Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 2 Μαρτίου 2014.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ (Ματθαίου κεφ. στ' στίχοι
14-21)

Κείμενο:

«Είπεν ο Κύριος· εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος· εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών। Όταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε ώσπερ οί υποκριταί σκυθρωποί· αφανίζουσι γαρ τα πρόσωπα αυτών όπως φανώσι τοίς άνθρώποις νηστεύοντες· αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών। Συ δε νηστεύων άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπον σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, άλλα τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ। Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι· θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουοιν, όπου γαρ εστίν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και ή καρδία υμών».

Μετάφραση:

Είπε ο Κύριος· αν συγχωρείτε στους ανθρώπους τα παραπτώματα τους, θα συγχωρήσει και σε σας ο πατέρας σας ο ουράνιος· και αν δε συγχωρείτε στους ανθρώπους τα παραπτώματα τους ούτε και ο πατέρας θα συγχωρήσει τα παραπτώματα σας. Και όταν νηστεύετε να μη γίνεστε περίλυποι σαν τους υποκριτές· γιατί αυτοί παίρνουν ένα ύφος λυπημένο, για να φανούν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως τον έχουν το μισθό τους από τους ανθρώπους. Αλλά εσύ όταν νηστέψεις, να χτενιστείς και να νιφτείς για να μη φανείς στους ανθρώπους πως νηστεύεις, αλλά στον πατέρα σου που είναι κρυμμένος και αόρατος παντού. Και ο πατέρας σου, που σε βλέπει κρυφά και δεν τον βλέπεις, θα στο αποδώσει στα φανερά. Να μη μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στη γη, όπου ο σκόρος και η σκουριά τους καταστρέφει και όπου οι κλέφτες σκάβουν τους τοίχους και τους κλέβουν αλλά να μαζεύετε για τον εαυτό σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε σκόρος ούτε σκουριά τους καταστρέφουν και όπου κλέφτες ούτε σκάβουν τους τοίχους ούτε τους κλέβουν. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας.


Σχόλια:
Η ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΝΗΣΤΕΙΑ.


«Όταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριταί σκυθρωποί». 
ΔΕΝ ΝΟΕΙΤΑΙ χριστιανική ζωή χωρίς άσκηση। Χωρίς, δηλαδή, την προσπάθεια εκείνη που αναλαμβάνουμε οι πιστοί, εμπνεόμενοι από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, ν’ απαλλαγούμε από τον ζυγό της αμαρτίας. Ν’ αποτινάξουμε την κυριαρχία των παθών. Να ακολουθήσουμε με αυταπάρνηση το θέλημα του Κυρίου. Να ζήσουμε τη ζωή του Χριστού ως ζωντανά μέλη του σώματος Του, που είναι η Εκκλησία. Στην ασκητική αυτή προσπάθεια ιδιαίτερα σημαντική θέση κατέχει και η νηστεία. Δυστυχώς η αποκοπή πολλών σημερινών χριστιανών από τις εκκλησιαστικές τους ρίζες, η αλλοίωση του φρονήματος και η εκκοσμίκευση του τρόπου ζωής τους κάνουν να υποτιμούν ή ακόμη και να αρνούνται το θεσμό της νηστείας. Αλλά και όσοι από τους χριστιανούς τηρούν τη νηστεία ως ένα βαθμό, συχνά το κάνουν εντελώς συμβατικά. Χωρίς να συναισθάνονται την πνευματική σημασία που έχει και το σκοπό προς τον οποίο αποβλέπει. Έτσι η τήρηση της νηστείας εκπίπτει σε μια τυπική πράξη που δεν ανταποκρίνεται στο βαθύτερο περιεχόμενο της, αυτό που της προσέδωσε η πίστη και η εμπειρία της Εκκλησίας. Ένα από τα θέματα στα οποία αναφέρεται η σημερινή ευαγγελική περικοπή είναι και η νηστεία. Η περικοπή ανήκει στη λεγόμενη επί του Όρους ομιλία του Κυρίου. Ο Ιησούς με τα όσα διδάσκει μας καθορίζει τον θεάρεστο και όχι υποκριτικό τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να νηστεύουμε. Έτσι η νηστεία μας προφυλάσσεται από τον κίνδυνο να εκπέσει σε ένα φαρισαϊκό τύπο και ως πράξη θυσίας και έκφραση μετάνοιας γίνεται δεκτή από τον Θεό. Η αρχαιότητα της νηστείας. 
Η ΝΗΣΤΕΙΑ δεν είναι εφεύρημα των ανθρώπων, αλλά σαφής διδασκαλία που πηγάζει από την Αγία Γραφή. Και την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ο Μ. Βασίλειος εξαίροντας την αρχαιότητα της νηστείας διδάσκει ότι αυτή νομοθετήθηκε στον ίδιο τον παράδεισο με την απαγορευτική εντολή που είχε δώσει ο Θεός στους πρωτοπλάστους να μη φάνε «από του ξύλου του γιγνώσκειν καλόν και πονηρόν» (Γεν. 2, 17). Γράφει ο ιερός διδάσκαλος: «Συνηλικιώτις εστι της ανθρωπότητος. Νηστεία εν τω παραδείσω ενομοθετήθη». Η Παλαιά Διαθήκη είναι διάσπαρτη από αναφορές στη νηστεία, στην οποία υποβάλλονταν οι ευσεβείς Ισραηλίτες. Ιδιαίτερα δε οι Προφήτες υπογραμμίζουν με έμφαση το αληθινό νόημα της νηστείας, τη νηστεία που αποδέχεται ο Θεός και η οποία έχει τη δύναμη να εξαλείφει τις αμαρτίες (Ησαΐας 1, 13-17 & 58, 6-11). Στη νηστεία αναφέρεται και ο Κύριος μας. Τονίζει την αξία της. Απορρίπτει την υποκριτική άσκηση της. Υποδεικνύει τον ορθό τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να νηστεύουμε. Και τα όσα δίδαξε με το λόγο Του τα επισφράγισε και με το παράδειγμα Του, «νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα» (Ματθ. 4, 2), προτού αρχίσει το δημόσιο έργο Του. Με βάση τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής η Εκκλησία μας όρισε για τους χριστιανούς της ημέρες και περιόδους νηστείας και προσδιόρισε το σκοπό που αποβλέπει και τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ασκείται. Αλάθητο κριτήριο που οδήγησε την Εκκλησία στις αποφάσεις της ήταν η διδασκαλία περί νηστείας του αρχηγού της πίστεως μας Ιησού Χριστού. Και άξονας γύρω από τον οποίο διαμορφώθηκαν οι εκκλησιαστικές νηστείες υπήρξαν οι κορυφαίοι σταθμοί της επί γης ζωής του Κυρίου μας. Η νηστεία μας πλέον αποβλέπει στην ωφέλεια της ψυχής. Γίνεται για την αγάπη του Χριστού και όχι για να προκαλέσει τον θαυμασμό και τον έπαινο των ανθρώπων. Και την χαρακτηρίζει όχι η κατήφεια αλλά η ιλαρότητα και η χαρά. Τι επιδιώκουμε με τη νηστεία.
 ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΣ σκοπός της νηστείας είναι η κάθαρση και ο εξαγιασμός μας, της ψυχής μας και του σώματος μας. Ενώ η γαστριμαργία εξάπτει το σαρκικό φρόνημα και διεγείρει τις ορμές, η νηστεία, αντίθετα, μαραίνει τις σαρκικές επιθυμίες και καταπολεμά τα διάφορα πάθη της ψυχής. Γι’ αυτό και οι θεοφόροι Πατέρες μας την ονομάζουν «παθοκτόνο» και «φάρμακον παθών καθαρτήριον». Η νηστεία διακρίνεται σε σωματική και πνευματική. Η σωματική νηστεία συνίσταται στην αποχή από ορισμένες τροφές και στη λήψη άλλων, των λεγόμενων νηστήσιμων. Με την αποφυγή αυτών των τροφών και τη λιτή διατροφή αποβλέπουμε στην περιστολή των ορμών και στην εκρίζωση των σαρκικών επιθυμιών. Είναι αυτό που ο απόστολος Παύλος ονομάζει «νέκρωση» και «σταύρωση» του σαρκικού φρονήματος και των εμπαθών επιθυμιών (Κολ. 3, 5 – Γαλ.5, 24). Η πνευματική νηστεία είναι η νηστεία της ψυχής, του έσω ανθρώπου. Συνίσταται στην «αλλοτρίωση των κακών» και αποτελεί την «αληθινή νηστεία», τη νηστεία που είναι ευάρεστη στο Θεό. Γράφει ο Μ. Βασίλειος: «Μη μέντοι εν τη αποχή μόνη των βρωμάτων το εκ της νηστείας αγαθόν ορίζου. Νηστεία γαρ αληθής η των κακών αλλοτρίωσις». Και «αλλοτρίωση των κακών» σημαίνει αποφυγή της αμαρτίας σε όλες τις εκφράσεις της: εφάμαρτες πράξεις, κακοί λόγοι, εμπαθείς επιθυμίες, ακάθαρτοι λογισμοί! Έτσι η νηστεία γίνεται έργο του όλου ανθρώπου, κοινό αγώνισμα της ψυχής και του σώματος του. Η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
 Η ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ, μεγαλύτερη και αυστηρότερη εκκλησιαστική νηστεία είναι αυτή της Μ. Τεσσαρακοστής που αρχίζει από αύριο. Που αποσκοπεί; Να μας προετοιμάσει πνευματικά για τη συμμετοχή μας στην εορτή του Πάσχα: να προσκυνήσουμε αξίως το σταυρό του Κυρίου και να γίνουμε κοινωνοί της αναστάσιμης χαράς Του. Η φιληδονία που χαρακτηρίζει τη νοοτροπία της εποχής μας δεν επιτρέπει να αισθανθούμε την πνευματική σημασία που έχει η εγκράτεια. Και η καταναλωτική μανία από την οποία κυριαρχούμαστε οι σύγχρονοι άνθρωποι – χριστιανοί κατά τα άλλα στο όνομα! -, μας κάνει να βλέπουμε τη νηστεία σαν ξεπερασμένη υπόθεση. Να την αντιμετωπίζουμε ακόμη και στις συζητήσεις μας με συγκατάβαση και περισσή ειρωνεία. Αυτό που μετρά για τους πολλούς είναι η έξοδος του τριημέρου, η μέθη της ταχύτητας, το αλόγιστο φαγοπότι, το αποκριάτικο ξεφάντωμα! Όλα αυτά εκφράζουν την εσωτερική μας γυμνότητα και αποδεικνύουν την τραγική αποχριστιάνιση της νοοτροπίας και της καθημερινής συμπεριφοράς μας. Για την Εκκλησία του Χριστού όμως η σημερινή ημέρα αποτελεί την αφετηρία της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αναγγέλλει την έναρξη μιας ιερής περιόδου με κύρια χαρακτηριστικά την άσκηση, τη μετάνοια και την προσευχή. Σηματοδοτεί την απαρχή της ευλογημένης νηστείας. «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται!»! Και «οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα». Ευλογημένοι όσοι θα θελήσουν να εισέλθουν στον πνευματικό αυτό στίβο! Ευλογημένοι όσοι θα αναλάβουν, με τη δύναμη του Χριστού μας, τον καλό αγώνα της νηστείας. Ευλογημένοι όσοι θα νηστέψουν «σωματικώς» και «πνευματικώς». Αυτοί θα γευτούν τη λυτρωτική χαρά του Σταυρού. Σ’ αυτούς ανήκει το πλήρωμα της αναστάσιμης χαράς.

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014



Η Κυριακή της Τυρινής.


Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα του Θεού, ως «εικόνα και καθ' ομοίωσις» αυτού ( Γέν.1,26). Πλάστηκε να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ (Γεν.2 ο κεφ.). Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του. Μέγα χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους (Εφ.2,13). Η αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε! Ο Αδάμ και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε. Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν το μέλλον ζοφερό και γι' αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του παραδείσου ερήμου. Όμως δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους. Η ενθύμηση του αδαμιαίου θρήνου αυτή την ημέρα υπήρξε επιβεβλημένη από την Εκκλησία μας. Από την επόμενη ημέρα αρχίζει η αυστηρή νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ο σκληρός αγώνας κατά των ψυχοκτόνων παθών μας. Οι προπάτορές μας αποτελούν πολύ καλό παράδειγμα συνετισμού μας. Η λαιμαργία τους, να φάνε από τον καρπό του απαγορευμένου δένδρου της Εδέμ, τους οδήγησε στην απώλεια. Η πολύμορφη νηστεία η δική μας και η άσκηση των αρετών, μας φέρνει στην ουρανοδρόμο πορεία για να συναντήσουμε ξανά το Θεό. Ο θρήνος ο δικός μας δεν είναι (δεν θα πρέπει να είναι) ωφελιμιστικός, όπως των πρωτοπλάστων, αλλά οντολογική συντριβή και μετάνοια για την αμαρτωλότητά μας. Είναι το μόνο αντίδοτο για την ύβρη μας απέναντι στο Θεό και ο μόνος τρόπος της σωτηρίας μας. Η Εδέμ βρίσκεται δίπλα μας κλεισμένη. Ο φιλάνθρωπος Θεός μας έδωσε το κλειδί να ανοίξουμε τη θύρα και να εισέλθουμε, το οποίο είναι η ειλικρινής μετάνοιά μας. Ας είναι ζωντανό παράδειγμά μας ο μετανοών συσταυρούμενος με τον Κύριο ληστής, ο οποίος σύμφωνα με το θαυμάσιο επίγραμμα της υμνολογίας της Μ. Παρασκευής, άνοιξε τον παράδεισο «βαλών κλείδα το μνήσθητί μου».

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 23 Φεβρουαρίου  2014.
Τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, η παραβολή της Μελλούσης Κρίσεως.


Ματθαίος κεφάλαιο, κε΄ στίχοι, 31-46


Κείμενο:
Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ' αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ' ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· 35 ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ' ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· 42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

Mετάφραση:
Είπε ο Κύριος: «Όταν θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου με όλη του τη μεγαλοπρέπεια και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στο βασιλικό θρόνο του. Τότε θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στ΄ αριστερά του. Θα πει τότε ο βασιλιάς σ΄ αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: «ελάτε, οι ευλογημένοι απ΄ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ΄ την αρχή του κόσμου. Γιατί, πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ΄ επισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε». Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς; Πότε σε είδαμε ξένον και σε περιμαζέψαμε ή γυμνόν και σε ντύσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήλθαμε να σε επισκεφθούμε;» Τότε θα τους απαντήσει ο βασιλιάς: «σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα». Ύστερα θα πει και σ΄ αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: «φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι· πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του. Γιατί, πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε». Τότε θα του απαντήσουν κι αυτοί: «Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δε σε υπηρετήσαμε;» Και θα τους απαντήσει: «σας βεβαιώνω πως αφού δεν κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα». Αυτοί λοιπόν θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή».

Σχόλια:

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ


«’Οταν έλθη ο υιός του ανθρώπου
εν τη δόξη αυτού...»

ΕΡΩΤΗΜΑ κεφαλαιώδους σημασίας: Ή είναι αλήθεια το Ευαγγέλιο ή δεν είναι. Ή είναι ο λόγος του Θεού που δίνει απάντηση στα υπαρξιακά ερωτήματα μας – ποιοί είμαστε, από που προερχόμαστε, για που κατευθυνόμαστε – ή δεν είναι, οπότε μένουμε στο σκοτάδι και την αβεβαιότητα. Ή δεχόμαστε ολόκληρο το Ευαγγέλιο – όλη την αλήθεια του Χριστού – ή το αρνούμαστε και το απορρίπτουμε. Στο χώρο της χριστιανικής πίστεως το «διαλέγουμε και παίρνουμε» δεν έχει θέση. Το «άλλα δέχομαι και άλλα απορρίπτω» συνιστά βαριά πλάνη. Το «με όσα συμφωνώ, τ’ ακολουθώ, με όσα διαφωνώ τα αγνοώ» αποτελεί φρικτή αίρεση. Μια τέτοια αντίληψη οδηγεί τελικά στην ανατροπή ολόκληρου του Ευαγγελίου.
Το παραπάνω ερώτημα δεν αποτελεί ρητορικό σχήμα, αλλά πρόβλημα που το αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί χριστιανοί που υιοθετούν μια τέτοια στάση. Δέχονται και θαυμάζουν το Ευαγγέλιο για τη διδασκαλία του που αφορά την επίγεια ζωή μας και απορρίπτουν την εσχατολογική διδασκαλία του. Ισχυρίζονται πως είναι χριστιανοί. Όμως στην ουσία είναι υλιστές, αφού πιστεύουν πως όλα σταματούν στην ταφόπετρα του νεκροταφείου. Ακούνε για ουράνια Βασιλεία και μεταθανάτια ζωή; Αποφαίνονται ειρωνικά: «Παραμύθια!». Γίνεται λόγος για κόλαση και παράδεισο; Χαμογελούν με συγκατάβαση και απαντούν: «Εδώ είναι η κόλαση, εδώ και ο παράδεισος. Πέθανες ; Ξόφλησες!».
Τι, σε όλα αυτά, θα μπορούσαμε να απαντήσουμε; Απάντηση μας δίνει ο ίδιος ο Κύριος. Το σημερινό ευαγγέλιο της κρίσεως.

Η δίψα του ανθρώπου για δικαιοσύνη

Ο ΚΥΡΙΟΣ αναφέρεται στα έσχατα. Στα τέλη του κόσμου και της ιστορίας. Στη μεγάλη και επιφανή ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του πάνω στο πρόσωπο της γης. Ο Χριστός ήρθε την πρώτη φορά απλά και ταπεινά. Ήρθε για να μας αποκαλύψει την αλήθεια του Θεού και να απολυτρώσει το γένος μας με τη σταυρική Του θυσία. Όμως θα έλθει και πάλι, για δεύτερη φορά. Και τη φορά αυτή «εν δόξη», ως δίκαιος κριτής για να αποδώσει δικαιοσύνη και ν’ αποκαταστήσει την ηθική τάξη. Για να ανταμείψει τους πιστούς τηρητές των εντολών Του και να κατακρίνει εκείνους που τις περιφρόνησαν κι έζησαν αμετανόητα μακριά από το άγιο θέλημα Του.
Ο Κύριος, λοιπόν, θα έλθει και πάλι ως κριτής όλων μας, διότι είναι δίψα κι απαίτηση της ανθρώπινης ψυχής. Η ψυχή του ανθρώπου είναι ζυμωμένη με το αίσθημα της δικαιοσύνης. Ποθεί να βασιλεύει η δικαιοσύνη πάνω στο πρόσωπο της γης. Ανάμεσα στους ανθρώπους. Μεταξύ των λαών.
Ο πόθος αυτός γίνεται εντονότερος, όσο βλέπουμε να μην υπάρχει γύρω μας δικαιοσύνη. Και δεν υπάρχει, διότι πολλοί από τους ανθρώπους δεν θέλουν να αποδώσουν δικαιοσύνη. Διότι πολλοί – άτομα και έθνη – καταπατούν ενενδοίαστα το δίκαιο, καταπιέζουν τους αδυνάτους και σφετερίζονται τα δικαιώματα των φτωχών και των μικρών λαών. Έτσι ο αδικούμενος στρέφεται προς τον Θεό και με σπαραγμό ψυχής ερωτά: «Έως πότε ο Δεσπότης ο άγιος και αληθινός, ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών εκ των κατοικούντων επί της γης;» (Αποκ. 6, 10).

Αίτημα και της δικαιοσύνης του Θεού

Η ΗΜΕΡΑ της κρίσεως θα έλθει όχι μόνο διότι το ποθεί η ανθρώπινη ψυχή, αλλά διότι το ζητά και η δικαιοσύνη του Θεού. Μας το αποκαλύπτει ο Κύριος στο σημερινό ευαγγέλιο κατά τρόπο συγκλονιστικό, που δεν επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση. Στην ένδοξη παρουσία Του όμως ο Χριστός αναφέρθηκε και άλλες φορές. Άλλοτε με παραβολές και άλλοτε ανοιχτά. Ας θυμηθούμε τα όσα σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης και τα οποία ακούμε στην ευαγγελική περικοπή της νεκρώσιμης Ακολουθίας: «Έρχεται ώρα εν η πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτού, και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω. 5, 28-29).
Ο Θεός είναι ο αιώνιος και υπέρτατος Νομοθέτης. Είναι ο φύλακας και ο επόπτης της ηθικής τάξεως μέσα στον κόσμο. Κάποτε, λοιπόν, θα ζητήσει λόγο για το πως ζήσαμε. Θα μας κρίνει για τα όσα πράξαμε είτε αγαθά είτε κακά. Διδάσκει ο απόστολος Παύλος: «Πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται έκαστος τα δια του σώματος προς ά έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν» (Β’ Κορ. 5, 10).
Ο φυσικός θάνατος δεν είναι το τέλος του ανθρώπου. Είναι το τέρμα της επίγειας ζωής και της πνευματικής τελειώσεως, μετά από το οποίο είναι λογικό και δίκαιο να επακολουθήσει, όπως για όλους τους αγώνες, η κρίση και η αμοιβή. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Εβρ. 9, 27). Στη μέλλουσα κρίση με μεγαλειώδη τρόπο αναφέρεται και ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη του. «Και έδωκεν η θάλασσα τους νεκρούς τους εν αυτή και ο θάνατος και ο Άδης έδωκαν τους νεκρούς τους εν αυτή, και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών» (Αποκ. 20, 13).

Διακηρυγμένη πίστη της Εκκλησίας

Ο ΘΕΟΣ, ΛΟΙΠΟΝ, «έστησεν ημέραν, εν ή μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη» (Πραξ. 17, 31). Πάνω στην ολοφάνερη αυτή διδασκαλία της Αγίας Γραφής στήριξε την πίστη και το κήρυγμα της η Εκκλησία. Όλοι οι χριστιανοί πιστεύουμε και ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως μας ότι ο Κύριος θα έλθει εκ νέου με δόξα θεϊκή για να κρίνει ζώντας και νεκρούς: «Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Όλοι προσδοκούμε ότι μια μέρα θα αναστηθούμε. Το τελευταίο άρθρο του ιερού Συμβόλου διδάσκει: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Δεν υπάρχουν ως εκ τούτου περιθώρια να αμφιβάλλει κανείς ή να αρνηθεί την ένδοξη παρουσία του Κυρίου και τη γενική κρίση που θα ακολουθήσει. Για κείνους που αρνούνται τη θεμελιώδη αυτή διδασκαλία της πίστεως ο άγιος Πολύκαρπος γράφει: «Ός αν μεθοδεύη τα λόγια του Κυρίου προς τας ιδίας επιθυμίας και λέγη μήτε ανάστασιν μήτε κρίσιν, ούτος πρωτότοκος εστί του σατανά».

Το χρέος των πιστών

Ο ΥΙΟΣ του ανθρώπου, λοιπόν, θα έλθει οπωσδήποτε «εν τη δόξη αυτού» για να κρίνει τον κόσμο. Ποιό άραγε είναι το δικό μας χρέος ως χριστιανών απέναντι στη θεμελιώδη αυτή αλήθεια του Ευαγγελίου;
Πρώτον, η ακλόνητη πίστη και η σταθερή ελπίδα. Αν είναι το ευαγγέλιο η σώζουσα αλήθεια του Θεού, αλήθεια είναι ολόκληρο. Κάθε διδασκαλία του. Επομένως και τα όσα διδάσκει για το τέλος του κόσμου, την ένδοξη παρουσία του Χριστού μας, τη γενική κρίση και τη δικαιοσύνη του Θεού που θα λάμψει και θα επιβληθεί. Οφείλουμε, λοιπόν, να πιστεύουμε ακλόνητα και να ελπίζουμε σταθερά ότι η μέρα εκείνη θα έλθει.
Δεύτερον, η μετάνοια και η ετοιμασία. Η φοβερή εκείνη μέρα πρέπει να μας βρει έτοιμους. Ο Κύριος θα εμφανιστεί αιφνίδια. Θα έλθει απροειδοποίητα. Γι’ αυτό οφείλουμε να ζούμε εν μετανοία και να είμαστε πάντοτε έτοιμοι. «Γρηγορείτε – μας λέγει ο Κύριος -, ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται» (Ματθ. 24, 42). Βασική υποχρέωση μας η τήρηση του νόμου της αγάπης στα πρόσωπα των ελαχίστων αδελφών του Κυρίου.
Είθε η ώρα εκείνη να μας βρει έτοιμους. Και να ακούσουμε όλοι από τα χείλη του Κυρίου τον χαρμόσυνο λόγο: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου».

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014





ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ.


Υμνολογική εκλογή.


ΤΩ ΣΑΒΒΑΤΩ ΕΣΠΕΡΑΣ.


Δοξαστικόν της λιτής, ιδιόμελον.

Ήχος βαρύς


Τας του Κυρίου γνόντες εντολάς ούτω πολιτευθώμεν. πεινώντας διαθρέψωμεν, διψώντας ποτίσωμεν, γυμνούς περιβαλώμεθα, ξένους συνεισαγάγωμεν, ασθενούντας και τους εν φυλακή επισκεψώμεθα, ίνα είπη και πρός ημάς, ο μέλλων κρίναι πάσαν την γήν” Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε, την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν.


Γνωρίζοντας τις εντολές του Κυρίου, σύμφωνα με αυτές ας ζήσουμε στη γη” ας θρέψουμε τους πεινασμένοι, ας δώσουμε νερό στους διψασμένους, ας ντύσουμε τους γυμνούς, ας φιλοξενήσουμε τους ξένους, ας επισκεφθούμε τους ασθενείς και τους φυλακισμένους, για να πεί και σε μας Αυτός που πρόκειται να κρίνει όλη την γη: Ορίστε, ελάτε σεις, οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, να κληρονομήσετε την Βασιλεία που είναι ετοιμασμένοι για σας.


Δοξαστικόν των αποστίχων, ήχος πλ. δ’.


Οίμοι μέλαινα ψυχή! έως πότε των κακών ουκ εκκόπτεις; Έως πότε τη ραθυμία κατάκεισαι; τί ουκ ενθυμή την φοβεράν ώραν του θανάτου; τί ου τρέμεις όλη το φρικτόν Βήμα του Σωτήρος; άρα τί απολογήση, ή τί αποκριθήση; Τα έργα σου παρίστανται προς έλεγχόν σου, αι πράξεις σου ελέγχουσι κατηγορούσαι. Λοιπόν ώ ψυχή, ο χρόνος εφέστηκε, δράμε, πρόφθασον, πίστει βόησον. Ήμαρτον Κύριε, ήμαρτόν σοι, αλλ’ οίδα φιλάνθρωπε το εύσπλαγχνόν Σου” ο ποιμήν ο καλός, μή χωρίσης με, της εκ δεξιών σου παραστάσεως, διά το μέγα Σου έλεος.


Αλλοίμονό σου κατάμαυρη ψυχή! Εως πότε δεν αποφασίζεις να κόψεις τα κακά σου? Εως πότε θα βρίσκεσαι ξαπλωμένη από την τεμπελιά σου? Γιατί δεν ενθυμείσαι την φοβερή ημέρα του θανάτου? Γιατί δεν τρέμις ολόκληρη απ’ το φρικτό βήμα του Σωτήρος? Αραγε τι θα απολογηθείς ή τι θα αποκριθείς? Τα έργα σου είναι μπροστά σου για να σε ελέγξουν, οι πράξεις σου στέκονται και σε κατηγορούν. Λοιπόν, ψυχή, ο χρόνος έφθασε, τρέξε, φθάσε γρήγορα πριν το τέλος και φώναξε δυνατά με πίστη: Αμάρτησα, αμάρτησα, αλλά γνωρίζω, Κύριε και την ευσπλαγχνία Σου, φιλάνθρωπε, μη με χωρίσεις καλέ ποιμένα από τα δεξιά Σου χάρη στο μέγα Σου έλεος.

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 16-02-2014, δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, η παραβολή του Ασώτου Υιού.

Ευαγγελιστής Λουκάς, κεφάλαιο ιε στίχοι: 11-32.


Κείμενο:

Είπε δε· άνθρωπος τις είχε δύο υιούς, και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί· πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας, και διείλεν αυτοίς τον βίον. και μετ΄ ου πολλάς ημέρας συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν, και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως. δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρός κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους. και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. εις εαυτόν δε ελθών είπε· πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου· ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου. και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. είπε δε αυτώ ο υιός· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού· εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φαγόντες ευφρανθώμεν, ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη, και ήρξαντο ευφραίνεσθαι. Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ· και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία, ήκουσε συμφωνίας και χορών, και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα. ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν, ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν. ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν. ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί· ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ· ότε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν. ο δε είπεν αυτώ· τέκνον, συ πάντοτε μετ΄ εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν· ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη. 


Μετάφραση: 

Τους είπε επίσης ο Ιησούς: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ΄ αυτούς είπε στον πατέρα του: «πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί»· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιός τα μάζεψε όλα και έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: «πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου.» Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του, του είπε: «πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου». Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: «βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε». Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται. Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: «γύρισε ο αδελφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός». Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: «εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω, και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ΄ εμένα δεν έδωσε ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι». Κι ο πατέρας του, του απάντησε: «παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε».


Σχόλια:


ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

«Και συναγαγών άπαντα ο νεώτερος
υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν....»

ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΤΟ άγνωστο ελκύει τον άνθρωπο. εξάπτει την φαντασία του. Φλογίζει την περιέργεια του. Αιχμαλωτίζει την καρδιά του. Γι’ αυτό και συχνά αποδημεί και σε μακρινά μέρη. Ξενιτεύεται σ’ άγνωστες χώρες αναζητώντας εκεί τη χαρά και την ευτυχία. Στην εποχή μας μάλιστα, αυτή η τάση φυγής βασανίζει ένα πλήθος ανθρώπων. Νοσταλγός της ευτυχίας, αχόρταγος κυνηγός της χαράς, ο σημερινός άνθρωπος αποδημεί συνεχώς σε μέρη άγνωστα, κυνηγώντας στην ονειρεμένη μακρινή χώρα το άπιαστο πουλί της ευτυχίας.
Σε μια τέτοια αποδημία αναφέρεται ο Κύριος στη σημερινή παραβολή. Την παραβολή του Ασώτου. Είναι μια ζωντανή ιστορία ενός αποδημητού. Η περιπέτεια ενός νέου ανθρώπου που εγκαταλείπει το πατρικό σπίτι και φεύγει. Αναχωρεί για τη μακρινή χώρα. Πιστεύοντας πως έτσι θ’ αποκτούσε την πλήρη ελευθερία του. Αναζητώντας το μεθυστικό κρασί της ευτυχίας. Κι εκεί διασκορπίζεται το μερίδιο της πατρικής περιουσίας που έλαβε, «ζων ασώτως». Και φτάνει στον έσχατο ξεπεσμό.
Κάποτε όμως συνέρχεται, συγκλονίζεται και μετανοεί. Και αποφασίζει να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι. Έτσι από τον ξεπεσμό θα φτάσει στην αποκατάσταση. Από την αθλιότητα της μακρινής χώρας στην ειρήνη και την χαρά του πατρικού οίκου. Από τον πόνο και την μοναξιά, που τον πότισε η αλόγιστη περιπέτεια του, στην αγάπη του πατέρα που όλα αυτά τα χρόνια της αποδημίας τον περίμενε με αγωνία, και τώρα που επιστρέφει τον δέχεται πρόθυμα στην αγκαλιά του.

Η χώρα της αποδημίας

Ο ΔΡΟΜΟΣ που ακολούθησε ο νεώτερος υιός δεν είναι άγνωστος και στην εποχή μας. Η απομάκρυνση και η περιπέτεια σε κάποια άγνωστη μακρινή χώρα εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο μεγάλος πειρασμός του ανθρώπου. Στο όνομα τάχα της ελευθερίας ή της αναζητήσεως της ευτυχίας, πολλοί από τους σημερινούς ανθρώπους αρνούνται το Θεό. Εγκαταλείπουν την παράταξη του Ιησού. Απομακρύνονται από τον Πατρικό Οίκο, την Εκκλησία, και ξενητεύονται «εις χώραν μακράν». Ποιά είναι άραγε η μακρινή αυτή χώρα για την εποχή μας;
* Πρώτον, η αμφισβήτηση. Πολλοί αμφισβητούμε σήμερα τα πάντα. Αμφιβάλλουμε για όλα. Πολεμούμε θεσμούς. Αρνούμαστε κάθε είδους αυθεντία. Στο κέντρο της αμφισβήτησης βρίσκεται η πίστη. Ο θεσμός της Εκκλησίας. Το έργο και η αποστολή της. Οι λειτουργοί και τα πρόσωπα που την υπηρετούν. Ξεκινώντας από ιστορικά λάθη και προσωπικές αδυναμίες φτάνουμε στο σημείο να αμφιβάλλουμε για το νόημα της αποστολής και την αξία του μηνύματος της. Έτσι απομακρυνόμαστε από τον ιερό περίβολο της. Αποδημούμε στη μακρινή εκείνη χώρα, όπου βλέπουμε τα πάντα κάτω από ένα απαίσιο παραμορφωτικό πρίσμα, ανάποδα και διαστρεβλωμένα.
* Δεύτερον, η άρνηση. Άλλοι προχωρούμε πιο πέρα. Από την αμφισβήτηση στην άρνηση. Στη χώρα της απιστίας. Εδώ αποδημώντας ο άνθρωπος σκοτώνει την πίστη. Διαγράφει από τον ορίζοντα της υπάρξεως του τον Θεό. Ξεριζώνει από την καρδιά του κάθε μεταφυσική δίψα. Υψώνει βλάσφημα το ανάστημα του και ξερνά τους αφρούς της αρνήσεως: «Θεέ, τραβήξου από μπροστά μας, /σκιάχτρο του νου και της ψυχής./ Για σε τα χείλη τα δικά μας/ δεν έχουν λόγια προσευχής».
* Τρίτον, η χώρα της ποικιλώνυμης αμαρτίας, η περιοχή της παντοειδούς ασωτίας. Οι δυο πρώτες μαρτυρούν μια θεωρητική στάση. Η τρίτη φανερώνει μια πρακτική τοποθέτηση. Είναι η αποστασία των έργων και της ζωής.

Ο φοβερός ξεπεσμός

Ο ΚΥΡΙΟΣ με ελάχιστες λέξεις μας περιέγραψε την κατάσταση αυτή της αποστασίας στο πρόσωπο του νεώτερου γιου της σημερινής παραβολής: «Και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν ( = περιουσία) αυτού ζων ασώτως». Ακολουθώντας το ολισθηρό μονοπάτι μιας άσωτης ζωής, εξανέμισε ό,τι είχε και δεν είχε: περιουσία, υγεία, οικογενειακή τιμή, αγνότητα ψυχής και σώματος, την πίστη και την αγάπη του προς τον Θεό.
Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει όταν ο άνθρωπος αποδημεί στη χώρα της αποστασίας, όταν εμπλέκεται στα δίχτυα της ποικιλώνυμης ασωτίας. Χάνει τα πάντα. Μένει γυμνός. Ερημώνεται από τη χάρη του Θεού. Ηθικά πεθαίνει. Μας το ομολογεί με πόνο ο άσωτος υιός: «λιμώ απόλλυμαι». Πεθαίνω της πείνας! Το επιβεβαιώνει η θεοκίνητη γραφίδα του αποστόλου Παύλου: «Ο μισθός που πληρώνει η αμαρτία είναι ο θάνατος» (Ρωμ. 6,23).

Προσκλητήριο επιστροφής

ΑΛΛΑ ας μη μείνουμε στη φάση της αποστασίας. Στην τραγική περιπλάνηση στον κόσμο της φθοράς και της αμαρτίας. Ο σκοπός για τον οποίο αφηγήθηκε ο Χριστός μας την παραβολή είναι για να μας δείξει στο πρόσωπο του πατέρα, που περιμένει με λαχτάρα και υποδέχεται με χαρά το μετανοημένο παιδί του, το ανεξάντλητο πέλαγος της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού. Και στο πρόσωπο του Ασώτου που επιστρέφει στο πατρικό σπίτι, στην αγκαλιά του πατέρα, τη δύναμη και την αξία της μετανοίας.
Για τον ίδιο σκοπό προβάλλει και η Εκκλησία μας την παραβολή. Κάθε χρόνο. Στην αρχή της ιερής αυτής περιόδου του Τριωδίου. Απευθύνεται σε όλους μας, τους σημερινούς αμφισβητίες, τους αρνητές, τους ασώτους. Και ο λόγος της είναι προσκλητήριο μετανοίας και επιστροφής.
Είναι μήνυμα αγάπης. Ο Κύριος μας αγαπά. Όλους μας. Σε όποια κατάσταση κι αν βρισκόμαστε. Και μας περιμένει να επιστρέψουμε κοντά Του. Η πόρτα της φιλανθρωπίας και του ελέους Του δεν έχει κλείσει για κανέναν. Στέκεται με ανοιχτή τη θεϊκή αγκαλιά Του και αναμένει να γυρίσουμε κοντά Του. Στον Πατρικό Οίκο που είναι η Εκκλησία μας, η μεγάλη οικογένεια των παιδιών του Θεού.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014






π. Φιλόθεος Φάρος: Κυριακή του Ασώτου - Η επιστροφή από την εξορία.

Όσο ο άνθρωπος είναι ναρκωμένος από το μεθύσι της ναρκισσιστικής αυτοαποθεώσεως δεν βιώνει άμεσα την οδύνη της υπαρξιακής του μοναξιάς, αν και υφίσταται έμμεσα τις συνέπειές της με την μορφή των σωματικών συμπτωμάτων ή των διαπροσωπικών δυσκολιών. Μόλις απαλλαγεί από τη νάρκη της αυτοαποθεώσεως βιώνει βαθιά αυτή την οδύνη και διαπιστώνει ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση εξορίας, μακριά από το σπίτι του πατέρα του, τη γη της Επαγγελίας. "Ω πόσων αγαθών ο άθλιος εμαυτόν εστέρησα. Οποίας βασιλείας εξέπεσα ο ταλαίπωρος εγώ" (δοξαστικό Εσπερινού Κυριακής Ασώτου).Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτή τη διαπίστωση, αναπότρεπτα θα αισθανθεί την ανάγκη της επιστροφής και θα πει σαν τον άσωτο γιο της παραβολής, "αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου". Είναι αυτή η βαθιά συναίσθηση του ανθρώπου για την αποξένωσή του από την πηγή της ζωής του, το Θεό, που ονομάζουμε μετάνοια. Η μετάνοια δεν έχει καμιά σχέση με νομικές αφέσεις αμαρτιών, για απάλειψη συναισθημάτων ενοχής και βαυκαλιστικά ξαλαφρώματα. Ούτε έχει καμιά σχέση η μετάνοια με πνευματκές λογιστικές και μαθηματικές πράξεις. Αυτού του είδους η "μετάνοια" είναι είτε ένας άλλος τρόπος αυτοδικαιώσεως είτε μια άλλη μορφή επιδιώξεως ναρκισσιστικής ευφορίας.
Επειδή ακριβώς η μετάνοια έχει αυτές τις βαθιές υπαρξιακές διαστάσεις, γι' αυτό ακούμε συχνά τους αγίους να παραπονούνται ότι δεν έχουν μετάνοια. "Ουκ έχω μετάνοιαν, ουκ έχω κατάνυξιν, ουκ έχω δάκρυον παρακλητικόν τα επανάγοντά με, τέκνα, εις ιδίαν κληρονομίαν", όπως λέει ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό. Και ο αββάς Σισώης που έζησε μια ολόκληρη ζωή χύνοντας καυτά δάκρυα μετανοίας, έτσι που να αυλακώσει το πρόσωπό του, όταν έφθασε η στιγμή του θανάτουζητούσε απότ ο Θεό και τους αγίους περισσότερο χρόνο για να μετανοήσει κι όταν οι μαθητές του απόρησαν λέγοντας: "Γέροντα, εσύ ζητάς καιρό για να μετανοήσεις που γνώρισες τόσο πολύ και τόσο καλά τη μετάνοια; - Μόλις τώρα αρχίζω να γνωρίζω τη μετάνοια" απάντησε ο άγιος αββάς.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να επιτύχει ο άνθρωπος αυτή την πραγματική μετάνοια, όταν όμως την επιτύχει δεν του χρειάζονται πια τα πνευματικά μέσα που χρησιμοποιεί η Εκκλησία, κυρίως για να καλλιεργήσει και να αναπτύξει τη μετάνοια μέσα στην ψυχή του πιστού. Γι' αυτό και ο Ποιμήν δεν έρχεται σε αντίφαση με το Πηδάλιο ή τους Κανόνες, με τις απόψεις που διατυπώνει στο ακόλουθο περιστατικό: "Αδελφός ηρώτησε τον αββά Ποιμένα λέγων. Εποίησα αμαρτίαν μεγάλην, και θέλω μετανοήσαι τρία έτη. Λέγει αυτώ ο Γέρων: πολύ εστίν. Και είπε αυτώ ο αδελφός: Ένα χρόνο; και είπε πάλι ο Γέρων: πολύ εστιν. Οι δε παρόντες έλεγον: έως 40 ημέρες; Και πάλι είπε: πολύ εστιν. είπε δε, εγώ λέγω, ότι εάν εξ όλης καρδίας μετανοήσει άνθρωπος, και μη προσθή έτι ποιείν την αμαρτίαν, και εις τρεις ημέρας δέχεται αυτόν ο Θεός.
Πραγματικά, στην παραβολή ο πατέρας δέχεται αμέσως τον άσωτο χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς όρους, χωρίς κυρώσεις, χωρίς ούτε καν επιπλήξεις, αλλά με χαρές και γλέντια και χορούς.
Όμως η μετάνοια, όπως και όλες οι άλλες πνευματικές πραγματικότητες, δεν βιώνεται ή απόλυτα ή καθόλου, αλλά περισσότερο ή λιγότερο. Κανείς δεν έχει την τέλεια μετάνοια όπως δείχνει το παράδειγμα του Σισώη. Και από την άλλη μεριά, και ο πιο αμετανόητος έχει νιώσει έστω και ελάχιστα, αυτό το αίσθημα του αποδήμου από τη Χάρη του Θεού, γι' αυτό και ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό ζητάει "μετάνοιαν ολόκληρον".
Όπως όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια γεύση μετάνοιας έτσι κι όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια, όσο κι αν είναι ελάχιστη, γεύση της παρουσίας του Θεού στην καρδιά τους.
Έτσι τον αναστημένο Χριστό θα συναντήσουμε τόσο, όσο έχουμε νιώσει αυτό το βαθύ υπαρξιακό αίσθημα της αποξενώσεως και της αποδημίας από το πατρικό σπίτι, από τον παράδεισο της τρυφής.

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014



ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ.
(10 Φεβρουαρίου)
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα.

Ο άγιος Χαράλαμπος καταγόταν από την Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Γεννήθηκε στα τέλη του 1ου αιώνα μ. Χ. και μαρτύρησε σε ηλικία 113 ετών. Όταν ξέσπασε διωγμός εναντίον των Χριστιανών, στα χρόνια του Σεπτιμίου Σεβήρου, κάποια πνευματικά τέκνα του αγίου Χαραλάμπους προσπάθησαν να τον πείσουν να φύγη, για να μη συλληφθή. Εκείνος, φυσικά, αρνήθηκε, γιατί είναι αδύνατο στον καλό ποιμένα να εγκαταλείψη το ποίμνιό του την ώρα του κινδύνου και γιατί ήταν έτοιμος κάθε στιγμή για την ομολογία και το μαρτύριο. Συνελήφθη και βασανίσθηκε απάνθρωπα, αλλά αντιμετώπισε τα φρικτά βασανιστήρια με θαυμαστή ανδρεία, αφού προηγουμένως ομολόγησε με παρρησία την πίστη του. Αρκετοί στρατιώτες, από αυτούς που διατάχθηκαν να βασανίσουν τον γέροντα Ιερέα, βλέποντάς τον να υπομένη τα απάνθρωπα βασανιστήρια με τόση γενναιότητα, αλλά και με απίστευτη ηρεμία, καθώς και τα θαύματα που έγιναν με την προσευχή του, πίστεψαν στον Χριστό και τον ομολόγησαν Κύριο και Θεό τους. Ο έπαρχος θορυβήθηκε από την ομαδική μεταστροφή και διέταξε να τον αφήσουν ελεύθερο. Αργότερα, ο ίδιος ο Σεβήρος, μη μπορώντας να αντέξη την παρρησία και την ανδρεία του γέροντα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Λαμβάνοντας αφορμή από τον βίο και την πολιτεία του αγίου Χαραλάμπους, θα θέλαμε να τονίσουμε τα εξής:
Πρώτον. Το όνομα Χαράλαμπος είναι σύνθετο. Αποτελείται από το ουσιαστικό χαρά και το ρήμα λάμπω. Πραγματικά, ο άγιος Χαράλαμπος ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο, στο οποίο ακτινοβολούσε η τέλεια χαρά. “Η τέλεια χαρά εδράζεται στην ταπεινοφροσύνη, ενώ η εισαγωγική χαρά δεν είναι απαλλαγμένη από την φαντασία” (άγιος Διάδοχος Φωτικής). Ήταν ειρηνικός, γαλήνιος και με χαρούμενη διάθεση, ακόμα και κατά την ώρα των φρικτών βασανιστηρίων.
Η χαρά δεν είναι απλό συναίσθημα, αλλά καρπός του Αγίου Πνεύματος, που δίδεται ως δωρεά σε εκείνους, οι οποίοι με την μυστηριακή ζωή και την άσκηση καθάρισαν τον νού και την καρδιά τους από τα πάθη και κατεσκήνωσε μέσα τους η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η χαρά συνδέεται στενά με την ταπεινοφροσύνη και την μετάνοια. Όταν ένας άνθρωπος μετανοή και επιστρέφη στον Θεό, τότε χαίρεται και πανηγυρίζει όλος ο ουρανός, οι Άγιοι και οι Άγγελοι. “Χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι”. Αλλά και ο ίδιος όταν μετανοή ειλικρινά λαμβάνει την άφεσιν των αμαρτιών του και γεύεται την χάρη του Αγίου Πνεύματος, ανάλογα με την δεκτικότητά του.
Η χαρά συνδέεται και με την ανιδιοτελή αγάπη, που είναι και αυτή καρπός του Αγίου Πνεύματος. Στην παραβολή του Ασώτου υιού, που είπε ο Χριστός, βλέπουμε καθαρά το πόσο στενά συνδέεται η χαρά με την αληθινή αγάπη. Όταν ο άσωτος υιός επιστρέφη στην πατρική οικία, την Εκκλησία, ο Πατέρας του, ο άγιος Τριαδικός Θεός, τρέχει να τον προϋπαντήση με ανοικτές αγκάλες. Τον ντύνει με την λαμπρή στολή της θεία Χάριτος, του δίδει το δακτυλίδι της υιοθεσίας, θυσιάζει το σιτευτό μοσχάρι, τον μονογενή Του Υιό, και χαίρουν και ευφραίνονται.
Όταν ο άνθρωπος κυριαρχείται από τα πάθη και κυρίως από το ολέθριο πάθος της υπερηφανίας, δεν μπορεί να χαρή πραγματικά την ζωή του. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης έλεγε ότι ο άνθρωπος θα υποφέρη στην ζωή του μέχρι να αποκτήση ταπείνωση. Ο μεγάλος αδελφός της παραβολής, στην οποία αναφερθήκαμε, δεν μπόρεσε να χαρή μαζί με τον Πατέρα του και τον αδελφό του, επειδή δεν αγαπούσε αληθινά. Η αγάπη του ήταν ψεύτικη και εμπαθής, αφού ήταν κυριευμένος από τα πάθη της υπερηφανείας και του φθόνου.
Δεύτερον. Ο άγιος Χαράλαμπος δεν εγκατέλειψε το ποίμνιό του την ώρα του κινδύνου. Έτσι συμβαίνει με τους γνήσιους μαθητές του Χριστού. Δεν θυσιάζουν τους άλλους για να ζήσουν αυτοί, αλλά θυσιάζονται υπέρ του ποιμνίου τους, για το οποίο, άλλωστε, κοπιούν καθημερινά με μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία.
Οι Άγιοι αντιμετωπίζουν στην ζωή τους πολλούς και μεγάλους πειρασμούς, αλλά και πενθούν για τα πάθη και τις αμαρτίες τους. Όμως δεν λυπούνται άμετρα χωρίς ελπίδα, ούτε και χαίρονται άμετρα, αλλά εγκρατεύονται και στην χαρά και στην λύπη, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι “η πολλή λύπη οδηγεί την ψυχή στην απελπισία, όπως και η πολλή χαρά την οδηγεί στην υπερηφάνεια. Και ότι το ενδιάμεσο μεταξύ της λύπης και της χαράς είναι η ελπίδα” (Άγιος Διάδοχος Φωτικής). Έπειτα, η Χάρις του Θεού παρηγορεί και ευφραίνει την ψυχή που ταπεινώνεται και θρηνεί για τις αμαρτίες της.
Πολλές φορές, “σκεπτόμενοι συνεχώς το μέλλον χάνουμε το παρόν και δεν χαιρόμαστε αληθινά την ζωή μας”. (Άγιος Νεκτάριος). Η εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού διώχνει την αγωνιώδη μέριμνα και το άγχος, που μας μαυρίζουν κυριολεκτικά την ζωή και δεν μας επιτρέπουν να χαιρόμαστε αληθινά.
Συνήθως παραπονούμαστε ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε, δεν μας επιτρέπει να χαρούμε αληθινά την ζωή μας, λές και φταίνε οι άλλοι για τα πάθη, τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Εάν η ζωή μας είναι παράδεισος ή κόλαση γι’ αυτό δεν ευθύνονται οι άλλοι, αλλά εμείς οι ίδιοι, γιατί οι συνάνθρωποί μας δεν είναι η κόλασή μας, όπως υποστηρίζουν οι άθεοι υπαρξιστές, αλλά η χαρά μας. Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, όταν συναντούσε κάποιον άνθρωπο τον αποκαλούσε χαρά του. Αντί άλλου χαιρετισμού, του έλεγε: “Χριστός Ανέστη χαρά μου”.
Τέλεια χαρά δεν είναι δυνατόν να υπάρξη χωρίς την ταπείνωση και την αγάπη. Άλλωστε, η σωτηρία μας περνάει μέσα από την ταπείνωση, την μετάνοια και την ανιδιοτελή αγάπη για τους συνανθρώπους μας, τους ελαχίστους αδελφούς του Χριστού.

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 9 Φεβρουαρίου 2014.
Ευαγγελιστής Λουκάς ιη΄10-14 (Αρχή Τριωδίου).


Κείμενο:
Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο· ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης· νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ΄ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων· ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος· ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.

Μετάφραση:
«Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με τον εαυτό του: «Θεέ μου, σ΄ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ΄ όλα τα εισοδήματά μου». Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό». Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί».

Σχόλια:

ΠΩΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ.

«Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς...»

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ που πιστεύει στο Θεό αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να προσεύχεται προς τον Θεό. Όσο μάλιστα πιο δυνατή είναι η πίστη, τόσο πιο μεγάλη είναι και η ανάγκη για προσευχή. Η προσευχή αγκαλιάζει ολόκληρη την ύπαρξη του πιστού. Τον τρέφει και τον ανακαινίζει.
Η αναγκαιότητα της προσευχής είναι πολύ μεγαλύτερη σήμερα, στα πλαίσια της σύγχρονης εκκοσμικευμένης εποχής στην οποία ζούμε. Ο πιστός αισθάνεται σήμερα την ανάγκη της προσευχής περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν, διότι με την προσευχή σώζεται από την ανυπόφορη μοναξιά του. Αντλεί δύναμη για τον πνευματικό αγώνα που καλείται καθημερινά να διεξαγάγει.
Ωστόσο, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η πλειονότητα των ανθρώπων σήμερα δεν προσεύχεται πια. Ή προσεύχεται πολύ σπάνια και πάλι σε στιγμές εξαιρετικές. Η κρίση της πίστεως που κυριαρχεί γύρω μας γίνεται και κρίση της προσευχής. Ακόμη και όσοι επιθυμούμε να ανήκουμε στο στρατόπεδο των πιστών δεν προσευχόμαστε συχνά. Δεν προσευχόμαστε σωστά.
Τον ορθό τρόπο προσευχής μας υποδεικνύει η σημερινή παραβολή, που αναγιγνώσκεται στους ναούς μας κάθε χρόνο κατά την παρούσα Κυριακή, πρώτη της ιερής περιόδου του Τριωδίου. Η γνήσια και θεάρεστη προσευχή ενσαρκώνεται από τον τελώνη της παραβολής. Όπως μας βεβαιώνει ο Κύριος, η προσευχή του εισακούστηκε από τον Θεό. Ο τελώνης κατέβηκε στο σπίτι του δικαιωμένος. Αυτό σημαίνει ότι ο τρόπος που προσευχήθηκε – τρόπος που είλκυσε την επιδοκιμασία του Κυρίου – μπορεί να αποτελέσει υπόδειγμα και για μας. Να μας βοηθήσει να προσευχόμαστε όσο γίνεται πιο σωστά.
Το πρώτο στοιχείο που μας επισημαίνει η ευαγγελική αφήγηση είναι:

Η στάση του τελώνη.

«ΚΑΙ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ μακρόθεν εστώς...». Η προσευχή, όσο κι αν αποτελεί ενέργεια της ψυχής και κίνηση πνευματική του ανθρώπου, δεν πραγματοποιείται ερήμην του σώματος του. Στο έργο της προσευχής στρατεύεται ο όλος ο άνθρωπος. Μαζί με την ψυχή συμπράττει και συναγωνίζεται και το σώμα. Η στάση του σώματος εμπνέει και βοηθά την ψυχή κατά την ώρα της προσευχής.
Αυτό βλέπουμε και στον τελώνη της παραβολής. Ο τελώνης στέκεται μακρυά από το θυσιαστήριο. Στέκεται διακριτικά. Στέκεται με δέος, με φόβο Θεού. Η στάση μας κατά την ώρα που προσευχόμαστε εκφράζει την ποιότητα της προσευχής μας. Μια στάση που την διακρίνει η ευλάβεια, το δέος και η συντριβή βοηθά να επικοινωνήσουμε πραγματικά με τον Κύριο. Μας κάνει να συναισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σ’ έναν ιερό χώρο, τόπο προσευχής και λατρείας. Μας υπενθυμίζει ότι στεκόμαστε μπροστά στον Θεό και συνδιαλεγόμαστε μαζί Του. «Εν τω ναώ εστώτες της δόξης σου, εν ουρανώ εστάναι νομίζομεν...».

Το βλέμμα: καθρέφτης ταπεινώσεως.

Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ αποτελεί βασική προϋπόθεση της προσευχής. Και όταν λέμε ταπείνωση κατά την ώρα της προσευχής εννοούμε βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας. Αυτή η ταπείνωση σφραγίζει και την προσευχή του τελώνη, ο οποίος «ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι». Δεν ήθελε, δηλαδή, ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Το σκυμμένο κεφάλι και το χαμηλωμένο βλέμμα του τελώνη μαρτυρεί την ταπείνωση και τη συντριβή του, που μεταποιείται σε θερμή ικεσία, σ’ ένα πύρινο αίτημα, ο Θεός να τον ελεήσει και να τον συγχωρήσει.
Χωρίς ταπείνωση και χωρίς συντριβή είναι αδύνατο να προσευχηθούμε. Ο Θεός επιβλέπει «επί την προσευχήν των ταπεινών» (Ψαλμ. 101, 18). Προσευχόμαστε με ταπείνωση και συντριβή; Ελκύουμε το έλεος του Θεού. Ο Κύριος εισακούει την προσευχή μας. Προσευχόμαστε με αυτοπεποίθηση και κομπασμό; Ο Θεός απορρίπτει την προσευχή μας. Αρνείται να δεχτεί την ικεσία μας.

Το χτύπημα του στήθους.

Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ της αμαρτωλότητας οδηγεί στη συντριβή και τη μετάνοια. Και τα ιερά αυτά συναισθήματα που συγκλονίζουν τη καρδιά του, ο τελώνης τα εκφράζει με το χτύπημα του στήθους του: «αλλ’ έτυπτε το στήθος αυτού».
Το στήθος εμπερικλείει και την καρδιά μας. Και όλοι γνωρίζουμε ότι εάν είναι η καρδιά καθαρή, γίνεται ο τόπος όπου επαναπαύεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αντίθετα, αν η καρδιά κυριαρχείται από πάθη γίνεται κατασκότεινος άδης.
Η προσευχή μας απαιτεί συντριβή καρδιάς και ειλικρινή μετάνοια. Και την ειλικρίνεια της μετανοίας μας εκφράζει και το χτύπημα του στήθους. Παράλληλα φανερώνει την εσωτερική διάσταση της προσευχής. Το χρέος να προσευχόμαστε «εν τω κρυπτώ», όπως αλλού συνιστά ο Κύριος μας (Ματθ. 6,6).
Τα λόγια του τελώνη.

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ που συνεχώς (αυτό φανερώνει η μετοχή «λέγων») απηύθηνε προς τον Θεό ο τελώνης ήταν: «ο Θεός, ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ». Δηλαδή: Θεέ μου, σπλαχνίσου και συγχώρεσε με τον αμαρτωλό. Τα λόγια αυτά του τελώνη μας δείχνουν την βαθιά αυτογνωσία που είχε. Γνώριζε καλά και συναισθανόταν βαθιά την αμαρτωλότητα του. Γι’ αυτό και δε ζητά τίποτε άλλο από το Θεό παρά να τον σπλαχνιστεί και να τον ελεήσει.
Την προσευχή μας, κοντά στα άλλα, θα πρέπει να τη διακρίνει και η αυτογνωσία. Χωρίς συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας και επίγνωση της αδυναμίας μας δεν μπορούμε να προσευχηθούμε σωστά. Η έπαρση και η ηθική αυτάρκεια αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή της πνευματικής ζωής και, φυσικά, και της προσευχής. Αυτό δε που επιβάλλεται να αποτελεί το κύριο αίτημα μας στην προσευχή είναι ο Κύριος να μας χαρίσει το έλεος Του. Όταν ζητούμε το έλεος του Θεού, ζητούμε τα πάντα. Και όταν μας δίνει ο Θεός το μέγα έλεος Του, μας δίνει τα πάντα. Κάθε αγαθό. Όλες τις ευλογίες Του.

* * *

Αναφέρεται στο Γεροντικό πως κάποτε μερικοί μοναχοί ρώτησαν τον αββά Αγάθωνα: «Ποιά αρετή, πάτερ, της μοναχικής πολιτείας είναι αυτή που έχει περισσότερο κόπο;». Και ο αββάς τους είπε: «Συχωρήσατε με, αλλά θαρρώ πως δεν υπάρχει άλλος μεγαλύτερος κόπος, από αυτόν που χρειάζεται ο άνθρωπος για να προσευχηθεί στον Θεό. Διότι πάντοτε, όταν ο άνθρωπος θέλει να προσευχηθεί, οι δαίμονες θέλουν να τον ανακόψουν, επειδή γνωρίζουν ότι με τίποτε άλλο δεν εμποδίζονται, όσο με την προσευχή προς τον Θεό. Και κάθε αρετή της ασκητικής ζωής που θα μπορούσε να επιδιώξει ο άνθρωπος, αν δείξει στην προσπάθεια του εγκαρτέρηση, βρίσκει ανάπαυση. Όμως το έργο της προσευχής μέχρι την έσχατη αναπνοή μας απαιτεί αγώνα».
Όσο υψηλό έργο είναι η προσευχή, τόσο μεγαλύτερη προσπάθεια απαιτεί. Για να προσευχηθούμε χρειάζεται αγώνας. Για να ‘ναι η προσευχή μας γνήσια απαιτείται προσοχή. Ο τελώνης της σημερινής παραβολής μας προσφέρει ένα από τα πιο υπέροχα υποδείγματα αληθινής και θεάρεστης προσευχής.


Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014




Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ.


Κωνσταντίνου Ζορμπᾶ


Ὁ σκοπός τοῦ Τριωδίου.


Ὁ σκοπός τῆς λειτουργικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά μᾶς θυμίσει ὅλες τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ἔκανε ἀπό τότε πού μᾶς δημιούργησε. Θέλει ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο αὐτή νά μᾶς βοηθήσει νά μήν ξεχάσουμε πώς εἴμαστε πλάσματα τοῦ Θεοῦ μέ τελικό μας προορισμό τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
Τό Τριώδιο μᾶς μιλάει ἐπίσης καί γιά τά ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας, γιά τήν Ἀνάστασή Του καί τήν ἄνοδό του στούς οὐρανούς.
Οἱ Ὕμνοι τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀνεπανάληπτα κείμενα. Εἶναι κείμενα θεολογικά, δοξολογικά καί κατηχητικά. Οἱ υμνογράφοι ὑμνοῦν καί δοξάζουν. Γι' αὐτό καί δέν μποροῦμε νά τά θεωρήσουμε ἁπλῶς ὡς φιλολογικά κείμενα, ἀλλά ὡς ἀναπόσπαστα στοιχεῖα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καί πράξης τῆς Ἐκκλησίας μας.
"Ὁ Δημιουργός τῶν ἄνω καί τῶν κάτωΤρισάγιον μέν ὕμνον ἐκ τῶν ἈγγέλωνΤριώδιον δέ παρ' ἀνθρώπων δέχου".
Οἱ παραπάνω στίχοι τοῦ Τριωδίου, πού ψάλλουμε τήν περίοδο αὐτή, ἀντί γιά προοίμιο, μιλοῦν γιά τούς Ἀγγέλους πού ἀναπέμπουν στόν Δημιουργό τῶν ἄνω τόν τρισάγιο ὕμνο, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ψάλλουν πρός τόν Δημιουργό τῶν κάτω ἀγγελικούς ὕμνους. Ἀπό αὐτούς τούς τριωδίους ὕμνους -τρεῖς ὠδές-ἔλαβε καί τό ὄνομά της ἡ περίοδος τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους πού διανύουμε. Ἀνάλογα μέ τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα του, παλαιότερα, τό διέκριναν σέ Τριώδιον Κατανυκτικόν, ἀπό τήν ἀρχή μέχρι καί τό Πάσχα, καί σέ Τριώδιον Χαρμόσυνον ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, πού κατακλείει τόν κύκλο τῶν κινητῶν ἑορτῶν. Τό ξεχωριστό λειτουργικό βιβλίο περιλαμβάνει τίς καθημερινές Ἀκολουθίες καί χωρίζεται : α) στήν προπαρασκευα -στική περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, β) στήν Μεγάλη Σαρακοστή, καί γ) στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Προπαρασκευαστική περίοδος
"Τήν παροῦσαν ἡμέραν", γράφει ὁ Συναξαριστής Κάλλιστος Ξανθόπουλος, "σύν Θεῷ, καί τοῦ Τριωδίου ἀρχόμεθα. Πολλοί μέν τῶν ἁγίων καί θεοφόρων μουσουργῶν ἡμῶν Πατέρων (ὁ ποιητής Κοσμᾶς, ὁ Θεόδωρος, ὁ Ἰωσήφ τῆς Μονῆς Στουδίου, καθώς καί ὁ σοφώτατος βασιλεύς Λέων καί τοῦ Ἐπισκόπου Ἱδροῦντος τοῦ Μοναχοῦ Μάρχου) ἄριστα ἐμελούργησαν".
Κάθε φορά πού ἀρχίζει κάτι νέο, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προσκαλεῖ νά πορευθοῦμε μαζί της. Μᾶς προετοιμάζει ἀπό νωρίτερα. Κι' αὐτό, γιατί ἔχει βαθειά γνώση τῆς ἀνθρώπινης φύσης μας. Γνωρίζει ὅτι ζοῦμε μιά τρομακτική κοσμικότητα. Ἀναγνωρίζει τίς ἀδυναμίες μας. Ἡ πρώτη ἀναγγελία τοῦ Τριωδίου γίνεται ἤδη ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Ζακχαίου. "Σήμερον γάρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι", διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ (19, 1-10). Νά μιά καταπληκτική φράση τῆς Θείας Οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός βρίσκεται μαζί μέ τούς ἀνθρώπους, κοντά τους, καί οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά Τόν δοῦν, ὅταν τό θελήσουν, καί μάλιστα σήμερα.
Τόν τόνο καί τό χρῶμα στό Τριώδιο τόν δίνουν οἱ τρεῖς Κυριακές πού προηγοῦνται σάν προανάκρουσμα ὅλης τῆς ἁρμονίας του. Οἱ Κυριακές αὐτές εἶναι ἡ Κυριακή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, ἡ Κυριακή τοῦ Ἀσώτου καί ἡ Κυριακή τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅσα λέγονται στίς ἀκολουθίες τῶν ἡμερῶν αὐτῶν βασίζονται σέ ἀνάλογα ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα καί ὁρίστηκαν ἀπό τούς ἁγίους καί θεοφόρους Πατέρες μέ σκοπό νά μᾶς προετοιμάσουν ψυχικά καί πνευματικά καί νά μᾶς ἐνδυναμώσουν γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες.