Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2008


ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΣΙΩΠΗ


«Όταν προσεύχεσαι» έχει σοφά ειπωθεί από έναν Ορθόδοξο συγγραφέα στη Φινλανδία, «εσύ ο ίδιος οφείλεις να σιωπάς….. Εσύ ο ίδιος οφείλεις να σιωπάς’ άφησε να μιλήσει η προσευχή σου». Το να πετύχεις τη σιωπή, είναι το πιο δύσκολο, το πιο αποφασιστικό απ’ όλα τα πράγματα στην τέχνη της προσευχής.

Η σιωπή δεν είναι απλώς αρνητική – μία παύση δηλαδή ανάμεσα στις λέξεις, μια χρονική διακοπή του λόγου – αλλά, όταν την καταλάβουμε σωστά, είναι πολύ θετική: είναι μια στάση προσεκτικής εγρήγορσης, επαγρύπνησης και πάνω απ’ όλα προσοχής ν’ ακούσουμε.

Ο ησυχαστής, δηλαδή ο άνθρωπος που έχει πετύχει την ησυχία, την εσωτερική ηρεμία ή σιωπή, είναι ο κατ΄ εξοχήν προετοιμασμένος ν΄ ακούσει. Ακούει τη φωνή της προσευχής μέσα στη δική του καρδιά και καταλαβαίνει ότι αυτή η φωνή δεν είναι η δικιά του αλλά κάποιου Άλλου που μιλάει μέσα του.
Η σχέση ανάμεσα στην προσευχή και στη σιωπή θα γίνει πιο κατανοητή αν εξετάσουμε τέσσερις σύντομους ορισμούς. Ο πρώτος είναι από το Συνοπτικό Λεξικό της Οξφόρδης (The Concise Oxford Dictionary), που περιγράφει την προσευχή ως «ιερή αίτηση προς το Θεό… τύπο που εφαρμόζουμε για να προσευχόμαστε».

Η προσευχή θεωρείται εδώ σαν κάτι που εκφράζεται με λέξεις και πιο συγκεκριμένα σαν μια πράξη αίτησης προς το Θεό να μας παραχωρήσει ορισμένα οφέλη. Ακόμα λοιπόν βρισκόμαστε στο επίπεδο της εξωτερικής μάλλον παρά της εσωτερικής προσευχής. Λίγοι ανάμεσα μας μπορούν να μείνουν ικανοποιημένοι από έναν τέτοιο ορισμό.
Ο δεύτερος μας ορισμός, που προέρχεται από ένα Ρώσο στάρετς του περασμένου αιώνα, είναι πολύ λιγότερο εξωτερικός.

« Στην προσευχή», λέγει ο επίσκοπος Θεοφάνης ο Ερημίτης (1815-94), «το πρωταρχικό είναι να σταθείς μπροστά στο θεό με το νου στην καρδιά, και να συνεχίζεις να στέκεσαι μπροστά Του ακατάπαυστα μέρα και νύχτα μέχρι το τέλος της ζωής σου».
Η προσευχή σύμφωνα μ‘ αυτόν τον ορισμό δε σημαίνει απλώς να κάνουμε ορισμένες «ιερές αιτήσεις»· και μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη χρήση οποιωνδήποτε λέξεων. Δεν είναι τόσο μια στιγμιαία ενέργεια, όσο μία συνεχής κατάσταση.

Να προσεύχεσαι σημαίνει να στέκεσαι μπροστά στο Θεό, να έρχεσαι σε άμεση και προσωπική σχέση με Αυτόν· είναι να γνωρίζεις σε κάθε επίπεδο της ύπαρξης σου, από το ενστικτώδες μέχρι το διανοητικό, από το υπό - μέχρι το υπέρ - συνειδητό, ότι υπάρχεις μέσα στο Θεό και Αυτός είναι εντός σου.

Για να επιβεβαιώσουμε και να βαθύνουμε της διαπροσωπικές μας σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους δε χρειάζεται να θέτουμε συνεχώς αιτήματα ή να χρησιμοποιούμε λέξεις· όσο πιο καλά γνωρίζουμε και αγαπάμε ο ένας τον άλλο, τόσο πιο λίγο έχουμε ανάγκη από λόγια για να συνεννοούμαστε. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην προσωπική μας σχέση με το Θεό.
Στους δύο πρώτους ορισμούς, δίνεται έμφαση κυρίως σ‘ αυτό που κάνει ο άνθρωπος παρά σ‘ αυτό που κάνει ο Θεός. Αλλά στην προσωπική σχέση της προσευχής, εκείνος που παίρνει την πρωτοβουλία και του οποίου η ενέργεια είναι θεμελιακή, είναι ο ουράνιος σύντροφος και όχι ο άνθρωπος. Αυτό φαίνεται καθαρά στον τρίτο μας ορισμό, παρμένο από τον Άγιο Γρηγόριο το Σιναΐτη (+1346). Σε ένα σύνθετο χωρίο, όπου το ένα επίπεδο ακολουθεί το άλλο, καθώς ο συγγραφέας προσπαθεί να περιγράψει την αληθινή ουσία της εσωτερικής προσευχής, τελειώνει ξαφνικά με απροσδόκητη απλότητα: «Γιατί μακρυλογούμε; Προσευχή είναι ο Θεός, που κατεργάζεται όλα τα πράγματα σε όλους τους ανθρώπους». Προσευχή είναι ο Θεός - όχι δηλαδή κάτι που εγώ αρχίζω αλλά κάτι στο οποίο συμμετέχω· πρώτιστα δεν είναι κατι που εγώ κάνω αλλά κατι που ο Θεός κάνει μέσα μου: κατά τη ρήση του Απ. Παύλου, «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β΄, 20)
Ο δρόμος της Νοεράς Προσευχής δηλώνεται με ακρίβεια στους λόγους του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή σχετικά με το Μεσσία: «εκείνον μεν δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιωάν. γ΄, 30). Μ’ αυτή την έννοια, να προσευχόμαστε σημαίνει να σιωπούμε. «Εσύ ο ίδιος οφείλεις να σιωπάς· άφησε να μιλήσει η προσευχή σου»- πιο σωστά, άφησε να μιλήσει ο Θεός. Αληθινή εσωτερική προσευχή σημαίνει να σταματάμε να μιλάμε και να αφουγκραζόμαστε στην καρδιά μας τη χωρίς λόγια φωνή του Θεού· σημαίνει να πάψουμε να ενεργούμε από μόνοι μας και να εισερχόμαστε στο χώρο της δράσης του Θεού. Στην αρχή της Βυζαντινής Θείας Λειτουργίας, όταν έχουν τελειώσει τα προκαταρτικά και όλα είναι πια έτοιμα για να αρχίσει η Θεία Ευχαριστία, ο διάκονος πλησιάζει τον ιερέα και λέγει: «Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω» - καιρός για να δράσει ο Κύριος. Αυτή ακριβώς είναι η στάση του πιστού όχι μόνο στην Ευχαριστιακή Λειτουργία αλλά και σε κάθε προσευχή δημόσια ή ιδιωτική.
Ο τέταρτος ορισμός μας, παρμένος πάλι από τον Άγιο Γρηγόριο το Σιναΐτη, δηλώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια τον χαρακτήρα της δράσης αυτής του Κυρίου μέσα μας. «Προσευχή», μας λέει, « είναι η φανέρωσις του Βαπτίσματος». Η ενέργεια του Κυρίου δεν περιορίζεται φυσικά μόνο στους βαφτισμένους· ο Θεός είναι παρών και επενεργεί μέσα σε κάθε άνθρωπο, από το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα και ομοίωση Του. Η εικόνα όμως αυτή έχει αμαυρωθεί και σκιαστεί, με την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Η εικόνα αυτή αποκαθίσταται στην αρχική της ομορφιά και λαμπρότητα με το μυστήριο του Βαπτίσματος μέσα απ’ το οποίο ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα έρχονται να κατοικήσουν εκεί που οι Πατέρες ονομάζουν «βαθύτατο και μυστικό ταμείον της καρδιάς μας».
Για την συντριπτική πλειοψηφία όμως το Βάπτισμα είναι κάτι που το πήραν στη νηπιακή ηλικία και για το οποίο δεν έχουν συνειδητή ανάμνηση. Αν ο Χριστός του Βαπτίσματος και ο «ενοικών» Παράκλητος δεν παύουν ούτε στιγμή να ενεργούν εντός μας, οι περισσότεροι από μας, αν εξαιρέσει σπάνιες περιπτώσεις , είμαστε κυριολεκτικά ανίδεοι από αυτή την εσωτερική παρουσία και ενέργεια. Η αληθινή προσευχή, λοιπόν, σημαίνει την ανακάλυψη και την φανέρωση της Χάριτος του Βαπτίσματος. Να προσευχόμαστε σημαίνει να περνάμε από το σημείο εκείνο όπου η χάρη είναι παρούσα στις καρδιές μας μυστικά και ασυνείδητα, στην κατάσταση όπου έχουμε πλήρη εσωτερική αντίληψη και συνειδητή επίγνωση, όπου δηλαδή δοκιμάζουμε και αισθανόμαστε πια την ενέργεια του Πνεύματος κατευθείαν και άμεσα με τα λόγια του Αγίου Κάλλιστου και Αγίου Ιγνατίου Ξανθόπουλου (14αι.) «ο σκοπός της Χριστιανικής ζωής είναι να επιστρέψουμε στην τέλεια Χάρη του Αγίου Ζωοποιού Πνεύματος που μας δόθηκε από την αρχή μέσα στο Βάπτισμα».
«Μέσα στην αρχή μου είναι και το τέλος μου» (Τ.S. Eliot). Ο σκοπός της προσευχής μπορεί να συνοψιστεί με τη φράση «γίνε ό, τι είσαι». Γίνε, συνειδητά κι ενεργά, αυτό που ήδη είσαι εν δυνάμει και μυστικά, επειδή έχεις πλαστεί σύμφωνα με την ιερή εικόνα και έχεις ξαναγεννηθεί με το Βάπτισμα. Γίνε ό ,τι είσαι: ακριβέστερα, ξαναγύρισε στον εαυτό σου· ανακάλυψε Αυτόν που είναι ήδη δικός σου· άκουσε Αυτόν που δεν παύει ποτέ να μιλάει μέσα σου· κάνε κτήμα σου Αυτόν, που ακόμα και τώρα σε έχει για δικό Του. Τούτο είναι το μήνυμα του Θεού σε όποιον θέλει να προσευχηθεί: «Δε θα μ’ αναζητούσες αν δε με είχες ήδη βρει» (Paskal).
Αλλά πώς θα ξεκινήσουμε; Πώς να μάθουμε να σιωπούμε για ν ΄ αρχίζουμε να ακούμε; Αντί απλά να μιλάμε στο Θεό , πώς μπορούμε να πετύχουμε μια προσευχή στην οποία ο Θεός μιλάει σε μας; Πώς μπορούμε να περάσουμε από την προσευχή των λόγων, στην προσευχή της σιωπής, «από την εντατική» στην « αυτοενεργούμενη » προσευχή ( για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του επισκόπου Θεοφάνη), από τη «δική μου» προσευχή στην προσευχή του Χριστού εντός μου;
Ένας τρόπος ν ΄ αρχίσουμε αυτό το ταξίδι προς τα μέσα μας είναι η Επίκληση του Ονόματος του Ιησού.

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2008


"Ο ΘΕΟΣ ΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ"


Βροντούν της Πίνδου oi κορφές κι αντιλαλούν τα καταρράχια...», τραγουδούσαμε ενθουσιαστικά πριν λίγα χρόνια γιορτάζοντας την επέτειο του ΟΧΙ.
Το ΟΧΙ των πατέρων μας στο ιταμό τελεσίγραφο της φασιστικής Ιταλίας, πού απαιτούσε νά της παραδώσουμε αμαχητί τη γη μας, ήταν το καμάρι και ή δόξα μας.
Μιά δόξα ολόφωτη, πού την έπλεξαν σαν με άλλα αμάραντα άνθη οι έπαινοι και τα εγκώμια όλου του τότε πολιτισμέ­νου κόσμου για την ηρωική απάντηση και στάση τής μικρής Ελλάδος στην υβριστική πρόκληση τής βίας και τής υλικής δυνάμεως.
Τα δημοσιογραφικά σχόλια πολλών εφημερίδων τής Ευρώπης τη δεύτερη μέρα του πολέμου, την 29η Οκτωβρί­ου 1940, για την απόφαση τής Ελλά­δος νά πολεμήσει και νά αντισταθεί στον πανίσχυρο τότε Άξονα (Γερμανί­ας - Ιταλίας) είναι ανεξίτηλες μαρτυρί­ες για το ελληνικό θαύμα πού λέγεται ΟΧΙ.
Αδιάψευστο δείγμα του ενθουσια­σμού με τον όποιο ριχτήκαμε στην περι­πέτεια του πολέμου του '40 αποτελούν τα κείμενα των Διαγγελμάτων και των Ημερησίων Διαταγών των τότε ηγετών του Έθνους μας. Στο τέλος της πρώτης μέρας του πολέμου ο πρωθυπουργός της Ελλάδος στο Διάγγελμα του προς τον «κατά ξηράν, θάλασσαν και αέρα έλληνικόν στρατόν» έ­λεγε και τα έξης: «Όλόκληρον τό έθνος, άπό του ανωτάτου άρχον­τος μέχρι του τελευ­ταίου πολίτου, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, σας σκέπτονται με στοργήν και ύπερηφάνειαν, και αί εύχαί των, μαζί μέ τήν εύλογίαν του Θεού, σας παρακολουθούν...Εμπρός, στρατιώται τής Ελλάδος, μέ τό ίδιον πάντοτε θάρρος, μέ τήν ιδίαν και άδάμαστον θέλησιν. Συντρίψατε τόν έχθρόν, ό όποι­ος έτόλμησε νά θίξη τήν τιμήν της χώ­ρας μας. Ή νίκη είναι μαζί σας, ή δόξα σάς περιμένει».

Το ίδιο ενθουσιαστικό πνεύμα δια­κρίνει και την Ημερήσια Διαταγή πού απηύθυνε προς τον στρατό την ίδια μέ­ρα ο αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Πα­πάγος: Ιδού ένα μικρό απόσπασμα της: «Θά πολεμήσουμε μέ πείσμα, μέ άδάμαστον έγκαρτέρησιν, μέ άμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότη­τα. Έχω άκράδαντον τήν πεποίθησιν ότι ό Ελληνικός Στρατός θά γράψη νέ­ας λαμπράς σελίδας εις τήν ένδοξον ίστορίαν του Έθνους. Μή αμφιβάλλετε ότι τελικώς θά έπικρατήσωμεν. Μέ τήν εύλογίαν του Θεού και τάς εύχάς του Έθνους, Έλληνες αξιωματικοί και όπλίται, φανήτε ήρωες».
Αξίζει νά αναφέρουμε και πώς τελεί­ωνε ή Ημερήσια Διαταγή του υφυ­πουργού των Ναυτικών: «Πέποιθα ότι πάντες οί ανήκοντες εις τό Έλληνικόν Βασιλικόν Ναυτικόν, άπό του ναυάρχου μέχρι του τελευταίου ναύτου, θέλουσιν εκτελέσει πιστώς τό καθήκον των μετά θάρρους και αυτοθυσί­ας ακολουθούντες πι­στώς τάς παραδόσεις του ένδοξου ναυτικού μας, τό όποιον δέν ήττήθη ποτέ. Έμβλημα μας έστω ή περιφρόνησις του θανάτου. Νικά μόνον εκείνος πού δέν φοβείται τόν θάνατον. Ό Θεός μαζί μας».
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλα τα Διαγγέλ­ματα και τις Ημερήσιες Διαταγές των τότε η­γετών τού Έθνους γι­νόταν αναφορά στη βοήθεια του Θε­ού. Και ή πίστη και βεβαιότητα στην ευλογία του για τον δίκαιο αγώνα μας ήταν ή πηγή τού ενθουσιασμού τους.
Από τα χαράματα της 28ης Οκτωβρί­ου του 1940, όταν ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς υπογράφοντας το πρώτο Διάταγμα Γενικής Έπιστρατεύσεως έκανε το σημείο του σταυρού λέ­γοντας «Ό Θεός σώζοι τήν Ελλάδα», δηλαδή «είθε νά σώσει τήν Ελλάδα ό Θεός», και σ' όλη τη διάρκεια τού τιτά­νιου εκείνου αγώνα μας, ή πίστη στο Θεό ήταν ή ελπίδα και το στήριγμα μας. Άρχοντες και λαός, στρατιώτες στο μέτωπο και άμαχος πληθυσμός στα μετόπισθεν δείχναμε με πολλούς τρόπους την πίστη μας στον Παντο­δύναμο. Είχε εξαφανιστεί ή βλασφη­μία από τούς στρατιωτικούς καταυ­λισμούς στα βορειοηπειρωτικά βουνά. Και οι Ναοί μας σε πόλεις και χωριά γέ­μιζαν από τούς γέροντες, τις γυναίκες και τα παιδιά πού έψαλλαν με πίστη την Παράκληση στην Ύπεραγία Θε­οτόκο, την Υπέρμαχο Στρατηγό του Γένους μας, ικετεύοντας την νά μάς προστατεύσει με την «άκαταίσχυντον προστασίαν» της.
Και έγινε το απίστευτο θαύμα. Ό μι­κρός Δαβίδ νίκησε και πάλι τον γίγαν­τα Γολιάθ. Ό νεαρός Νέστωρ συνέτριψε και εξευτέλισε και πάλι τον αγέρω­χο Λυαίο. Οι σχεδόν άοπλοι και λίγοι στρατιώτες μας απέκρουσαν τις ανα­ρίθμητες μηχανοκίνητες στρατιές των Ιταλών και παρά λίγο νά τις ρίξουν πίσω στη θάλασσα, στην Αδριατική. Ή νίκη μας, το ομολογούσαν όλοι, ήταν νίκη και θαύμα τής Πίστεως.
Πέρασαν όμως από τότε εξήντα ο­κτώ χρόνια και φαίνεται νά ξεθώρια­σε το θαύμα. Άλλος άνεμος έπνευσε στη χώρα μας. Άνεμος ύλοφροσύνης, ευδαιμονισμού, φιληδονίας, σαρκολα-τρίας και αμφισβητήσεως των παρα­δοσιακών άξιων και ιδανικών· και άνε­μος αθεΐας σαν άλλος «λίβας πού καίει τά σπαρτά» πνέει απ’ άκρη σ' άκρη τής Πατρίδος μας. Κάποια Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως δεν εκφράζονται τιμη­τικά για τη σημασία τής φιλοπατρίας και των ηθικών άξιων.
Ορισμένοι πολιτικοί ηγέτες αποφεύ­γουν νά αναφέρουν στις δηλώσεις και στα μηνύματα τους για τις εθνικές ε­πετείους τη συμβολή τής πίστεως στο Θεό κατά τούς αγώνες του Έθνους μας.
Αρκετοί Νεοέλληνες δεν υψώνουν την ένδοξη ελληνική σημαία στα σπίτια τους. Και στα σχολεία μας οι εθνικές εορτές γίνονται υποτονικά. Πολλοί νέοι μας μιμούνται ξενόφερτες συμπεριφο­ρές και βυθίζονται στη νάρκη τής δια­φθοράς. Και ή οικογένεια, το κύτταρο αυτό τής κοινωνίας μας, διέρχεται σήμερα μεγάλη κρίση και μάλιστα με επίσημα βουλεύματα. Οι άνθρωποι των εθνικών και θρησκευτικών παρα­δόσεων μας θεωρούνται «παλαιών άρ­χων».
Βεβαίως δεν χάθηκε το πάν. Υπάρ­χουν οι θύλακες τής αντιστάσεως του Έθνους. Μπορεί νά υπάρχει εθνική ασθένεια, υπάρχει όμως και ή εθνική υγεία. Υπάρχει κακότης, υπάρχει ό­μως και αρετή και τιμή προς τις ηθικές άξιες και αρετές πού δόξασαν το Γέ­νος μας. Στα βάθη τής ελληνικής ψυ­χής σιγοκαίει το ηρωικό φρόνημα, πού εκδηλώνεται στις κρίσιμες εθνικές στι­γμές. Αυτά τα θετικά αποτελούν την ελπίδα μας για το μέλλον.
Χρειάζεται λοιπόν προσπάθεια για νά μην κυριαρχήσει το κακό. Χρειάζε­ται αναβαπτισμός στα εθνικά ιδανικά των πατέρων μας. Γιατί, αν κυριαρχή­σει το κακό, θα ισχύει από άλλη άπο­ψη ή ευχή εκείνη του Μεταξά «ό Θεός σώζοι τήν Ελλάδα», ο Θεός νά σώσει την Ελλάδα.
Μη λησμονούμε τα θεόπνευστα και αιώνια λόγια «έλασσονούσι φυλάς ά-μαρτίαι» (Παρ. ιδ' 34). Αδυνατίζουν τις φυλές οι αμαρτίες τους. Και όσοι απο­μακρύνονται από τον Θεό, «άπολούν-ται»· θα χαθούν (Ψαλ. οβ' [72] 27).
Μετάνοια λοιπόν και αναβαπτισμός στις άξιες πού δόξασαν στο παρελθόν την Πατρίδα μας, για νά μάς σώσει ο Θεός ως άτομα και ως Έθνος.


(Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2008


Χρόνια πολλά σε Σένα πνευματικέ μας Πατέρα.


Χρόνια πολλά σε Σένα που ξέρεις να ξεχωρίζεις από το σάπιο του σημερινού.


Χρόνια πολλά σε Σένα που έχεις ανοιχτή αγκαλιά για όλους.


Χρόνια πολλά σε Σένα που διανυκτερεύεις για όλους.


Εσύ προσεύχεσαι και μας δίνεις ελπίδα.


Εσύ νοιάζεσαι για μας και μας δίνεις αξία.


Εσύ ξέρεις να μας πλησιάζεις και να σηκώνεις στους δικούς σου πονεμένους ώμους τις δικές μας ανησυχίες και με τον ξεχωριστό σου τρόπο να μας γεμίζεις αγάπη και ευτυχία.


Είσαι ταπεινός επειδή γεμίζεις με το τίποτα.

Τα πνευματικά σου παιδιά σε ευχαριστούμε για όσα μέχρι τώρα έχεις προσφέρει και σου δηλώνουμε ότι θα είμαστε κοντά σου γιατί Αξίζεις ρασοφόρε του Χριστού.

Τα πνευματικά σου παιδιά. Χρόνια πολλά Γέροντά μας.


Έτη πολλά και να στέκεις πάντα ψηλά και να μας προστατεύεις με το άγρυπνο σου βλέμμα,

και τώρα την περίοδο
αυτή της μεγάλης δοκιμασίας που περνάς με την υγεία σου είμαστε βέβαιοι ότι και πάλι θα βρεθείς κοντά μας πιο δυνατός.


Να σε χαιρόμαστε .


Την ανάρτηση την έκανε η Β.Σ. Φοιτήτρια Θεολογίας του ΑΠΘ,
έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων πνευματικών αδελφών.

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008


Ο Αγιος Δημήτριος ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 260μ.Χ. Οι γονείς του ήταν επίσημοι άνθρωποι και ο Δημήτριος κοντά στη φθαρτή δόξα είχε και πάμπολλα πνευματικά χαρίσματα και ολόψυχη πίστη στο Χριστό. Εκείνο τον καιρό αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Χριστιανομάχος Διοκλητιανός που είχε διορίσει καίσαρα στα μέρη της Μακεδονίας ένα στρατηγό γαμπρό του ονόματι Μαξιμιανό, εξίσου σκληρόκαρδο και αιμοβόρο. Αυτός ο Μαξιμιανός, διόρισε τον Δημήτριο άρχοντα της Θεσσαλονίκης, αφού εξετίμησε σε αυτόν την παλικαριά, την εξυπνάδα του και τα πολλά χαρίσματά του και νομίζοντας ότι είναι ειδωλολάτρης. Ο Δημήτριος χάρηκε με την τιμή αυτή γιατί θα του δινόταν έτσι η ευκαιρία να κηρύξει το Χριστό και να φέρει τους υπηκόους του στην αληθινή πίστη. Ο Μαξιμιανός έπειτα από νικηφόρο πόλεμο που έκανε με τους Σκύθας, γύρισε στην Θεσσαλονίκη τροπαιούχος. Από τις πόλεις που περνούσε έκανε παντού θυσίες στα είδωλα. Τότε μερικοί ειδωλολάτρες καταγγέλλουν τον Δημήτριο ως Χριστιανό. Ο Μαξιμιανός κάλεσε όλους τους αξιωματούχους της Θεσσαλονίκης να προσφέρουν θυσία στα είδωλα, για να εξακριβώσει αν ο Δημήτριος θα ερχόταν. Ο Δημήτριος όμως δεν πήγε και τότε διέταξε ο Μαξιμιανός να τον συλλάβουν και να τον ο0δηγήσουν μπροστά του. Με φοβέρες και απειλές ο Μαξιμιανός προσπαθεί να πείσει τον Δημήτριο να αλλάξει την πίστη του. Μάταια όμως, οι απαντήσεις του Δημητρίου είναι γενναίες και θαρραλέες. Διατάζει τότε ο Μαξιμιανός να τον οδηγήσουν σε μια βρωμερή και υγρή φυλακή, με σκοπό να τον αφήσει να πεθαίνει εκεί, για να μην μαρτυρήσει και γίνει αγαπητός στη συνείδηση των Χριστιανών. Ύστερα από ένα χρόνο, στη Θεσσαλονίκη διοργανώνονται αγώνες τους οποίους θα τιμούσαν με την παρουσία τους ο άρχοντας Μαξιμιανός και ο αυτοκράτορας της Ρώμης Διοκλητιανός. Υπήρχε τότε ένας παλαιστής με το όνομα Λυαίος, ο οποίος ήταν πολύ ψηλός και είχε τέλεια εξάσκηση στη πάλη. Αυτός μπαίνοντας στο στάδιο αναζητούσε αντιπάλους, αλλά κανείς δεν τολμούσε να τα βάλει μαζί του. Τότε ο Λυαίος άρχισε να προκαλεί και να βρίζει τους Χριστιανούς ώστε να παλέψει κάποιος χριστιανός μαζί του. Ένας νέος χριστιανός 20 ετών, ο Νέστορας, που ήταν μαθητής του Δημητρίου, φεύγει από το στάδιο, τρέχει στη φυλακή που ήταν ο Δημήτριος και ζητά την ευχή του να μονομαχήσει με το Λυαίο και να αποδείξει τη δύναμη του Χριστού. Ο Δημήτριος τον ευλογεί και ο Νέστορας καταφέρνει να νικήσει τον Λυαίο στην αρένα.Το ειδωλολατρικό πλήθος θεώρησε τη νίκη του Νέστορα μεγάλη προσβολή και φώναζε στο Μαξιμιανό να τον σκοτώσουν. Ο Μαξιμιανός βρισκόταν σε δίλημμα καθώς θα έπρεπε να σκοτώσει τον νικητή και αμέσως τον καλεί μπροστά του. Ο Νέστορας παρουσιάζεται μπροστά του και ομολογεί ότι κατάφερε να σκοτώσει το Λυαίο με τη δύναμη του Χριστού, του αληθινού Θεού που του δίδαξε ο Δημήτριος. Ο Μαξιμιανός τότε διατάζει να αποκεφαλίσουν τον Αγιο Νέστορα και να σκοτώσουν τον Δημήτριο ως υποκινητή του. Οι στρατιώτες πάνε στη φυλακή και εκεί λογχίζουν τον Δημήτριο σε όλο του το σώμα, όπου παρέδωσε στο Χριστό την Αγία του Ψυχή.

Ανάρτηση για τον απουσιάζοντα και σε λίγες μέρες εορταζόμενο συνοδοιπόρο: Β.Σ. Φοιτήτρια Θεολογίας.

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008


ΨΑΛΜΟΣ 50ος

3. Ελέησόν με κατά το μέγα έλεός Σου Κύριε και με τους απείρους Σου οικτιρμούς, εξάλειψε μου Συ την ανομία.


4. Πλύνε με ολόκληρον από την ανομία μου και από την αμαρτία μου καθάρισέ με.


5. Γνωρίζω Κύριε την ανομία μου, την αμαρτία μου εγώ παντοτινά θυμάμαι.


6. Παρέβηκα την εντολήν Σου Κύριε και έτσι έκανα ενώπιόν Σου αμαρτήματα και δικαιώ­θηκε η διδασκαλία Σου και η κρίση Σου για μένα.


7. Μέσα στον κύκλο της παράβασης και της φθοράς κι η δική μου η ζωή άρχισε, και η μητέρα μου μέσα στην αμαρτία γέννησε κι εμένα.


8. Συ όμως Κύριε, την αλήθεια αγαπάς, και τα μεγάλα και αφανή της γνώσης Σου, τα φανερώνεις και σε μένα.


9. Θα καθαρίσεις την ψυχή μου με το Πνεύμα Σου το άγιο, και με το Βάπτισμα λευκότερο από το χιόνι θα με κάνεις.


10. Το άκουσμα των λόγων Σου είναι για μένα αγαλλίαση και ευφροσύνη Κύριε, γιατί ελευθερώνει την ταπεινωμένη από την αμαρ­τία ύπαρξή μου.


11. Μη προσμετράς τις αμαρτίες μου και τις ανομίες μου συγχώρησέ τες.


12. Ανακαίνισε την καρδιά μου Κύριε, ώστε να είναι καθαρή και δός μου Πνεύ­μα ειλι­κρί­νειας και αλήθει­ας.


13. Από τα μάτια Σου μη μ’ απορρίψεις Κύριε, και το Πνεύμα Σου το άγιο να μη το πάρεις από την ψυχή μου.


14. Δός μου την αίσθηση χαράς απ’ την αναμονή της σωτηρίας μου, και στήριξε τις ενέργειές και την πορεία μου, με το ηγεμονικό Σου Πνεύμα.


15. Όταν γίνει αυτό, το θέλη­μά Σου θα διδάξω στους παράνομους και θα βοηθήσω ασεβείς να επιστρέψουν προς Εσέ­να.


16. Λύτρωσέ με, από τον κίνδυνο φόνου και αιμάτων Κύριε, Συ ο Θεός της δικής μου σωτηρίας. Η γλώσσα μου θα χαίρεται να αναγγέλει το έλεός Σου.


17. Τα χείλη Κύριε και το στόμα μου για πάντα το όνομά Σου θα δοξολογούν.


18. Όλα πια θέ να προσφέρονται, σε Σένα, που πλέον δεν ευδοκείς σε αιματηρές αλόγων ζώων θυσιάσεις.


19. Θυσία για Σένα είναι η ταπεί­νωση και η καλωσύνη Κύριε, και αγαπάς κάθε καρδιά ταπεινωμένη και συντετριμμένη.


20. Ευδόκησε να «χτιστεί» της ψυχής μου η πόλη Κύριε, και να οικοδομηθούν «τα τείχη» της, όπως της Ιερουσαλήμ.


21. Τότε στο «θυσιαστήριο της καρδιάς μου» θα δεχτείς αναφορά της ζωής μου ολό­κληρης, σαν ολοκαύτωμα σε Σένα και σαν θυσία καλω­σύνης.


22. Τότε θα γίνει η καρδιά μου θυσια­στήριο που θα προσφέρει ″ολοκαύτωμα˝ σε Σένα.


Ανάρτηση για τον απουσιάζοντα συνοδοιπόρο: Β.Σ. Φοιτήτρια Θεολογίας.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 19 Οκτωβρίου

(Γ' ΛΟΥΚΑ)

ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ


«Σοί λέγω, έγέρθητι»


Ό Κύριος μας με τούς μαθητές του συνάντησε μία πονεμένη μητέρα έξω από την πόλη Ναΐν. Έσερνε ή καη­μένη τα βήματα της πίσω από το φέ­ρετρο τού μονάκριβου παιδιού της. Δάκρυα πολλά έτρεχαν από τα μάτια της. Άλλα και όλοι οι κάτοικοι τής Ναΐν μπροστά σ’ αυτό το σπαραγμό τής χήρας μητέρας είχαν συγκλονισθεί.
Ό Κύριος Ιησούς βλέποντας αυτή την τραγική σκηνή, προχώρησε προς εκείνους πού βάσταζαν τον νεκρό. Ακούμπησε το λείψανο και είπε προστακτικά στο νεκρό παιδί:
Νέε μου σόι λέω νά σηκωθείς. Και αμέ­σως έγινε το μεγάλο θαύμα. Σηκώθη­κε και κάθησε στο φέρετρο ο νεκρός και άρχισε νά μιλάει. Και τον παρέ­δωσε ζωντανό στη μητέρα του.
Με το θαύμα αυτό ο Χριστός και με τις άλλες νεκραναστάσεις πού έκα­με έπεκύρωσε μία σημαντική του απάντηση. Όταν ήρθαν οι μαθητές του Ιωάννου τού Βαπτιστού και τον ρώτησαν:
«Συ είσαι ό ερχόμενος ή άλ­λον προσδοκώμεν». Ό Κύριος τότε τούς είπε: «Πορευθέντες απαγγείλα­τε Ιωάννη εκείνα πού είδατε. Κωφοί άκούουσι, λεπροί καθαρίζονται, νε­κροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζον­ται. Και μακάριος έστιν ός έάν μή σκανδαλισθή έν έμοί» (Λουκά ζ’ 22).
Αυτή την μαρτυρία έχουμε από το στόμα τού Χριστού ότι:
«Νεκροί εγεί­ρονται». Και αυτή ή μαρτυρία είναι μεγάλη προσδοκία.«Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών καί ζωήν του μέλλοντος αιώνος», ομολο­γούμε στο Σύμβολο τής Πίστεως σεκάθε θεία Λειτουργία. Είναι βασικό δόγμα τής Εκκλησίας μας ή ανάστα­ση των νεκρών. Και ή μεγάλη αυτή αλήθεια είναι τόσο παρήγορη για τις ψυχές μας.Σε κάθε αποχωρισμό και μπροστά σε κάθε φέρετρο, ας μη ξεχνάμε την μεγάλη αυτή προσδοκία: «Προσδοκώ άνάστασιν νεκρών».
Όταν έχουμε κοντά μας μία χήρα μάνα πού κλαίει σπαρακτικά για τον θάνατο του μονάκριβου παιδιού της, όπως ή χήρα τής Ναΐν, ας τής πούμε στοργικά:
Μην απογοητεύεσαι καη­μένη μάνα Χριστιανή, «οί νεκροί εγεί­ρονται». Μην απελπίζεσαι λοιπόν, αφού πιστεύεις στα λόγια τα αιώνια και αθάνατα του Κυρίου μας. Σκού­πισε τα δάκρυα σου. Γιατί το παιδί σου, εξακολουθεί νά ζει αιώνια και θα αναστηθεί, όταν έλθει ο Κύριος. Νά ζεις με την μεγάλη προσδοκία «Προσ­δοκώ άνάστασιν νεκρών».
Και συ άνθρωπε μου πού έχασες την καλή σύζυγο σου, την μητέρα των παιδιών σου, μη θρηνείς απαρηγόρη­τα. Ό απόστολος Παύλος μάς παραγ­γέλλει: «...ίνα μή λυπήσθε καθώς καί οί λοιποί οί μή έχοντες ελπίδα» (Α’ Θεσ. ε’ 13).
Σεις οι Χριστιανοί μάς λέει ο Από­στολος του Χριστού δεν πρέπει νά αγνοείτε τις θεϊκές αλήθειες για τούς κεκοιμημένους σας, για νά μη λυπήσθε και άπελπίζεσθε, όπως κάνουν οι ειδωλολάτρες πού δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως.Εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε ακράδαντα ότι «οί νεκροί εγείρονται».
Γι' αυτό και ομολογούμε και το φω­νάζουμε με όλη μας την καρδιά το δόγμα τής αναστάσεως των νεκρών: «Προσδοκώ άνάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος»
Αλλά που στηρίζεται το παρήγο­ρο αυτό δόγμα τής αναστάσεως των νεκρών;Όπως συμβαίνει με όλα τα δόγ­ματα τής πίστεως μας, στηρίζεται πρώτα-πρώτα στην Αγία μας Γραφή και κατόπιν στην Ιερά Παράδοση τής Εκκλησίας μας.Οι προφήτες τής Παλαιάς Διαθή­κης Ησαΐας, Ιεζεκιήλ και Ώσηέ μι­λάνε πολύ καθαρά για την ελπίδα πού έχουν για την ανάσταση των νεκρών.
Γράφει ο προφήτης Ησαΐας: «άναστήσονται οί νεκροί και έγερθήσονται οί έν τοις μνημείοις» (Ήσ. κστ' 19). Δηλαδή οι νεκροί θα αναστηθούν και θα εγερθούν όλοι όσοι βρίσκονται μέσα στα μνήματα.
Ό δε προφήτης Δανιήλ λέει πολύ καθαρά ότι: «πολλοί τών καθευδόντων έν γης χώματι έξεγερθήσονται, ούτοι εις ζωήν αίώνιον και ούτοι εις όνειδισμόν και εις αίσχύνην αίώνιον» (Δανιήλ ιβ' 2). Πολλοί από αυτούς πού κοιμούνται στους τάφους θα ση­κωθούν, άλλοι για νά πάνε στην αιώ­νια ζωή και άλλοι ντροπιασμένοι στην αιώνια καταισχύνη.Εντύπωση μάς κάνει και το πα­ράδειγμα των επτά Μακκαβαίων, πού με γενναιότητα ομολόγησαν την πί­στη τους και βάδισαν στον θάνατο, με την απόλυτη πεποίθηση ότι «ό βα­σιλιάς του κόσμου θα μάς αναστήσει σε μία αιώνια ζωή, εφ' όσον εμείς πε­θαίνουμε πιστοί στους νόμους Του» (Μακ. ζ' 9).
Στην Καινή Διαθήκη έχουμε πολ­λές μαρτυρίες και από το στόμα τού Κυρίου μας και των Αποστόλων, για την ανάσταση των νεκρών. Αναφέ­ρουμε μόνο μία συγκλονιστική μαρτυ­ρία του Χριστού μας: «Θα αναστη­θούν όλοι από τα μνήματα. Και όσοι μεν έπραξαν έργα καλά, θα αναστη­θούν για νά απολαύσουν ζωή αιώνια. Εκείνοι δε πού έπραξαν έργα αμαρ­τωλά θα αναστηθούν για νά δικαστούν και νά κατακριθούν» (Ίωάν. ε' 29).
Αυτή είναι ή μεγάλη μας προσδο­κία. Στον καθημερινό μας αγώνα ας μην ξεχνάμε αυτή τη γλυκεία προσ­δοκία. Και ας είμαστε ψυχικά έτοιμοι για την πραγματοποίηση αυτής τής προσδοκίας.

Για τον απουσιάζοντα συνοδοιπόρο: Β.Σ. Φοιτήτρια Θεολογίας

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2008


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 12 Οκτωβρίου


(Δ' ΛΟΥΚΑ)

ΠΟΤΕ Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΧΕΙ ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ;


«Ό σπόρος έστίν ό λόγος του Θεού».


Ό Κύριος μας ερμηνεύοντας την θαυμάσια παραβολή του Σπορέως στους μαθητές του, παραβάλλει το σπόρο που ρίχνει ο γεωργός με τον λόγο του Θεού. Όμως με θλίψη δια­πιστώνουμε και μέσα από την παρα­βολή, άλλα και από τα πολλά κηρύ­γματα που γίνονται σήμερα, ότι τις περισσότερες φορές δεν καρποφορεί ο λόγος του Θεού. Γιατί άραγε; Τι φταίει; Μήπως ο σπόρος δεν είναι καλός; Ή ο τρόπος πού γίνεται ή σπορά δεν είναι ο κατάλληλος; Μή­πως ακόμα φταίει το έδαφος πάνω στο όποιο πέφτει;
Ας εξετάσουμε προσεκτικά τις διάφορες περιπτώσεις για νά δούμε πότε και πώς ο λόγος του Θεού, θα έχει μέσα μας και γύρω μας μεγάλη καρποφορία.
Και πρώτα-πρώτα ας δούμε μήπως φταίει ο σπόρος. Δηλαδή αν ο σπό­ρος είναι καλός. Αν ο λόγος του Θεού είναι πράγματι γνήσιος και αληθινός. Γιατί το κήρυγμα του λόγου του Θεού είναι διάλογος πού αναμοχλεύει τις καρδιές. Δεν είναι λόγια ωραία, για νά άρέοη κανείς στο ακροατήριο. Ούτε πάλι είναι επίδειξη γνώσεων εγκυκλοπαιδικών και ίστοριούλες με ανέκδοτα πού είναι ευχάριστα στα αυτιά των ανθρώπων.
Ό απόστολος Παύλος γράφει προ­φητικά στον μαθητή του Τιμόθεο γι’ αύτη την εκτροπή: «Θα έρθει καιρός που δεν θα ανέχονται την ορθή διδα­σκαλία οι άνθρωποι, αλλά σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, θα διαλέγουν ένα σωρό δασκάλους, πού θα τους γαργαλίζουν ευχάριστα την ακοή τους με τις ψευτοδιδασκαλίες τους. Και έτσι θα τούς αποστρέψουν από την αλήθεια και θα τούς στρέψουν την προσοχή στα παραμύθια» (Β’ Τιμ. δ’ 3,4).
Όλα αυτά πού αναφέρει ο Από­στολος τού Χριστού, δείχνουν ότι οι ψευτοδιδάσκαλοι χρησιμοποιούν σά­πιο σπόρο, πού δεν είναι ο γνήσιος σπόρος, δηλαδή ο ζωντανός λόγος του Θεού.
Στην προς Εβραίους επιστολή έχουμε μία θαυμάσια περιγραφή, για την δραστικότητα πού έχει ο αληθι­νός λόγος του Θεού: «Ζωντανός και δραστήριος είναι ο λόγος του Θεού και πιο κοφτερός από κάθε καλοτροχισμένο δίκοπο μαχαίρι. Είναι ικα­νός νά μπαίνει μέσα σ’ όλη την ύπαρ­ξη τού άνθρωπου, μέχρι πού νά ξεχωρίζει την ψυχή και τα πνευματικά χαρίσματα του άνθρωπου, τις αρθρώ­σεις και το μυαλό του. Και έχει τη δύ­ναμη νά έρευνα και νά κρίνει και τιςπιο αφανείς και κρυφές σκέψεις και έννοιες της καρδίας» (Έ6ρ. δ’ 12).
Το κήρυγμα λοιπόν για νά συναντήσει τον εσωτερικό μας άνθρωπο και για νά χτυπήσει τις χορδές της καρ­διάς μας, για νά έχει ανταπόκριση και καρποφορία πνευματική, πρέπει νά είναι ο ζωντανός λόγος του Θεού.
Εάν ο σπόρος είναι καλός, ας προ­σέξουμε κατόπιν τον τρόπο πού γίνε­ται ή πνευματική σπορά. Γιατί ή καλή σπορά είναι τέχνη, πού δεν μπορεί νά την κάνη κανείς σωστά, αν δεν την ξέρη. Υπάρχουν ορισμένες προϋπο­θέσεις, για νά πετύχει ή σπορά και για νά έχουμε πλούσια καρποφορία. Ό σπόρος είναι ανάγκη νά σπείρεται κατά το ίδιο μέτρο, όχι σε μία θέση πυκνός και σε άλλη αραιός. Ακόμη χρειάζεται νά γνωρίζει κανείς τον τόπο και τα όρια του χωραφιού. Για­τί αν περνά ο δρόμος, δεν πρέπει ο γεωργός νά ρίχνει τον σπόρο με γεμά­το το χέρι του, γιατί ο σπόρος χάνε­ται. Επίσης πριν γίνει ή σπορά χρειά­ζεται νά οργωθεί το χωράφι και νά βγουν οι πέτρες και νά εκριζωθούν τα αγκάθια. Εάν δεν κάνη κανείς αυτή την προεργασία και δεν διάλεξη τον κατάλληλο καιρό για τη σπορά, δεν θα μπόρεση ποτέ νά έχει πλούσια συγ­κομιδή.
Ακόμη όλα τα χωράφια δεν κά­νουν για όλες τις καλλιέργειες. Άλλα χωράφια αποδίδουν, όταν τα σπείρου­με σιτάρι και άλλα όταν σπείρουμε καλαμπόκι.Χρειάζεται λοιπόν πολλή προσο­χή και σύνεση και θείος φωτισμός προκειμένου κανείς νά κάνη σπορά θείου λόγου.Γιατί αν δεν προσέξει τον τρόπο της σποράς και το έδαφος, θα έχει τρομερή αποτυχία.
Εδώ χρειάζεται ή αυτοκριτική των εργατών του Ευαγγελίου, των σποριάδων τού θείου λόγου. Στην αυτοκρι­τική μας αυτή, ας καθρεφτίζουμε τον εαυτό μας, στον μεγάλο Σποριά, τον Κύριο μας και τον απόστολο Παύλο, πού έγινε τέλειος μιμητής του.Τότε θα διαπιστώσουμε πολλά λάθη μας. Ακούμε το κήρυγμα με πνεύμα κριτικής ή με πνεύμα μαθη­τείας;
Ας καθαρίζουμε λοιπόν το εσωτε­ρικό μας από όλα αυτά τα ζιζάνια, ώστε στην καλή και αγαθή γη τής καρδιάς μας νά αποδώσει ο λόγος του Θεού «καρπόν έκατονταπλασίονα».

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2008


Η Ορθόδοξη «σεξουαλική αγωγή»


(Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνού)


Επίμονα προβάλλεται σήμερα η ανάγκη για «σεξουαλική αγωγή» των παιδιών μας, στο πλαίσιο μάλιστα της σχολικής τους παιδείας. Όπως σε πολλούς άλλους τομείς της ζωής μας μάθαμε να ακολουθούμε τυφλά την «πολιτισμένη» Δύση, έτσι και στο θέμα αυτό. Ο φόβος μας είναι πάντα να μην υστερήσουμε απέναντί της. Γι’ αυτό αντιγράφουμε πάντα πρόθυμα τον προβληματισμό και τις μεθόδους της.

Επόμενο, λοιπόν, να θεωρούμε απαραίτητο ο «διαφωτισμός» να προχωρήσει και στην προβληματολογία του «γενετησίου ενστίκτου». Βέβαια, το τι διδάσκει η Δύση σχετικά με το ζήτημα αυτό, δεν φαίνεται να θεωρείται πρωταρχικής σημασίας.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Δύση – και μεις μαζί της, αφού είμαστε κομμάτι της – κλυδωνίζεται σε μια λαίλαπα πανσεξουαλισμού. Ο «φροϋδισμός» έχει καταστεί κυρίαρχη ιδεολογία στην εποχή μας. Η προτεραιότητα δίνεται στο σεξουαλικό ένστικτο και στην κτηνώδη ορμή. Το ανθρώπινο σώμα κατήντησε υποτιμημένη αξία και αντικείμενο-όργανο ηδονής. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα διαμορφώνεται το περιεχόμενο της «σεξουαλικής» διαφώτισης του ευρωπαίου ανθρώπου.

Έρχεται όμως από τα βάθη των αιώνων η φωνή του ουρανοβάμονα και θεόπτη Απ. Παύλου να μας παρουσιάσει την «σεξουαλική αγωγή», όπως (πρέπει να) διδάσκεται στο Σώμα του Χριστού, στο «σχολείο» της Εκκλησίας.


Παραθέτουμε το σχετικό κείμενό του:Το σώμα, ναός του Αγίου Πνεύματος


(Α’ Κορ. 6:12-20)

Αδελφοί, πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ου πάντα συμφέρει• πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινος. Τα βρώματα τη κοιλία, και η κοιλία τοις βρώμασιν• ο δε Θεός και ταύτην και ταύτα καταργήσει. Το δε σώμα ου τη πορνεία, αλλά τω Κυρίω, και ο Κύριος τω σώματι• ο δε Θεός και τον Κύριον ήγειρε και ημάς εξεργεί δια της δυνάμεως αυτού. Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστιν; Άρας ουν τα μέλη του Χριστού ποιήσω πόρνης μέλη; Μη γένοιτο! Ή ουκ οίδατε ότι ο κολλώμενος τη πόρνη εν σώμα εστιν; «Έσονται» γαρ, φησίν, «οι δύο εις σάρκα μίαν». Ο δε κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμά εστι. Φεύγετε την πορνείαν. Παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματος εστιν, ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει. Ή ουκ οίδατε ότι σώμα υμών ναός του εν υμίν Αγίου Πνεύματος εστιν, ου έχετε από Θεού, και ουκ εστέ εαυτών; Ηγοράσθητε γαρ τιμής. Δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινά εστι του Θεού.


(Μετάφραση: Όλα μου επιτρέπονται, αλλά δεν συμφέρουν όλα. Όλα μου επιτρέπονται, αλλά εγώ δεν θα αφήσω τον εαυτό μου να εξουσιασθεί από τίποτα. Τα φαγητά είναι για την κοιλιά, και η κοιλιά για τα φαγητά• ο Θεός θα καταργήσει και αυτήν και εκείνα. Αλλά το σώμα δεν είναι για την πορνεία• είναι για τον Κύριο και ο Κύριος για το σώμα. Ο δε Θεός και τον Κύριο ανέστησε και εμάς θα αναστήσει δια της δυνάμεως Του. Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του Χριστού; Να πάρω λοιπόν τα μέλη του Χριστού και να τα κάνω μέλη πόρνης; Μη γένοιτο. Δεν ξέρετε ότι εκείνος που προσκολλάται στην πόρνη είναι ένα σώμα μ’ αυτήν; Γιατί θα γίνουν, λέγει, οι δύο μία σάρκα. Εκείνος δε που προσκολλάται στον Κύριο είναι ένα πνεύμα μ’ Αυτόν. Αποφεύγετε την πορνεία. Κάθε άλλο αμάρτημα που κάνει ο άνθρωπος είναι έξω από το σώμα, εκείνος όμως που πορνεύει, αμαρτάνει προς το ίδιο του το σώμα. Ή δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που είναι μέσα σας και το οποίο έχετε από το Θεό, κι ότι δεν ανήκετε στους εαυτούς σας; Έχετε αγορασθεί αντί τιμήματος. Δοξάστε λοιπόν το Θεό με το σώμα σας και το πνεύμα σας, τα οποία ανήκουν στο Θεό.)


Η ρίζα του προβλήματοςΗ απάντηση του Παύλου αρχίζει περίεργα, αλλ’ όχι ανεξήγητα, από την κοιλιοδουλεία. Γιατί οι «σαρκικές επαναστάσεις» έχουν ως βασική τους αιτία την γαστριμαργία. Από αυτήν γεννιέται το πάθος της πορνείας.

Και ως «πορνεία» νοεί ο Απόστολος, και μαζί του οι Άγιοι Πατέρες μας, όχι φυσικά μόνο τη σαρκική σχέση με κάποια πόρνη, αλλά κάθε χρήση του γενετησίου ενστίκτου για σκοπούς έξω από το θέλημα του Θεού, που είναι η δημιουργία οικογένειας. «Το σώμα του Χριστιανού δεν επλάσθη δια να τρυφά και εκ της τρυφής να πίπτη εις την πορνείαν, αλλ’ επλάσθη δια να ενωθή με τον Κύριον, Ος τις είναι η κεφαλή του» (άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης).

Η νηστεία και η χαλιναγώγηση του σώματος, ουσιαστικά στοιχεία της Ορθόδοξης ασκητικής, αυτόν ακριβώς τον στόχο έχουν: να αποφευχθεί η «θεοποίηση» της κοιλίας (Φιλιππ. 3:19), ώστε να μην υποθάλπωνται τα σαρκικά πάθη, που έχουν ως κύρια αιτία την ευζωία και κοιλιοδουλεία/ «Τι δε σαρκός ευπαθούσης, και νεότητι περιφερομένης, αφρονέστερον;» - θα πει ο Μ. Βασίλειος.Η διδασκαλία του Απ. Παύλου διαρθρώνεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:α’) Πόσοι δεν βλέπουν το σώμα τους ως όργανο ηδονής;

Όχι, λέγει ο Παύλος. Το σώμα είναι δημιούργημα του Θεού και δεν πλάσθηκε για τις πορνικές σχέσεις, αλλά για να θεωθεί μαζί με την ψυχή, που είναι άρρηκτα δεμένη μαζί του. Θα αναστηθεί μαζί με την ψυχή, για να ζήσει αιώνια, ή στη «δόξα» του Θεού ή στην θέασή της ως «καυστικού πυρός» (πρβλ. Εβρ. 12:29), που είναι η κόλαση. Γι’ αυτό δέχεται το σώμα μας τη χάρη του Θεού, ώστε να μεταβάλλεται σε «ναό του εν ημίν Αγίου Πνεύματος» αφού βέβαια καθαρισθεί πρώτα από τα πάθη του ο άνθρωπος.

Πορεία δόξας είναι η ζωή του πιστού μέσα στο Σώμα του Χριστού. Να, λοιπόν, γιατί είναι πτώση και συντριβή η (οποιαδήποτε) πορνεία. Εκτροχιάζει το σώμα μας, αλλά και όλο τον άνθρωπο από τον αιώνιο προορισμό του.β’) Τα σώματά μας με το βάπτισμα γίνονται μέλη του Χριστού. Όταν λοιπόν χρησιμοποιούμε τα μέλη του σώματός μας, για να διαπράξουμε οποιοδήποτε κακό, χρησιμοποιούμε μέλη του Χριστού για τη διάπραξη της αμαρτίας μας. Έτσι, κάνουμε τα «μέλη του Χριστού» να αμαρτάνουν. Υπάρχει χειρότερο και φοβερότερο από αυτό; Αν λ.χ. φονεύσω κάποιον, με το χέρι του Χριστού τον φονεύω.

Όταν βρίζω κάποιον, με το στόμα του Χριστού τον βρίζω. Όταν αδικών τους γύρω μου, με το χέρι του Χριστού τους αδικώ. Και όταν πορνεύω, με τα μέλη του Χριστού πορνεύω. Αυτή είναι η τραγικότητα και αφροσύνη της «πορνείας»! Αποσπώ τα μέλη μου από το σώμα του Χριστού και τα καταδικάζω σε θάνατο, καθιστώντας τα όργανα της αμαρτίας μου.

Μέσα στον αληθινά εκκλησιαστικό γάμο, με το μυστήριο , την πίστη και τη σωφροσύνη του, το ζευγάρι εντάσσει στη χάρη του Θεού και τη σωματική του σχέση, που γίνεται «δια της τεκνογονίας» μέσο σωτηρίας.

Έξω από το μυστήριο και τη χάρη του Θεού (και αυτό συμβαίνει σε κάθε άλλο είδος «γάμου») η σωματική σχέση παύει να είναι κοινωνία εν Χριστώ και γίνεται σχέση σαρκική, δηλαδή πορνεία, αποκοπή από το Σώμα του Χριστού, θάνατος.γ’) Η ουσία της «πορνείας» παρουσιάζεται από τον Απόστολο και από μια άλλη οπτική γωνία.

«Δικό μου είναι το σώμα και το κάνω ό,τι θέλω»! Αυτή είναι η πρόχειρη επιχειρηματολογία μας. Όχι, απαντά ο Παύλος. Δεν είναι δικό σας τίποτε, συνεπώς ούτε και το σώμα σας. Δεν ανήκετε στον εαυτό σας. Και ως δημιουργήματα του Θεού, αλλά και για ένα εξ ίσου σπουδαίο λόγο. Σας εξαγόρασε ο Χριστός με ατίμητο τίμημα, το πανάγιο αίμα Του.

Είμαστε «εξαγορασμένοι σκλάβοι», κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Δεν είναι δικά μας, λοιπόν τα σώματά μας, αλλά του Χριστού. Περισσότερο δε από κάθε άλλη αμαρτία η πορνεία μολύνει όλο μας το σώμα, σαρκικά και πνευματικά, και ισοδυναμεί με αυτοκτονία.Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, γιατί με τόση αγωνία φωνάζει ο Παύλος; Φεύγετε (τρέξτε να σωθείτε από) την πορνεία!

Τη βλέπει να καταδιώκει απειλητικά τον άνθρωπο: Καμμιά αμαρτία δεν μας κυνηγά τόσο, όσο η σαρκική, γιατί είναι ριζωμένη μέσα μας. Παρατηρεί ο Άγ. Γρηγόριος Νύσσης: «... Όταν μορφή πορνική τοξεύη, νώτα διδόναι (να τρέπεσαι σε φυγή)... Κατατοξεύει γαρ κατ’ οφθαλμών η πορνεία, έστι δε των άλλων πονηρευμάτων φοβερώτερον»!Αναγκαία προϋπόθεσηΓίνεται, λοιπόν, φανερό, ότι η «σεξουαλική αγωγή» στο χώρο της Ορθοδοξίας δεν είναι παρά θεολογία του ανθρώπινου σώματος, μέρος της Ορθόδοξης ανθρωπολογίας.

Δεν πρόκειται, συνεπώς, για μια «επιστημονική» ανάλυση και περιγραφή της σωματικής λειτουργίας ή για ηθικοκοινωνική καθοδήγηση, αλλά για θεώρηση του ανθρώπου μέσα από το πρίσμα της θείας αποκαλύψεως.

Μια τέτοια αντίληψη, άρα, για τον άνθρωπο και το σώμα του δεν «διδάσκεται» θεωρητικά, ούτε, πολύ περισσότερο, επιβάλλεται! Εμπνέεται μονάχα στα πλαίσια της εν Χριστώ ζωής και του πνευματικού αγώνα της Ορθοδοξίας.

Ο Χριστιανός νέος μαθαίνει κοντά στον Γέροντα-Πνευματικό του να ζει εν Χριστώ, με προσευχή και άσκηση, αγώνα και εγκράτεια, γνωρίζοντας ότι ο στόχος του είναι ο εν Χριστώ δοξασμός του σώματος και της ψυχής του.

Αν δεν ισχύει η προϋπόθεση αυτή, δεν είναι περίεργο η διδασκαλία του Απ. Παύλου να απορρίπτεται σαν μύθος.

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008


Η σχέση μας με τον πνευματικό μας πατέρα.


Πολύ συχνά ακούμε μέσα στους κύκλους της Εκκλησίας να μιλούν οι πιστοί για τον πνευματικό τους πατέρα. Ο καθένας έχει μια ιστορία να πει για τον δικό του πνευματικό, τις περισσότερες φορές μάλιστα με τέτοιο τρόπο που σου δίνει να καταλάβεις πως δεν υπάρχει καλύτερος πνευματικός από τον δικό του. Τελικά, όμως, μήπως υπερεκτιμάμε τον πνευματικό μας ή μήπως δεν καταλαβαίνουμε την πραγματική του αξία; Ποια είναι η σχέση μας μαζί του ή ποια πρέπει να είναι η σχέση μας μαζί του; Κάποιος μεγάλος γέροντας κάποτε, όταν τον ρώτησα να μου πει πως να βρω τον κατάλληλο πνευματικό μου απάντησε : «Παιδί μου, ο γνήσιος πνευματικός πατέρας δεν είναι δύσκολο να φανεί όταν έχεις τα μάτια της ψυχής σου ανοικτά και ποθείς μ’ όλη σου την καρδιά να τον αποκτήσεις. Γιατί αμέσως θα νιώσεις μέσα σου την δύναμη της προσευχή του και την θέρμη της αγάπης του. Ο γνήσιος πνευματικός πατέρας ξέρει ν’ αγαπά αληθινά και ν’ αγκαλιάζει με πατρική στοργή κάθε άνθρωπο που τον πλησιάζει και του ζητά την βοήθειά του. Ποτέ δεν θυμώνει ότι κι αν του πουν, ούτε μαλώνει αλλά με όμορφα λόγια προσπαθεί να διδάξει την αλήθεια και να σωφρονίσει εκείνον που αμαρτάνει. Πολλές φορές μάλιστα υποφέρει μπροστά στην αμαρτία των ανθρώπων και στην σκληρότητα της καρδιάς τους απέναντι στο Θεό. Αλλά υπομένει, επιμένει, αγρυπνεί, δακρύζει, ταπεινώνεται μπροστά στον άλλον για να μπορέσει να τον τραβήξει εκεί που θέλει, στο δρόμο του Θεού, μακριά από την αμαρτία. Περιμένει, αγωνιά, διακονεί, παρακαλεί, διδάσκει, συγχωρεί και θυσιάζεται πάντα με την ελπίδα του στο άπειρο έλεος του Θεού ότι θα μαλακώσει και αυτή η καρδιά και θα την τραβήξει κοντά Του. Παιδί μου, δυστυχώς, σήμερα σπανίζουν τέτοιοι πνευματικοί οδηγοί. Γιατί για να έχει κάποιος όλα αυτά τα χαρακτηριστικά θα πρέπει να έχει νικήσει πρώτα τον εαυτό του και τα πάθη του. Γι’ αυτό να ερευνήσεις πολύ προτού κατασταλάξεις σ’ έναν πνευματικό. Πρόσεξε όμως γιατί αυτού του είδους οι πνευματικοί κρύβονται και είναι δύσκολο να τους καταλάβεις. Πόσοι τους είχαν μπροστά τους αλλά δεν θέλανε να δουν και να καταλάβουν και ενώ ήταν πνευματικά διαμάντια τους θεωρούσαν κοινούς ανθρώπους και τους κατηγορούσαν κιόλας. Πρόσεξε, παιδί μου, κι αν βρεις κάποτε τέτοιο πνευματικό ποτέ να μην τον αποχωριστείς και να προσεύχεσαι για εκείνον να τον φυλάει ο Θεός γιατί διαμέσου εκείνου θα φυλάει και σένα». Προβληματίστηκα από τα τελευταία λόγια του γέροντα και με κάποια αφέλεια και απορία τον ρώτησα πως γίνεται να έχεις τέτοιο πνευματικό και να τον κατηγορείς; Πως πρέπει να του συμπεριφέρεσαι τελικά ή μάλλον πως πρέπει να είναι το πνευματικό παιδί απέναντί του; Ο γέροντας αναστέναξε και μετά από λίγα λεπτά μου είπε με λυπημένο ύφος : «Παιδί μου, δυστυχώς, αυτοί οι πνευματικοί δέχονται μεγάλες στενοχώριες από μερικούς ανθρώπους γιατί δεν τους καταλαβαίνουν. Είναι ελάχιστοι εκείνοι που τους ευχαριστούν ή και κανένας. Γιατί να ξέρεις, παιδί μου, την μεγαλοσύνη του μεγάλου οι πολλοί την ανέχονται, οι λίγοι την δέχονται κι ελάχιστοι την καταλαβαίνουν. Γνώρισα, λοιπόν, ανθρώπους που θεωρούσαν τον εαυτό τους ανώτερο από τον πνευματικό τους! Και κάθε ένας γίνεται έτσι όταν δεν υπακούει στον πνευματικό του. Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης λέει χαρακτηριστικά : «Εκείνος, όστις διαφωνεί μετά του πνευματικού και διορθοί αυτόν, θέτει εαυτόν υψηλότερον του τελευταίου και παύει πλέον να είναι μαθητής...». Πως λοιπόν, αν έχουμε έναν τέτοιο γνήσιο πνευματικό τολμούμε πολλές φορές να τον κρίνουμε ή να τον αμφισβητήσουμε; Παιδί μου, όταν φτάνουμε σε αυτό το σημείο είναι προτιμότερο να αλλάζουμε πνευματικό γιατί πλέον δεν ωφελούμαστε από αυτόν. Κάνουμε κακό και στον εαυτό μας και εκείνον στενοχωρούμε. Αν το πνευματικό παιδί δεν υπακούει αλλά αμφισβητεί, πιέζει, ζηλεύει και ελέγχει τον πνευματικό του τότε πια ωφέλεια θα μπορέσει να δει στη πνευματική ζωή του; Ο γέροντας Παΐσιος λέει πολύ όμορφα στις επιστολές του : «...να καταλάβεις ότι ο γέροντάς σου φέρει την δική σου ευθύνη και ότι φροντίζει αυτός για την σωτηρία σου και ό,τι κάνει το κάνει για το καλό σου και όχι να σε βασανίζει...». Ποιο το κέρδος αν δεν δεχόμαστε τις συμβουλές του, τις παρακλήσεις του ή και τις επιπλήξεις του; Μήπως, εμείς γνωρίζουμε περισσότερα για τη σωτηρία μας και το καλό μας; Μα τότε δεν τον έχουμε ανάγκη γιατί να τον ταλαιπωρούμε με τις αντιδράσεις μας! Γι’ αυτό παιδί μου στη σχέση πνευματικού με το πνευματικοπαίδι πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή και να προσπαθούμε να κρατάμε αυτή τη σχέση στη ισορροπία που της αρμόζει. Θα πρέπει να είναι μια αγιοπνευματική σχέση, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, χωρίς εμπάθειες και προσωπολατρίες ή συναισθηματισμούς. Χρειάζεται πολλή προσοχή και διάκριση. Όχι μπροστά στον πνευματικό μας, όταν είναι καλά τα πράγματα, να του μιλάμε όμορφα και να τον ανεβάζουμε στα ουράνια και με το πρώτο πρόβλημα να ξεσπάμε σ’ αυτόν και να τον κατηγορούμε. Πολλοί άνθρωποι αγαπούν τον πνευματικό τους τόσο όσο τον έχουν ανάγκη. Μόλις βοηθηθούν και πατήσουν στα πόδια τους μπορεί και να τον ξεχάσουν κιόλας. Αυτό, όμως είναι αχαριστία και ανειλικρίνεια. Ούτε πάλι να φτάνουμε στο σημείο να θέλουμε τον πνευματικό κτήμα μας και ν’ ασχολείται μόνο μαζί μας. Πάνω από όλα είναι ιερέας του Υψίστου και δεν ανήκει σε κανέναν παρά μόνο σ’ Εκείνον. Το γνήσιο πνευματικό παιδί, όμως, θα φανεί ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα γιατί απλούστατα θα μοιάζει του πατέρα του. Γιατί είναι υπάκουο, υποχωρεί, υπομένει, δίνεται, αγαπά, προσεύχεται, ταπεινώνεται, διακρίνει, συγχωρεί, ευχαριστεί, θυσιάζεται, ξεχνά, απωθεί το κακό, ελκύει το καλό, ξέρει πότε να μιλά και πότε να σιωπά. Με λίγα λόγια μιμείται τις αρετές του πνευματικού του πατέρα...». Αυτά τα λόγια του γέροντα χαράκτηκαν μέσα μου και με περισσότερη θέρμη αναζητούσα τον πνευματικό εκείνο που θα ταίριαζε στην περιγραφή του. Εδώ και μερικά χρόνια με αξίωσε ο Θεός και βρήκα πνευματικό, όπως ακριβώς μου τον είχε υποδείξει εκείνος ο άγιος γέροντας. Τώρα το μόνο που μένει και προσπαθώ είναι να γίνω και ‘γω το πνευματικό παιδί που μου περιέγραψε. Ας συλλογιστούμε όλοι τη σχέση μας με τον πνευματικό μας. Είναι μια αληθινή σχέση αγάπης χωρίς εμπάθειες και προσκολλήσεις; Μήπως εμείς φταίμε που τελικά δεν προχωράμε πνευματικά και όχι εκείνος; Και αν δεν καταλήξουμε σ’ αυτό το συμπέρασμα τουλάχιστον ας μην τον ταλαιπωρούμε αλλά ας αλλάξουμε πνευματικό ψάχνοντας εκείνον που είναι στα «μέτρα» μας. Γιατί ο κάθε πνευματικός κουβαλάει μαζί με το σταυρό του και καθένα από εμάς και φέρει την ευθύνη της σωτηρίας μας. Ας μην του κάνουμε πιο βαρύ το φορτίο. Ας πάρουμε την απόφαση ν’ ανέβουμε στο δικό μας σταυρό και να μείνουμε εκεί.


Μοναχός Αγαθάγγελος

Άγιον Όρος

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008


ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ: Β' ΛΟΥΚΑ


ΣΠΛΑΓΧΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΜΠΟΝΕΤΙΚΟΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ


«Γίνεσθε ούν οίκτίρμονες, καθώς και ό πατήρ υμών οίκτίρμων έστί».


Ή σπλαχνικότητα και ή συμπά­θεια σε όλους τους ανθρώπους μας κάνει νά μοιάζουμε με τον Ουράνιο Πατέρα μας τον Θεό. Δεν μπορούμε βέβαια νά γίνουμε όμοιοι στην ουσία με τον Θεό, σημειώνει ο μέγας Αθα­νάσιος. Όμως, όταν γινόμαστε σπλα­χνικοί και προοδεύουμε στην αρετή μιμούμεθα τον Θεό.Και ο Κύριος μας στην σημερινή περικοπή δεν μας διατάζει νά γίνου­με σοφοί, όπως ο Θεός πού είναι πάνσοφος. Ούτε πάλι μας λέει νά γίνου­με δυνατοί σαν τον Θεό, πού είναι παντοδύναμος.
'Αλλά μάς προτρέπει νά γίνουμε «οικτίρμονες», δηλαδή νά έχουμε καλοσύνη και συμπάθεια ακόμα και στους κακούς και πονηρούς ανθρώ­πους, όπως ο Ουράνιος Πατέρας μας.Το ζήτημα είναι νά συνειδητο­ποιήσουμε πότε είμαστε «οικτίρμονες» στην πράξη και στην καθημερι­νή ζωή και πότε είμαστε «ανοικτίρμονες».Δεν είμαστε «οικτίρμονες», όταν κατακρίνουμε τούς αδελφούς μας. Όταν είμαστε σκληροί και αυστηροί στους άλλους, όπως ο δούλος εκείνος τής Παραβολής πού του χάρισε ο Κύριος του μύρια τάλαντα. Ενώ εκεί­νος έβαλε στη φυλακή τον σύνδουλό του για 100 δηνάρια.
Οι άγιοι Πατέρες τής Εκκλησίας μας ήταν αυστηροί στον εαυτό τους και επιεικείς στους άλλους. Εμείς δυστυχώς είμαστε επιεικείς στον εαυ­τό μας και αυστηροί ατούς άλλους. Γι' αυτό και παρουσιάζεται το φαινόμε­νο νά μη συγχωρούμε εύκολα και γρή­γορα τα σφάλματα των άλλων, ενώ στον εαυτό μας όλα τα συγχωρούμε.Αυτή ή νοοτροπία έχει σαν απο­τέλεσμα νά μην έχουμε «σπλάγχνα οικτιρμών προς πάντας». Σε μερικούς φίλους και συγγενείς, δείχνουμε συ­μπάθεια και τούς ελεούμε. 'Αλλά όμως σε άλλους, πού δεν τούς συμπα­θούμε, δεν κάνουμε έλεος.
Ό Μέγας Βασίλειος γράφει χαρακτηριστικά: «Ελέησες τον αδελφό σον: Τότε θα σε ελεήσει και σένα ο Θεός. Δεν τον ελέησες; Ούτε και σένα θα ελεήσει τότε ο Θεός».Εκείνος πού κατακρίνει δεν κά­νει έλεος στον αδελφό του πού φταίει. Γι' αυτό και τελικά θα κατακριθεί από τον Θεό.Δεν είμαστε «οικτίρμονες», όταν δεν έχουμε κατανόηση για τούς αδελ­φούς μας.
Όταν είμαστε γεμάτοι απαιτήσεις από τούς ανθρώπους του σπιτιού μας και μες δεν είμαστε εντά­ξει στις υποχρεώσεις μας. Όταν δυ­σανασχετούμε και νευριάζουμε μπρο­στά στα σφάλματα των άλλων, ενώ δικαιολογούμε όλα τα δικά μας.
Όταν κατηγορούμε τούς πάντες και τα πάντα για ατέλειες με λόγια σκλη­ρά. Όταν την κακοδαιμονία και την έλλειψη συνεννοήσεως στο σύγχρονο κόσμο την ρίχνουμε στην κακότητα όλων των άλλων, βγάζοντας έξω τον εαυτό μας. Δεν είμαστε ακόμη «οικτίρμονες», όταν κάνουμε μία καλοσύνη, άλλά την κάνουμε με σκληρότητα και με ελε­γκτική διάθεση.
Μετά από όλες αυτές τις αρνητι­κές καταστάσεις, ας δούμε θετικά πότε είμαστε πράγματι «οικτίρμονες» στους αδελφούς μας.Είμαστε οικτίρμονες όταν μοιά­ζουμε στον Κύριο μας, πού είναι «οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος».Όταν συμπονούμε εκείνους πού αδικούνται και καταδυναστεύονται.Όταν είμαστε μακρόθυμοι και δεν παραδίδουμε τους αδελφούς μας πού αμαρτάνουν σε σκληρές τιμωρίες.
Όταν αγαπάμε με τον τρόπο πού θέλει ο Θεός. Ό Θεοδώρητος θαυμά­ζει, την άβυσσο τής θείας άγαθότη-τος, το αμέτρητο έλεος του Θεού και το πέλαγος τής φιλανθρωπίας Του.Αν είμαστε λοιπόν παιδιά του αληθινού Θεού, πού έχει αυτά τα χα­ρακτηριστικά, ας φροντίσουμε και μείς νά τα αποκτήσουμε σε κάποιο βαθμό.
Είμαστε «οικτίρμονες», όταν έχουμε φιλανθρωπία, έλεος, αγαθό­τητα και χρηστότητα. Γιατί ή αγάπη ή θεϊκή «χρηστεύεται». Δηλαδή είναι ευεργετική στους άλλους. Όποιος αληθινά αγαπάει είναι εξυπηρετικός και ωφέλιμος στους άλλους, σε όλους ανεξαιρέτως τούς ανθρώπους.
Είμαστε «οικτίρμονες», όταν έχουμε μία αγάπη ταπεινή. «Ή αγά­πη ού περπερεύεται, ού φυσιούται», τονίζει ο απόστολος Παύλος στον ύμνο τής αγάπης. Δηλαδή ο άνθρω­πος τής αληθινής αγάπης είναι σε­μνός, ταπεινός, δεν αυθαδιάζει. Όταν π.χ. οδηγεί αυτοκίνητο δεν βρίζει τον άλλο οδηγό πού έκανε λά­θος στην όδήγησή του. Τον αντιμε­τωπίζει με καλοσύνη, με συγκατάβα­ση με δύο λόγια προσευχής.Τέλος είμαστε «οικτίρμονες», όταν ή αγάπη μας «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Ανέχεται τις αδυναμίες των άλλων. Και όταν βλέπει παρε­κτροπές ελπίζει ότι το πρόσωπο αυτό θα διορθωθεί. Πιστεύει ότι με τη χάρη τού Χριστού μπορεί νά μεταμορφωθεί και ο πιο δύσκολος άνθρωπος. Γι' αυτό και όλα τα υπομένει με την βοή­θεια του Εσταυρωμένου.