ρώτησε ο Ναθαναήλ. «Έλα να δεις μόνος σου», του λέει ο Φίλιππος. Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να πλησιάζει και λέει γι΄ αυτόν: «Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, χωρίς δόλο μέσα του». «Από πού με ξέρεις;» τον ρωτάει ο Ναθαναήλ. Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Προτού σου πει ο Φίλιππος να΄ ρθείς, σε είδα που ήσουν κάτω απ΄ τη συκιά». Τότε ο Ναθαναήλ του είπε: «Διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Επειδή σου είπα πως σε είδα κάτω από τη συκιά, γι΄ αυτό πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα απ΄ αυτά». Και του λέει: «Σας βεβαιώνω ότι σύντομα θα δείτε να έχει ανοίξει ο ουρανός, και οι άγγελοι του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν πάνω στον Υιό του Ανθρώπου».

Σχόλια του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης Συμεών απο το βιβλίο του << Κηρύξατε >>.

ΠΩΣ ΘΑ ΓΝΩΡΙΣΟΥΜΕ
ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

«Όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται,
ευρήκαμεν Ιησούν...τον από Ναζαρέτ»

ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑΤΑ του Θεού, γι’ αυτό και μέσα μας υπάρχει έντονη η επιθυμία να τον γνωρίσουμε. Ο άνθρωπος ποθεί βαθιά να συναντήσει το Θεό προσωπικά και να τον γνωρίσει συνειδητά. Ο προφήτης Δαβίδ παρομοιάζει τον πόθο αυτό με τη δίψα του ελαφιού: «Όν τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε, ο Θεός» (Ψαλμ. 41, 2). Ο ιερός Αυγουστίνος κάνει λόγο για ανησυχία και αναζήτηση, που συγκλονίζει την ανθρώπινη ύπαρξη: «Η ψυχή μας είναι ανήσυχος, έως ότου εύρη ανάπαυσιν εν σοι, ω Θεέ».
Ο πόθος αυτός φαίνεται συγκλόνιζε και την καρδιά του Φιλίππου, του κατοπινού αποστόλου, όπως μας πληροφορεί το σημερινό ευαγγέλιο. Αναζητούσε τον Θεό. Περίμενε να έλθει ο Μεσσίας. Μελετούσε την Μωσαϊκή Πεντάτευχο. Ερευνούσε τους Προφήτες. Και σήμερα βλέπουμε ότι αξιώνεται να τον γνωρίσει, να τον συναντήσει προσωπικά στα μέρη της Γαλιλαίας, κοντά στην ακρογιαλιά της Τιβεριάδας. Και αυτή τη μεγάλη ανακάλυψη που τον συγκλόνισε και τον γέμισε χαρά, τρέχει να την καταστήσει γνωστή και στον φίλο του Ναθαναήλ: «Όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν Ιησούν...τον από Ναζαρέτ».
Ασφαλώς κι εμείς θέλουμε να γνωρίσουμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Ας είμαστε χριστιανοί. Ας έχουμε βαπτιστεί. Η γνωριμία με τον Χριστό δεν επιτυγχάνεται απλώς και μόνο με το βάπτισμα μας, το οποίο μάλιστα λάβαμε σε μιαν ηλικία που δεν μας εξασφάλιζε την απαιτούμενη συναίσθηση. Το ότι φέρουμε το τιμημένο όνομα του χριστιανού δεν σημαίνει απαραίτητα και ότι τον έχουμε γνωρίσει συνειδητά. Ότι είμαστε ενωμένοι μαζί Του. Ότι ζούμε τη ζωή του Χριστού στην έκταση και το βάθος, στην πληρότητα και τη γνησιότητα που πρέπει.
Πως, λοιπόν, μπορούμε να γνωρίσουμε αληθινά και να συναντήσουμε προσωπικά τον Χριστό; Πρώτον, τον Χριστό γνωρίζουμε

μέσα στην Εκκλησία

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ο ιδρυτής της Εκκλησίας. Είναι ο αρχηγός και η κεφαλή της. Όποιος θέλει να πλησιάσει και να γνωρίσει τον αρχηγό, πρέπει να καταταγεί στο στράτευμα Του. Να γίνει οπλίτης «παρατάξεως Κυρίου». Όποιος θέλει να είναι ενωμένος με την κεφαλή, οφείλει να είναι οργανικά ενταγμένος στο σώμα Του. Και «παράταξις Κυρίου» και «σώμα Χριστού» είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι η μεγάλη οικογένεια των παιδιών του Θεού. Το θαυμαστό εργαστήρι της αγιότητος. Η κιβωτός της σωτηρίας. Η Εκκλησία, όπως διδάσκει ο άγιος Αυγουστίνος, είναι «ο Χριστός μεθ’ ημών ών και εις τους αιώνας παρατεινόμενος». Μακριά από την Εκκλησία δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον Χριστό. έξω από την Εκκλησία σωτηρία δεν υπάρχει. Καθώς παρατηρεί ένας αρχαίος εκκλησιαστικός διδάσκαλος, "κανείς δεν μπορεί να έχει τον Θεό Πατέρα, αν δεν έχει την Εκκλησία μητέρα".
Τι σημαίνει άραγε ότι είμαι μέλος της Εκκλησίας; Σημαίνει ότι έχω βαπτιστεί. Είμαι ο λυτρωμένος άνθρωπος. Ύπαρξη αναγεννημένη με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Παιδί του Θεού αγαπημένο. Το βάπτισμα είναι όρος και προϋπόθεση σωτηρίας, όπως διδάσκει ο ίδιος ο Κύριος. "Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται..." (Μαρκ. 16, 16). Με το βάπτισμα που λαμβάνει ο άνθρωπος αναδεικνύεται μέλος της Εκκλησίας. Πολιτογραφείται ως πολίτης της Βασιλείας του Θεού.
Είμαι μέλος της Εκκλησίας σημαίνει έχω την πίστη της Εκκλησίας. Πιστεύω απλά και ταπεινά, όπως πιστεύει και διδάσκει η Εκκλησία. Μέσα μου καίει η κανδήλα της πίστεως, της μιας πίστεως που η Εκκλησία διαφύλαξε καθαρή και ανόθευτη διαμέσου των αιώνων. Γι' αυτήν την πίστη, που σήμερα γιορτάζουμε τη νίκη και το θρίαμβο της, ακούμε στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας: "Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξε".
Είμαι μέλος της Εκκλησίας σημαίνει ακόμη ζω τη ζωή της Εκκλησίας. Αναπνέω μέσα στην Εκκλησία. Προσεύχομαι όπως προσεύχεται η Εκκλησία. Εκκλησιάζομαι και λατρεύω τον Θεό μαζί με τους άλλους αδελφούς μου χριστιανούς. Λαμβάνω την χάρη και τον αγιασμό που μεταδίδεται με τα μυστήρια της Εκκλησίας. Χριστιανός αλειτούργητος, που δεν εξομολογείται, που δεν κοινωνεί το σώμα και το αίμα του Χριστού συχνά, στην ουσία είναι αποκομμένος από την Εκκλησία.
Δεύτερον, τον Χριστό γνωρίζουμε

μελετώντας το λόγο του Θεού

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ είναι το βιβλίο του Θεού. Μέσα από τις ιερές σελίδες της ο Θεός αποκαλύπτει στους ανθρώπους το αληθινό πρόσωπο Του. Φανερώνει την αλήθεια για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Εξαγγέλλει τον αιώνιο και ακατάληπτο ηθικό νόμο Του. Επομένως για να γνωρίσουμε τον Χριστό, θα πρέπει να σκύψουμε να μελετήσουμε το ιερό τούτο βιβλίο της πίστεως μας. Την Παλαιά Διαθήκη που προφητεύει για τον Χριστό. Που προετοιμάζει τους ανθρώπους για να υποδεχτούν την εν Χριστώ σωτηρία. Και την Καινή Διαθήκη που ιστορεί την θεία Ενανθρώπιση, τα θαύματα και τη διδασκαλία, το σταυρικό Πάθος και την ένδοξη Ανάσταση του Κυρίου.
Αγνοούμε, δυστυχώς, οι πολλοί τον Χριστό, γιατί δεν μελετούμε το έργο Του. Βρισκόμαστε σε πηχτά σκοτάδια επειδή δεν επιδιώκουμε το φως της Αγίας Γραφής να φωτίσει την καρδιά μας. Απογοητευόμαστε εύκολα ή και αμαρτάνουμε ακόμη, διότι αγνοούμε το θέλημα του Θεού. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνοντας την αξία της μελέτης των Γραφών τονίζει: "Μεγάλη ασφάλεια προς το μη αμαρτάνειν των Γραφών η ανάγνωσις. Μέγας κρημνός και βάραθρον βαθύ των Γραφών η άγνοια. Μεγάλη προδοσία σωτηρίας το μηδένα από των θείων Γραφών ειδέναι νόμον".
Τρίτον, τον Χριστό γνωρίζουμε

ακολουθώντας το δρόμο της αγάπης

Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ φως που φωτίζει την καρδιά του ανθρώπου και διανοίγει τα μάτια της ψυχής του για να δει τον Θεό. Διδάσκει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: "Όποιος αγαπά έχει γεννηθεί από τον Θεό και γνωρίζει τον Θεό. Όποιος δεν αγαπά δεν γνώρισε τον Θεό, γιατί ο Θεός είναι αγάπη" (Α' Ιω. 4, 8).
Το δρόμο αυτόν της αγάπης μας έδειξε ο ίδιος ο Κύριος μας. Η ανέκφραστη αγάπη Του τον έφερε κοντά μας. Έγινε άνθρωπος για χάρη μας. Και η αγάπη Του αυτή τον ανέβασε πάνω στο σταυρό. Από το ύψος του σταυρού, λοιπόν, μας καλεί να αγαπήσουμε τους άλλους. "Ει ούτως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλους αγαπάν" (Α' Ιω. 4, 11). Στα πρόσωπα των άλλων, των συνανθρώπων μας, οφείλουμε να βλέπουμε τον ίδιο τον Χριστό. Και να τους αγαπούμε με την πεποίθηση ότι έτσι αγαπούμε τον ίδιο τον Κύριο: "Εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε" (Ματθ. 25, 40).
Σημάδι και απόδειξη του ότι γνωρίζουμε τον Κύριο και Θεό μας και ότι είμαστε ενωμένοι μαζί Του, είναι να έχουμε στην καρδιά μας αγάπη. Αγάπη γνήσια και αληθινή. Αγάπη των έργων και όχι των λόγων. Αυτή η αγάπη μας φέρνει κοντά στο Θεό και τον Θεό μέσα στην καρδιά μας. "Ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ" (Α' Ιω. 4, 16).

Οι υποχρεώσεις αυτών που γνώρισαν τον Χριστό

ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ αναζητήσουμε ειλικρινά και γνωρίσουμε πραγματικά τον Χριστό καταξιώνεται η ζωή μας. Μόνον η συνάντηση και η προσωπική σχέση με τον Κύριο Ιησού ειρηνεύει το πνεύμα και αναπαύει την ύπαρξη μας. Μας βεβαιώνει γι' αυτό σήμερα ο απόστολος Φίλιππος. Μας βεβαιώνουν τα νέφη των μαρτύρων και των οσίων, των Πατέρων και των διδασκάλων, που αγωνίστηκαν μέχρις αίματος για την ορθόδοξη πίστη και που σήμερα - Κυριακή της Ορθοδοξίας - μακαρίζουμε τη μνήμη και τιμούμε τα κατορθώματα τους.
Ο σημερινός εορτασμός του θριάμβου της ορθής πίστεως μας υπενθυμίζει και το χρέος που έχουμε ως ορθόδοξοι χριστιανοί να υπηρετήσουμε όλοι μας και με όλες τις δυνάμεις μας την εξάπλωση του Ευαγγελίου. Εμείς αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε και να πιστέψουμε στον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Αποτελεί ιερή υποχρέωση μας να εργασθούμε έτσι ώστε να τον γνωρίσουν και να τον πιστέψουν και οι άλλοι άνθρωποι, όπου γης και αν βρίσκονται, και οι οποίοι μέχρι σήμερα τον αγνοούν και εξακολουθούν να πιστεύουν και να λατρεύουν "θεούς αλλοτρίους".

Οφείλουμε:
* Να προσευχόμαστε θερμά για όσους εργάζονται στο χώρο της Ιεραποστολής. Στην Αφρική, στην Κορέα, στις Ινδίες και όπου αλλού ορθόδοξοι αδελφοί μας αγωνίζονται να μεταδώσουν το Ευαγγέλιο.
* Να προσευχόμαστε ο Κύριος να αναδείξει και άλλους εργάτες στο δύσκολο τούτο έργο.
* Να ενισχύσουμε με όποιον τρόπο μπορούμε, τις ιεραποστολικές προσπάθειες της Εκκλησίας μας.



https://permisospress.blogspot.gr/2018/02/blog-post_261.html

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018





Πρωτ. Γεώργιος Μεταλληνός
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ 
Ματθαίου κε' 31-46.
ΑΓΑΠΗ ΝΑΙ· ΑΛΛΑ ΠΟΙΑ ΑΓΑΠΗ;

«ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε»(Ματθ. κε' 40).
1. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή έρχεται να μας υπενθυμίσει μια μεγάλη αλήθεια. Την περασμένη Κυριακή μίλησε το ιερό Ευαγγέλιο για την αγαθότη­τα του Θεού- Πατέρα, που περιμένει το πλάσμα του να επιστρέψει. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας κάμει να ξεχάσουμε και την δικαιοσύνη Του. Ο Θεός δεν είναι μονάχα στοργικός Πατέρας. Είναι και δίκαιος Κριτής. «Οὔτε ὁ ἔλεος αὐτοῦ ἄκριτος, οὔτε ἡ κρίσης ἀνελεήμων» λέγει ο Μ. Βασίλειος. Θα κρίνει τον Κόσμο, μας λέγει το Ευαγγέλιο, και μάλιστα όχι αυθαίρετα, αλλά σύμφωνα με τα έργα μας. Μας φέρνει, λοιπόν, η σημερινή περικοπή ενώπιον του γεγονότος της κρίσε­ως. Και λέμε «γεγονότος», γιατί η παγκόσμια κρίση αποτελεί για την πίστη μας εσχατολογική βεβαιότητα και πραγματικότητα, που ομολογείται σ' αυτό το Σύμ­βολο μας ως εκκλησιαστική πίστη: «Και πάλιν ἐρχόμενον κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς...».
Καλούμεθα, λοιπόν, σήμερα να συνειδητοποιή­σουμε τρία πράγματα. Πρώτον, ότι Κριτής μας θα είναι ο Ι. Χριστός, ως Θεός. Σωτήρ ο Χριστός αλλά και Κριτής. Αν την πρώτη φορά ήλθε ταπεινός στη γη, «ἵνα σώσῃ τόν κόσμον», τώρα θα έλθει «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ», ίνα κρίνη τον κόσμον. Αυτός που έγινε για μας «κατάρα» πάνω στον Σταυρό, έχει κάθε δικαίωμα να μας κρίνει, αν αφήσαμε να μείνει μέσα μας και στην κοινωνία μας ανενέργητη η θυσία Του. Δεύτε­ρον θα κρίνει όχι μόνο τούς Χριστιανούς, ούτε μόνο τούς εθνικούς, όπως πίστευαν οι Εβραίοι για την κρί­ση του Θεού. Θα κρίνει όλους τούς ανθρώπους, χρι­στιανούς και μη, πιστούς και απίστους. Τρίτον βάση της κρίσεως, το κριτήριο, θα είναι η αγάπη. Η στάση μας δηλαδή απέναντι στους συνανθρώπους μας. Καθο­λική - παγκόσμια η κρίση, καθολικό - παγκόσμιο και το κριτήριο. Ο παγκόσμιος νόμος της ανθρωπιάς, στον όποιο συναντώνται όλοι, χριστιανοί και μη. Και όσοι εγνώρισαν τον Χριστό και όσοι δεν μπόρεσαν να τον γνωρίσουν και γι' αυτό έμειναν μακριά από το Ευαγγέλιό Του. Στο νόμο αυτό, δεν υπάρχει χώρος για προφάσεις και δικαιολογίες. Η πείνα, η δίψα, η γύ­μνια, η αρρώστια, η φυλακή βοούν, δεν μπορούν να μείνουν κρυφά, για να έχει το δικαίωμα να ισχυρισθεί κάποιος πώς δεν τα πρόσεξε... Δεν μπορεί να τ' αγνοή­σει κανείς, χωρίς προηγουμένως να παύσει να έχει συναισθήματα ανθρώπου, αν δεν έχει τελείως «αχρειώσει», εξαθλιώσει, την εικόνα του Θεού μέσα του.
2. Το συγκλονιστικό μεγαλείο και την φρικτότητα της ώρας της Κρίσεως ζωγραφίζουν με υπέροχα χρώ­ματα οι ύμνοι της ημέρας. «Ὦ, ποία ὥρα τότε! ὅταν... τίθωνται θρόνοι καί βίβλοι ἀνοίγωνται, καί πράξεις ἐ­λέγχωνται καί τά κρυπτά τοῦ σκότους δημοσιεύον­ται»! Είναι φρικτή και η απλή σκέψη της ώρας της κρίσεως, γιατί όχι μόνο υπενθυμίζει την ανετοιμότητά μας να εμφανισθούμε μπροστά στο βήμα του φοβερού Κριτού, αλλά και διότι αποκαλύπτει την τραγικότητα της ζωής μας, την οποία δαπανάμε μέσα σε έργα μα­ταιότητος, που δεν αντέχουν στο φως της αιωνιότητος. Δεν δικαιούμεθα ενώπιον του κριτού μας για όσα ο κόσμος θεωρεί μεγάλα και σπουδαία: γνώσεις, θέ­σεις, τίτλους, αξιώματα, πλούτο, δόξα. Αυτά όλα είναι δυνατό μάλιστα να οδηγήσουν στην καταδίκη μας.
Κρινόμεθα βάσει της έμπρακτης εφαρμογής της αγά­πης μας. Όχι ως άτομα δηλαδή, αλλά ως μέλη της αν­θρώπινης κοινωνίας. Ο θεός δεν έπλασε άτομα, αυτό­νομα και ανεξάρτητα. Μάς έπλασε, για να γίνουμε πρόσωπα και κοινωνία προσώπων. Και οι μεγαλύτε­ρες αρετές, αν μείνουν απλώς ατομικές, είναι μετοχές χωρίς αντίκρυσμα ενώπιον του Μεγάλου Κριτού. Για­τί δεν βρήκαν την πραγμάτωση τους μέσα στην αν­θρώπινη κοινωνία. Δεν καταξιώθηκαν σε διακονίες. Έτσι λ.χ. η γνώση είναι θεία ευλογία, όταν όμως θηρεύεται για χάρη του συνανθρώπου, για την διακονία του πλησίον. Το ίδιο και η εγκράτεια και η ευλάβεια, και η νηστεία και σύνολη η άσκησή μας. Αν όλα αυ­τά γίνονται για μια ατομική δικαίωση και όχι ως δια­κονία των αδελφών, των πλησίον, μας ελέγχει η φωνή του Θεού: «Ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν» (Ματ. θ΄ 13)! Αγάπη θέλω και όχι την θρησκευτικότητα, που αποβλέπει στην αυτοέξαρση και την αυτοπροβολή. Πού βλέπει τον τύπο ως πεμπτουσία της ευσέβειας.
3. Ο κόσμος έχει μάθει να εξαγοράζει τα πάντα, ακόμη και τις συνειδήσεις. Στο χώρο όμως της πίστε­ως δεν ισχύει ο νόμος αυτός. Η ατομική ευσέβεια δεν μπορεί να εξασφαλίσει θέση στην βασιλεία του Θεού, αν δεν γίνει πρώτα εκκλησιαστική, αν δεν συνοδεύε­ται δηλαδή από τα έργα της αγάπης. Ο στίβος του χριστιανού είναι και η κοινωνία και όχι μόνο το «ταμιείον». Εις το ταμιείον του καταφεύγει ο Χριστια­νός για τον πνευματικό του ανεφοδιασμό. Ποτέ όμως δεν εξαντλείται η πολιτεία του στο στενό χώρο της α­τομικότητας του. Αν η πνευματικότητα μας είναι ορ­θή, θα οδηγεί σε ανιδιοτελή αγάπη. Ας το ακούσουμε μια για πάντα: Το επιχείρημα των γλυκανάλατων χρι­στιανών της ανευθυνότητος και του «λάθε βιώσας» δεν έχει καμμιά δύναμη: «Κύτταξε την ψυχή σου» δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από δειλία και υποχώ­ρηση, αν δεν συνοδεύεται και από το στίβο: «Πάλευσε για να φτιάξεις τη χριστιανική σου κοινωνία». Διαφορετικά είμασθε κατά λάθος ανάμεσα σε χριστια­νούς. Η θέση μας είναι κάπου στην Άπω Ανατολή, στη νέκρωση του νιρβάνα.
4. Αισθάνομαι όμως την ανάγκη να προλάβω στο σημείο αυτό μια απορία. Αν κρινόμασθε βάσει της έμπρακτης αγάπης μας, τότε που πηγαίνει η πίστη; Ποια σημασία έχει ο υπέρ της πίστεως και της καθαρότητος του δόγματος αγώνας; Αν δεν έχει διαστά­σεις αιώνιες, τότε γιατί να γίνεται;
Κατά την ώρα της κρίσεως η πίστη, και ως αφο­σίωση και ως διδασκαλία, δεν αποκλείεται, όπως πι­στεύουν εν πρώτοις πολλοί. Προϋποτίθεται. Κριτής μας είναι Ο ΧΡΙΣΤΟΣ. Μας σώζει η μας κατακρίνει η συμπεριφορά και στάση μας απέναντι του. Γιατί μας διευκρινίζει ότι στο πρόσωπο Του αναφέρεται κάθε πράξη μας προς τον συνάνθρωπό μας, καλή ή κακή. Ηθικά αδιάφορες πράξεις δεν υπάρχουν. Αν τονίζει σαν κριτήριο την αγάπη, δεν σημαίνει πώς θέλει ν' αποκλείσει την πίστη. Θέλει να προλάβει ακριβώς την καταδίκη της πίστεως εκ μέρους μας σ' ένα σύνολο θεωρητικών αληθειών χωρίς ανταπόκριση και εφαρ­μογή στη ζωή μας. Όπως ο κεκηρυγμένος άθεος και ο συνειδητός αρνητής της πίστεως μεταφράζει την α­θεΐα και απιστία του σε αντίθεα έργα, έτσι και ο πιστός πρέπει να κάμει την πίστη του κινητήρια δύναμη της ζωής του. Γιατί «ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων» (Ιακ. β΄ 20) της α­γάπης, είναι νεκρά. Δεν αποκλείει, λοιπόν, την πίστη, αφού αυτή είναι η προϋπόθεση του ορθού βίου και της σωτηρίας. Αλλά και κάτι περισσότερο. Όχι μόνο «ὁ μή πιστεύσας» (εις τον Χριστό) δεν σώζεται, αλλά και ο μη ορθώς πιστεύσας. Ο Θεός δεν είναι μόνο α­γάπη, είναι και αλήθεια (Ιωαν. ιδ' 6· Α' Ιωαν. δ' 8· δ' 16· ε' 6) και μάλιστα Αυτοαλήθεια. Όποιος προδίδει την αλήθεια προδίδει και την αγάπη. Η αγάπη του Χριστού «συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 6) συζεί δηλαδή και συνευδοκιμεί με την αλήθεια, δεν υπάρχει χωρίς αυ­τήν. Να λοιπόν πώς καταξιώνεται ο αγώνας για την καθαρότητα του δόγματος. Γιατί είναι αγώνας για την αγάπη, είναι η μεγαλύτερη εκκλησιαστική διακονία. Είναι αγώνας πρώτιστα κοινωνικός, γιατί γίνεται χά­ριν του Λαού του Θεού, για να μείνει ανεπηρέαστος α­πό την πλάνη, που είναι πραγματική αυτοκτονία.
Αδελφοί μου!
Όταν ο Χριστός μας ανέφερε την παραβολή της Κρίσεως, οι λόγοι του μπορούσαν να νοηθούν όχι μό­νο σε συνάρτηση προς τούς συγχρόνους του, αλλά και προς όσους έζησαν πριν απ' Αυτόν. Όσοι δεν γνώρισαν τον Χριστό, μπορούν να έχουν λόγους να κριθούν μόνον για την αγάπη τους, μολονότι αγάπη χωρίς πίστη στον Θεό δεν είναι ποτέ δυνατόν να υπάρχει. Όποιος ειλικρινά ασκεί την αγάπη «δέχεται» τον Θεό, έστω και αν τον αγνοεί. Ο άπιστος δεν δύνα­ται να έχει παρά μόνο φαινομενικά αγάπη. Και μόνο εκεί, που υπάρχει βάπτισμα και «άγιο Πνεύμα», είναι δυνατό να υπάρξει «τελεία αγάπη», αγάπη χριστιανι­κή.
Το ζήτημα όμως πρέπει, νομίζω, να τεθεί κατ' άλ­λο τρόπο. Όταν εμείς σήμερα ακούμε την παραβολή, δύο χιλιάδες χρόνια μετά την σάρκωση του Υιού του Θεού, πώς είναι δυνατόν να χωρίσουμε από την αγά­πη μας την (ορθή) πίστη; Το Ευαγγέλιο λέγει καθαρά: «ὁ… μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» (Ίωαν. γ' 18). Μετά την ένσαρκη δηλαδή οικονομία η κρίση εί­ναι συνέπεια της στάσης κάθε ανθρώπου έναντι του Χρίστου. Κριτήριο μένει η αγάπη. Αγάπη όμως που προϋποθέτει την εις Χριστόν πίστη. Γιατί αυτή είναι η μόνη αληθινή. Αυτή μονάχα δικαιώνει και σώζει...
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΈΡΟΥ 
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΦΩΣ ΕΚ ΦΩΤΟΣ«Κηρύγματικές σκέψεις στα ευαγγελικά αναγνώσματα»
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
Θεσσαλονίκη
τηλ. 2310 212659