Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011


ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ.


Από τη Δευτέρα μετά την Κυριακή της Τυρινής αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και τελειώνει την Παρασκευή πριν από το Σάββατο του Λαζάρου (σύνολο 40 ημέρες). Είναι περίοδος αυστηρής νηστείας, εκτενών ιερών ακολουθιών και γενικώς πνευματικής περισυλλογής και μετάνοιας. Ακολουθούν το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαΐων (συνδετικές ήμερες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής με τη Μεγ. Εβδομάδα). Στο τέλος του Τριωδίου βρίσκεται η Μεγάλη και Αγία Εβδομάδα, όπου η Σταύρωση και η Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αποτελούν το κέντρο της ζωής μας και της ορθόδοξης πίστης μας.
Στην Α' Οικουμενική Σύνοδο οι Άγιοι Πατέρες θέσπισαν την 40ήμερη αυτή νηστεία, κατά μίμηση της 40ήμερης νηστείας του Κυρίου στην έρημο, ώστε προετοιμασμένοι με προσευχές και ελεημοσύνες, με νηστείες και αγρυπνίες, με δάκρυα και εξομολόγηση και καθαρή συνείδηση, να εορτάσουμε τις άγιες ήμερες των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου μας.
Νηστεύουμε για τα ιδικά μας αμαρτήματα, λέει ο Άγιος Χρυσόστομος και όχι για το Πάσχα ή τη Σταύρωση του Κυρίου μας.


Λέγεται η Τεσσαρακοστή αυτή «Μεγάλη», γιατί:


α. Είναι μεγάλα τα γεγονότα στα όποια οδηγούμαστε (Πάθη - Ανάσταση).
β. Η νηστεία την περίοδο αυτή είναι αυστηρή και διαφέρει από τη νηστεία της Τεσσαρακοστής των Χριστουγέννων. Δηλ. είναι αλάδωτη (δεν τρώμε λάδι), πλην Σαββάτου και Κυριακής. Όλες τις άλλες ημέρες τρώμε ξηροφαγία ή αλάδωτα φαγητά. Εννοείται ότι αυτή τη νηστεία την εφαρμόζουν οι υγιείς. Όσοι έχουν προβλήματα υγείας, παίρνουν ευλογία από τον Εξομολόγο, τον Πνευματικό τους και ρυθμίζουν το ζήτημα. Η νηστεία είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος.
Η πρώτη ήμερα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής λέγεται «Καθαρά Δευτέρα», καθώς και όλη η πρώτη εβδομάδα «Καθαρά Εβδομάς», επειδή οι πιστοί «καθαίρονται δια της νηστείας». Ήδη «Το Στάδιον των αρετών ηνέωκται οί βουλόμενοι αθλήσαι...» μπορούν να εισέλθουν στον πνευματικό αγώνα, για να λάβουν αμάραντο «στέφανον παρά του Παμβασιλέως Χριστού...».
Η «Καθαρά Δευτέρα» είναι για πολλούς αργία και ως πρώτη ημέρα της Τεσσαρακοστής επιβάλλεται να την αρχίσουμε σωστά με τον πρωινό εκκλησιασμό. Το απόγευμα τελείται το πρώτο Μέγα Απόδειπνο.
Η σημασία της Νηστείας στον πνευματικό αγώνα
Δυστυχώς σήμερα η νηστεία έχει πολύ παραμεριστεί. Ελάχιστοι μάλιστα δίδουν σημασία στην κανονική νηστεία. Η αξία της όμως, όπως την τονίζει ο Μέγας Βασίλειος, είναι πολύ μεγάλη:

«Η νηστεία έχει ηλικία ίση με την ανθρωπότητα, διότι νομοθετήθηκε στον Παράδεισο. Από τον καρπόν του δένδρου... δεν θα φάγετε είπε ο Θεός στους Πρωτοπλάστους. Και επειδή δεν τηρήθηκε ή νηστεία αυτή, εκδιωχθήκαμε από τον Παράδεισο... Ο Μωυσής μετά από νηστεία έλαβε τις πλάκες του Νόμου στο Σινά. Ο Ησαύ για λίγο φαγητό επώλησε τα πρωτοτόκια στον Ιακώβ. Η νηστεία έκανε ακατανίκητο τον Σαμψών.
Η νηστεία γεννά Προφήτες, κάμνει ισχυρότερους τους ισχυρούς, κάμνει σοφούς τους νομοθέτες. Η νηστεία αγιάζει τον αφιερωμένο στον Θεό και καθιστά τον Ιερέα ικανό να προσφέρει θυσίαν. Η νηστεία έσβησε τη δύναμη του πυρός, έφραξε στόματα λεόντων, αναβιβάζει την προσευχή στον ουρανό. Η νηστεία είναι πρόοδος των οίκων, μητέρα της υγείας, παιδαγωγός των νέων, στολισμός των πρεσβυτέρων...
Του νηστεύοντος οι οφθαλμοί είναι ήρεμοι, το βάδισμα σεμνό, το πρόσωπο σοβαρό, οι λόγοι του μετρημένοι, η καρδία του καθαρά... Αν θέλεις να κάνεις ισχυρό το πνεύμα σου, χαλιναγώγησε με νηστεία την σάρκα σου... Μην νομίσεις ότι η νηστεία περιορίζεται στις τροφές. Πραγματική νηστεία είναι η νηστεία των πέντε αισθήσεων. Τι το όφελος να νηστεύεις από τροφές και να ευρίσκεσαι σε φιλονικίες ή διαμάχες με τους δικούς σου, να κατατρώγεις τον αδελφόν σου με την γλώσσα σου, να βλέπεις άσεμνα θεάματα, να ακούεις μουσική ή πράγματα που σε βλάπτουν και να μεθά ή ψυχή σου όχι με οίνο, αλλά με θυμόν!...».
Το Τυπικό κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή
Στην περίοδο αυτή πραγματοποιούνται πολλές και σημαντικές αλλαγές. Δηλ. στις πέντε νηστίσιμες ημέρες της εβδομάδας, (Δευτέρα έως Παρασκευή), δεν εφαρμόζεται το καθιερωμένο τυπικό: Το πρωί ακολουθία του Μεσονυκτικού και Όρθρου με ή χωρίς Θεία Λειτουργία και το απόγευμα ή ακολουθία του Εσπερινού.
Αιτία των αλλαγών είναι οι νέες ακολουθίες που προστίθενται στην περίοδο αυτή: Η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, που συνήθως τελείται Τετάρτη και Παρασκευή, οι Χαιρετισμοί και το Μέγα Απόδειπνο. Έτσι παρουσιάζονται οι ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Το πρωί της Δευτέρας, Τρίτης και Πέμπτης τελούνται: 1) Μεσονυκτικό και Όρθρος, 2) Οι Ώρες (Α', Γ', ΣΤ' και Θ'), 3) Ο Εσπερινός του απογεύματος (στον οποίο, φυσικά, τιμάται ο Άγιος της επόμενης ημέρας).
β. Το πρωί της Τετάρτης και Παρασκευής τελούνται όλα τ' ανωτέρω και στον Εσπερινό επισυνάπτεται και η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
γ. Εάν η Προηγιασμένη πρόκειται να τελεσθεί το απόγευμα, τότε η πρωινή ακολουθία αρχίζει κανονικά, σταματά όμως στην ΣΤ' Ώρα και γίνεται απόλυση.
δ. Η Προηγιασμένη το απόγευμα αρχίζει με την Θ' Ώρα, (κατά τη διάρκεια της οποίας ο Λειτουργός «παίρνει καιρό», με διαφορετικό τυπικό και ενδύεται πλήρη στολή) και μετά την απόλυση (της Θ' Ώρας), συνεχίζει με το «Ευλογημένη η Βασιλεία...» οπότε αρχίζει ο Εσπερινός με την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
ε. Το απόγευμα των τεσσάρων πρώτων ημερών (Δεύτερα έως Πέμπτη), στη θέση του Εσπερινού τελείται το Μέγα Απόδειπνο.
στ. Εάν το απόγευμα της Τετάρτης τελεσθεί η Προηγιασμένη, το Μέγα Απόδειπνο τελείται συνήθως μετά τη Θεία Λειτουργία (των Προηγιασμένων Δώρων).
ζ. Το εσπέρας της Παρασκευής των πέντε πρώτων εβδομάδων, τελείται στους Ναούς ακόμη μία νέα Ακολουθία: η προσφιλής στο λαό μας ακολουθία, των Χαιρετισμών της Παναγίας στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου, κάθε φορά με μία «Στάση», και την πέμπτη εβδομάδα όλες οι Στάσεις μαζί - ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος.
Το πλήθος αυτό των Ακολουθιών εναρμονίζεται με το Ορθόδοξο λατρευτικό πνεύμα που θέλει τον πιστό επτάκις της ημέρας να αινεί τον Θεό (Ψαλμ. ριη', 164), αλλά έρχεται στην καθημερινή πράξη και ζωή σ' αντίθεση με το σύγχρονο πνεύμα του κόσμου, σύμφωνα με το όποιο ο άνθρωπος όχι μόνο δεν έχει ελεύθερο χρόνο, άλλ' ούτε και την ανάλογη διάθεση...
Η Εκκλησία πάντως την περίοδο αυτή, γνωρίζοντας την κατάσταση του ανθρώπου, τον βοηθά να βρει το δρόμο του προσφέροντας του τη λύση της συχνότερης συμμετοχής του στη λατρευτική ζωή. Όποτε ευκαιρεί και μπορεί να εξοικονομεί κάποιο χρόνο, να τον διαθέτει στον Θεό και να παρακολουθεί κάποια από τις πολλές Ακολουθίες.
Η ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου
Κάθε απόγευμα των ημερών Δευτέρας, Τρίτης, Τετάρτης και Πέμπτης, ολόκληρης της Τεσσαρακοστής μέχρι και την Μεγάλη Τρίτη, τελείται στους Ιερούς Ναούς (ή στο σπίτι μας, εάν δε μεταβούμε στο Ναό), η Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου.
Τις άλλες ήμερες της εβδομάδας τελείται το Μικρό Απόδειπνο (και ολόκληρο το χρόνο, πλην της Διακαινήσιμης εβδομάδας): Την Παρασκευή, τελείται μαζί με τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, ενώ Σάββατο και Κυριακή το διαβάζουμε σπίτι μόνοι μας.
Λέγεται Απόδειπνο, διότι είναι ακολουθία που γίνεται (κανονικά) μετά το δείπνο, δηλ. είναι ή βραδινή προσευχή του Χριστιανού και Μέγα, λόγω της εκτάσεως του και για να διακρίνεται από το Μικρό Απόδειπνο.
Περιέχει 1) Ψαλμούς που διαβάζονται, 2) ωραιότατα και ποικίλα μικρά τροπάρια που ψάλλονται και 3) ευχές που αναγινώσκει ο Ιερέας.
Είναι μία ωραιότατη Ακολουθία που περιέχει και το γνωστότατο τροπάριο: «Κύριε των Δυνάμεων μεθ' ημών γενού άλλον γαρ εκτός σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των Δυνάμεων, έλέησον ημάς». Προ του τέλους αναγιγνώσκεται η ευχή του Αγίου Έφραίμ «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου...».
Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων
Την καθαρά Τετάρτη και συνήθως κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μόνο στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τελείται στους Ιερούς Ναούς η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων για τον εξής λόγο:
Η Εκκλησία μας έχει σε χρήση τρεις Θείες Λειτουργίες κατά τις οποίες γίνεται θυσία. Τη Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Η τρίτη γίνεται μία φορά το χρόνο, την ήμερα της εορτής του Αγίου, την 23η Οκτωβρίου. Του Αγ. Βασιλείου γίνεται δέκα φορές: Την ήμερα της εορτής του (1η Ιανουαρίου), τις παραμονές Χριστουγέννων, Φώτων και Πάσχα, τις πέντε πρώτες Κυριακές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και τη Μεγάλη Πέμπτη. Τις άλλες ήμερες του έτους τελείται η Θεία Λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Όλες όμως αυτές οι Λειτουργίες έχουν πανηγυρικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Επειδή η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι πένθιμη περίοδος, η Εκκλησία μας όρισε οι Λειτουργίες αυτές να τελούνται μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής. Τις άλλες ήμερες της εβδομάδας δε γίνεται Θεία Λειτουργία.
Οι Χριστιανοί όμως τους πρώτους αιώνες είχαν τη συνήθεια να μεταλαμβάνουν τέσσερις και πέντε φορές την εβδομάδα, διότι εγνώριζαν ότι δεν ήταν δυνατόν να ζουν «εν Χριστώ» άνευ των Άχραντων Μυστηρίων, άνευ του Χρίστου, πού ο Ίδιος είπε ότι είναι «βρώσις και πόσις». «Ό τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον» (Ίω. στ', 54). Τότε, βέβαια, τα δισκοπότηρα μπορεί να ήταν «ξύλινα», αλλά οι Χριστιανοί ήταν «χρυσοί», με αγία ζωή.
Σήμερα, παρότι, πολλές φορές, συμβαίνει το αντίθετο, οι Χριστιανοί μπορούν και πρέπει να κοινωνούν τακτικότερα, πάντοτε με άδεια του Πνευματικού τους, προσέχοντας πολύ τη ζωή τους. Για να λυθεί λοιπόν το πρόβλημα της συχνής Θείας Κοινωνίας, η Εκκλησία καθόρισε να τελείται μόνο τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή η κατανυκτική Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.
Σ' αυτή δε γίνεται πλήρης Θεία Λειτουργία, διότι ο Άρτος που θα χρησιμοποιηθεί καθαγιάζεται την προηγούμενη Κυριακή, εμποτίζεται στο Άγιο Αίμα του Κυρίου μας, φυλάσσεται στο Άγιο Αρτοφόριο της Αγίας Τραπέζης και προσφέρεται για Κοινωνία την ημέρα πού τελείται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.
Η Λειτουργία αυτή είναι, κανονικά, εσπερινή, γι' αυτό είναι συνυφασμένη με Εσπερινό και οι Χριστιανοί, μέχρις ότου κοινωνήσουν, μένουν άσιτοι, δηλ. νηστικοί (ούτε νερό, ούτε τσιγάρο), από τα μεσάνυκτα μέχρι την ώρα της Θείας Κοινωνίας. Όσοι δεν μπορούν να κρατήσουν, πηγαίνουν στους Ναούς, που τελούν την Προηγιασμένη Λειτουργία πρωί, προς διευκόλυνση των πιστών, ή κοινωνούν Σάββατο ή Κυριακή.
Χαρακτηριστικά της Προηγιασμένης Λειτουργίας
α. Προηγείται της Προηγιασμένης, η ακολουθία της Θ' Ώρας.
β. Με το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός...» αρχίζει ή Θεία Λειτουργία, στην αρχή της οποίας επισυνάπτεται ο Εσπερινός της επόμενης ημέρας.
γ. Όταν αναγιγνώσκονται τα «Προς Κύριον...» (Ψαλτήρι σε τρεις Στάσεις), συνήθως στο τέλος ακούγονται από το Ιερό ήχοι θυμιατού, (η Ωραία Πύλη είναι κλειστή). Αυτή τη στιγμή ο Ιερέας μεταφέρει το Σώμα και Αίμα του Κυρίου από την Άγία Τράπεζα, όπου φυλάχτηκε από την Κυριακή, στην Ιερά Πρόθεση και γι' αυτό οι πιστοί πρέπει να σηκώνονται και να παρακολουθούν νοερά και λογικά τα τελούμενα.
δ. Στη Μεγάλη Είσοδο (που γίνεται από το συντομότερο δρόμο), επειδή ο Ιερέας μεταφέρει το προηγιασμένο Σώμα και Αίμα του Χριστού μας - τον ίδιο τον Χριστό - οι Χριστιανοί γονατίζουν λατρευτικώς (πέφτουν μπρούμυτα), επαναλαμβάνοντας μυστικώς το: «Δι' ευχών των Αγίων Πατέρων ημών...».
ε. Στο τέλος, αναγιγνώσκονται οι δύο Ψαλμοί: «Ευλογήσω τον Κύριον...» (ο 33ος) και «Υψώσω σε ο Θεός μου...» (ο 144ος), κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ιερέας μοιράζει το αντίδωρο και μετά τελειώνει η Λειτουργία, με το «Δι' ευχών...».
στ. Το αντίδωρο αυτό είναι το πρόσφορο από το οποίο ο Ιερεύς την Κυριακή έβγαλε τον Αμνό. Πολλοί αυτό το λένε «Παναγία» (επειδή από τα σπλάγχνα της βγήκε ο Χριστός). Γι' αυτό το αντίδωρο στις Προηγιασμένες είναι συνήθως μικρό τεμάχιο, (εκτός εάν ευλογηθούν από την Κυριακή περισσότερα πρόσφορα).
ζ. Στις Προηγιασμένες Θειες Λειτουργίες δε μνημονεύονται ονόματα ζώντων και τεθνεώτων, ούτε στην Ιερά Πρόθεση, ούτε στη Θεία Λειτουργία.
η. Στη Λειτουργία αυτή επίσης δεν τελούνται μνημόσυνα. Μπορούν να γίνουν μετά το «Δι' ευχών...» Τρισάγια.
Μ' αυτό τον ωραίο και σοφό τρόπο και διατηρώντας τον κατανυκτικό χαρακτήρα της περιόδου, έλυσε η Εκκλησία μας το πρόβλημα της συχνής Θείας Κοινωνίας και ήδη οι πιστοί εκτιμώντας και «εκμεταλλευόμενοι» αυτή την πνευματική ευκαιρία, κατακλύζουν τους Ναούς, Τετάρτη και Παρασκευή, μεταλαμβάνοντας των Προηγιασμένων αυτών Θείων Δώρων.
Κατανυκτικοί Εσπερινοί
Oι κατανυκτικοί Εσπερινοί τελούνται κάθε Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Το απόγευμα της Κυριακής της Τυροφάγου τελείται ο κατανυκτικός Εσπερινός της Συγνώμης. Κατανυκτικός λέγεται, διότι ψάλλονται κατανυκτικά τροπάρια από το Τριώδιο, που το περιεχόμενο τους διαποτίζεται από βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας, πένθος, συντριβή, μετάνοια και θερμή ικεσία για άφεση αμαρτιών.

Εσπερινός Συγνώμης λέγεται, αυτός μόνον, από τους κατανυκτικούς, διότι στο τέλος της ακολουθίας ο λαός ασπάζεται το Ευαγγέλιο ζητώντας από τον Ιερέα συγγνώμη και στη συνέχεια και μεταξύ τους, ώστε συχωρεμένοι να αρχίσουν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πρόκειται για μια ωραία συνήθεια, που καλό θα ήταν να αναβιώσει.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Εσπερινών αυτών είναι ότι μετά την Είσοδο και το «Εσπέρας Προκείμενον», αλλάζει ο διάκοσμος της Αγίας Τραπέζης και η στολή του Ιερέως. Από πασχαλινή, λόγω της Κυριακής, μεταπίπτει σε πένθιμη, λόγω της Τεσσαρακοστής (αλλάζουν τα λευκά με πορφυρά - έφ' όσον τον Χριστό δεν Τον πενθούμε ως άνθρωπο, άλλ' ως Βασιλέα Θεό). Όπου χρησιμοποιούνται μώβ ή μαύρα, είναι συνήθεια μεταφερθείσα από τη Δύση.
Στο τέλος του Εσπερινού ψάλλονται τα τροπάρια «Θεοτόκε Παρθένε...», «Βαπτιστά του Χριστού...» κ.λπ. και κατακλείονται με την ευχή του Αγίου Έφραίμ του Σύρου: «Κύριε καί Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας και άργολογίας μη μοι δως. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω. Ναι, Κύριε, Βασιλεύ, δώρησαί μοι του όράν τα έμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον άδελφόν μου ότι εύλογητός ει εις τους αίώνας των αιώνων. Αμήν». Λέγοντας την, κάνουμε και τρεις μεγάλες μετάνοιες. Ακολουθούν δώδεκα μικρές, ενώ λέμε μυστικώς το: «Ο Θεός ίλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» και στο τέλος επαναλαμβάνεται το: «Ναί Κύριε, Βασιλεύ...» κάνοντας και τετάρτη μεγάλη μετάνοια.

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 27 Φεβρουαρίου 2011.
Ευαγγελιστής Ματθαίος κε΄ 31-46.


Κείμενο:
31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ' αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ' ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· 35 ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ' ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· 42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

Mετάφραση:
Είπε ο Κύριος: «Όταν θα έρθει ο Υιός του Ανθρώπου με όλη του τη μεγαλοπρέπεια και θα τον συνοδεύουν όλοι οι άγιοι άγγελοι, θα καθίσει στο βασιλικό θρόνο του. Τότε θα συναχθούν μπροστά του όλα τα έθνη, και θα τους ξεχωρίσει όπως ξεχωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια. Τα πρόβατα θα τα τοποθετήσει στα δεξιά του και τα κατσίκια στ΄ αριστερά του. Θα πει τότε ο βασιλιάς σ΄ αυτούς που βρίσκονται δεξιά του: «ελάτε, οι ευλογημένοι απ΄ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί απ΄ την αρχή του κόσμου. Γιατί, πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και μ΄ επισκεφθήκατε, φυλακισμένος κι ήρθατε να με δείτε». Τότε θα του απαντήσουν οι άνθρωποι του Θεού: «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς; Πότε σε είδαμε ξένον και σε περιμαζέψαμε ή γυμνόν και σε ντύσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστον ή φυλακισμένον κι ήλθαμε να σε επισκεφθούμε;» Τότε θα τους απαντήσει ο βασιλιάς: «σας βεβαιώνω πως αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους άσημους αδερφούς μου, τα κάνατε για μένα». Ύστερα θα πει και σ΄ αυτούς που βρίσκονται αριστερά του: «φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι· πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για το διάβολο και τους δικούς του. Γιατί, πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν ήρθατε να με δείτε». Τότε θα του απαντήσουν κι αυτοί: «Κύριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον ή διψασμένον ή ξένον ή γυμνόν ή άρρωστον ή φυλακισμένον και δε σε υπηρετήσαμε;» Και θα τους απαντήσει: «σας βεβαιώνω πως αφού δεν κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδερφούς μου, δεν τα κάνατε ούτε για μένα». Αυτοί λοιπόν θα πάνε στην αιώνια τιμωρία, ενώ οι δίκαιοι στην αιώνια ζωή».

Σχόλια:

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ

«’Οταν έλθη ο υιός του ανθρώπου
εν τη δόξη αυτού...»

ΕΡΩΤΗΜΑ κεφαλαιώδους σημασίας: Ή είναι αλήθεια το Ευαγγέλιο ή δεν είναι. Ή είναι ο λόγος του Θεού που δίνει απάντηση στα υπαρξιακά ερωτήματα μας – ποιοί είμαστε, από που προερχόμαστε, για που κατευθυνόμαστε – ή δεν είναι, οπότε μένουμε στο σκοτάδι και την αβεβαιότητα. Ή δεχόμαστε ολόκληρο το Ευαγγέλιο – όλη την αλήθεια του Χριστού – ή το αρνούμαστε και το απορρίπτουμε. Στο χώρο της χριστιανικής πίστεως το «διαλέγουμε και παίρνουμε» δεν έχει θέση. Το «άλλα δέχομαι και άλλα απορρίπτω» συνιστά βαριά πλάνη. Το «με όσα συμφωνώ, τ’ ακολουθώ, με όσα διαφωνώ τα αγνοώ» αποτελεί φρικτή αίρεση. Μια τέτοια αντίληψη οδηγεί τελικά στην ανατροπή ολόκληρου του Ευαγγελίου.
Το παραπάνω ερώτημα δεν αποτελεί ρητορικό σχήμα, αλλά πρόβλημα που το αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί χριστιανοί που υιοθετούν μια τέτοια στάση. Δέχονται και θαυμάζουν το Ευαγγέλιο για τη διδασκαλία του που αφορά την επίγεια ζωή μας και απορρίπτουν την εσχατολογική διδασκαλία του. Ισχυρίζονται πως είναι χριστιανοί. Όμως στην ουσία είναι υλιστές, αφού πιστεύουν πως όλα σταματούν στην ταφόπετρα του νεκροταφείου. Ακούνε για ουράνια Βασιλεία και μεταθανάτια ζωή; Αποφαίνονται ειρωνικά: «Παραμύθια!». Γίνεται λόγος για κόλαση και παράδεισο; Χαμογελούν με συγκατάβαση και απαντούν: «Εδώ είναι η κόλαση, εδώ και ο παράδεισος. Πέθανες ; Ξόφλησες!».
Τι, σε όλα αυτά, θα μπορούσαμε να απαντήσουμε; Απάντηση μας δίνει ο ίδιος ο Κύριος. Το σημερινό ευαγγέλιο της κρίσεως.

Η δίψα του ανθρώπου για δικαιοσύνη

Ο ΚΥΡΙΟΣ αναφέρεται στα έσχατα. Στα τέλη του κόσμου και της ιστορίας. Στη μεγάλη και επιφανή ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του πάνω στο πρόσωπο της γης. Ο Χριστός ήρθε την πρώτη φορά απλά και ταπεινά. Ήρθε για να μας αποκαλύψει την αλήθεια του Θεού και να απολυτρώσει το γένος μας με τη σταυρική Του θυσία. Όμως θα έλθει και πάλι, για δεύτερη φορά. Και τη φορά αυτή «εν δόξη», ως δίκαιος κριτής για να αποδώσει δικαιοσύνη και ν’ αποκαταστήσει την ηθική τάξη. Για να ανταμείψει τους πιστούς τηρητές των εντολών Του και να κατακρίνει εκείνους που τις περιφρόνησαν κι έζησαν αμετανόητα μακριά από το άγιο θέλημα Του.
Ο Κύριος, λοιπόν, θα έλθει και πάλι ως κριτής όλων μας, διότι είναι δίψα κι απαίτηση της ανθρώπινης ψυχής. Η ψυχή του ανθρώπου είναι ζυμωμένη με το αίσθημα της δικαιοσύνης. Ποθεί να βασιλεύει η δικαιοσύνη πάνω στο πρόσωπο της γης. Ανάμεσα στους ανθρώπους. Μεταξύ των λαών.
Ο πόθος αυτός γίνεται εντονότερος, όσο βλέπουμε να μην υπάρχει γύρω μας δικαιοσύνη. Και δεν υπάρχει, διότι πολλοί από τους ανθρώπους δεν θέλουν να αποδώσουν δικαιοσύνη. Διότι πολλοί – άτομα και έθνη – καταπατούν ενενδοίαστα το δίκαιο, καταπιέζουν τους αδυνάτους και σφετερίζονται τα δικαιώματα των φτωχών και των μικρών λαών. Έτσι ο αδικούμενος στρέφεται προς τον Θεό και με σπαραγμό ψυχής ερωτά: «Έως πότε ο Δεσπότης ο άγιος και αληθινός, ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών εκ των κατοικούντων επί της γης;» (Αποκ. 6, 10).

Αίτημα και της δικαιοσύνης του Θεού

Η ΗΜΕΡΑ της κρίσεως θα έλθει όχι μόνο διότι το ποθεί η ανθρώπινη ψυχή, αλλά διότι το ζητά και η δικαιοσύνη του Θεού. Μας το αποκαλύπτει ο Κύριος στο σημερινό ευαγγέλιο κατά τρόπο συγκλονιστικό, που δεν επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση. Στην ένδοξη παρουσία Του όμως ο Χριστός αναφέρθηκε και άλλες φορές. Άλλοτε με παραβολές και άλλοτε ανοιχτά. Ας θυμηθούμε τα όσα σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης και τα οποία ακούμε στην ευαγγελική περικοπή της νεκρώσιμης Ακολουθίας: «Έρχεται ώρα εν η πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτού, και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω. 5, 28-29).
Ο Θεός είναι ο αιώνιος και υπέρτατος Νομοθέτης. Είναι ο φύλακας και ο επόπτης της ηθικής τάξεως μέσα στον κόσμο. Κάποτε, λοιπόν, θα ζητήσει λόγο για το πως ζήσαμε. Θα μας κρίνει για τα όσα πράξαμε είτε αγαθά είτε κακά. Διδάσκει ο απόστολος Παύλος: «Πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται έκαστος τα δια του σώματος προς ά έπραξεν, είτε αγαθόν είτε κακόν» (Β’ Κορ. 5, 10).
Ο φυσικός θάνατος δεν είναι το τέλος του ανθρώπου. Είναι το τέρμα της επίγειας ζωής και της πνευματικής τελειώσεως, μετά από το οποίο είναι λογικό και δίκαιο να επακολουθήσει, όπως για όλους τους αγώνες, η κρίση και η αμοιβή. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Εβρ. 9, 27). Στη μέλλουσα κρίση με μεγαλειώδη τρόπο αναφέρεται και ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη του. «Και έδωκεν η θάλασσα τους νεκρούς τους εν αυτή και ο θάνατος και ο Άδης έδωκαν τους νεκρούς τους εν αυτή, και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών» (Αποκ. 20, 13).

Διακηρυγμένη πίστη της Εκκλησίας

Ο ΘΕΟΣ, ΛΟΙΠΟΝ, «έστησεν ημέραν, εν ή μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη» (Πραξ. 17, 31). Πάνω στην ολοφάνερη αυτή διδασκαλία της Αγίας Γραφής στήριξε την πίστη και το κήρυγμα της η Εκκλησία. Όλοι οι χριστιανοί πιστεύουμε και ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως μας ότι ο Κύριος θα έλθει εκ νέου με δόξα θεϊκή για να κρίνει ζώντας και νεκρούς: «Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Όλοι προσδοκούμε ότι μια μέρα θα αναστηθούμε. Το τελευταίο άρθρο του ιερού Συμβόλου διδάσκει: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Δεν υπάρχουν ως εκ τούτου περιθώρια να αμφιβάλλει κανείς ή να αρνηθεί την ένδοξη παρουσία του Κυρίου και τη γενική κρίση που θα ακολουθήσει. Για κείνους που αρνούνται τη θεμελιώδη αυτή διδασκαλία της πίστεως ο άγιος Πολύκαρπος γράφει: «Ός αν μεθοδεύη τα λόγια του Κυρίου προς τας ιδίας επιθυμίας και λέγη μήτε ανάστασιν μήτε κρίσιν, ούτος πρωτότοκος εστί του σατανά».

Το χρέος των πιστών

Ο ΥΙΟΣ του ανθρώπου, λοιπόν, θα έλθει οπωσδήποτε «εν τη δόξη αυτού» για να κρίνει τον κόσμο. Ποιό άραγε είναι το δικό μας χρέος ως χριστιανών απέναντι στη θεμελιώδη αυτή αλήθεια του Ευαγγελίου;
Πρώτον, η ακλόνητη πίστη και η σταθερή ελπίδα. Αν είναι το ευαγγέλιο η σώζουσα αλήθεια του Θεού, αλήθεια είναι ολόκληρο. Κάθε διδασκαλία του. Επομένως και τα όσα διδάσκει για το τέλος του κόσμου, την ένδοξη παρουσία του Χριστού μας, τη γενική κρίση και τη δικαιοσύνη του Θεού που θα λάμψει και θα επιβληθεί. Οφείλουμε, λοιπόν, να πιστεύουμε ακλόνητα και να ελπίζουμε σταθερά ότι η μέρα εκείνη θα έλθει.
Δεύτερον, η μετάνοια και η ετοιμασία. Η φοβερή εκείνη μέρα πρέπει να μας βρει έτοιμους. Ο Κύριος θα εμφανιστεί αιφνίδια. Θα έλθει απροειδοποίητα. Γι’ αυτό οφείλουμε να ζούμε εν μετανοία και να είμαστε πάντοτε έτοιμοι. «Γρηγορείτε – μας λέγει ο Κύριος -, ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται» (Ματθ. 24, 42). Βασική υποχρέωση μας η τήρηση του νόμου της αγάπης στα πρόσωπα των ελαχίστων αδελφών του Κυρίου.
Είθε η ώρα εκείνη να μας βρει έτοιμους. Και να ακούσουμε όλοι από τα χείλη του Κυρίου τον χαρμόσυνο λόγο: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου».

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Του Πρεσβυτέρου Δημητρίου Λ. Λάμπρου.

Η ώρα της κρίσεως.
Ο Παράδεισος.
Η ώρα είναι μοναδική και συγκλονιστική. Ο Θεάνθρωπος Κύριος έρχεται μέσα στη θεϊκή του δόξα για να κρίνει την ανθρωπότητα. Τον συνοδεύουν οι αμέτρητες στρατιές των αγίων αγγέλων. Μπροστά στον ένδοξο θεϊκό του θρόνο έχουν συγκεντρωθεί όλοι οι άνθρωποι όλων των αιώνων. Κι ο μέγας Κριτής χωρίζει τους ανθρώπους, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια. Στα δεξιά του βάζει τους δίκαιους και στα αριστερά του τους αμετανόητους αμαρτωλούς. Εκείνη τη φοβερή ώρα ακούγεται η θεϊκή φωνή του ουρανίου Κριτού προς τους δικαίους: Ελάτε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, να κληρονομήσετε τη Βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για εσάς από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος. Διότι πείνασα και μου δώσατε τροφή, δίψασα και μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος και με φιλοξενήσατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος και ήλθατε να με παρηγορήσετε.
Και οι δίκαιοι με έκπληξη και απορία θα πουν: Κύριε, πότε Σε είδαμε πεινασμένο, διψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και Σου δείξαμε αγάπη; Και θα αποκριθεί ο Κριτής: Εφόσον το κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, είναι σαν να το κάνατε σε μένα. Ελάτε λοιπόν στη Βασιλεία μου.
Πώς όμως θα είναι αυτή η Βασιλεία του Θεού; Όποιες λέξεις κι αν χρησιμοποιήσουμε δεν θα μπορέσουμε να περιγράψουμε την ασύλληπτη ωραιότητα της Βασιλείας των ουρανών, όπως ακριβώς ένας εκ γενετής τυφλός δεν μπορεί να περιγράψει την ωραιότητα της φύσεως. Η Αγία Γραφή βέβαια παρουσιάζει συμβολικές εικόνες του Παραδείσου, ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι σαν αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που Τον αγαπούν, «ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α’ Κορ. β’ 9). Η ζωή του Παραδείσου όχι μόνο εν μπορεί να περιγραφεί, αλλά ούτε και να συγκριθεί με καμιά άγια χαρά του κόσμου αυτού. Από τη ζωή εκείνη θα απουσιάζει κάθε «ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός». Εκεί δεν θα υπάρχουν αδικίες, αρρώστιες, θάνατος. Εκεί θα έχουν σβήσει όλα τα πάθη. Εκεί όλα θα είναι γεμάτα χαρά. Όλα θα είναι φως. Η μεγαλύτερη όμως χαρά και ευτυχία μας θα είναι ότι θα βλέπουμε διαρκώς «πρόσωπον προς πρόσωπον» το απαστράπτον πρόσωπο του Χριστού.
Τα μάτια μας δεν θα χορταίνουν να βλέπουν τη δόξα του· τα αυτιά μας να ακούν τη φωνή του και τις γλυκύτατες ψαλμωδίες των αγγέλων και των αγίων, το στόμα μας να δοξολογεί ακατάπαυστα τον βασιλέα μας· τα χέρια μας να υψώνονται προς Αυτόν. Εκεί θα λάμπουμε όλοι όπως ο ήλιος και θα μοιάζουμε στη μορφή και τη δόξα με τον Χριστό μας. Εκεί θα γίνουμε κατά χάριν θεοί. Εκεί… Αλλά μέχρι να φθάσουμε εκεί, ας στραφούμε προς τα εκεί κάθε μέρα το νου μας κι ας πλημμυρίσει την καρδιά μας ο πόθος της Βασιλείας του Θεού.

Η κόλαση .
Κατόπιν ο Κύριος θα στρέψει το βλέμμα Του αριστερά στους αμετανόητους αμαρτωλούς και θα τους πει: Φύγετε από κοντά μου στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους δαίμονες. Διότι επείνασα, και δεν μου δώσατε τροφή, δίψασα, και δεν μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος, και δεν με φιλοξενήσατε, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος, και δεν με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος, και δεν ήλθατε να με παρηγορήσετε.
Τότε αυτοί θα Του αποκριθούν: Πότε Σε είδα, Κύριε, πεινασμένο, διαψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και δεν Σε υπηρετήσαμε; Και ο Κριτής θα τους απαντήσει: Καθετί που δεν κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, ούτε σε μένα το κάνατε. Τότε θα φύγουν αυτοί στην αιώνια κόλαση.
Πώς θα ζουν αλήθεια οι άνθρωποι στην αιώνια κόλαση; Ό,τι και να πει κανείς, ελάχιστα μπορεί να περιγράψει τη φρίκη της κολάσεως. Εκεί οι κολασμένοι θα υποφέρουν φρικτά. Θα δοκιμάζουν οδυνηρούς πόνους, ακατάπαυστη δίψα, αφόρητη αγωνία, τύψεις βασανιστικές, απελπισία και θάνατο. Διότι θα είναι περικυκλωμένοι από τους μισάνθρωπους δαίμονες και από όλους τους κολασμένους ανθρώπους. Επιπλέον θα βλέπουν αιωνίως μέσα τους τα αποτυπώματα των αμαρτιών τους, και η ντροπή που θα δοκιμάζουν θα είναι φοβερή. Θα υποφέρουν ακόμη, διότι θα στερούνται όλα εκείνα τα οποία απήλαυσαν στην επίγεια ζωή τους.
Το μεγαλύτερο όμως μαρτύριο των κολασμένων θα είναι ότι θα ζουν χωρίς Θεό. Και μία μόνο ακτίνα της δόξας του αν είχαν, αμέσως ο άδης θα γινόταν Παράδεισος! Οι κολασμένοι θα υποφέρουν μακριά από την αγάπη του Θεού. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη φρίκη από την αιωνιότητα νωρίς τον Χριστό! Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κόλαση από το να χάσουμε την Χριστό, ο Οποίος είναι όλος φως, όλος ζωή, όλος ωραιότητα.
Εκείνο λοιπόν το οποίο πρέπει κυρίως να φοβόμαστε ως προς την κόλαση είναι η αιώνια στέρηση της αγάπης του Θεού. Γι’ αυτό ας αγαπήσουμε από τώρα τον Κύριο και τις άγιες και σωτήριες εντολές του κι ας αγωνιζόμαστε καθημερινά να ζούμε όπως θέλει Εκείνος. Για να αντικρίσουμε κι εμείς το ολοφώτεινο πρόσωπό του και να ακούσουμε τη γλυκύτατη φωνή του να μας καλεί κοντά του.

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 20 Φεβρουαρίου 2011.
Του Ασώτου : Λουκάς ιε΄11-32

Κείμενο:
Είπε δε· άνθρωπος τις είχε δύο υιούς, και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί· πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας, και διείλεν αυτοίς τον βίον. και μετ΄ ου πολλάς ημέρας συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν, και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως. δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρός κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους. και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. εις εαυτόν δε ελθών είπε· πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου· ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου. και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. είπε δε αυτώ ο υιός· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού· εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φαγόντες ευφρανθώμεν, ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη, και ήρξαντο ευφραίνεσθαι. Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ· και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία, ήκουσε συμφωνίας και χορών, και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα. ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν, ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν. ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν. ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί· ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ· ότε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν. ο δε είπεν αυτώ· τέκνον, συ πάντοτε μετ΄ εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν· ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη.


Μετάφραση:
Τους είπε επίσης ο Ιησούς: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ΄ αυτούς είπε στον πατέρα του: «πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί»· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιός τα μάζεψε όλα και έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: «πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου.» Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του, του είπε: «πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου». Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: «βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε». Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται. Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: «γύρισε ο αδελφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός». Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: «εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω, και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ΄ εμένα δεν έδωσε ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι». Κι ο πατέρας του, του απάντησε: «παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε».


Σχόλια:

ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ.

«Και συναγαγών άπαντα ο νεώτερος
υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν....»

ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΤΟ άγνωστο ελκύει τον άνθρωπο. εξάπτει την φαντασία του. Φλογίζει την περιέργεια του. Αιχμαλωτίζει την καρδιά του. Γι’ αυτό και συχνά αποδημεί και σε μακρινά μέρη. Ξενιτεύεται σ’ άγνωστες χώρες αναζητώντας εκεί τη χαρά και την ευτυχία. Στην εποχή μας μάλιστα, αυτή η τάση φυγής βασανίζει ένα πλήθος ανθρώπων. Νοσταλγός της ευτυχίας, αχόρταγος κυνηγός της χαράς, ο σημερινός άνθρωπος αποδημεί συνεχώς σε μέρη άγνωστα, κυνηγώντας στην ονειρεμένη μακρινή χώρα το άπιαστο πουλί της ευτυχίας.
Σε μια τέτοια αποδημία αναφέρεται ο Κύριος στη σημερινή παραβολή. Την παραβολή του Ασώτου. Είναι μια ζωντανή ιστορία ενός αποδημητού. Η περιπέτεια ενός νέου ανθρώπου που εγκαταλείπει το πατρικό σπίτι και φεύγει. Αναχωρεί για τη μακρινή χώρα. Πιστεύοντας πως έτσι θ’ αποκτούσε την πλήρη ελευθερία του. Αναζητώντας το μεθυστικό κρασί της ευτυχίας. Κι εκεί διασκορπίζεται το μερίδιο της πατρικής περιουσίας που έλαβε, «ζων ασώτως». Και φτάνει στον έσχατο ξεπεσμό.
Κάποτε όμως συνέρχεται, συγκλονίζεται και μετανοεί. Και αποφασίζει να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι. Έτσι από τον ξεπεσμό θα φτάσει στην αποκατάσταση. Από την αθλιότητα της μακρινής χώρας στην ειρήνη και την χαρά του πατρικού οίκου. Από τον πόνο και την μοναξιά, που τον πότισε η αλόγιστη περιπέτεια του, στην αγάπη του πατέρα που όλα αυτά τα χρόνια της αποδημίας τον περίμενε με αγωνία, και τώρα που επιστρέφει τον δέχεται πρόθυμα στην αγκαλιά του.

Η χώρα της αποδημίας

Ο ΔΡΟΜΟΣ που ακολούθησε ο νεώτερος υιός δεν είναι άγνωστος και στην εποχή μας. Η απομάκρυνση και η περιπέτεια σε κάποια άγνωστη μακρινή χώρα εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο μεγάλος πειρασμός του ανθρώπου. Στο όνομα τάχα της ελευθερίας ή της αναζητήσεως της ευτυχίας, πολλοί από τους σημερινούς ανθρώπους αρνούνται το Θεό. Εγκαταλείπουν την παράταξη του Ιησού. Απομακρύνονται από τον Πατρικό Οίκο, την Εκκλησία, και ξενητεύονται «εις χώραν μακράν». Ποιά είναι άραγε η μακρινή αυτή χώρα για την εποχή μας;
* Πρώτον, η αμφισβήτηση. Πολλοί αμφισβητούμε σήμερα τα πάντα. Αμφιβάλλουμε για όλα. Πολεμούμε θεσμούς. Αρνούμαστε κάθε είδους αυθεντία. Στο κέντρο της αμφισβήτησης βρίσκεται η πίστη. Ο θεσμός της Εκκλησίας. Το έργο και η αποστολή της. Οι λειτουργοί και τα πρόσωπα που την υπηρετούν. Ξεκινώντας από ιστορικά λάθη και προσωπικές αδυναμίες φτάνουμε στο σημείο να αμφιβάλλουμε για το νόημα της αποστολής και την αξία του μηνύματος της. Έτσι απομακρυνόμαστε από τον ιερό περίβολο της. Αποδημούμε στη μακρινή εκείνη χώρα, όπου βλέπουμε τα πάντα κάτω από ένα απαίσιο παραμορφωτικό πρίσμα, ανάποδα και διαστρεβλωμένα.
* Δεύτερον, η άρνηση. Άλλοι προχωρούμε πιο πέρα. Από την αμφισβήτηση στην άρνηση. Στη χώρα της απιστίας. Εδώ αποδημώντας ο άνθρωπος σκοτώνει την πίστη. Διαγράφει από τον ορίζοντα της υπάρξεως του τον Θεό. Ξεριζώνει από την καρδιά του κάθε μεταφυσική δίψα. Υψώνει βλάσφημα το ανάστημα του και ξερνά τους αφρούς της αρνήσεως: «Θεέ, τραβήξου από μπροστά μας, /σκιάχτρο του νου και της ψυχής./ Για σε τα χείλη τα δικά μας/ δεν έχουν λόγια προσευχής».
* Τρίτον, η χώρα της ποικιλώνυμης αμαρτίας, η περιοχή της παντοειδούς ασωτίας. Οι δυο πρώτες μαρτυρούν μια θεωρητική στάση. Η τρίτη φανερώνει μια πρακτική τοποθέτηση. Είναι η αποστασία των έργων και της ζωής.

Ο φοβερός ξεπεσμός

Ο ΚΥΡΙΟΣ με ελάχιστες λέξεις μας περιέγραψε την κατάσταση αυτή της αποστασίας στο πρόσωπο του νεώτερου γιου της σημερινής παραβολής: «Και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν ( = περιουσία) αυτού ζων ασώτως». Ακολουθώντας το ολισθηρό μονοπάτι μιας άσωτης ζωής, εξανέμισε ό,τι είχε και δεν είχε: περιουσία, υγεία, οικογενειακή τιμή, αγνότητα ψυχής και σώματος, την πίστη και την αγάπη του προς τον Θεό.
Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει όταν ο άνθρωπος αποδημεί στη χώρα της αποστασίας, όταν εμπλέκεται στα δίχτυα της ποικιλώνυμης ασωτίας. Χάνει τα πάντα. Μένει γυμνός. Ερημώνεται από τη χάρη του Θεού. Ηθικά πεθαίνει. Μας το ομολογεί με πόνο ο άσωτος υιός: «λιμώ απόλλυμαι». Πεθαίνω της πείνας! Το επιβεβαιώνει η θεοκίνητη γραφίδα του αποστόλου Παύλου: «Ο μισθός που πληρώνει η αμαρτία είναι ο θάνατος» (Ρωμ. 6,23).

Προσκλητήριο επιστροφής

ΑΛΛΑ ας μη μείνουμε στη φάση της αποστασίας. Στην τραγική περιπλάνηση στον κόσμο της φθοράς και της αμαρτίας. Ο σκοπός για τον οποίο αφηγήθηκε ο Χριστός μας την παραβολή είναι για να μας δείξει στο πρόσωπο του πατέρα, που περιμένει με λαχτάρα και υποδέχεται με χαρά το μετανοημένο παιδί του, το ανεξάντλητο πέλαγος της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού. Και στο πρόσωπο του Ασώτου που επιστρέφει στο πατρικό σπίτι, στην αγκαλιά του πατέρα, τη δύναμη και την αξία της μετανοίας.
Για τον ίδιο σκοπό προβάλλει και η Εκκλησία μας την παραβολή. Κάθε χρόνο. Στην αρχή της ιερής αυτής περιόδου του Τριωδίου. Απευθύνεται σε όλους μας, τους σημερινούς αμφισβητίες, τους αρνητές, τους ασώτους. Και ο λόγος της είναι προσκλητήριο μετανοίας και επιστροφής.
Είναι μήνυμα αγάπης. Ο Κύριος μας αγαπά. Όλους μας. Σε όποια κατάσταση κι αν βρισκόμαστε. Και μας περιμένει να επιστρέψουμε κοντά Του. Η πόρτα της φιλανθρωπίας και του ελέους Του δεν έχει κλείσει για κανέναν. Στέκεται με ανοιχτή τη θεϊκή αγκαλιά Του και αναμένει να γυρίσουμε κοντά Του. Στον Πατρικό Οίκο που είναι η Εκκλησία μας, η μεγάλη οικογένεια των παιδιών του Θεού.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011



π. Φιλόθεος Φάρος: Κυριακή του Ασώτου - Η επιστροφή από την εξορία.


Όσο ο άνθρωπος είναι ναρκωμένος από το μεθύσι της ναρκισσιστικής αυτοαποθεώσεως δεν βιώνει άμεσα την οδύνη της υπαρξιακής του μοναξιάς, αν και υφίσταται έμμεσα τις συνέπειές της με την μορφή των σωματικών συμπτωμάτων ή των διαπροσωπικών δυσκολιών. Μόλις απαλλαγεί από τη νάρκη της αυτοαποθεώσεως βιώνει βαθιά αυτή την οδύνη και διαπιστώνει ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση εξορίας, μακριά από το σπίτι του πατέρα του, τη γη της Επαγγελίας. "Ω πόσων αγαθών ο άθλιος εμαυτόν εστέρησα. Οποίας βασιλείας εξέπεσα ο ταλαίπωρος εγώ" (δοξαστικό Εσπερινού Κυριακής Ασώτου).
Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτή τη διαπίστωση, αναπότρεπτα θα αισθανθεί την ανάγκη της επιστροφής και θα πει σαν τον άσωτο γιο της παραβολής, "αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου". Είναι αυτή η βαθιά συναίσθηση του ανθρώπου για την αποξένωσή του από την πηγή της ζωής του, το Θεό, που ονομάζουμε μετάνοια. Η μετάνοια δεν έχει καμιά σχέση με νομικές αφέσεις αμαρτιών, για απάλειψη συναισθημάτων ενοχής και βαυκαλιστικά ξαλαφρώματα. Ούτε έχει καμιά σχέση η μετάνοια με πνευματκές λογιστικές και μαθηματικές πράξεις. Αυτού του είδους η "μετάνοια" είναι είτε ένας άλλος τρόπος αυτοδικαιώσεως είτε μια άλλη μορφή επιδιώξεως ναρκισσιστικής ευφορίας.
Επειδή ακριβώς η μετάνοια έχει αυτές τις βαθιές υπαρξιακές διαστάσεις, γι' αυτό ακούμε συχνά τους αγίους να παραπονούνται ότι δεν έχουν μετάνοια. "Ουκ έχω μετάνοιαν, ουκ έχω κατάνυξιν, ουκ έχω δάκρυον παρακλητικόν τα επανάγοντά με, τέκνα, εις ιδίαν κληρονομίαν", όπως λέει ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό. Και ο αββάς Σισώης που έζησε μια ολόκληρη ζωή χύνοντας καυτά δάκρυα μετανοίας, έτσι που να αυλακώσει το πρόσωπό του, όταν έφθασε η στιγμή του θανάτουζητούσε απότ ο Θεό και τους αγίους περισσότερο χρόνο για να μετανοήσει κι όταν οι μαθητές του απόρησαν λέγοντας: "Γέροντα, εσύ ζητάς καιρό για να μετανοήσεις που γνώρισες τόσο πολύ και τόσο καλά τη μετάνοια; - Μόλις τώρα αρχίζω να γνωρίζω τη μετάνοια" απάντησε ο άγιος αββάς.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να επιτύχει ο άνθρωπος αυτή την πραγματική μετάνοια, όταν όμως την επιτύχει δεν του χρειάζονται πια τα πνευματικά μέσα που χρησιμοποιεί η Εκκλησία, κυρίως για να καλλιεργήσει και να αναπτύξει τη μετάνοια μέσα στην ψυχή του πιστού. Γι' αυτό και ο Ποιμήν δεν έρχεται σε αντίφαση με το Πηδάλιο ή τους Κανόνες, με τις απόψεις που διατυπώνει στο ακόλουθο περιστατικό: "Αδελφός ηρώτησε τον αββά Ποιμένα λέγων. Εποίησα αμαρτίαν μεγάλην, και θέλω μετανοήσαι τρία έτη. Λέγει αυτώ ο Γέρων: πολύ εστίν. Και είπε αυτώ ο αδελφός: Ένα χρόνο; και είπε πάλι ο Γέρων: πολύ εστιν. Οι δε παρόντες έλεγον: έως 40 ημέρες; Και πάλι είπε: πολύ εστιν. είπε δε, εγώ λέγω, ότι εάν εξ όλης καρδίας μετανοήσει άνθρωπος, και μη προσθή έτι ποιείν την αμαρτίαν, και εις τρεις ημέρας δέχεται αυτόν ο Θεός.
Πραγματικά, στην παραβολή ο πατέρας δέχεται αμέσως τον άσωτο χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς όρους, χωρίς κυρώσεις, χωρίς ούτε καν επιπλήξεις, αλλά με χαρές και γλέντια και χορούς.
Όμως η μετάνοια, όπως και όλες οι άλλες πνευματικές πραγματικότητες, δεν βιώνεται ή απόλυτα ή καθόλου, αλλά περισσότερο ή λιγότερο. Κανείς δεν έχει την τέλεια μετάνοια όπως δείχνει το παράδειγμα του Σισώη. Και από την άλλη μεριά, και ο πιο αμετανόητος έχει νιώσει έστω και ελάχιστα, αυτό το αίσθημα του αποδήμου από τη Χάρη του Θεού, γι' αυτό και ο συγγραφέας του κανόνα στον Ιησού Χριστό ζητάει "μετάνοιαν ολόκληρον".
Όπως όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια γεύση μετάνοιας έτσι κι όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποια, όσο κι αν είναι ελάχιστη, γεύση της παρουσίας του Θεού στην καρδιά τους.
Έτσι τον αναστημένο Χριστό θα συναντήσουμε τόσο, όσο έχουμε νιώσει αυτό το βαθύ υπαρξιακό αίσθημα της αποξενώσεως και της αποδημίας από το πατρικό σπίτι, από τον παράδεισο της τρυφής.

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 13 Φεβρουαρίου 2011.
Ευαγγελιστής Λουκάς ιη΄10-14 (Αρχή Τριωδίου).


Κείμενο:
Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο· ο Θεός, ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης· νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ΄ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων· ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος· ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται.

Μετάφραση:
«Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με τον εαυτό του: «Θεέ μου, σ΄ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ΄ όλα τα εισοδήματά μου». Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: «Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό». Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί».

Σχόλια:

ΠΩΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ

«Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς...»

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ που πιστεύει στο Θεό αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να προσεύχεται προς τον Θεό. Όσο μάλιστα πιο δυνατή είναι η πίστη, τόσο πιο μεγάλη είναι και η ανάγκη για προσευχή. Η προσευχή αγκαλιάζει ολόκληρη την ύπαρξη του πιστού. Τον τρέφει και τον ανακαινίζει.
Η αναγκαιότητα της προσευχής είναι πολύ μεγαλύτερη σήμερα, στα πλαίσια της σύγχρονης εκκοσμικευμένης εποχής στην οποία ζούμε. Ο πιστός αισθάνεται σήμερα την ανάγκη της προσευχής περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν, διότι με την προσευχή σώζεται από την ανυπόφορη μοναξιά του. Αντλεί δύναμη για τον πνευματικό αγώνα που καλείται καθημερινά να διεξαγάγει.
Ωστόσο, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η πλειονότητα των ανθρώπων σήμερα δεν προσεύχεται πια. Ή προσεύχεται πολύ σπάνια και πάλι σε στιγμές εξαιρετικές. Η κρίση της πίστεως που κυριαρχεί γύρω μας γίνεται και κρίση της προσευχής. Ακόμη και όσοι επιθυμούμε να ανήκουμε στο στρατόπεδο των πιστών δεν προσευχόμαστε συχνά. Δεν προσευχόμαστε σωστά.
Τον ορθό τρόπο προσευχής μας υποδεικνύει η σημερινή παραβολή, που αναγιγνώσκεται στους ναούς μας κάθε χρόνο κατά την παρούσα Κυριακή, πρώτη της ιερής περιόδου του Τριωδίου. Η γνήσια και θεάρεστη προσευχή ενσαρκώνεται από τον τελώνη της παραβολής. Όπως μας βεβαιώνει ο Κύριος, η προσευχή του εισακούστηκε από τον Θεό. Ο τελώνης κατέβηκε στο σπίτι του δικαιωμένος. Αυτό σημαίνει ότι ο τρόπος που προσευχήθηκε – τρόπος που είλκυσε την επιδοκιμασία του Κυρίου – μπορεί να αποτελέσει υπόδειγμα και για μας. Να μας βοηθήσει να προσευχόμαστε όσο γίνεται πιο σωστά.
Το πρώτο στοιχείο που μας επισημαίνει η ευαγγελική αφήγηση είναι:

Η στάση του τελώνη

«ΚΑΙ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ μακρόθεν εστώς...». Η προσευχή, όσο κι αν αποτελεί ενέργεια της ψυχής και κίνηση πνευματική του ανθρώπου, δεν πραγματοποιείται ερήμην του σώματος του. Στο έργο της προσευχής στρατεύεται ο όλος ο άνθρωπος. Μαζί με την ψυχή συμπράττει και συναγωνίζεται και το σώμα. Η στάση του σώματος εμπνέει και βοηθά την ψυχή κατά την ώρα της προσευχής.
Αυτό βλέπουμε και στον τελώνη της παραβολής. Ο τελώνης στέκεται μακρυά από το θυσιαστήριο. Στέκεται διακριτικά. Στέκεται με δέος, με φόβο Θεού. Η στάση μας κατά την ώρα που προσευχόμαστε εκφράζει την ποιότητα της προσευχής μας. Μια στάση που την διακρίνει η ευλάβεια, το δέος και η συντριβή βοηθά να επικοινωνήσουμε πραγματικά με τον Κύριο. Μας κάνει να συναισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σ’ έναν ιερό χώρο, τόπο προσευχής και λατρείας. Μας υπενθυμίζει ότι στεκόμαστε μπροστά στον Θεό και συνδιαλεγόμαστε μαζί Του. «Εν τω ναώ εστώτες της δόξης σου, εν ουρανώ εστάναι νομίζομεν...».

Το βλέμμα: καθρέφτης ταπεινώσεως

Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ αποτελεί βασική προϋπόθεση της προσευχής. Και όταν λέμε ταπείνωση κατά την ώρα της προσευχής εννοούμε βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας. Αυτή η ταπείνωση σφραγίζει και την προσευχή του τελώνη, ο οποίος «ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι». Δεν ήθελε, δηλαδή, ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Το σκυμμένο κεφάλι και το χαμηλωμένο βλέμμα του τελώνη μαρτυρεί την ταπείνωση και τη συντριβή του, που μεταποιείται σε θερμή ικεσία, σ’ ένα πύρινο αίτημα, ο Θεός να τον ελεήσει και να τον συγχωρήσει.
Χωρίς ταπείνωση και χωρίς συντριβή είναι αδύνατο να προσευχηθούμε. Ο Θεός επιβλέπει «επί την προσευχήν των ταπεινών» (Ψαλμ. 101, 18). Προσευχόμαστε με ταπείνωση και συντριβή; Ελκύουμε το έλεος του Θεού. Ο Κύριος εισακούει την προσευχή μας. Προσευχόμαστε με αυτοπεποίθηση και κομπασμό; Ο Θεός απορρίπτει την προσευχή μας. Αρνείται να δεχτεί την ικεσία μας.

Το χτύπημα του στήθους

Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ της αμαρτωλότητας οδηγεί στη συντριβή και τη μετάνοια. Και τα ιερά αυτά συναισθήματα που συγκλονίζουν τη καρδιά του, ο τελώνης τα εκφράζει με το χτύπημα του στήθους του: «αλλ’ έτυπτε το στήθος αυτού».
Το στήθος εμπερικλείει και την καρδιά μας. Και όλοι γνωρίζουμε ότι εάν είναι η καρδιά καθαρή, γίνεται ο τόπος όπου επαναπαύεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αντίθετα, αν η καρδιά κυριαρχείται από πάθη γίνεται κατασκότεινος άδης.
Η προσευχή μας απαιτεί συντριβή καρδιάς και ειλικρινή μετάνοια. Και την ειλικρίνεια της μετανοίας μας εκφράζει και το χτύπημα του στήθους. Παράλληλα φανερώνει την εσωτερική διάσταση της προσευχής. Το χρέος να προσευχόμαστε «εν τω κρυπτώ», όπως αλλού συνιστά ο Κύριος μας (Ματθ. 6,6).
Τα λόγια του τελώνη

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ που συνεχώς (αυτό φανερώνει η μετοχή «λέγων») απηύθηνε προς τον Θεό ο τελώνης ήταν: «ο Θεός, ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ». Δηλαδή: Θεέ μου, σπλαχνίσου και συγχώρεσε με τον αμαρτωλό. Τα λόγια αυτά του τελώνη μας δείχνουν την βαθιά αυτογνωσία που είχε. Γνώριζε καλά και συναισθανόταν βαθιά την αμαρτωλότητα του. Γι’ αυτό και δε ζητά τίποτε άλλο από το Θεό παρά να τον σπλαχνιστεί και να τον ελεήσει.
Την προσευχή μας, κοντά στα άλλα, θα πρέπει να τη διακρίνει και η αυτογνωσία. Χωρίς συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας και επίγνωση της αδυναμίας μας δεν μπορούμε να προσευχηθούμε σωστά. Η έπαρση και η ηθική αυτάρκεια αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή της πνευματικής ζωής και, φυσικά, και της προσευχής. Αυτό δε που επιβάλλεται να αποτελεί το κύριο αίτημα μας στην προσευχή είναι ο Κύριος να μας χαρίσει το έλεος Του. Όταν ζητούμε το έλεος του Θεού, ζητούμε τα πάντα. Και όταν μας δίνει ο Θεός το μέγα έλεος Του, μας δίνει τα πάντα. Κάθε αγαθό. Όλες τις ευλογίες Του.

* * *

Αναφέρεται στο Γεροντικό πως κάποτε μερικοί μοναχοί ρώτησαν τον αββά Αγάθωνα: «Ποιά αρετή, πάτερ, της μοναχικής πολιτείας είναι αυτή που έχει περισσότερο κόπο;». Και ο αββάς τους είπε: «Συχωρήσατε με, αλλά θαρρώ πως δεν υπάρχει άλλος μεγαλύτερος κόπος, από αυτόν που χρειάζεται ο άνθρωπος για να προσευχηθεί στον Θεό. Διότι πάντοτε, όταν ο άνθρωπος θέλει να προσευχηθεί, οι δαίμονες θέλουν να τον ανακόψουν, επειδή γνωρίζουν ότι με τίποτε άλλο δεν εμποδίζονται, όσο με την προσευχή προς τον Θεό. Και κάθε αρετή της ασκητικής ζωής που θα μπορούσε να επιδιώξει ο άνθρωπος, αν δείξει στην προσπάθεια του εγκαρτέρηση, βρίσκει ανάπαυση. Όμως το έργο της προσευχής μέχρι την έσχατη αναπνοή μας απαιτεί αγώνα».
Όσο υψηλό έργο είναι η προσευχή, τόσο μεγαλύτερη προσπάθεια απαιτεί. Για να προσευχηθούμε χρειάζεται αγώνας. Για να ‘ναι η προσευχή μας γνήσια απαιτείται προσοχή. Ο τελώνης της σημερινής παραβολής μας προσφέρει ένα από τα πιο υπέροχα υποδείγματα αληθινής και θεάρεστης προσευχής.

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011


ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ.
(10 Φεβρουαρίου)
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα.


Ο άγιος Χαράλαμπος καταγόταν από την Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Γεννήθηκε στα τέλη του 1ου αιώνα μ. Χ. και μαρτύρησε σε ηλικία 113 ετών. Όταν ξέσπασε διωγμός εναντίον των Χριστιανών, στα χρόνια του Σεπτιμίου Σεβήρου, κάποια πνευματικά τέκνα του αγίου Χαραλάμπους προσπάθησαν να τον πείσουν να φύγη, για να μη συλληφθή. Εκείνος, φυσικά, αρνήθηκε, γιατί είναι αδύνατο στον καλό ποιμένα να εγκαταλείψη το ποίμνιό του την ώρα του κινδύνου και γιατί ήταν έτοιμος κάθε στιγμή για την ομολογία και το μαρτύριο. Συνελήφθη και βασανίσθηκε απάνθρωπα, αλλά αντιμετώπισε τα φρικτά βασανιστήρια με θαυμαστή ανδρεία, αφού προηγουμένως ομολόγησε με παρρησία την πίστη του. Αρκετοί στρατιώτες, από αυτούς που διατάχθηκαν να βασανίσουν τον γέροντα Ιερέα, βλέποντάς τον να υπομένη τα απάνθρωπα βασανιστήρια με τόση γενναιότητα, αλλά και με απίστευτη ηρεμία, καθώς και τα θαύματα που έγιναν με την προσευχή του, πίστεψαν στον Χριστό και τον ομολόγησαν Κύριο και Θεό τους. Ο έπαρχος θορυβήθηκε από την ομαδική μεταστροφή και διέταξε να τον αφήσουν ελεύθερο. Αργότερα, ο ίδιος ο Σεβήρος, μη μπορώντας να αντέξη την παρρησία και την ανδρεία του γέροντα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Λαμβάνοντας αφορμή από τον βίο και την πολιτεία του αγίου Χαραλάμπους, θα θέλαμε να τονίσουμε τα εξής:
Πρώτον. Το όνομα Χαράλαμπος είναι σύνθετο. Αποτελείται από το ουσιαστικό χαρά και το ρήμα λάμπω. Πραγματικά, ο άγιος Χαράλαμπος ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο, στο οποίο ακτινοβολούσε η τέλεια χαρά. “Η τέλεια χαρά εδράζεται στην ταπεινοφροσύνη, ενώ η εισαγωγική χαρά δεν είναι απαλλαγμένη από την φαντασία” (άγιος Διάδοχος Φωτικής). Ήταν ειρηνικός, γαλήνιος και με χαρούμενη διάθεση, ακόμα και κατά την ώρα των φρικτών βασανιστηρίων.
Η χαρά δεν είναι απλό συναίσθημα, αλλά καρπός του Αγίου Πνεύματος, που δίδεται ως δωρεά σε εκείνους, οι οποίοι με την μυστηριακή ζωή και την άσκηση καθάρισαν τον νού και την καρδιά τους από τα πάθη και κατεσκήνωσε μέσα τους η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η χαρά συνδέεται στενά με την ταπεινοφροσύνη και την μετάνοια. Όταν ένας άνθρωπος μετανοή και επιστρέφη στον Θεό, τότε χαίρεται και πανηγυρίζει όλος ο ουρανός, οι Άγιοι και οι Άγγελοι. “Χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι”. Αλλά και ο ίδιος όταν μετανοή ειλικρινά λαμβάνει την άφεσιν των αμαρτιών του και γεύεται την χάρη του Αγίου Πνεύματος, ανάλογα με την δεκτικότητά του.
Η χαρά συνδέεται και με την ανιδιοτελή αγάπη, που είναι και αυτή καρπός του Αγίου Πνεύματος. Στην παραβολή του Ασώτου υιού, που είπε ο Χριστός, βλέπουμε καθαρά το πόσο στενά συνδέεται η χαρά με την αληθινή αγάπη. Όταν ο άσωτος υιός επιστρέφη στην πατρική οικία, την Εκκλησία, ο Πατέρας του, ο άγιος Τριαδικός Θεός, τρέχει να τον προϋπαντήση με ανοικτές αγκάλες. Τον ντύνει με την λαμπρή στολή της θεία Χάριτος, του δίδει το δακτυλίδι της υιοθεσίας, θυσιάζει το σιτευτό μοσχάρι, τον μονογενή Του Υιό, και χαίρουν και ευφραίνονται.
Όταν ο άνθρωπος κυριαρχείται από τα πάθη και κυρίως από το ολέθριο πάθος της υπερηφανίας, δεν μπορεί να χαρή πραγματικά την ζωή του. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης έλεγε ότι ο άνθρωπος θα υποφέρη στην ζωή του μέχρι να αποκτήση ταπείνωση. Ο μεγάλος αδελφός της παραβολής, στην οποία αναφερθήκαμε, δεν μπόρεσε να χαρή μαζί με τον Πατέρα του και τον αδελφό του, επειδή δεν αγαπούσε αληθινά. Η αγάπη του ήταν ψεύτικη και εμπαθής, αφού ήταν κυριευμένος από τα πάθη της υπερηφανείας και του φθόνου.
Δεύτερον. Ο άγιος Χαράλαμπος δεν εγκατέλειψε το ποίμνιό του την ώρα του κινδύνου. Έτσι συμβαίνει με τους γνήσιους μαθητές του Χριστού. Δεν θυσιάζουν τους άλλους για να ζήσουν αυτοί, αλλά θυσιάζονται υπέρ του ποιμνίου τους, για το οποίο, άλλωστε, κοπιούν καθημερινά με μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία.
Οι Άγιοι αντιμετωπίζουν στην ζωή τους πολλούς και μεγάλους πειρασμούς, αλλά και πενθούν για τα πάθη και τις αμαρτίες τους. Όμως δεν λυπούνται άμετρα χωρίς ελπίδα, ούτε και χαίρονται άμετρα, αλλά εγκρατεύονται και στην χαρά και στην λύπη, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι “η πολλή λύπη οδηγεί την ψυχή στην απελπισία, όπως και η πολλή χαρά την οδηγεί στην υπερηφάνεια. Και ότι το ενδιάμεσο μεταξύ της λύπης και της χαράς είναι η ελπίδα” (Άγιος Διάδοχος Φωτικής). Έπειτα, η Χάρις του Θεού παρηγορεί και ευφραίνει την ψυχή που ταπεινώνεται και θρηνεί για τις αμαρτίες της.
Πολλές φορές, “σκεπτόμενοι συνεχώς το μέλλον χάνουμε το παρόν και δεν χαιρόμαστε αληθινά την ζωή μας”. (Άγιος Νεκτάριος). Η εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού διώχνει την αγωνιώδη μέριμνα και το άγχος, που μας μαυρίζουν κυριολεκτικά την ζωή και δεν μας επιτρέπουν να χαιρόμαστε αληθινά.
Συνήθως παραπονούμαστε ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε, δεν μας επιτρέπει να χαρούμε αληθινά την ζωή μας, λές και φταίνε οι άλλοι για τα πάθη, τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Εάν η ζωή μας είναι παράδεισος ή κόλαση γι’ αυτό δεν ευθύνονται οι άλλοι, αλλά εμείς οι ίδιοι, γιατί οι συνάνθρωποί μας δεν είναι η κόλασή μας, όπως υποστηρίζουν οι άθεοι υπαρξιστές, αλλά η χαρά μας. Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ, όταν συναντούσε κάποιον άνθρωπο τον αποκαλούσε χαρά του. Αντί άλλου χαιρετισμού, του έλεγε: “Χριστός Ανέστη χαρά μου”.
Τέλεια χαρά δεν είναι δυνατόν να υπάρξη χωρίς την ταπείνωση και την αγάπη. Άλλωστε, η σωτηρία μας περνάει μέσα από την ταπείνωση, την μετάνοια και την ανιδιοτελή αγάπη για τους συνανθρώπους μας, τους ελαχίστους αδελφούς του Χριστού.

Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011


ΟΣΙΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΑΜΨΑΚΟΥ.


(7 Φεβρουαρίου).


Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Ο όσιος Παρθένιος έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου.
Καταγόταν από Κωμόπολη της Βιθυνίας και ήταν γιος του Διακόνου Χριστοφόρου. Γράμματα πολλά δεν έμαθε, ήταν όμως ευλαβέστατος και ενάρετος άνθρωπος. Από τον πατέρα του διδάχθηκε την αγάπη προς τον Θεό και προς τους ανθρώπους, και γι' αυτό υπήρξε φιλόθεος, φιλάνθρωπος και ελεήμων. Ασχολείτο με το ψάρεμα, στο οποίο είχε θαυμαστές επιδόσεις, και τα ψάρια που ψάρευε τα μοίραζε στους φτωχούς η τα πουλούσε και τους έδινε τα χρήματα. Επίσης, επισκεπτόταν τους θλιμμένους και τους αρρώστους και τους παρηγορούσε με τον εμπνευσμένο λόγο του και με τα έργα της φιλανθρωπίας του. Την διακονία του αυτή και τον όλο τρόπο της ζωής του εξετίμησε ο Επίσκοπος Μελιτοπόλεως Φίλιππος, ο οποίος τον χειροτόνησε Ιερέα. Αργότερα ο Μητροπολίτης Κυζίκου Αχίλλιος τον χειροτόνησε Επίσκοπο Λαμψάκου.
Η Λάμψακος ήταν αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας στον Ελλήσποντο. Βρισκόταν απέναντι από την Θρακική Χερσόνησο της Καλλίπολης, αρχαίας πόλης της Καρδίας, από την οποία απείχε γύρω στα τέσσερα χιλιόμετρα και οκτώ χιλιόμετρα από την σημερινή Καλλίπολη. Η πλειοψηφία των κατοίκων της Λαμψάκου επί των ημερών του αγίου Παρθενίου ήταν ειδωλολάτρες, τους οποίους όμως «κέρδισε» με την αγάπη του, τα καλά του έργα, αλλά και με τα θαύματα που επιτελούσε. Αρκετούς ειδωλολάτρες θεράπευσε από ανίατες ασθένειες.
Ο όσιος Παρθένιος θεωρείται προστάτης των καρκινοπαθών, επειδή θεράπευσε και θεραπεύει πολλούς καρκινοπαθείς. Όταν έφυγε από την πρόσκαιρη αυτήν ζωή, η πλειοψηφία του ποιμνίου του ήταν ευσεβείς Χριστιανοί, ζωντανά μέλη της Εκκλησίας του Χριστού.
Ο βίος και η πολιτεία του αγίου Παρθενίου μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα.
Πρώτον. Η αληθινή αγάπη, που είναι δωρεά του Αγίου Πνεύματος, έχει τόση δύναμη που μπορεί να προκαλέση πνευματικό σεισμό στα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής και μάλιστα σεισμό πολλών «ρίχτερ», που όμως δεν προκαλεί απογοήτευση και απελπισία, αλλά ελπίδα και πνευματική αναγέννηση, αφού προηγουμένως γκρεμίζει ο,τι σάπιο και παλαιό.
Εάν ο όσιος Παρθένιος αντιμετώπιζε τους ειδωλολάτρες ως εχθρούς το πιθανότερο είναι να τους έστρεφε εναντίον του και εναντίον της Εκκλησίας. Επίσης, αν προσπαθούσε να τους πείση με λογικά επιχειρήματα, ότι βρίσκονται στην πλάνη, και πάλι νομίζω ότι τα αποτελέσματα της εργασίας του αυτής θα ήσαν μηδαμινά, επειδή ο λόγος προκαλεί αντίλογο και συνήθως δεν οδηγεί στο ποθούμενο αποτέλεσμα.
Ο όσιος Παρθένιος χρησιμοποίησε την γλώσσα της ταπείνωσης και της αγάπης, που οδηγεί αλάνθαστα στην επικοινωνία και την αλληλοκατανόηση χωρίς προστριβές και άγονες αντιπαραθέσεις, και γι' αυτό είχε άριστα αποτελέσματα, επειδή όπως λέει μια σοφή λαϊκή παροιμία «το ψωμί τρώγεται καλύτερα με το μέλι παρά με το ξύδι».
Δεύτερον. Το θαύμα είναι αποτέλεσμα της φιλανθρωπίας του Αγίου Τριαδικού Θεού. Πολλά θαύματα γίνονται δια μέσου των Αγίων, των φίλων του Θεού, είτε με την προσευχή και τις πρεσβείες τους, είτε με τον λόγο τους, που είναι λόγος Θεού και γι' αυτό έχει την δύναμη να οδηγήση τον άνθρωπο στην πνευματική αναγέννηση. Μάλιστα, τα θαύματα που έχουν σχέση με την πνευματική θεραπεία και την εσωτερική αναγέννηση είναι ανώτερα από τα θαύματα της θεραπείας των σωματικών ασθενειών, επειδή δεν παρατείνουν απλώς την βιολογική ζωή, αλλά προξενούν την αιώνια ζωή και σωτηρία.
Το θαύμα δεν γεννά την πίστη, αλλά είναι αποτέλεσμα της πίστεως. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως μπορεί ίσως να ισχυρισθή κανείς ότι και το θαύμα γεννά την πίστη η την δυναμώνει, όταν πρόκειται για αλλοθρήσκους, οι οποίοι είναι καλοπροαίρετοι και αντιλαμβάνονται σε κρίσιμες περιπτώσεις της ζωής τους ότι ο «θεός» τους αδυνατεί να τους βοηθήση και γι' αυτό καταφεύγουν στην Εκκλησία. Στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας συναντά κανείς αρκετές περιπτώσεις αλλοθρήσκων, κυρίως ειδωλολατρών, που πίστευσαν εξ αιτίας κάποιου θαύματος, ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό και στην συνέχεια σφράγισαν την ομολογία τους με το αίμα του μαρτυρίου τους.
Σε ένα διήγημα, που αναφέρεται στην περίοδο της τουρκοκρατίας, γίνεται λόγος για κάποιον ευλαβή ιερέα, ο οποίος ζούσε στην περιοχή των Ιωαννίνων και τον προσκαλούσαν οι Τούρκοι να διαβάζη ευχές σε αθενείς η σε επίτοκες γυναίκες που βασανίζονταν και δεν μπορούσαν να γεννήσουν. Ο παπαΓιώργης, αυτό ήταν το όνομά του, «διάβαζε» τους ασθενείς και πριν «αποσώση» την ευχή ερχόταν η θεραπεία και η λύση στο πρόβλημα. Το γεγονός αυτό διαδόθηκε αστραπιαία και γι' αυτό τον προσκαλούσαν να προσευχηθή πότε στο ένα σπίτι και πότε στο άλλο. Αυτό γινόταν με την ευλογία του Μητροπολίτη της περιοχής. Μετά την «εκδημία» του όμως, ο διάδοχός του Μητροπολίτης πίστεψε τις συκοφαντίες, ότι ο παπαΓιώργης κοινωνούσε τους αλλοθρήσκους, τους μνημόνευε στην αγία Πρόθεση κ.λ.π. και τον έκανε αργό πάσης ιεροπραξίας. Στην πραγματικότητα όμως ο εν λόγω ιερεύς τους διάβαζε ευχή «εις πάσαν ασθένειαν» και ο Θεός τους θεράπευε με θαυμαστό τρόπο.
Στην συνέχεια, περιγράφονται οι ταλαιπωρίες του παπαΓιώργη, αφού οι Τούρκοι δεν καταλάβαιναν τι θα πη «αργία πάσης ιεροπραξίας». Μάλιστα, για ικανό χρονικό διάστημα εστερήθη και αυτού του «επιουσίου άρτου». Μετά από καιρό όμως ο Μητροπολίτης μετετέθη και ο νέος Μητροπολίτης εξέτασε προσεκτικότερα τα πράγματα και ανακοίνωσε ότι θα κάνη αργό πάσης ιεροπραξίας όποιον ιερέα αρνείται να διαβάζη ευχές στους αλλοθρήσκους, επειδή με τα θαύματα της θεραπείας που επιτελούνται αποδεικνύεται ότι η δική μας πίστη είναι η αληθινή. «...Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος».
Συμπερασματικά θα πρέπη να τονισθή ότι αυτό που σώζει τον άνθρωπο δεν είναι το θαύμα, που τελείται από την φιλανθρωπία του Θεού, αλλά η αληθινή μετάνοια και η βαθειά ταπείνωση, που γεννούν την αυθεντική αγάπη για τον Θεό και τον άνθρωπο.


http://www.parembasis.gr/2006/06_02_06.htm

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 6 Φεβρουαρίου 2011.
Της Χαναναίας. Ευαγγελιστής Ματθαίος ιε΄21-28.


Κείμενο :

Και εξελθών εκείθεν ο Ιησούς ανεχώρησεν εις τα μέρη Τυρου και Σιδώνος. και ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα εκραύγαζεν αυτώ λέγουσα· ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαυΐδ· η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται. ο δε ουκ απεκρίθη αυτή λόγον. και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ηρώτων αυτόν λέγοντες· απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών. ο δε αποκριθείς είπεν· ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ. η δε ελθούσα προσεκύνησεν αυτώ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. ο δε αποκριθείς είπεν· ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις. η δε είπε· ναι, Κύριε· και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών. τότε αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή· ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις! γενηθήτω σοι ως θέλεις. και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης.



Μετάφραση:
Ο Ιησούς άφησε τον τόπο εκείνο κι αναχώρησε για την περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας. Τότε μια γυναίκα Χαναναία βγήκε έξω από τα όρια της περιοχής εκείνης και του φώναζε δυνατά: «Ελέησέ με, Κύριε, Υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Αυτός δεν της απαντούσε λέξη. Τον πλησίασαν τότε οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν: «Διώξε την, γιατί μας ακολουθεί και φωνάζει». Ο Ιησούς είπε: «Έχω αποσταλεί μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες». Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκύνησε λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με». Αυτός της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά». «Ναι, Κύριε», είπε εκείνη, «αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». Τότε ο Ιησούς της απάντησε: «Μεγάλη είναι η πίστη σου, γυναίκα! Ας γίνει όπως το θέλεις». Κι από κείνη την ώρα γιατρεύτηκε η θυγατέρα της.

Σχόλια:

Πίστη.
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Ιησούς Χριστός επιτελεί ένα από τα αναρίθμητα θαύματα της επί γης παρουσίας και δράσης του. Το θαύμα όμως αυτό της θεραπείας της θυγατέρας της Χαναναίας γυναίκας μας δίνει την ευκαιρία να εμβαθύνουμε στην έννοια και σημασία της πίστης. Η πίστη είναι η βεβαιότητα, η πεποίθηση που διαθέτει κάποιος άνθρωπος για κάποιο γεγονός ή κάποιο πρόσωπο, χωρίς να έχει ο ίδιος προσωπική εμπειρία. Χωρίς να ήταν παρών δηλαδή σε κάποιο γεγονός και να το είδε με τα μάτια του και να το άκουσε με τα αυτιά του, ή χωρίς να γνωρίσει προσωπικά κάποιο πρόσωπο, αλλά έχοντας ακούσει ή πληροφορηθεί από άλλους γι΄ αυτό. Στη ζωή μας γενικά πορευόμαστε με βάση την πίστη. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων: «πάντα τα εν τω κόσμω τελούμενα τη πίστει τελείται». Δηλαδή, όλα όσα γίνονται σε αυτό τον κόσμο, γίνονται, διότι όλα στηρίζονται στην πίστη. Για παράδειγμα πιστεύουμε ότι σε ένα ταξίδι μας θα πάμε καλά, γι΄ αυτό αποφασίζουμε να ταξιδεύσουμε. Πιστεύουμε ότι πηγαίνοντας στο γιατρό θα θεραπευθούμε, γι΄ αυτό αποφασίζουμε να τον επισκεφτούμε. Και τόσα άλλα γεγονότα και καταστάσεις της ζωής μας στηρίζονται στην πίστη και όχι στην απόδειξη.

Θρησκευτική πίστη.
Θρησκευτική πίστη είναι η απόλυτη πεποίθηση και βεβαιότητα που έχει κανείς σε πρόσωπα, σε πράγματα και σε γεγονότα που έγιναν ή πρόκειται στο μέλλον να γίνουν, τα οποία είναι αόρατα και ακατάληπτα στις ανθρώπινες αισθήσεις. Η θρησκευτική πίστη εμφανίζεται με την έναρξη της ανθρώπινης ιστορίας και πάντοτε διαδραμάτιζε και συνεχίζει και σήμερα να διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στη ζωή των λαών και πολιτισμών. Είναι μπορούμε να πούμε μια βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου.

Χριστιανική πίστη.
Ο μοναδικός ορισμός της πίστης στην Αγία Γραφή υπάρχει στην Προς Εβραίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου: «Πίστις εστίν, ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. ια΄ 1). Αυτό σημαίνει ότι πίστη είναι η απόλυτη βεβαιότητα και η ακλόνητη πεποίθηση, ότι ο πιστός θα απολαύσει στο μέλλον αγαθά τα οποία τώρα φαίνεται πως δεν υπάρχουν, αλλά τα ελπίζει, τα περιμένει να πραγματοποιηθούν και να τα απολαύσει. Η πίστη δηλαδή είναι η θύρα μέσα από την οποία ο πιστός εισέρχεται σε μια ανώτερη σφαίρα, στη θεία αποκάλυψη. Ο ίδιος ο Θεός αποκαλύπτει στον κόσμο του την Αλήθεια, που είναι ο Ιησούς Χριστός. Αυτοί που πιστεύουν στον Ιησού Χριστό ως Μεσσία, Σωτήρα και Λυτρωτή δεν χρειάζονται αποδείξεις αλλά είναι βέβαιοι ότι πρόκειται να συμβούν όλα όσα υποσχέθηκε το αδιάψευστο στόμα του. Για παράδειγμα ο πιστός άνθρωπος είναι βέβαιος ότι θα συμβεί η ανάσταση των νεκρών, η δεύτερη του Χριστού παρουσία, η αιώνια ζωή και βασιλεία του Θεού. Δεν έχει αποδείξεις για όλα αυτά αλλά είναι βέβαιος γι΄ αυτά, γιατί τα διακήρυξε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Επιπλέον πίστη είναι «πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». Ο πιστός άνθρωπος είναι βέβαιος ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο «εκ του μη όντος», ότι ο Σωτήρας Χριστός είναι πρόσωπο ιστορικό, που έζησε πάνω στη γη, γεννήθηκε ως άνθρωπος από την Παναγία Παρθένο, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στους Ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Θεού Πατέρα κ.α. Δεν χρειάζεται αποδείξεις για όλα αυτά, τα πιστεύει και τα παραδέχεται ως πραγματικά και αληθινά.

Τα χαρακτηριστικά της πίστης.
Σε πάρα πολλές διηγήσεις των ιερών ευαγγελίων υπάρχουν παραδείγματα μεγάλης πίστης, στη σημερινή όμως ευαγγελική περικοπή μπορούμε εύκολα να επισημάνουμε μερικά σημαντικά χαρακτηριστικά της χριστιανικής πίστης. Ο Μεσσίας Χριστός Η Χαναναία γυναίκα πιστεύει στη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού Χριστού, γι΄ αυτό και τον αποκαλεί «υιόν Δαυίδ». Η απλή και λιτή ζωή του Χριστού στάθηκε εμπόδιο για τους Ιουδαίους να τον αναγνωρίσουν ως τον αναμενόμενο Μεσσία, γι΄ αυτό γρήγορα απογοητεύτηκαν και δεν τον ακολούθησαν. Η Χαναναία με την πίστη που διαθέτει κατορθώνει να κοιτάξει πέρα από την απλότητα του Χριστού, έτσι αναγνωρίζει στο πρόσωπό του τον απεσταλμένο του Θεού, το Νικητή του θανάτου, το Λυτρωτή του κόσμου. Η πίστη στη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού Χριστού κατέχει δεσπόζουσα θέση στην ορθόδοξη θεολογία. Η άρνηση της ιδιότητας αυτής σημαίνει ουσιαστικά την άρνηση της θεότητας του Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού, που ενανθρώπησε και στο πρόσωπό του εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Επομένως ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας, ο Λυτρωτής και Σωτήρας του ανθρωπίνου γένους. Η σταθερότητα της πίστης Η πίστη της Χαναναίας παραμένει σταθερή και ακλόνητη παρά τη σιωπή και φαινομενική αδιαφορία του Χριστού. Η πραγματική πίστη δοκιμάζεται μεν, αλλά ποτέ δεν κάμπτεται. Γι΄ αυτό η Χαναναία συνεχίζει να επιμένει, γιατί είναι βέβαιη ότι ο Χριστός είναι εκείνος που έχει τη δύναμη να εκπληρώσει την επιθυμία της. Έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον Χριστό. Η σταθερή και ακλόνητη πίστη είναι μεγάλη αρετή για έναν πιστό. Ο κάθε άνθρωπος στη ζωή του θα αντιμετωπίσει θλίψεις και δοκιμασίες και θα ζητήσει τη βοήθεια και το έλεος του Θεού. Αν η πίστη του δεν είναι βαθιά και στερεωμένη, σύντομα θα απογοητευτεί και ίσως και να απιστήσει. Ανεπανάληπτο παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του δίκαιου Ιώβ. Ενώ του συνέβησαν τόσες θλίψεις και δυστυχίες και φαινόταν ότι ο Θεός τον εγκατέλειψε, εκείνος δεν οδηγείται στην απιστία και τη βλασφημία, αλλά σταθερά και ακλόνητα πιστεύει στο Θεό και ζητά το έλεός του. Γι΄ αυτό στο τέλος δικαιώνεται και ανταμείβεται από το Θεό. Πίστη και ταπείνωση Η πίστη της Χαναναίας δεν είναι μόνο σταθερή και ακλόνητη, αλλά συνοδεύεται και από ειλικρινή ταπείνωση. Δέχεται αδιαμαρτύρητα την παρομοίωσή της με σκύλο, δεν αντιδρά, δεν επαναστατεί, αλλά απαντά με τρόπο που δείχνει την υποταγή της. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ταπεινολογία της Χαναναίας ή για αναγκαστική ταπείνωση, αλλά για ειλικρινή συντριβεί μπροστά στη δύναμη του Θεού. Πολλές φορές ο εγωισμός οδηγεί τον άνθρωπο στην ταπεινολογία για να γίνει συμπαθής ή ακόμα χειρότερα για να επαινεθεί από τους υπολοίπους. Ο πραγματικός πιστός είναι και πραγματικά ταπεινός και αισθάνεται να είναι ο τελευταίος των ανθρώπων, γεγονός που τον κάνει να ζητά με συντριβή καρδίας το έλεος του Θεού. Ζωντανή πίστη Η Χαναναία δεν ανήκε στον εκλεκτό λαό του Θεού, δεν ήταν Ιουδαία αλλά ειδωλολάτρισσα. Αυτό όμως δεν στέκεται εμπόδιο στο να πιστέψει στον Ιησού Χριστό. Το να ανήκει κανείς στον εκλεκτό λαό της Παλαιάς Διαθήκης ή το να είναι μέλος της Εκκλησίας με τα δικά μας δεδομένα δεν αποτελεί δέσμευση για τον Θεό. Αυτό που δεσμεύει τον Θεό είναι η ζωντανή πίστη. Βέβαια η πίστη έξω από την Εκκλησία είναι ανύπαρκτη, αλλά και από την άλλη η τυπική συμμετοχή στην Εκκλησία χωρίς ουσιαστική πίστη δεν υποχρεώνει τον Θεό να εκπληρώσει τις επαγγελίες του. Οι Ισραηλίτες καυχιόντουσαν ότι είναι απόγονοι του Αβραάμ και θεωρούσαν, ότι ο Θεός είναι υποχρεωμένος να τηρήσει τις υποσχέσεις του, για να πάρουν τη δέουσα απάντηση από τον Τίμιο Πρόδρομο: «δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ» (Ματθ. 3,9). Αυτό που μετρά για τον Θεό, είναι η ζωντανή πίστη, η οποία μπορεί μερικές φορές να δοκιμάζεται αλλά στο τέλος ξεπερνά τα εμπόδια. Πίστη και λογική Η πίστη βρίσκεται πάνω από τη λογική. Η Χαναναία αν στηριζόταν στην ανθρώπινη λογική της και έψαχνε να βρει αποδείξεις για το πρόσωπο και τη δύναμη του Ιησού Χριστού δε θα επιτύγχανε το σκοπό της. Ο άνθρωπος πολλές φορές αναζητά να βρει αποδείξεις που να ικανοποιούν τη λογική του και όταν δεν τις έχει αμφιβάλλει ή και κλονίζεται. Η πίστη όμως υπερβαίνει τη λογική, ανήκει στο χώρο τη καρδίας και στηρίζεται στο λόγο του Θεού. Ο λόγος του Θεού είναι εκείνος που καλλιεργεί, αυξάνει και διατηρεί απτόητη και ακλόνητη την πίστη. Πίστη και θαύμα Όπως και σε όλες τις περιπτώσεις των θαυμάτων του Ιησού Χριστού έτσι και στην περίπτωση της Χαναναίας η πίστη είναι εκείνη που προκαλεί το θαύμα και όχι το αντίστροφο. Ο Χριστός ποτέ δεν θαυματούργησε για να πιστέψουν οι άνθρωποι, αλλά πάντοτε τα θαύματα που επιτελούσε έρχονταν ως επιστέγασμα και επιβράβευση της πίστης των ανθρώπων, που τον πλησίαζαν και ζητούσαν το έλεός του. Όταν τον προκαλούσαν, να κάνει κάποιο θαύμα για να πιστέψουν, ο Χριστός δεν ανταποκρινόταν θετικά. Ακόμα και τις δύσκολες ώρες του Σταυρού που όλοι τον ενέπαιζαν και ζητούσαν να τους δείξει τη θεϊκή του δύναμη, ακόμα και τότε που θα μπορούσε να κάνει «σημεία και τέρατα» και όλοι θα πίστευαν σε αυτόν, ο Χριστός απαντούσε με τη σιωπή και τη φαινομενική αδυναμία του, γιατί μια τέτοια πίστη, που θα στηριζόταν στο φόβο δε θα είχε αξία. Ο Ιησούς Χριστός μας βεβαιώνει: «εαν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, ερείτε τω όρει τούτω, μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται, και ουδέν αδυνατήσει υμίν» (Ματθ. 17,20). Η πίστη προκαλεί το θαύμα, όχι το θαύμα την πίστη.

Καταληκτικά.
Αυτή τη ζωντανή πίστη της Χαναναίας γυναίκας ζητά ο Χριστός από όλους μας. Η πίστη της γυναίκας ήταν βαθιά, ειλικρινής, ακλόνητη γεμάτη από αγάπη και εμπιστοσύνη για τον Ιησού Χριστό. Και αυτό ήταν που τελικά την έσωσε και χάρισε στη θυγατέρα της τη θεραπεία. Ο κάθε άνθρωπος λοιπόν που πορεύεται στη ζωή του μέσα από θλίψεις και δοκιμασίες, δεν έχει πού αλλού να στηριχθεί παρά στην πίστη. Η αληθινή και ακλόνητη πίστη στον Σωτήρα Χριστό είναι εκείνη που βοηθά τον άνθρωπο να υπερβεί τις δυσκολίες της παρούσας ζωής, αλλά κατεξοχήν του δίνει τη δυνατότητα να γευτεί τις επαγγελίες της βασιλείας του Θεού.

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011


Η Υπαπαντή του Χριστού.


Στις 40 μέρες η Παναγία φέρνει το Θείο Βρέφος στον Ναό και Τον παραλαμβάνει ο «δίκαιος και ευλαβής» Συμεών.
Στην εβραϊκή γλώσσα Συμεών σημαίνει υπακοή ή «ού ήκουσε Κύριος» Ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, ήλθε στο ιερό εν Πνεύματι Αγίω. Έτσι αναγνώρισε τον Λόγο του Θεού. Ο Μ. Αθανάσιος λέγει πως ο άγιος Συμεών ήταν κατ' ουσίαν άνθρωπος αλλά κατά την αξίαν υπερκείμενος, πολύ πάνω από τους συνανθρώπους του. Ως προς την φύση άνθρωπος, ως προς την αρετή άγγελος. Είχε ως ενδιαίτημα την αισθητή Ιερουσαλήμ, αλλ' ως μητρόπολη είχε την άνω Ιερουσαλήμ. Όχι μόνο ήταν ανώτερος από τους ανθρώπους, αλλά «και των αγγέλων ο Συμεών υπέρτερος». Στον Ναό παραβρέθηκε και η προφήτις (εννοεί υποφήτις, δηλ εξηγεί τα παρόντα, σύμφωνα με τις προφητείες) Άννα, 84 ετών και χήρα, η οποία επίσης αναγνώρισε τον Θεό. Η παρουσία του δικαίου Συμεών και της Προφήτιδος Άννας έχει και μια άλλη πραγματικότητα, το ζεύγος των λογικών τρυγόνων, που υποδέχθηκε τον Χριστό, όταν ανέβηκε στον Ναό. Έτσι μαζί με το άλλο ζεύγος των άλογων τρυγόνων, το Άγιο Πνεύμα έστειλε και πνευματικό και πνευματέμφορο ζεύγος τρυγόνων, τον Συμεών και την Άννα. Αυτό φανερώνει, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ποιοι και πως πρέπει να είναι αυτοί που πρόκειται να δεχθούν τον Χριστό. Από το όραμα του Προφήτη Ησαϊα, αφού ομολόγησε την ακαθαρσία των χειλέων του: «Και απεστάλη προς με εν των Σεραφείμ και εν χειρί είχεν άνθρακα, ον τη λαβίδι έλαβε από του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματός μου και είπεν. ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί». Έτσι εδώ λέγεται ότι άνθρακας είναι ο Χριστός. Η μυστική λαβίδα που κρατεί τον άνθρακα είναι η Παναγία, που τον συνέλαβε στην κοιλία της. Και η Παναγία δίδει τον άνθρακα αυτόν στον δίκαιο Συμεών. Ουράνιο θυσιαστήριο είναι η δόξα του Θεού, ο ουρανός. Γι αυτό ψάλλουμε «Κατελθόντ' εξ ουρανού τον Δεσπότην του παντός, υπεδέξατο αυτόν Συμεών ο Ιερεύς». Κι όπως δεν κατακάηκε ο δίκαιος Συμεών αλλά καθαρίστηκε όταν δέχθηκε τον άνθρακα Χριστόν, έτσι και κατά την θεία Κοινωνία ψάλλεται «ιδού ήψατο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί», για να μην κατακαύσει τον άνθρωπο, ο οποίος πρέπει να έχει Πνεύμα Άγιον όπως ο Δίκαιος Συμεών. Ο Δίκαιος Συμεών είπε στην Θεοτόκο δύο προφητείες. Η πρώτη αναφερόταν στο πρόσωπο του Χριστού. «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. β΄ 34). Αυτή η προφητεία πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του Χριστού, αλλά εξακολουθεί να πραγματοποιείται στην ιστορία της ανθρωπότητας και στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου, αφού πέφτουμε (από τις αμαρτίες) και αναστηνόμαστε συνεχώς. «Αντιλεγόμενον» είναι το σημείο της ενσαρκώσεως του χριστού, το οποίο αμφισβητείται από πολλούς. Η δεύτερη αναφέρεται στην Παναγία. «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί». Ακριβώς αυτή η ρομφαία διήλθε την ψυχήν της Θεοτόκου κατά τον σταυρικό θάνατο του Χριστού. Αποκαλυφτήκαν δε όλοι οι λογισμοί των φίλων και εχθρών Του. Έτσι είναι και όλη η ζωή της Εκκλησίας. Άλλοι σώζονται κι άλλοι καταδικάζονται αρνούμενοι το σωτηριώδες έργο της. Η εορτή του σαραντισμού καθιερώθηκε και για όλους τους ανθρώπους. Ευλογείται μητέρα και βρέφος που ευχαριστούν τον Θεό για την σύλληψη και γέννηση του παιδιού. Ο Θεός, δια του Ιερέως μας το παραχωρεί εκ νέου για να το μεγαλώσουμε. Όμως στην πραγματικότητα ανήκει στον Θεό. Η Υπαπαντή του Χριστού δείχνει ότι ο Χριστός είναι η ζωή και το φως των ανθρώπων και ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποβλέπει στην απόκτηση αυτού του ενυποστάτου φωτός και της ενυποστάτου ζωής.

( από το βιβλίο του Μητροπολίτη Ιεροθέου "Οι Δεσποτικές Εορτές").