Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008


ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΙΟΥΝΙΟΥ:ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΣ

«Σύ εί ό Χριστός ό υιός του Θεού του ζώντος».

1. Αν έχουν τά έθνη τους ήρωες τους και οι πόλεις τους ευεργέτες τους, έχει και ή Εκκλησία του Χρίστου τους ήρωες τους δικούς της.Ήρωες της πίστεως, της αύταπαρνήσεως, της αρετής και άγιότητος.Τά ονόματα τους είναι σύμβολα.
Το μεγαλείο τους ουράνιο.
Νά σήμερα δυο άπό αυτούς. Δύο φωστήρες ολόλαμπροι. Δύο μάρτυ¬ρες της πίστεως. Δύο γίγαντες τής αρετής. Δύο στύλοι τής Εκκλησίας. Δύο διδάσκαλοι τής Οικουμένης. Δύο απόστολοι του Κυρίου. Οι κο¬ρυφαίοι. Οι πρώτοι: Ό Πέτρος και ο Παύλος.
2. Ό απόστολος Πέτρος, ή πέτρα τής πίστεως. Όταν τον κάλεσε ο Κύριος, αμέσως τον ακολούθησε, άφησε πλοία και δίχτυα και τά πάντα.
Και όταν ο θείος Διδάσκαλος, όπως αναφέρει το σημερινό ευαγγελικό κείμενο, ζήτησε νά του πουν οι μα-
θηταί του ποιά ιδέα έχουν γι' αυτόν «υμείς δέ τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος πρώτος και σαν εκπρόσωπος των άλλων ομολόγησε: «Σύ εί ό Χριστός ό υιός του Θεού του ζώντος».
Γνωρίζουμε τον κλονισμό, πού αργότερα δοκίμασε ή πίστη του.
Έπεσε ο Πέτρος, αρνήθηκε τον δι¬δάσκαλο του. Σηκώθηκε όμως με δά¬κρυα καυτά και στερεώθηκε στήν ψυχή του ακόμα περισσότερο ή πί¬στη.
Έζησε κατόπιν, εργάσθηκε, έκοπίασε, υπέφερε, πέθανε για τον Χριστό ο μακάριος Πέτρος με θά¬νατο μαρτυρικό.
Και είναι για όλους μας παρά¬δειγμα μεγάλο. Και μεις δοκιμάζου¬με ταλαντεύσεις, δοκιμάζεται συχνά ή πίστη μας. Ας είναι όμως ή ανόρ¬θωση του και ή σταθερή μετά πορεία του έμπνευση και δρομοδείκτης στη ζωή μας με τις δυσκολίες, τά εμπό¬δια της, τά τόσο υλιστικά της κηρύ¬γματα πού γύρω μας ακούγονται.
Ό άνθρωπος είχε ανάγκη άπό την πίστη, όχι μόνο όταν πήγαινε με τις καμήλες και τά υποζύγια. Και σήμερα πού ταξιδεύει με τά διαστημόπλοια έχει ανάγκη τον πολύτιμο αυτό θησαυρό. Και ίσως σήμερα, στον αιώνα των κατακτήσεων, έχει περισσότερο ανάγκη άπό το θείο δώρο τής πίστεως. Στον 21ο αιώνα πρέπει νά σαλπίσουμε προς όλες τις κατευθύνσεις: «Σύ εί ό Χριστός ό υιός του Θεού του ζώντος».
3. Ό απόστολος Παύλος είναι ο αγιότερος των ηρώων.
Ό θείος, ο ουρανοβάμων Απόστολος. Ό Απόστολος τής αγάπης, τής αυταπαρνήσεως, τής αυτοθυσίας. Διέτρεξε Ανατολή και Δύση για το κήρυγμα τοϋ Ευαγγελίου. Για νά φωτίσει την οικουμένη, νά αναγέννηση ανθρώπους, νά στηρίξει, νά καθοδήγηση και νά έμπνευση, νά διδάξει και νουθέτηση, νά παρακάλεση και επιπλήξει.
Ποια χώρα δεν άκουσε το κήρυγμα του; Ποία πόλη δεν δέχθηκε τους μαθητές του; Ποία γενιά δια μέσου των αιώνων δεν φωτίστηκε άπό τά ρήματα του θείου Παύλου;
Ήταν ο ακαταπόνητος, ο πιο ριψοκίνδυνος και μαρτυρικός Απόστολος.
Τι δοκίμασε! Τι κατατρεγμούς, τι διωγμούς, τι συκοφαντίες, τι κόπους και στερήσεις και ταλαιπωρίες, τι αντιδράσεις και πολέμους και θανάτους καθημερινώς στο αποστολικό του έργο!
Τά περιγράφει ο ίδιος στη σημερινή αποστολική του περικοπή, όπου απαριθμεί κόπους, πληγές, φυλακίσεις, ραβδισμούς, λιθοβολισμούς, οδοιπορίες, ναυάγια, στερήσεις και αγρυπνίες. Δείλιασε σ' όλα αυτά; Παραπονέθηκε; Όχι. Τά δέχθηκε με χαρά. Τά υπέμεινε με αδάμαστη καρτερία. Θυσίαζε πάντοτε τον εαυτό του στο άγιο έργο του. Πέθανε τέλος και αυτός, όπως και ο απόστολος Πέτρος, με μαρτυρικό θάνατο.
Στη σημερινή του γιορτή θα πρέπει αντί για άλλο ύμνο, νά σκεφθούμε πόσες φορές εμείς δειλιάζουμε, υποχωρούμε, καμπτόμαστε, όχι εμπρός σε μαρτύρια και σε διωγμούς, σε ραβδισμούς και φυλακίσεις, μα σε πράγματα και ζητήματα πολύ μικρότερα, τελείως μηδαμινά. Εμπρός σε μία ειρωνεία, σε κάποιον χλευασμό υποστέλλουμε τη σημαία μας. Εμπρός σε μία δυσκολία συμβιβαζόμαστε με το κακό.
4. Ας ταράζει λίγο τά λιμνάζοντα νερά τής ψυχής μας το φωτεινό παράδειγμα τού κορυφαίου αποστόλου Παύλου. Ας μάς βοηθήσει νά αναθεωρήσουμε τη στάση μας, την καθημερινή πορεία τής ζωής μας δείχνοντας παντού και πάντοτε έμμονη στις αρχές μας. Σταθερότητα και άκαμπτο φρόνημα, ότι κι αν μάς κοστίσει τούτη ή στάση μας.
Ή πορεία τής πίστεως και ή ζωή τής αυταπαρνήσεως είναι ή πορεία πού πρέπει νά βαδίσουμε όσοι θέλουμε νά ακολουθήσουμε τά ίχνη του Πέτρου και του Παύλου, των δύο κορυφαίων Αποστόλων του Σωτήρος Χριστού πού αγάπησαν με όλη την ψυχή τους τον λατρευτό Κύριο τους και θυσιάστηκαν ολοπρόθυμα γι' Αυτόν.

Τετάρτη 25 Ιουνίου 2008


Πέτρου & Παύλου των πρωτοκορυφαίων 29 Ιουνίου 2008

Οι μεγάλοι ευεργέται

ΚΑΙ ΠΑΛΙ, αγαπητοί μου, ή αγία μας Εκκλησία εορτάζει και πανηγυρίζει την εορτή των κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για αυτούς. είναι άξιοι κάθε ευγνωμοσύνης. Από τότε πού άφησαν την τελευταία τους πνοή έχουν περάσει αιώνες. Μέσα στο μακρό αυτό διάστημα πόσα δεν συνέβησαν, πόσα συστήματα και Ιδέες δεν άλλαξαν! Βασιλείς, αυτοκράτορες, στρατηγοί πέρασαν, και σήμερα τ' όνομα τους έχει λησμονηθεί. Σκόνη έγιναν τα σώματα τους. Όμως του Πέτρου του ψαρά και του Παύλου του σκηνοποιού τα ονόματα εξακολουθούν να συγκινούν τον χριστιανικό κόσμο. Γιατί; Διότι υπήρξαν ευεργέτες όλων.
Ευεργέτες; Ναι, ευεργέτες. Υποθέστε ότι ένας ξένος έρχεται στο μέρος σας, φωνάζει τον πρόεδρο της κοινότητος και του λέει• Επειδή αγάπησα τον τόπο, σας δωρίζω χίλιες λίρες. Όλοι τότε, μικροί και μεγάλοι, θα πουν Μπράβο, μεγάλη ευεργεσία! Θα τον τιμήσουν, θ' ανοίξουν τα σπίτια να τον υποδεχθούν, θα βάλουν τη φωτογραφία του στο γραφείο της κοινότητος, θα τον ανακηρύξουν μεγάλο ευεργέτη τους. Όποιος κάνει το καλό ονομάζεται ευεργέτης. Άλλα οι απόστολοι, θα ρωτήσετε, τι καλό έκαναν στον κόσμο; Προσέφεραν λεπτά ό Πέτρος και ό Παύλος; Πού να τα βρουν! Φτωχός ψαράς ό ένας, φτωχός σκηνοποιός ό άλλος. Λεφτά δεν είχαν, πορτοφόλι δεν είχαν, κτήματα δεν είχαν, σπίτι δεν είχαν. Φτωχοί και οι δυο σαν το Χριστό. Αφού λοιπόν δεν έδωσαν χρήματα, θα πει κάποιος, δεν έκαναν τίποτα σπουδαίο. Λάθος κάνεις, κύριε. Μπορεί να 'χεις του κόσμου τα χρήματα, και καλό να μην κάνης. Δεν κάνει κανείς καλό με τα λεφτά μόνο - όχι! Τα λεφτά, ως επί το πλείστον, είναι κατάρα, χολέρα της ανθρωπότητας. Οι απόστολοι δεν είχαν λεφτά. Αν έψαχνες τον Πέτρο και τον Παύλο, μια δραχμή δεν θα εύρισκες πάνω τους. Είχαν όμως κάτι πού αξίζει παραπάνω από τα λεφτά είχαν την αλήθεια της πίστεως και προσέφεραν τα λόγια του Θεού.
Πολλές φορές ένας καλός λόγος σώζει ένα σπίτι, ενώ μια κακή συμβουλή διαλύει ένα αντρόγυνο. Πολλές φορές ένας καλός λόγος σφάζει τον κόσμο, ενώ ένας κακός λόγος βάζει φωτιά σ' ένα χωριό και διαλύει τον κόσμο. Δεν είναι λοιπόν μόνο τα λεφτά. Παραπάνω από τα λεφτά είναι ή διδασκαλία της αληθείας, ό λόγος του Θεού, το κήρυγμα του ευαγγελίου. Αυτά τα λόγια του Χριστού σκόρπισαν στον κόσμο οι άγιοι αυτοί απόστολοι, και για αυτό είναι μεγάλοι ευεργέτες.
Για να συνειδητοποιήσουμε την ευεργεσία τους, πρέπει ν' αναλογισθούμε τι ήταν ό κόσμος όταν αυτοί βγήκαν στο κήρυγμα, πώς ήταν ό κόσμος προτού να 'ρθη ό Χριστός. Ανοίξτε τα βιβλία και διαβάστε. τι πίστευαν οι προγονοί μας; Ό αρχαίος κόσμος ζούσε στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας. τι θα πει ειδωλολατρία; Δεν πίστευαν στον αληθινό Θεό• πίστευαν στα είδωλα, στους ψεύτικους θεούς, δηλαδή στα κτίσματα. Βλέπανε παραδείγματος χάριν το ποτάμι να φουσκώνει και να κάνη πλημμύρα, και έλεγαν Το ποτάμι είναι Θεός!
Βλέπανε τη θάλασσα ν' αφρίζει με άγρια κύματα;
—Ή θάλασσα είναι Θεός. Άκουγαν τη νύχτα το λιοντάρι να μουγκρίζει;
—Το λιοντάρι είναι Θεός. Θεός το ποτάμι, ή θάλασσα, τα λιοντάρια, τα φίδια, τα ζώα. Θεός ακόμη - τι;
Απίστευτο• Θεός τα σκόρδα, τα κρεμμύδια! Θεός τα ποντίκια, οι γάτες! Μέχρι αυτού του σημείου είχε καταπέσει ό κόσμος. Αφάνταστα πράγματα... Και μόνο αυτά; Οί ειδωλολάτρες πολλές φορές υποχρέωναν ορισμένες οικογένειες το χρόνο να κάνουν - τι; Να θυσιάσουν τα αθώα παιδιά τους! Τα 'παιρναν οι μανάδες στην αγκαλιά, τα πήγαιναν στους ναούς, κ' εκεί οι Ιερείς των ειδώλων τα έσφαζαν με μαχαίρι σαν αρνιά. Αυτά συνέβαιναν τότε. Ή γυναίκα ήταν ένα σκουπίδι, τα παιδιά περιφρονημένα, οι άντρες άγρια θηρία. Ή ανθρωπότης στο σκοτάδι. Οι δαίμονες κυριαρχούσαν στον κόσμο.
Ποιος έδιωξε τα δαιμόνια; Ποιος ημέρωσε τον άντρα; Ποιος πήρε τη γυναίκα και την ύψωσε ψηλά; Ποιος πήρε το παιδί, το αγκάλιασε με αληθινή στοργή και το έκανε παιδί του Θεού; Ποιος έκανε το καλό αυτό στον κόσμο; Οι απόστολοι!
Πώς έκαναν την ευεργεσία αυτή οί απόστολοι; Ξεκίνησαν παίρνοντας τα λόγια του Χρίστου και τα σκόρπισαν σ' όλη τη γη. Και που δεν πήγαν. Όπως ό γεωργός παίρνει στις φούχτες το σπόρο και τον σκορπάει δεξιά κι αριστερά, άνω και κάτω, και δεν αφήνει καμιά γωνιά του χωραφιού του χωρίς να τη σπείρει, έτσι και οί σποριάδες αυτοί, οί απόστολοι, πήραν στα χέρια το σπόρο του ουρανού και τον έσπειραν σ' όλη την οικουμένη.
Και οί πρώτοι πού πίστεψαν —το βεβαιώνει ή ιστορία— είναι οί Έλληνες. Το λέει ή αγία Γραφή εις μνημόσυνο αίώνιον της φυλής μας (6λ. Πράξ. 16,11 κ.έ.). Έξω από την Καβάλα ήταν τότε μια πόλις με 300.000 κόσμο πού λεγόταν Φίλιπποι. Σώζονται ακόμη ερείπια, σώζεται και ή φυλακή όπου είχαν φυλακίσει τον απόστολο Παύλο. Εκεί λοιπόν, στο ποταμάκι πού τρέχει έξω από τους Φιλίππους, βαπτίσθηκαν οί πρώτοι Χριστιανοί της Ευρώπης. Κατόπιν ό Παύλος από την Καβάλα πήγε στη Θεσσαλονίκη, στη Βέροια, στη Νάουσα, στην Κατερίνη, στην Αθήνα, στην Κόρινθο, στην Πρέβεζα, στην Κύπρο, στην Κρήτη. Μπορεί αυτό να ενοχλεί κάποιους, αλλά πρέπει να σβήσουμε και να κάψουμε την αγία Γραφή για να διαγραφούν ή τιμή και ή δόξα πού ανήκουν στην πατρίδα μας• οί Έλληνες πρώτοι πίστεψαν στο Χριστό δια του κηρύγματος του αποστόλου Παύλου.
Έπειτα ό Πέτρος. Όπως ό αετός πετάει με τα χρυσά του φτερά, έτσι και αυτός πέταξε και έφθασε μέχρι τη 'Ρώμη. Εκεί κήρυξε και εκεί σταυρώθηκε για το Χριστό. Οί απόστολοι Πέτρος και Παύλος πέταξαν παντού και κήρυξαν το ευαγγέλιο του Χριστού. Για αυτό αυτοί οί δυο είναι μεγάλοι ευεργέτες του κόσμου. Μέρες και νύχτες, από χωριό σε χωριό, από λαγκαδιά σε λαγκαδιά, από θάλασσα σε θάλασσα, από φυλακή σε φυλακή, από μαρτύριο σε μαρτύριο, έως ότου άφησαν την τελευταία τους πνοή.
Αυτούς τους ευεργέτες τιμούμε σήμερα. Και πρέπει να τους δείχνουμε ευγνωμοσύνη και αγάπη με κάθε τρόπο. Πώς μπορούμε να τους δείξουμε την αγάπη μας; Όχι μόνο με λόγια. Όχι να τους Θυμούμεθα μια φορά το χρόνο, στην εορτή τους, έτσι τυπικά. Πρέπει οί απόστολοι να μπουν στο σπίτι μας. Πώς θα μπουν στο σπίτι μας; Ό Παύλος έγραψε δεκατέσσερις επιστολές και ό Πέτρος δύο καθολικές. Τα λόγια τους είναι αθάνατα. Αν πάτε στη Μόσχα, παρ' όλο πού ήταν άθεο το κράτος, έξω άπ' το Κρεμλίνο είχαν γράψει σε ταμπέλα με ρωσικά γράμματα τα λόγια του Παύλου «Όποιος δεν θέλει να δουλεύει, να μην τρώει» (Β' Θεό. 3,10). τι είναι το Ευαγγέλιο! βόμβα ατομική είναι, ήλιος είναι, ψωμί είναι, νερό είναι, σίδερο και ξίφος είναι!
Λοιπόν, είσαι πατέρας; στο σπιτάκι σου άνοιξε την αγία Γραφή, μελέτησε τα λόγια των αποστόλων. Πετάξτε από τα σπίτια σας την τηλεόραση! Αυτό στην Αμερική το κατάλαβαν και μεγάλοι επιστήμονες ρίχνουν το σύνθημα• «Έξω από τα σπίτια οί τηλεοράσεις!». Προφήτευσε γι' αυτό ό άγιος Κοσμάς ό Αιτωλός πριν διακόσα χρόνια και είπε• Όταν θα πλησιάζη το τέλος, θα προηγηθούν δύο πράγματα• θα δείτε τις γυναίκες γυμνές στο δρόμο και θα βγει ένα κουτί πού θα τρελάνει τον κόσμο. Ήρθε το κουτί και τρέλανε μικρούς και μεγάλους• μπήκε ό διάβολος στο σπίτι.
Αδέρφια μου, σας μιλώ με πόνο. Πετάξτε τηλεοράσεις και ράδια! Ψευτιές και κακοήθειες μεταδίδουν. Θα καταστραφούν τα παιδιά σας, θα διαφθαρεί όλη ή κοινωνία. Σάς συνιστώ ανοίξετε ένα ράδιο και μια τηλεόραση. 'Ράδιο είναι το Ευαγγέλιο, τηλεόρασης είναι ό απόστολος Πέτρος και ό απόστολος Παύλος. Γονείς και παιδιά, μικροί μεγάλοι, ανοίξτε το Ευαγγέλιο! Διαβάστε το πρωί. Και το βράδυ, αντί να κάθεστε ώρες στην τηλεόραση, ανοίξτε τις επιστολές και διαβάστε τα λόγια του Παύλου και του Πέτρου. Και να είστε βέβαιοι, ότι τα λόγια αυτά σώζουν τον άνθρωπο, αυτά είναι ό λυτρωμός του κόσμου.
Έξω από το Ευαγγέλιο, έξω από την Εκκλησία, μακριά από το Θεό, δεν υπάρχει σωτηρία.
Κι αν εμείς το Χριστό τον αρνηθούμε, και οί πέτρες πού πατούμε θα φωνάξουν «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός' αμήν» (Φιλ. 2,11 και θ. Λειτ.).
Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (22 ΙΟΥΝΙΟΥ)


Η ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

«Ός ού λαμβάνει τόν σταυρόν αυτού και ακολουθεί όπίσω μου, ούκ έστι μου άξιος»

Τά λόγια αυτά του Κυρίου μας είναι πολύ σημαντικά. Τά απευθύνει στους αγαπημένους του μαθητές, άλλα και στους μαθητές όλων των αιώνων. Ζητάει ο Κύριος Ιησούς νά τον ομολογούμε με αγάπη και αυτα­πάρνηση. Και στη συνέχεια μάς τονί­ζει ότι «όποιος δεν παίρνει σταθερή απόφαση νά υποστεί κάθε ταλαιπω­ρία και σταυρικό ακόμη θάνατο για την πίστη ατό άγιο Πρόσωπο του και δεν τον ακολουθεί ως αρχηγό και υπό­δειγμα του, δεν είναι άξιος γι' Αυτόν».

Αυτήν την μεγάλη αυταπάρνηση έδειξαν οι Άγιοι Πάντες με θαρρετή ομολογία, με ταλαιπωρίες αφάντα­στες και με βασανιστήρια και μαρτύ­ρια φοβερά, ακόμη και με σταυρικό θάνατο, χάριν του Χρίστου.

Όλοι οι άγιοι μάρτυρες και ομολογητές πού τιμά ιδιαιτέρως σήμερα ή Εκκλησία μας είχαν ηρωισμό και αυτοθυσία. Παρουσίασαν γενναιότη­τα και αυταπάρνηση.

Απαρνήθηκαν ελεύθερα πρώτα-πρώτα τον εαυτό τους. Απαρνήθη­καν τις αδυναμίες τους.

Απαρνήθηκαν τά εγκόσμια και την προσκόλληση σε πρόσωπα και πράγματα. Είχαν χρήματα πολλά και τά έδωσαν όλα, για τούς φτωχούς, για νά ζήσουν άγια ζωή και αγγελική πολιτεία. Άλλοι όμως, σαν τον Μέγα Βασίλειο Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας εργάστηκαν μέσα στον κόσμο και με την περιουσία τους έφτιαξαν Βασιλειάδες, ιδρύματα πρότυπα της αγά­πης και του ελέους για τούς φτωχούς, τούς λεπρούς, τά ορφανά, τους γέρον­τες.

Πήραν στα σοβαρά την εντολή τοϋ Χριστού, πού αναφέρεται στη σημε­ρινή Ευαγγελική περικοπή, «Εκείνος πού αγαπά τον πατέρα ή την μητέρα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος νά λέγεται μαθητής μου. Και εκείνος πού αγαπά τον γιο του ή την κόρη του παραπάνω από μένα δεν εί­ναι άξιος νά λέγεται μαθητής μου».

Αγάπησαν τον Κύριο Ιησού πα­ραπάνω άπό τούς γονείς και από τά παιδιά τους οι Άγιοι Πάντες, όπως ή Φαβιόλα, ή αγία Βαρβάρα, ή άγια Ειρήνη, ο άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης και τόσοι άλλοι ανώνυμοι και επώνυμοι μάρτυρες. Γιατί δεν είχαν καμία προσκόλληση στα γήινα και πρόσκαιρα και ποθούσαν τά επουρά­νια.

Γιατί ο Χριστός είχε γίνει ή πρώ­τη και μεγάλη τους αγάπη. Κι αύτη ή αγάπη τοϋ Χριστού ξεπερνούσε κάθε άλλη αγάπη και του πατέρα και τής μητέρας και του παιδιού.

Και μείς λοιπόν οι σημερινοί μαθητές του Ιησού καλούμεθα νά ζή­σουμε τη χριστιανική μας ζωή με αυ­ταπάρνηση, όπως οι Άγιοι Πάντες. Απαρνήθηκαν εκείνοι τον εαυτό τους, νά απαρνηθούμε και μείς τον εαυτό μας.

Γιατί τι είναι αυτός ο εαυτός μας; Είναι το είδωλο μας, το εγώ μας. Μακριά άπό τη χάρη του Χριστού ο άνθρωπος είναι εγωκεντρικός. Άξονας όλου του κόσμου γίνεται ο εαυ­τός του. Παντού και πάντοτε, ανα­ζητά ο άνθρωπος τον εαυτό του.

Κριτήριο δεν είναι ή αλήθεια τοϋ Χριστού ούτε ή πίστη ούτε το Ευαγ­γέλιο ούτε το συμφέρον του συνόλου, αλλά το στενό προσωπικό συμφέρον και ή ικανοποίηση των εγωιστικών θελημάτων.

'Αλλά αυτός πού ανήκει στον Χρι­στό και θέλει νά ζει με αυταπάρνηση, δεν έχει δικό του θέλημα. Το θέλημα του προσπαθεί νά ταυτίζεται με το θέλημα του Χρίστου.

Ό καθένας μας είναι ελεύθερος νά διάλεξη τον Χριστό ή τον κόσμο πού αντιστρατεύεται στο θέλημα του Χρι­στού. Άπό τη στιγμή όμως πού θα διάλεξη τον Χριστό για Κύριο της ψυ­χής του και της ζωής του. απαρνιέ­ται θεληματικά τά θελήματα του κό­σμου και του κακού εαυτού του και προσφέρει άνευ όρων τη θέληση του στον Χριστό.

Πράγματι είναι πολύ δύσκολο και χρειάζεται ηρωισμός στην φίλαυτη εποχή μας, ν απαρνηθεί κανείς το θέλημα του και νά εφαρμόζει κάθε μέρα το θέλημα του θεού.

Αυτό το διαπιστώνουμε πολύ εύ­κολα, όταν καλούμεθα νά απαρνη­θούμε την αυταρέσκεια μας. Ό,τι μάς αρέσει θέλουμε νά το κάνουμε οπωσ­δήποτε. Δεν κοιτάμε όμως αν αυτό που μάς αρέσει, είναι αρεστό στον θεό.

Ό αυτάρεσκος άνθρωπος διασκε­δάζει, όπως του αρέσει, έστω κι αν βλάπτει την ψυχή του. Φοράει όποιο ρούχο κολακεύει τη φιλαρέσκεια του, έστω κι αν αυτό προκαλεί και σκανδαλίζει τούς άλλους. Διαβάζει ό,τι του αρέσει, έστω κι αν αυτό μολύνει το νου του και την καθαρότητα της καρδιάς του.

Αυταπάρνηση σημαίνει ή αυταρέ­σκεια, ή φιλαρέσκεια και ή άνθρωπαρέσκεια νά γίνουν θεαρέσκεια.

Αυτό δηλαδή πού πρέπει νά απασχολεί το νου και την καρδιά μας εί­ναι, πώς θα αρέσουμε στον Κύριο μας

«ΘΗΣΑΥΡΙΖΕΤΕ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ...»

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ ή διαφήμιση.
Για να διαφή¬μιση τά διαμάντια και την αξία τους κατέλη¬γε: Ένα διαμάντι αιώνιο. Πράγματι μιά τέ¬τοια διαφήμιση αγγίζει τις πιο λεπτές και ευαίσθη¬τες χορδές της ανθρώπινης καρδιάς. Γιατί ή καρδιά στο βάθος της λαχταράει ένα θησαυρό πού θα διαρ¬κή αιώνια. Και αύτη τη σιγουριά τώρα της αϊωνιότητος της την προσφέρει ένα διαμάντι! Γιατί το δια¬μάντι είναι αιώνιο! Είναι το διαμάντι αιώνιο; Είναι και ο άνθρωπος αιώνιος πάνω στη γη; Και πώς εξα¬σφαλίζεται ή αιώνια κατοχή του; 'Ή λησμονούμε πώς οι θησαυροί και όταν δεν μας αφήνουν, οπωσδήποτε μία μέρα τούς αφήνουμε εμείς. Αν, λοιπόν, ένα δια¬μάντι είναι «αιώνιο», όμως ούτε ο κάτοχος του είναι αιώνιος ούτε ή κατοχή του αιώνια.
Οπωσδήποτε το κυνήγημα τού θησαυρού είναι φυσικό. Ανταποκρίνεται σε μιά βαθιά εσωτερική ανάγκη. Τον αναζητάει ή καρδιά για νά ζήση το πλή¬ρωμα της χαράς και της ευτυχίας της. Διαφορετικά αισθάνεται άδεια. Αλλά ποιος μπορεί νά είναι ο θη¬σαυρός της καρδιάς; Ένας θησαυρός πού θα έχει δια¬στάσεις αΐωνιότητος;
Την απάντηση μάς την δίνει ο ίδιος ο Χριστός. Όχι μόνο δεν μάς απαγορεύει τον θησαυρισμό, άλλά μάς τον προβάλλει. «Θησαυρίζετε» μάς προτρέπει. «Θησαυρίζετε ύμΐν θησαυρούς έν ούρανώ...» (Ματθ. στ' 20). Θησαυρούς αληθινούς νά επιδιώκετε πού έχουν τη βεβαιότητα της αίωνιότητος. Θησαυρούς απρόσβλητους από τις αλλαγές τού χρόνου και τις επιβουλές των ανθρώπων. Θησαυρούς πού ανταπο¬κρίνονται στις βαθιές αναζητήσεις και τούς ενδόμυ¬χους πόθους της καρδιάς. Και οι θησαυροί αυτοί εί¬ναι κατ' εξοχήν έργα τής αγάπης. Ή αγάπη πρώτα στον Θεό και ύστερα στον άνθρωπο. Ό πόθος και ή πρόγευση των αγαθών τής βασιλείας των ουρανών.
Νά ο αληθινός θησαυρισμός. Ό ιερός Αυγουστί¬νος έγραφε άπό τη δική του προσωπική εμπειρία, ότι «ή καρδιά μας είναι δημιουργημένη γιά τόν Θεό και είναι ανήσυχη ώς ότου αναπαυθεί κοντά Τον». Ή καρδιά, δηλαδή, είναι ο τόπος, όπου πρέπει νά κατοικεί ο Θεός. Ή καθαρή και αγνή καρδιά, ή πλημ¬μυρισμένη άπό αγάπη και καθαρότητα, είναι τά άγια των αγίων, εκεί πού ιδιαίτερα επαναπαύεται ο Θεός. Και όπου κατοικεί ο Θεός τής αγάπης κάνει την καρδιά νά σκιρτά άπό ευτυχία.
Ή καρδιά, λοιπόν, πρέπει νά φυλάγεται προσε¬κτικά άπό την άπατη των ψεύτικων θησαυρών. Τά γήινα αγαθά, ενώ δεν τής εξασφαλίζουν την ευτυχία, την αιχμαλωτίζουν και τής επιβάλλουν τη χει¬ρότερη τυραννία. Τι είναι μιά καρδιά αιχμαλωτισμένη στο χρήμα. υποδουλωμένη στο χρυσό μέταλλο; Τι αισθήματα ανώτερα, άγια και ιερά. μπορούν νά ανα¬πτυχθούν σ' αυτή τη σκληρή και παγερή καρδιά; Ποιες συγκινήσεις μπορεί νά νιώσει φυλακισμένη στη σιδερένια-χρυσή φυλακή της πού ή ίδια ύψωσε με το λατρευτό της μέταλλο: Ό Κύριος προειδοποίησε: Όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και ή καρδιά σας. Και θα είναι φοβερό ή καρδιά, δημιουργη¬μένη για τον Θεό, για ιερά σκιρτήματα, νά είναι δε¬μένη στο δουλωτικό πάθος τής φιλαργυρίας!
Όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και ή καρδιά σας. Και όπου είναι ή καρδιά σας εκεί θα είναι και ο θησαυρός σας. Συνυπάρχει ή καρδιά και ο θησαυρός της και ασκεί επάνω της βαθιά διαμορ¬φωτική επίδραση. Ό,τι είναι ο θησαυρός, αυτό θα γίνει τελικά και ή καρδιά. Άγιος ο θησαυρός; Άγια και ή καρδιά. Ψεύτικος ο θησαυρός; Ψεύτικη και ή καρδιά. Ή ανιδιοτελής και ειλικρινής αγάπη ο θη¬σαυρός; Ελεύθερη και αδούλωτη ή καρδιά τραγου¬δάει αδιάκοπα τον ύμνο τής χαράς. Δολωμένη στα τυραννικά πάθη θα θρηνεί αδιάκοπα τη χαμένη της ευτυχία.
Ή καρδιά γεμίζει ή αδειάζει ανάλογα με το αντι¬κείμενο τής λατρείας της, ανάλογα με τον ποθητό θησαυρό της. Είναι άδεια, όταν είναι γεμάτη άπό τον εαυτό της και άπό τούς φθαρτούς θησαυρούς της. Είναι γεμάτη, όταν είναι άδεια άπό την εγωπάθεια της και γεμάτη άπό τον πόθο και τη λατρεία τού Θεού, άπό αγάπη για τούς συνανθρώπους της. Αν το Σύμπαν κυβερνάται άπό τούς νόμους τής παγκο¬σμίου έλξεως, ή καρδιά κυβερνάται άπό τον νόμο τής παγκόσμιας αγάπης, τής αγάπης πού ρυθμίζει και συντονίζει τούς κτύπους της. Μια τέτοια καρδιά εί¬ναι αληθινός θησαυρός. «Θησαυρίζετε», λοιπόν.

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2008



Ιωσήφ Μ.Δ. :Οδηγός για την πνευματική ζωή

Τα μυστήρια της Εκκλησίας

Τα ιερά μυστήρια είναι επτά: το βάπτισμα , το χρίσμα, η ευχαριστία, η μετάνοια, η ιεροσύνη, ο γάμος και το ευχέλαιο. Τα μυστήρια έχουν συσταθεί από τον Ιησού Χριστό, χορηγούν τη Θεία Χάριν , αναγεννούν και προάγουν τον άνθρωπο, δωρίζουν εν Χριστώ τη σωτηρία. Τελούνται από των επισκόπων και των ιερέων , η δε χορήγηση τη Θείας Χάριτος είναι αναγκαία και βέβαιη. Επομένως όταν τελούνται από κανονικούς επισκόπους και ιερείς και σύμφωνα με το τυπικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πραγματικά και αναμφισβήτητα μεταδίδουν την Θείαν Χάριν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα μυστήρια δρούν με τρόπο μαγικό. Αληθινά μεν η Θεία Χαρίς χορηγείται αντικειμενικά, όμως η επίδραση της στον πιστό δεν είναι εκβιαστική , αλλά εξαρτάται από την υποκειμενική δεκτικότητα του πιστού. Η δική του πνευματική κατάσταση και σωστή προετοιμασία είναι πολύ σημαντικές για την υποδοχή του μυστηρίου. Και ενώ η δράση του μυστηρίου είναι δεδομένη, ανεξάρτητα από την ποιότητα του λειτουργού που επιτελεί το μυστήριο, ο πιστός θα πρέπει να είναι προετοιμαστεί κατάλληλα και η καρδιά του να είναι ανοιχτή στην Χάριν του Αγίου Πνεύματος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει ότι η σωτηρία δωρίζεται από τον Θεό, είναι αποτέλεσμα της Θείας Χάριτος μέσα από τη λυτρωτική θυσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, απαραίτητη όμως είναι και η ελεύθερη αποδοχή και σύμπραξη από την πλευρά του ανθρώπου. Ο Θεός πραγματικά , σέβεται την ελευθερία μας.
Τα μυστήρια διακρίνονται σε υποχρεωτικά και προαιρετικά, σε επαναλαμβανόμενα και μη επαναλαμβανόμενα, ενώ δύο από αυτά θεωρούνται ως τα εξοχότερα.
Υποχρεωτικά είναι το βάπτισμα, το χρίσμα, η μετάνοια, η ευχαριστία και το ευχέλαιο…
Προαιρετικά είναι τα μυστήρια της ιερωσύνης και του γάμου…
Επαναλαμβανόμενα μυστήρια είναι η ευχαριστία , η μετάνοια ο γάμος και το ευχέλαιο, ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε πιστού.
Μη επαναλαμβανόμενα είναι το βάπτισμα, το χρίσμα και η ιερωσύνη, τα οποία τελούνται μία και μοναδική φορά. Κυριότερα μυστήρια θεωρούνται το βάπτισμα και η ευχαριστία.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι το μυστήριο περιλαμβάνει δύο μέρη: το ορατό και το αόρατο. Και το μεν αόρατο είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος, η οποία μυστικά αγιάζει τον πιστό, το δε αόρατο είναι η εξωτερική τελετή, και ότι περιλαμβάνει η όλη διαδικασία.



Μυστηριακή και μυστική ζωή

Στον Ορθόδοξο χριστιανό δεν μπορεί να υπάρξει μυστική ζωή χωρίς τη μυστηριακή. Γιατί χωρίς την Χάρι των μυστηρίων ο άνθρωπος οδηγείται απλά στις δικές του σκέψεις, στα δικά του ανθρώπινα διανοήματα. Χωρίς την Χάριν , ο μυστικιστής δεν μπορεί να υπερβεί τα όρια του κτιστού. Και η Χάρις του Αγίου Πνεύματος χορηγείται μέσα απο τα μυστήρια της Εκκλησίας. Το βάπτισμα μας παίρνει νεκρούς πνευματικά και μας δίνει ύπαρξη και υπόσταση κατά Χριστόν. Το Χρίσμα μας τελειοποιεί και μας παρέχει την ενέργεια που χρειαζόμαστε στην πνευματική μας ζωή, τη χριστιανική μας πορεία. Μέσα από τη Θεία Ευχαριστία συνεχίζουμε να ζούμε πνευματικά και να οδηγούμαστε στη Βασιλεία του Θεού.
Η Ορθόδοξη μυστική ζωή έχει θεμέλιο τα ιερά μυστήρια και, τηρώντας ο ησυχαστής τις εντολές του Κυρίου , μπορεί με τη νοερά προσευχή και την επίκληση του αγίου ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού να επαναφέρει τον νου στην καρδιά.
Εφόσον η καρδιά είναι το κέντρο της συναισθηματικής νοημοσύνης, εκεί αναπτύσσεται η θεία αγάπη και, όσο αυτή μεγαλώνει , τόσο αιχμαλωτίζεται ο νους στην καρδιά και η θέληση του ανθρώπου υποτάσσεται στο θείο θέλημα. Έτσι, νούς, θέληση και συναίσθημα ενώνονται στην καρδιά μέσα στη θεία αγάπη και ο όλος άνθρωπος, ο διασπασμένος από την πτώση , ενοποιείται και πάλι.
Συνεπώς οι Πατέρες είχαν δίκιο να εννοούν με τη λέξη ‘’καρδιά’’ το σύνολο του πνευματικού κόσμου του ανθρώπου, να θεωρούν τον εγκέφαλο κατοικητήριο της διάνοιας και την καρδιά χώρο του νοητικοσυναισθήματικού του ανθρώπου. Άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος αναφέρει ότι από την καρδιά βγαίνουν αμαρτωλές σκέψεις και επιθυμίες. (Ματθ. ιε΄19).
Με την προσοχή όμως της καρδιάς και την Χάριν του Αγίου Πνεύματος , ο ησυχαστής, κάνοντας διαρκώς επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού, το οποίο όνομα είναι άγιο, αγιάζεται και αυτός και οδηγείται προς την ένωση με το Θεό. Γιατί μέσα στο όνομα Του είναι παρών ο Τριαδικός Θεός και με την Άκτιστη Ουσιώδη Ενέργεια Του, που εκπορεύεται από τη Θεία Ουσία, επιτυγχάνεται η θέωση και η θέα του Ακτίστου Φωτός.
Ας θυμόμαστε ότι, κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας, η Θεία Ενέργεια ονομάζεται και θεότης, αφού εκεί υπάρχει ολόκληρος ο Θεός, ο οποίος είναι απλούς και δεν διαιρείται.

Δύο παράγοντες : ο ανθρώπινος και ο θείος.

Όταν προσεύχεται ο άνθρωπος, μεσολαβούν απαραίτητα δύο παράγοντες, ο ένας ανθρώπινος και ο άλλος θείος. Ο ανθρώπινος είναι η δική του προσπάθεια, ο θείος παράγων είναι η ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Αν αυτοί οι δύο παράγοντες δεν συνεργαστούν , δεν γίνεται τίποτε. «Ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω», λέει ο Απόστολος Παύλος (Α΄Κορ. ιβ΄3).
Σε βεβαιώνω , αδελφέ , ότι , αν δεν συνεργήσει το Άγιον Πνεύμα , μία ευχή ‘’Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με’’ δεν μπορείς να πείς, αλλά ούτε και μία φορά θα μπορέσεις να κάνεις τον σταυρό σου. αυτό το λέω εκ πείρας, εξ όσων γνωρίζω από το περιβάλλον μου και λίγο από τον εαυτό μου. Η νοερά προσευχή είναι κοινωνία , είναι μυστική ένωση με το Θείον , είναι η ζωή η αιώνια.
Ένας νομικός ρώτησε τον Κύριο: «Διδάσκαλε , τι ποιήσω, ίνα κληρονομήσω ζωήν αιώνιον;» Και ο Κύριος : «ει δε θέλεις εισελθείν εις την ζωήν , τήρησον τας εντολάς…ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις , ου κλέψεις, ου ψευδομαρτυρήσεις…» (Ματθ. ιθ΄17-19). Αυτές είναι οι εντολές του Δεκαλόγου και αφορούν τους αγωνιζόμενους πιστούς. Στη συνέχεια , ο Κύριος λέει: «ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησον σου τα υπάρχοντα, και δός πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι». (Ματθ.ιθ΄21).
Ανάλογα λοιπόν με το μέτρο τήρησης των εντολών , ανοίγει και το δοχείο της ψυχής, για να δεχτείς μέσα σου την αιώνια ζωή: «Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί τω πνεύματί ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού» (Ρωμ. η΄16).
Ώστε, φιλόθεε, σε ρωτώ: Είσαι ένας έγγαμος αγωνιστής και δεν μπορείς να ακολουθήσεις το τέλειο; Μπορείς όμως να τηρήσεις τις εντολές. Αφού λοιπόν δεν κλέβεις, δεν αδικείς, αγαπάς τους εχθρούς σου, νηστεύει, ελεείς πτωχούς, βοηθάς τους συνανθρώπους σου κλπ., τότε δημιούργησες τις προϋποθέσεις για το ιερότατο έργο της νοεράς προσευχής, που θα σε ενώσει με τον Δημιουργό σου. τώρα απομένει να καταβάλεις και ένα μικρό κόπο. Γιατί προσευχή χωρίς κόπο είναι έκτρωμα, κατά τον κορυφαίο των ασκητών Ισαάκ τον Σύρο. Και λέω μικρό κόπο, αφού δεν θα αργήσει να σε επισκιάσει η Θεία Χάρις και τότε θα εννοήσεις μόνος σου τον λάγο του Κυρίου «ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» (Ματθ. ια΄30).





5.Ασκηση και ζωή

Οι απόψεις ότι το σώμα είναι φυλακή της ψυχής, ότι είναι κακό ή ότι ο Θεός έκλεισε την ψυχή στο σώμα για τιμωρία, δεν έχουν καμιά σχέση με την Ορθόδοξη διδασκαλία. Ο άνθρωπος είναι ενιαία οντότητα ψυχοσωματική και, όπως ο Θεός δημιούργησε την ψυχή, δημιούργησε και το σώμα. Ψυχή και σώμα είναι υπέροχα και ανεκτίμητα αποτελέσματα της δημιουργικής ενέργειας του Θεού. Είναι και τα δύο στοιχεία που αποτελούν τον άνθρωπο, ο οποίος πλάσθηκε κατ’ εικόνα Θεού, το δε σώμα είναι ναός του Αγίου Πνεύματος (Α΄Κορ.στ΄19).
Όπως καταλαβαίνει κάποιος, διάφορες συμπεριφορές των μοναχών σχετικά με το σώμα δεν αποτελούν προσπάθεια τιμωρίας του, αλλά ασκήσεις για απόκτηση αυτοκυριαρχίας. Μερικά γυμνάσματα αυτού του είδους, μέσα στα πλαίσια της ασκητικής ζωής των μοναχών, είναι η νηστεία (για την οποία ήδη μιλήσαμε), η αγρυπνία με προσευχή, η ορθοστασία στην προσευχή, η χαμαικυτία (ξάπλωμα στο έδαφος), οι γονυκλισίες ή μετάνοιες και γενικά ο σωματικός κόπος.
Οι γονυκλισίες μπορούν να γίνονται καθημερινά, εκτός από τις Κυριακές και τις πενήντα ημέρες που ακολουθούν το Πάσχα. Ο λόγος για τον οποίο απαγορεύονται τότε, είναι διότι οι μετάνοιες συνοδεύονται με το πένθος για τις αμαρτίες μας, ενώ οι Κυριακές θεωρούνται αναστάσιμες ημέρες και οι πενήντα ημέρες από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή είναι επίσης χαρμόσυνες.
Επίσης και το γονάτισμα στην Εκκλησία δεν επιτρέπεται τις συγκεκριμένες ημέρες. Γενικά, όμως , το γονάτισμα στην Εκκλησία δεν ανήκει στην Ορθόδοξη παράδοση, με εξαίρεση την ημέρα της Πεντηκοστής, κατά την Εσπερινό του Αγίου Πνεύματος. Εκτός Εκκλησίας , βέβαια, μπορεί ο πιστός να προσεύχεται και γονατιστός, αν θέλει, και να εκτελεί τον κανόνα του των γονυκλισιών, σε συνεννόηση με τον πνευματικό του.
Εκτός από τους μοναχούς, και όλοι οι Χριστιανοί μπορούν , ανάλογα με τη δύναμη και τις αντοχές του, να μετέχουν στην Ορθόδοξη ασκητική με μετάνοιες και άλλα γυμνάσματα.

Αποσπάσματα από το βιβλίο :
Οδηγός για την πνευματική ζωή
Ιωσήφ Μ.Δ.
Εκδοτικός Οργανισμός Π.Κυριακίδη

«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΧΩΡΙΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ,
ή
«Μια ευχή για να κοινωνήσω»

Παρουσιάζονται κατά διαστήματα στους Πνευ¬ματικούς άνθρωποι μεγάλης συνήθως ηλικίας, σε σπάνιες περιπτώσεις στις πόλεις, αλλά πολύ συχνό¬τερα στα χωριά και ζητούν να τους διαβάσουν (οι Εξομολόγοι) μια ευχή για να κοινωνήσουν.
Είναι προφανώς προκατειλημμένοι από μακροχρόνια επικρατούσα συνήθεια, η οποία εμφανίζεται μάλι¬στα και ως «παράδοση»!
Από αμνημονεύτων χρόνων, και μάλλον από της τουρκοκρατίας, λόγω απαιδευσίας κλήρου και λα¬ού, διέφυγε το στοιχείο της εξομολογήσεως από το μυστήριο της Μετανοίας και Εξομολογήσεως και ο λαός συνήθισε να «εξομολογείται» χωρίς να εξαγορεύει τα αμαρτήματά του, δηλ. στην ουσία χωρίς να εξομολογείται.
Προσέρχονταν στον Ιερέα και αυτός, χωρίς να τους συστήνει την εξομολόγηση, τους διάβαζε τη συγχωρητική ευχή, ή ατομικώς ή και ομαδικώς.
Μετά κοινωνούσαν έχοντας προφανώς και ήρεμη τη συνείδησή τους! Και επειδή οι άνθρωποι πάντοτε ρέπουν προς τα εύκολα, θέλουν δηλαδή λύση των προβλημάτων τους και στην προκειμένη περίπτωση των αμαρτημάτων τους, χωρίς μετάνοια και εξομο¬λόγηση, χωρίς κόπο και θυσία, όσοι είναι αυτής της νοοτροπίας, συνεχίζουν την… «παράδοση»!
Αυτή η άγνοια και παρεξήγηση πρέπει να εκλείψει.
Πρέπει να καταλάβουμε όλοι μας ότι, διάγο¬ντες τον 21ον αιώνα, δεν είναι επιτρεπτό και τιμητικό οι Ιερείς να δέχονται και οι «πιστοί» να ζητούν εξομολόγηση χωρίς εξαγόρευση των αμαρτιών. Αυτός που θέλει να κοινωνήσει, πρέπει να υποδε¬χτεί τον Χριστό στο καθαρό «σαλόνι» της ψυχής του• και η κάθαρση της ψυχής, γίνεται με την εξομο¬λόγηση.
Για να υποδεχτούμε στην ονομαστική μας γιορτή τους επισκέπτες μας, καθαρίζουμε μέρες το σπίτι μας και στολίζουμε ιδιαίτερα το σαλόνι μας. Εάν αυτά τα προσέχουμε για τους ανθρώπους, πώς θα υποδεχτούμε τον Χριστό με τη Θ. Κοινωνία στην καρδιά μας, χωρίς να την καθαρίσουμε από τις ποι¬κίλες αμαρτίες που καθημερινά κάνουμε, χωρίς να εξομολογηθούμε; Γίνεται να βάλουμε τον επισκέ¬πτη μας να καθίσει σε κάθισμα λερωμένο;
Όταν δεν συμμετέχουμε σωστά στο μυστήριο της Μετανοίας – Εξομολογήσεως μοιάζει σαν να μη νοιώθου¬με πού βάζουμε να «καθίσει» ο Χριστός.
Έκτος αυτών πρέπει να γνωρίζουμε ότι η εξαγό¬ρευση των αμαρτιών μας είναι τελείως απαραίτητη για δύο βασικούς λόγους.
Πρώτον, διότι (η εξαγό¬ρευση) αποτελεί ένα από τα αισθητά σημεία του Μυστηρίου και χωρίς αυτό δεν υπάρχει Μυστήριο. Δεύτερον, διότι ο Εξομολόγος όταν διαβάζει τη σχετική ευχή μετά την εξομολόγηση του εξομολογουμένου, λέει ότι συγχωρούνται οι αμαρτίες που ήδη έχει πει ο εξομολογούμενος (και όχι αυτές που δεν είπε).

Επομένως, ποτέ ξανά να μη πει κανείς:
«Μια ευχή για να κοινωνήσω».
Αλλά

Όταν θέλω να κοινωνήσω προετοιμάζομαι για την εξομολόγησή μου με τη βοήθεια κάποιου βοη¬θήματος και πάω να εξομολογηθώ τις αμαρτίες μου μετανοιωμένος και αποφασισμένος να διορθωθώ.
Δεν εξομολογούμαι από φόβο ή από συνήθεια, ούτε για να φύγει το βάρος που έχω μέσα μου. Δεν εξομολογούμαι δύο – τρεις μόνο αμαρτίες για να αναπαύσω τη συνείδησή μου ή για να απαλλαγώ από τις ενοχές που με βαραίνουν.
Εξομολογούμαι γνωρίζοντας ότι, όποιες αμαρτίες μου αποκρύπτω η «τις ξεχνώ», όποιες παρου¬σιάζω συγκεκαλυμμένες για να μη φανεί το μέγεθος ή το είδος της αμαρτίας μου και όποιες ωραιοποιώ από ντροπή, μένουν αθεράπευτες και οι πληγές των αμαρτιών μου με μολύνουν.
Στη Θεία Κοινωνία που ακολουθεί, η Θεία χάρη μένει ανενέργητη, διότι ο Χριστός δεν αναπαύεται μέσα μου, επειδή είμαι «ακάθαρτος».

ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΜΑΙ διότι αμάρτησα• προς τον Θεό, προς τον πλησίον μου (τον οποιονδήποτε) και προς τον εαυτό μου.

Εξομολογούμαι διότι ανακαλύπτω και αναγνω¬ρίζω ΟΛΕΣ τις αμαρτίες που έκανα, διότι μετανοιώνω γι’ αυτές και τις καταθέτω χωρίς ντροπή στον Πνευματικό μου.
(Όσες τυχόν τις ξέχασα και τις θυμήθηκα καθυστερημένα τις σημειώνω, για να μη τις ξεχάσω πάλι και τις λέω στην επόμενη εξομολό¬γησή μου).

Εξομολογούμαι., διότι θέλω να λάβω τη συγχώ¬ρηση και την ευλογία του Θεού, ώστε να ζήσω από δω και μπρος, όπως θέλει ο Θεός εν μετάνοια και υπακοή στο νόμο Του.

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΗ

Πρωτ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός


Στα Ευαγγέλια (Ματθ.κεφ.25) γίνεται λόγος για «βασιλεία» και «πυρ αιώνιον». Στην περικοπή αυτή, που διαβάζεται στη Λειτουργία της Κυριακής της Απόκρεω, «βασιλεία» είναι ο κατά Θεόν προορισμός του ανθρώπου. Το «πυρ» είναι «ητοιμασμένον» για τον διάβολο και τους αγγέλους του (δαίμονες), όχι διότι το θέλησε ο Θεός, αλλά διότι αυτοί δεν μετανοούν. Η «βασιλεία» είναι «ητοιμασμένη» για τους πιστούς στο θέλημα του Θεού. «Βασιλεία» (=άκτιστη δόξα) είναι ο παράδεισος, «πυρ» (αιώνιο) είναι η κόλαση («κόλασις αιώνιος»,στ.46). Στην αρχή της ιστορίας ο Θεός καλεί στον παράδεισο, στην κοινωνία με την άκτιστη Χάρη Του. Στο τέλος της ιστορίας ο άνθρωπος αντιμετωπίζει παράδεισο και κόλαση. Τι σημαίνει αυτό θα το δούμε στη συνέχεια. Σπεύδουμε όμως να πούμε, ότι είναι κεντρικότατο θέμα της πίστεως μας, λυδία λίθος του Χριστιανισμού ως Ορθοδοξίας.

Ο λόγος για παράδεισο και κόλαση στην Καινή Διαθήκη είναι συχνός. Στο Λουκ.23,43 ο Χριστός λέει στον ληστή: «σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω». Στο παράδεισο όμως αναφέρεται και ο ληστής λέγοντας(23.42): «μνήσθητι μου Κύριε […] εν τη βασιλεία σου». Κατά τον Βουλγαρίας Θεοφύλακτο (P.G.123,1106) «ο γαρ ληστής έστι μεν εν παραδείσω, ήτοι τη βασιλεία». Ο Απ. Παύλος (Β’Κορ. 12, 3-4) ομολογεί ότι ήδη σ’ αυτόν τον κόσμο, «ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι». Στην Αποκάλυψη διαβάζουμε : «Τω νικώντι δώσω αυτώ φαγείν εκ του ξύλου της ζωής, ο έστιν εν τω παραδείσω του Θεού μου» (2,7) Και ο Αρέθας Καισαρείας ερμηνεύει: «παράδεισον την μακαρίας και αιωνίζουσαν εκληπτέον ζωήν». (P.G. 106,529). Παράδεισος-αιώνιος ζωή-βασιλεία Θεού ταυτίζονται.

Για την κόλαση: Ματθ.25.46 («εις κόλασιν αιώνιον»), 25,41 (πυρ αιώνιον), 25,30 «σκότος εξώτερον», 5,22 «γέεννα πυρός». Α΄ Ιω. 4,18 («…ότι ο φόβος κόλασιν έχει»). Με όλους αυτούς τους τρόπους δηλώνεται αυτό που εννοούμε με τον όρο «κόλασις».

Παράδεισος και κόλαση δεν είναι δυο διαφορετικοί τόποι. Αυτή η εκδοχή είναι ειδωλολατρική. Είναι δύο διαφορετικές καταστάσεις (τρόποι), που προκύπτουν από την ίδια άκτιστη πηγή και βιώνονται ως δυο διαφορετικές εμπειρίες. Ή μάλλον είναι η ίδια εμπειρία, βιούμενη διαφορετικά από τον άνθρωπο, ανάλογα με τις εσωτερικές προϋποθέσεις του. Η εμπειρία αυτή είναι η θέα του Χριστού μέσα στο άκτιστο φως της θεότητάς Του, μέσα στη «δόξα» Του. Από τη Β’ Παρουσία και σ’ όλη την ατελεύτητη αιωνιότητα, όλοι οι άνθρωποι θα βλέπουν τον Χριστό στο άκτιστο φως Του. Και τότε «εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάσταστιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω.5.29). Ενώπιον του Χριστού χωρίζονται οι άνθρωποι («πρόβατα» και «ερίφια», δεξιά και αριστερά Του). Διακρίνονται δηλαδή σε δύο ομάδες. Αυτούς που βλέπουν τον Χριστό ως παράδεισο («υπέρκαλον αγλαΐαν») και αυτούς που Τον βλέπουν ως κόλαση («πυρ καταναλίσκον», Εβρ.12,29).

Παράδεισος και κόλαση είναι η ίδια πραγματικότητα. Αυτό δείχνει ο εικονισμός της Β΄ Παρουσίας. Από τον Χριστό απορρέει ένας ποταμός, φωτεινός ως χρυσίζον φως, στο άνω μέρος, όπου βρίσκονται οι άγιοι και ποταμός πύρινος στο κάτω μέρος, όπου βρίσκονται οι δαίμονες και οι αμετανόητοι («οι μηδέποτε μετανοήσαντες», όπως λέγει ένα τροπάριον των Αίνων της ημέρας). Γι’ αυτό στο Λουκ. 2,34 λέγεται περί του Χριστού ότι «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών». Ο Χριστός γίνεται σε άλλους μεν, όσους Τον δέχθηκαν και ακολούθησαν την προτεινόμενη από Αυτόν θεραπεία της καρδιάς, ανάστασις στην αιώνια ζωή Του και σ’ όλους που Τον απέρριψαν, πτώση και κόλαση.

Πατερικές μαρτυρίες: Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης (Κλίμαξ) λέγει, ότι το άκτιστο φως του Χριστού είναι «πυρ καταναλίσκον και φωτίζον φως». Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (Ε.Π.Ε 11,498) παρατηρεί: «Ούτος, φησί, βαπτίσει υμάς εν Πνεύματι Αγίω και πυρί• τω φωτιστικώ δηλονότι και κολαστικώ, κατ’ αξίαν εκάστου της εαυτού διαθέσεως κομιζομένου το κατάλληλον». Και αλλού (Συγγράμματα, εκδ. Χρήστου, Β’ σ.145): Το φως του Χριστού «ει δ’ εν ον, τοις πάσιν μεθεκτόν, ου ενιαίως, αλλά διαφόρως μετέχεται…».

Συνεπώς, παράδεισος και κόλαση δεν είναι απλώς ανταμοιβή και τιμωρία (καταδίκη), αλλά ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε καθένας μας τη θέα του Χριστού, ανάλογα με την κατάσταση της καρδιάς μας. Ο Θεός ουσιαστικά, δεν τιμωρεί, μολονότι για παιδαγωγικούς λόγους και στη Γραφή γίνεται λόγος για τιμωρία. Όσο πνευματικότερος γίνεται κανείς, τόσο ορθότερα κατανοεί τη γλώσσα της Γραφής και της παραδόσεώς μας. Η κατάσταση του ανθρώπου (καθαρός-ακάθαρτος, μετανοημένος-αμετανόητος) συντελεί στο να δεχόμεθα το Φως του ως παράδεισο ή κόλαση.

Το ανθρωπολογικό πρόβλημα στην Ορθοδοξία είναι, πώς ο άνθρωπος θα βλέπει αιώνια τον Χριστό ως παράδεισο και όχι ως κόλαση. Πώς θα μετέχει, δηλαδή, στην ουράνια και αιώνια «βασιλεία» Του. Και εδώ φαίνεται η διαφορά του Χριστιανισμού ως Ορθοδοξίας από τα διάφορα θρησκεύματα. Τα τελευταία υπόσχονται κάποια «ευδαιμονία» και μάλιστα μετά θάνατον. Η Ορθοδοξία δεν είναι ζήτηση ευδαιμονίας, αλλά θεραπεία από την αρρώστια της θρησκείας, όπως συνεχώς κηρύσσει πατερικά ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Η Ορθοδοξία είναι ένα ανοικτό νοσοκομείο μέσα στην ιστορία («ιατρείον πνευματικόν» κατά τον Ι. Χρυσόστομο), που προσφέρει τη θεραπεία της καρδίας (κάθαρση) για να προχωρήσει κανείς στον «φωτισμό» της από το Άγιο Πνεύμα και τελικά να φθάσει στη «θέωση», τον μοναδικό προορισμό του ανθρώπου. Αυτή η πορεία, όπως πληρέστατα έχουν περιγράψει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης και ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος (Βλάχος), είναι η θεραπεία του ανθρώπου, όπως την βιώνουν όλοι οι Άγιοι μας.

Η ζωή στο σώμα του Χριστού (στην Εκκλησία) αυτό το νόημα έχει. Αυτός είναι ο λόγος υπάρξεως της Εκκλησίας. Σ’ αυτό αποβλέπει όλο το λυτρωτικό έργο του Χριστού. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (Δ’ Ομιλία περί Β’ Παρουσίας) λέγει, ότι η προαιώνια βουλή του Θεού για τον άνθρωπο είναι να «χωρήσαι την μεγαλειότητα της θείας βασιλείας». Να φθάσει ο άνθρωπος στη θέωση. Αυτός είναι ο σκοπός της δημιουργίας. Και συνεχίζει : «Αλλά και η θεία και απόρρητος κένωσις, η θεανδρική πολιτεία, τα σωτήρια πάθη, τα μυστήρια πάντα (δηλαδή όλο το επί γης έργο του Χριστού) δια τούτο το τέλος (σκοπό) προμηθώς (προνοητικώς) και πανσόφως προωκονόμηται».

Σημασία όμως έχει, ότι δεν ανταποκρίνονται όλοι οι άνθρωποι σ’ αυτή την πρόσκληση του Χριστού και γι’ αυτό δεν μετέχουν όλοι κατά τον ίδιο τρόπο στην άκτιστη δόξα Του. Αυτό διδάσκεται από τον Χριστό στην παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου (Λουκ, κεφ. 16). Ο άνθρωπος αρνείται την προσφορά του Χριστού, γίνεται εχθρός του Θεού και απορρίπτει την προσφερόμενη από τον Χριστό σωτηρία (Αυτό είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, διότι εν Αγίω Πνεύματι δεχόμεθα την κλήση του Χριστού). Αυτοί είναι οι «μηδέποτε μετανοήσαντες» του ύμνου. Ο Θεός «ουδέποτε εχθραίνει», παρατηρεί ο Ι. Χρυσόστομος, εμείς γινόμασθε εχθροί Του (εχθραίνομεν), Τον απορρίπτουμε. Ο αμετανόητος άνθρωπος δαιμονοποιείται, επειδή αυτός το επιλέγει. Ο Θεός δεν το θέλει αυτό. Γρηγόριος Παλαμάς: «…ου γαρ εμόν εστί τούτο προηγούμενον θέλημα, ουκ εις τούτο υμάς εποίησα, ουκ εφ’ υμάς ητοίμασα την πυράν• δια τους αμετάβλητον έχοντας της κακίας την έξιν δαίμονας προανκαύθη το άσβεστον πυρ, οις υμάς συνήψεν η κατ’ εκείνους αμετανόητος γνώμη». «Αυθαίρετος (=εκούσια) εστίν η μετά των πονηρών αγγέλων συμβίωσις» (όπ.π) Είναι δηλαδή ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου.

Πλούσιος και Λάζαρος βλέπουν την ίδια πραγματικότητα, τον Θεό στο άκτιστο φως Του. Ο πλούσιος φθάνει στην Αλήθεια, στη θέα του Χριστού, αλλά δεν μπορεί να μετάσχει σ’ αυτήν, όπως ο Λάζαρος. Ο Λάζαρος «παρακαλείται» (παρηγορείται), εκείνος όμως «οδυνάται» (βασανίζεται). Ο λόγος του Χριστού «έχουσι Μωσέα και τους προφήτας», για αυτούς που είναι ακόμη στον κόσμο αυτό, σημαίνει ότι όλοι είμεθα αδικαιολόγητοι. Διότι υπάρχουν οι Άγιοι, που έχουν την εμπειρία της θεώσεως και μας καλούν να ενταχθούμε στον τρόπο της δικής τους ζωής και να φθάσουμε στη θέωση, όπως εκείνοι. Άρα, οι κολαζόμενοι, όπως ο πλούσιος, είναι αδικαιολόγητοι.

Η στάση προς τον συνάνθρωπο δείχνει την εσωτερικότητα του ανθρώπου και για αυτό είναι το κριτήριο της Κρίσεως κατά τη Β’ Παρουσία (Ματθ. Κεφ. 25). Δεν σημαίνει ότι, παραθεωρείται η πίστη, η πιστότητα του ανθρώπου στον Χριστό. Αυτή προϋποτίθεται, διότι η στάση απέναντι στον άλλο δείχνει, αν έχουμε Θεό μέσα μας ή όχι(πρβλ ανάλογες φράσεις στην ποτισμένη από την ορθοδοξία γλώσσα μας: ο αθεόφοβος• δεν έχει Θεό μέσα του…) Οι πρώτες Κυριακές του Τριωδίου στρέφονται γύρω από τη στάση μας απέναντι στον συνάνθρωπο. Την πρώτη Κυριακή ο Φαρισαίος (φαινομενικά ευσεβής) δικαιώνει (αγιοποιεί) τον εαυτό του και απορρίπτει (εξουθενώνει) τον Τελώνη. Την β’ Κυριακή ο «πρεσβύτερος» αδελφός (επανάληψη του ευσεβοφανούς Φαρισαίου) λυπείται για την επιστροφή (σωτηρία) του αδελφού του. Φαινομενικά ευσεβής και αυτός, είχε νόθο ευσέβεια, που δεν γεννούσε αγάπη. Την γ’ Κυριακή (Απόκρεω) η στάση αυτή φθάνει στο κριτήριο της αιώνιας ζωής μας.

Η εμπειρία του παραδείσου ή της κολάσεως είναι υπέρ λόγον και αίσθησιν. Είναι άκτιστη πραγματικότητα και όχι κτιστή. Οι Φράγκοι έπλασαν τον μύθο, ότι και ο παράδεισος και η κόλαση είναι κτιστές πραγματικότητες. Μύθος είναι, ότι οι κολαζόμενοι δεν θα βλέπουν τον Θεό, ως και ο λόγος περί απουσίας του Θεού. Οι Φράγκοι επίσης εξέλαβαν το πυρ της κολάσεως ως κτιστό (π.χ. ο Δάντης). Η ορθόδοξη παράδοση μένει πιστή στη Γραφή, ότι και οι κολασμένοι θα βλέπουν τον Θεό (π.χ. ο πλούσιος της παραβολής), αλλά ως «πυρ καταναλίσκον». Οι Φράγκοι σχολαστικοί δέχθηκαν την κόλαση ως τιμωρία και στέρηση της λογικής ενοράσεως της θείας ουσίας. Βιβλικά όμως και πατερικά κόλαση είναι η αποτυχία του ανθρώπου και η άρνησή του να συνεργασθεί με τη Θεία Χάρη, για να φθάσει στη «φωτιστική» θέα του Θεού (παράδεισος) και στην ανιδιοτελή αγάπη (πρβλ. Α’ Κορ. 13.8: «ου ζητεί τα εαυτής»). Δεν υπάρχει συνεπώς απουσία Θεού, παρά μόνο παρουσία Του. Γι’ αυτό είναι φρικτή η Β’ Παρουσία («Ω ποία ώρα τότε…», ψάλλουμε στους Αίνους). Είναι πραγματικότητα αδιάψευστη, στην οποία είναι μόνιμα προσανατολισμένη η Ορθοδοξία («προσδοκώ ανάσταστιν νεκρών…»). Οι κολαζόμενοι, όσοι έχουν πώρωση καρδίας, όπως οι Φαρισαίοι (Μαρκ. 3,5: «εν τη πωρώσει της καρδίας αυτών») βλέπουν αιώνια το πυρ ως σωτηρία! Διότι η κατάστασή τους δεν επιδέχεται άλλη μορφή σωτηρίας. «Τελειούνται» και αυτοί, φθάνουν στο «τέλος» της πορείας τους, αλλά μόνο οι δίκαιοι τελειώνονται σωζόμενοι. Εκείνοι τελειώνονται κολαζόμενοι. Σωτηρία γι' αυτούς είναι η κόλαση, αφού στη ζωή της επεδίωξαν μόνο την ευδαιμονία. Ο πλούσιος της παραβολής «απήλαυσε τα αγαθά του». Ο Λάζαρος υπέμεινε αγόγγυστα «τα κακά». Αυτό εκφράζει ο Απ. Παύλος (Α΄ Κορ. 3,13-15): «Εκάστου το έργον, οποίον εστί το πυρ αυτό δοκιμάσει. Ει τίνος του έργον μένει, ο επωκοδόμησεν, μισθόν λήψεται• ει τινός το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός». Δίκαιοι και αμετανόητοι περνούν από το άκτιστο «πυρ» της θείας παρουσίας. Ο ένας όμως περνά αλώβητος, ο δε άλλος καίγεται. «Σώζεται», αλλά όπως περνά κανείς μέσα από τη φωτιά. Ο Ευθύμιος Ζιγαβινός (ιβ’ αι.) παρατηρεί σχετικά: «Πυρ τον Θεόν ως φωτίζοντα μεν και λαμπρύνοντα τους καθαρούς, φλογίζοντα δε και σκοτίζοντα τους ρυπαρούς». Και ο Θεοδώρητος Κύρου για το «σωθήσεται» γράφει: «σωθήσεται δια πυρός και αυτός δοκιμαζόμενος», όπως δηλαδή περνά κανείς μέσα από τη φωτιά. Αν έχει κάλυμμα κατάλληλο δεν καίγεται, διαφορετικά «σώζεται» μεν, αλλά τσουρουφλισμένος!

Το πυρ της κολάσεως, συνεπώς, δεν έχει σχέση με το φραγκικό «πουργατόριο» (καθαρτήριο), ούτε κτιστό είναι, ούτε τιμωρία, ούτε κάποια ενδιάμεση κατάσταση. Μια τέτοια θεώρηση είναι μετάθεση της ευθύνης στον Θεό. Η ευθύνη είναι όλη δική μας, αποδοχή ή απόρριψη της προσφερόμενης από τον Θεό σωτηρίας (θεραπείας). Ο «πνευματικός θάνατος» είναι η θέα του ακτίστου φωτός, της θείας δόξης, ως πυρός, φωτιάς. Ο άγιος Ι. Χρυσόστομος, στον Θ’ Λόγο του στην Α’ Κορινθ. Σημειώνει: «αθάνατος η κόλασις…οι αμαρτάνοντες δίκην τίσουσιν όλεθρον αιώνιον. Το δε «κατακαήσεται», τουτ’ έστιν, ουκ οίσει (δεν θα αντέξει) του πυρός την ρώμην». Και συνεχίζει: «Ο δε λέγει (δηλαδή ο Παύλος), τούτο εστιν• ουχί και αυτός ούτως απολείται, ως τα έργα, εις το μηδέν χωρών(=στην ανυπαρξία), αλλά μένει εν τω πυρί. Σωτηρία γουν το πράγμα καλεί… Και γαρ και ημίν έθος λέγειν «εν τω πυρί σώζεται», περί των μη κατακαιομένων ευθέως υλών».

Οι σχολαστικές αντιλήψεις-ερμηνείες, που μέσω του έργου του Δάντη (Κόλαση) πέρασαν και στο δικό μας χώρο, έχουν συνέπειες που φθάνουν σε ειδωλολατρικές εκδοχές. Π.χ. ο χωρισμός παραδείσου-κολάσεως, ως δυο διαφορετικών τόπων. Αυτό γίνεται λόγω της μη διακρίσεως κτιστού και ακτίστου. Επίσης η άρνηση της αιωνιότητας της κολάσεως, με την έννοια της «αποκαταστάσεως» των πάντων ή με την έννοια του «καλού Θεού» (Bon Dieu). Ο Θεός είναι όντως «αγαθός» (Ματθ. 8,17), αφού προσφέρει σωτηρία σ’ όλους. «Πάντας θέλει σωθήναι…» (Α’ Τιμ. 2,4). Είναι φοβερός όμως ο λόγος του Χριστού μας, που ακούεται στις κηδείες: «Ου δύναμαι απ’ εμαυτού ποιείν ουδέν• καθώς ακούω κρίνω και η κρίσις η εμή δικαία εστίν» (Ιω. 5.30). Πλαστή είναι εξάλλου και η έννοια της «θεοδικίας», που εφαρμόζεται σ’ αυτή την περίπτωση. Όλα ανάγονται τελικά στον Θεό (θα σώσει ή θα κολάσει), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η «συνέργεια» ως παράγων σωτηρίας. Σωτηρία είναι δυνατή μόνο στα όρια συνεργίας-συνεργασίας του ανθρώπου με τη Θεία Χάρη. Κατά τον Ι. Χρυστόστομο, «Το πλέον, σχεδόν δε το παν, του Θεού εστίν, ημίν δε μικρόν τι αφήκεν». Αυτό το «τι» είναι η αποδοχή της προσκλήσεως του Θεού. Ο ληστής σώθηκε «βαλών κλείδα το, μνήσθητί μου»! Ειδωλολατρική είναι και η αντίληψη για Θεό οργιζόμενο κατά του αμαρτωλού, ενώ ο Θεός, όπως είδαμε. «ουδέποτε εχθραίνει». Αυτή είναι δικανική αντίληψη για τον Θεό, που οδηγεί και στην εκδοχή των «επιτιμίων» στην εξομολόγηση ως ποινών και όχι ως φαρμάκων (θεραπευτικών μέσων).

Το μυστήριο παραδείσου-κολάσεως βιώνεται και στη ζωή της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Στα μυστήρια πραγματοποιείται μέθεξη του πιστού στη Χάρη, για να ενεργοποιηθεί η Χάρη στη ζωή μας με την εν Χριστώ πορεία μας. Κυρίως δε στη Θ. Ευχαριστία το άκτιστο, η θεία κοινωνία, γίνεται μέσα μας ή παράδεισος ή κόλαση, ανάλογα με την κατάστασή μας. Κυρίως η μετοχή στη θεία κοινωνία είναι μετοχή στον παράδεισο ή την κόλαση μέσα στην ιστορία. Γι' αυτό συνδέεται η μετοχή στη θεία κοινωνία με την όλη πνευματική πορεία του πιστού. Όταν προσερχόμεθα ακάθαρτοι και αμετανόητοι, κολαζόμασθε (καιόμεθα). Γίνεται δε μέσα μας η Θεία Κοινωνία «κόλαση» και «πνευματικός θάνατος». Όχι διότι μεταβάλλεται σε κάτι τέτοιο φυσικά, αλλά διότι η ακαθαρσία μας δεν μπορεί να τη δεχθεί ως "παράδεισο" Δεδομένου δε ότι η θεία κοινωνία ονομάζεται «φάρμακον αθανασίας» (άγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, β’ αι..), συμβαίνει ακριβώς ό,τι και με ένα φάρμακο. Αν ο οργανισμός μας δεν έχει προϋποθέσεις να το δεχθεί, τότε παρενεργεί το φάρμακο και αντί να θεραπεύει, σκοτώνει. Όχι διότι ευθύνεται αυτό, αλλά η κατάσταση του οργανισμού μας. Πρέπει δε να λεχθεί, ότι αν δεν δεχθούμε τον χριστιανισμό ως θεραπευτική διαδικασία και τα μυστήρια ως φάρμακα πνευματικά, τότε οδηγούμεθα στη θρησκειοποίηση του χριστιανισμού, δηλαδή στην ειδωλολατρικοποίησή του. Και αυτό δυστυχώς γίνεται συχνότατα, όταν νοούμε τον χριστιανισμό ως «θρησκεία».

Η παρούσα ζωή εξάλλου, αξιολογείται από το φως του διδύμου παραδείσου/ κολάσεως. «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνη αυτού» συνιστά ο Χριστός μας (Ματθ .6.33). «Προς ετέρου βίου παρασκευήν άπαντα πράττομεν…» λέγει ο Μ. Βασίλειος στους Νέους (κεφ.3) Η ζωή μας πρέπει να είναι διαρκής προετοιμασία για τη μετοχή στον «παράδεισο», δηλαδή στην κοινωνία με το Άκτιστο (πρβλ. Ιωάν. 17.3) Και αυτό αρχίζει ήδη στον κόσμο αυτό. Γι’ αυτό λέγει ο απ. Παύλος: «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β’ Κορ 6.2). Κάθε στιγμή της ζωής μας έχει σωτηριολογική σημασία. Ή κερδίζουμε την αιωνιότητα, την αιώνια κοινωνία με τον Θεό, ή τη χάνουμε. Γι' αυτό τα ανατολικά θρησκεύματα και λατρείες που κηρύσσουν μετενσαρκώσεις, αδικούν τον άνθρωπο. Διότι μεταθέτουν το πρόβλημα σε άλλες (ανύπαρκτες φυσικά) ζωές. Μία ζωή όμως υπάρχει, στην οποία ή σωνόμαστε ή χανόμαστε. Γι’ αυτό συνεχίσει ο Μ. Βασίλειος: «α μεν ουν αν συντελή προς τούτον (=τον βίον) ημίν, αγαπάν τε και διώκειν παντί σθένει χρήναι φαμέν, τα δε ουκ εξικνούμενα προς εκείνον, ως ουδενός άξια παροράν». Αυτό είναι το κριτήριο του χριστιανικού βίου. Ο Χριστιανός επλέγει συνεχώς ό,τι συντελεί στη σωτηρία του. Σ’ αυτή τη ζωή κερδίζουμε τον παράδεισο ή τον χάνουμε και καταλήγουμε στην κόλαση. Γι’ αυτό λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης : «Ο πιστεύων εις αυτόν ου κρίνεται• ο μη πιστεύων ήδη κέκριται, ότι μη πεπίστευκεν εις το όνομα του μονογενούς υιού του Θεού» (3,18)

Έργο της Εκκλησίας, συνεπώς, δεν είναι να «στέλνει» στον παράδεισο ή στην κόλαση, αλλά να ετοιμάζει τον άνθρωπο για την τελική κρίση. Το έργο του Κλήρου είναι θεραπευτικό και όχι ηθικολογικό-ηθικοπλαστικό, με την κοσμική έννοια του όρου. Η ουσία της εν Χριστώ ζωής διατηρείται στα μοναστήρια, όταν είναι φυσικά ορθόδοξα, δηλαδή πατερικά. Σκοπός της προσφερόμενης από την Εκκλησία θεραπείας δεν είναι η δημιουργία «χρηστών» πολιτών και κατ’ ουσίαν ευχρήστων, αλλά πολιτών της ουράνιας (άκτιστης) βασιλείας. Αυτοί είναι οι Ομολογητές και οι Μάρτυρες, οι αληθινοί πιστοί, οι Άγιοι.

Έτσι όμως ελέγχεται και η ιεραποστολή μας. Πού καλούμε; Στην Εκκλησία-Νοσοκομείο/ Θεραπευτήριο ή σε μια ιδεολογία, που ονομάζεται χριστιανική; Αντί για θεραπεία ζητούμε συνήθως εξασφάλιση θέσεως στον «παράδεισο». Γι’ αυτό ασχολούμεθα με τελετές και όχι με θεραπεία. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια απόρριψη της λατρείας. Αλλά χωρίς άσκηση (ασκητικό βίο, πράξη θεραπείας) ή λατρείας δεν μπορεί να μας αγιάσει. Μένει ανενέργητη μέσα μας η απορρέουσα από αυτήν χάρη. Η Ορθοδοξία δεν υπόσχεται ότι στέλνει τον άνθρωπο σε κάποιο παράδεισο ή σε κάποια κόλαση, αλλά έχει τη δύναμη, όπως φαίνεται στα άφθαρτα και θαυματουργικά λείψανα των Αγίων της (αφθαρσία= θέωση), να προετοιμάσει τον άνθρωπο, ώστε να βλέπει αιώνια την Άκτιστη Χάρη και Βασιλεία του Χριστού ως παράδεισο και όχι ως κόλαση.

Τρίτη 17 Ιουνίου 2008


Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ

.
Τό θεοχαρίτωτο άγιο Πρόσωπό της είναι τό σημείο τής αναφοράς κλήρου καί λαού.
Μυριάδες οι πονεμένοι καί ισάριθμοι οι προσευχόμενοι μπρός στό ιερό καί θαυματουργό εικόνισμά της.
Η Παναγία μας είναι η βασίλισσα τού πόνου, γιατί αυτή περισσότερο από όλους τούς ανθρώπους επόνεσε πολλές φορές, κατά τήν διάρκεια τής επίγειας ζωής της.
Ο πρόωρος απογαλακτισμός της, η oρφάνεια, η καχυποψία τών ανθρώπων, όταν ευρέθη «εν γαστρί έχουσα εκ Πνεύματος αγίου», οι απειλές τών υποκριτών Φαρισαίων, κατά τού Υιού καί Θεού της, η αχαριστία τού όχλου απέναντι σέ Εκείνον πού ποικιλοτρόπως τούς ευεργέτησε, μά πρό πάντων τά άγια Πάθη του καί η Σταύρωσή του, ήταν αφορμή νά πονέσει όσο λίγοι καί νά πληγωθεί.
Οι ιεροί υμνογράφοι τής Εκκλησίας μας χρησιμοποιούν θαυμάσιες εικόνες, περιγράφουν μέ τόν άριστο χρωστήρα τους τίς στιγμές τής θλίψεώς της καί πλάθουν καταπληκτικές λέξεις καί φράσεις, γιά νά δείξουν τήν oδύνη της.
Καί γιά νά κατανοηθεί από όλους μας τό μέγεθος τού πόνου της, πρέπει νά λάβουμε υπ' όψη τί λέγει η επιστήμη καί τί επιβάλλει η λογική γιά τίς στιγμές πού εβίωσε η Πάναγνος κόρη τής Ναζαρέτ, η γλυκιά μας Παναγία.
Η επιστήμη αναφέρει ότι o πόνος έχει σχέση μέ τήν τελειότητα. Όταν δηλαδή ένας ατελής oργανισμός προσβληθεί από κάποια αιτία, o πόνος είναι ανεπαίσθητος, ενώ η προσβολή ενός τελείου oργανισμού από τήν δια αιτία δημιουργεί πόνο αφόρητο.
Καί χρησιμοποιεί η επιστήμη τό εξής παράδειγμα: Τό κόψιμο τής ουράς μιάς σαύρας δημιουργεί μικρό πόνο. Τό κόψιμο τής ουράς ενός αλόγου δημιουργεί πόνο πιό δυνατό. Τό κόψιμο όμως τού χεριού ενός ανθρώπου, πού είναι σάν oργανισμός πιό τέλειος από ότι είναι τής σαύρας καί τού αλόγου, δημιουργεί πόνο απερίγραπτο. Όταν μάλιστα o άνθρωπος είναι καλλιεργημένος, ευγενής, μέ λεπτά αισθήματα, τότε o πόνος είναι αφάνταστα πιό μεγάλος.
Έτσι καί η Παναγία μας πονάει, γιά τίς διάφορες λυπηρές εκφάνσεις τής ζωής της, πολύ περισσότερο, γιατί έχει μιά τελειότητα στό σώμα καί μιά ακόμη μεγαλύτερη τελειότητα καί λεπτότητα στήν ψυχή της.
Αλλά καί η απλή λογική μάς oδηγεί στό συμπέρασμα, ότι η Θεοτόκος επόνεσε πολύ καί μάλιστα γιά τή Σταύρωση τού Κυρίου καί τούτο, διότι εκείνη εγνώριζε καλύτερα από κάθε άλλο τήν αγιότητα καί τήν αθωότητά Του.
Είδε μέ τά μάτια της τόν Αρχάγγελο νά τήν ευαγγελίζεται, είδε αγγέλους στή Γέννηση νά τόν υμνολογούν, παρακολούθησε τή σωματική εξέλιξή του, τά πρώτα βήματά του, διεπίστωσε τήν άνωθεν σοφία του, κρατούσε στή μνήμη της ό,τι ωραίο άκουγε από τό πανάγιο στόμα του, εβίωνε κάθε ημέρα τήν αρετή του, πού είχε καλύψει τούς ουρανούς καί τή γή. Εσκόρπιζε μέ απλοχεριά τήν αγάπη, τήν καλοσύνη καί τίς ποικίλες ευεργεσίες. Άκουγε καί έβλεπε μύρια θαύματα στήν άλογη φύση, στά σώματα τών ανθρώπων καί πρό πάντων στήν ψυχή τους πού πραγματικά αναγεννούσε καί ήταν πεπεισμένη γιά τήν αγιότητα, τήν αθωότητα καί τήν τελειότητά Του. Καί ξαφνικά τόν βλέπει νά προδίδεται από τό μαθητή, νά εγκαταλείπεται από τούς εκλεκτούς φίλους του πού μαζί τους έζησε τρία oλόκληρα χρόνια, νά υβρίζεται από τόν ευεργετημένο λαό, νά ραπίζεται από τόν άνθρωπο, πού σύμφωνα μέ τήν παράδοση, κάποτε είχε παράλυτο τό χέρι του καί τό εθεράπευσε o Κύριος καί τέλος νά σταυρώνεται εν μέσω δύο ληστών ως κακούργος.
Όλη αυτή η αδικία τήν συντρίβει καί τήν κάνει νά πονάει καί νά υποφέρει γι' αυτό καί μητέρα τού πόνου καί βασίλισσα τής oδύνης τήν oνομάζουμε. Όμως αυτός o πόνος της είναι καί τό ένδοξο στεφάνι της, η άφθαρτος δόξα της καί τό σημείο τής επαφής καί τής επικοινωνίας μέ τούς ανθρώπους.
Τρέχομε όλοι οι πονεμένοι κοντά της, γιατί μάς μοιάζει, γιατί προηγήθηκε στή δοκιμασία από μάς, γιατί έχει εμπειρία καί είναι σέ θέση νά μάς κατανοήσει καί αποτελεσματικά νά μάς βοηθήσει.
Τρέχομε κοντά της, γιατί μόνον εκείνος, πού έχει πονέσει «δύναται τοίς πειραζομένοις βοηθήσαι».
Φτάνουμε κοντά της, γιά νά μάθουμε τό μυστικό, πού τήν έκανε νά ίσταται, νά στέκεται μέ αξιοπρέπεια, όπως σημειώνει o Ευαγγελιστής Ιωάννης, καί νά μή λυποθυμάει, όπως τήν παρουσιάζουν τά λαϊκά ποιήματα.
Κοντά της τρέχει η μάνα πού έχει άρρωστο ή άτακτο καί άσωτο παιδί. Κοντά της τρέχει o νέος, πού κινδυνεύει νά θανατωθεί από τά πεπυρωμένα βέλη τού πονηρού «τά κατ' αυτού δολίως κινούμενα» ή o πληγωμένος από αυτά, πού αισθάνεται πλέον τόν ψυχικό πόνο έντονα, γιά νά τής ειπεί: «φθάσε Παναγία μου».
Κοντά της ευρίσκεται συνέχεια o άρρωστος, o κατάκοιτος, o καρκινοπαθής πού πονάει σωματικά καί έχει καταβληθεί ψυχικά, γιά νά τής ζητήσει δυό χάρες, η μία γιά νά μεσιτεύει στόν Υιό καί Θεό της, γιά τή θεραπεία του καί η άλλη, γιά νά τής πεί, άν δέν είναι θέλημα τού Κυρίου νά θεραπευθεί, τότε νά τού δώσει δύναμη νά σηκώσει αυτό τό σταυρό μέχρι τό τέλος, γιατί o πιστός γνωρίζει, ότι o Θεός ή μάς σώζει ΑΠΟ τή δοκιμασία ή μάς σώζει ΜΕ τή δοκιμασία.
Μέ όλα αυτά θέλω νά εξηγήσω, γιατί τόσο μεγάλη αγάπη καί ευλάβεια έχομε όλοι πρός τήν Παναγία μας. Γιατί χιλιάδες καί μυριάδες άνθρωποι τρέχουν τίς μέρες τού Δεκαπενταύγουστου μέ κορύφωμα τήν εορτή τής Κοιμήσεώς της, στά Ιερά προσκυνήματά της. Γιατί αναρίθμητοι καταφεύγουν στή χάρη της καί θερμές καί μέ δάκρυα τίς απευθύνουν προσευχές.
Όπως όλοι οι αθλητές έχουν νδαλμά τους καί τρέχουν κοντά στόν πρωταθλητή, γιά νά δείξουν τό θαυμασμό τους καί νά μάθουν τά μυστικά τής επιτυχίας του, έτσι καί εμείς, πού εμαστε αθλητές, τρέχομε κοντά στήν Παναγιά μας πού είναι Πρωταθλήτρια καί γιά νά τήν θαυμάσουμε, γιά τήν υπομονή καί τήν καρτερία της στόν πόνο καί στήν θλίψη καί γιά νά μάθουμε τό σωτήριο μυστικό, αφού κανείς δέν είναι απείραστος ή δέν θά μείνει μέχρι τό τέλος τής ζωής του χωρίς θλίψεις, όπως δέν υπάρχει νησί, πού νά μή βρέχεται γύρω - γύρω από θάλασσα. «Τέρας όστις διά παντός τού βίου αυτού ηυτύχηκε» έλεγαν οι σοφοί πρόγονοί μας.
Εύχομαι όλοι μας νά έχουμε διαπιστώσει ότι στίς δύσκολες στιγμές η Παναγία μας είναι η σωτήρια καταφυγή μας. Μάς δέχεται, γιατί είναι η κατά χάρη Μάνα μας καί μάς διδάσκει, γιατί έχει τήν εμπειρία πού περιγράψαμε καί μάς θεραπεύει, γιατί έχει τή δύναμη καί τήν παρρησία. Επικαλούμαι λοιπόν τήν Προστασία της γιά όλους σας καί εύχομαι νά είναι η ζωή σας ενάρετη, ώστε καί σείς καί εγώ νά έχουμε παρρησία, όταν φθάνουμε κοντά της.

+ Ο Μονεμβασίας καί Σπάρτης ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008


Ορθοδοξία, η μόνη Εκκλησία


Όλοι λέμε «είμαι Ορθόδοξος» ανήκω στην «Ορθόδοξο Εκκλησία» αλλά γνωρίζουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Από που ήρθε και πως καθιερώθηκε; και ποιος να μας τα μάθει δηλαδή στην εποχή που βρισκόμαστε;
Το ρήμα λοιπόν, «ορθοδοξέω-ω» το συναντάμε πρώτη φορά στον Αριστοτέλη (384-323) στο έργο του Ηθικά Νικομάχεια. «ορθοδοξείν περί την αρχήν» που σημαίνει έχω ορθή άποψη , και ορθή γνώμη για κάθε πράγμα.
Η Ορθοδοξία αναφέρεται πρώτα από τον λεξικογράφο Πολυδεύκη στον δεύτερο μ.χ αιώνα και σημαίνει την ορθή άποψη για κάθε ζήτημα επιστημονικό, φιλοσοφικό, θεολογικό.
Στην αρχή αυτός ο όρος δεν χρησιμοποιήθηκε από την Εκκλησία γιατί δεν υπήρχε και λόγος. Στους πρώιμους αποστολικούς χρόνους αρκούσε η λέξη «Εκκλησία».
Οι Ιουδαίοι τους αποκαλούσαν Ναζωραίους περιφρονητικά από τον αρχηγό της πίστεως τους ο οποίος θεωρείτο ότι καταγόταν από την Ναζαρέτ πόλης ασημής και κακόφημης. Τους αποκαλούσαν και Γαλιλαίους πάλι περιφρονητικά, γιατί θεωρούνταν μη αμιγώς Ιουδαϊκή επαρχία αλλά μολυσμένη λόγο συγκατοικήσεως και ειδωλολατρών.
Στην Αντιοχεία της Συρίας οι οπαδοί του Κυρίου ονομάζονται για πρώτη φορά «Χριστιανοί» (Πράξεων ια,26) μεταξύ του 43 και 44. Το όνομα είναι ελληνολατινικό και το Χριστός είναι μετάφραση του εβραϊκού μεσάγια, που σημαίνει ο κεχρισμένος, ο αλειμμένος με λαδί ή μύρο.
Ο Κύριος χρίστηκε ως Άγιος των Αγίων (Δανιήλ θ,24) από το Άγιο Πνεύμα κατά την βάπτιση του στον Ιορδάνη και δια της μαρτυρίας του Πατρός «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα».
Η λέξη λοιπόν Χριστός είναι ελληνική ενώ η λέξη (-ianus) είναι κατάληξη λατινική που σημαίνει τόπο καταγωγής ή οπαδών (πχ. Ασιανός, Ηρωδιανοί, Πομπηιανοί). Η ονομασία Χριστιανός διαδόθηκε γρήγορα.
Ακόμα και ο Ηρώδης Αγρίππας την γνώριζε όταν απευθύνθηκε στον απόστολο Παύλο ειρωνικά. «εν ολίγω με πείθεις Χριστιανόν γένεσθαι».
Οι ίδιοι Χριστιανοί μεταξύ τους λεγόταν αδελφοί. Επίσης λέγονταν και μαθητές Κυρίου. Από το Χριστιανός προήρθε και ο όρος Χριστιανισμός. Και άλλα εννοούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί και άλλα εμείς.
Σήμερα με την λέξη Χριστιανισμός εννοούμε το σύνολο αυτών που πιστεύουν σε Χριστό άσχετα αν είναι Ορθόδοξοι, παπικοί ή προτεστάντες. Εννοούμε ακόμα ένα σύστημα διδασκαλιών και δογμάτων αλληλοσυγκρουόμενων μεταξύ τους.
Ένα από όλα τα συστήματα. Σοσιαλισμός, κομμουνισμός, λενινισμός, καπιταλισμός, Χριστιανισμός. Ακόμα εννοούμε ένα κόσμο αντίπαλο με κάποιο άλλο. Στην αρχή όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι.
Λοιπόν κατά πρώτον η λέξη «Χριστιανισμός» σήμαινε το σύνολο της διδασκαλίας της Εκκλησιάς έναντι του Ιουδαϊσμού της ειδωλολατρίας και όλων των αιρέσεων. Δηλώνει δε όλη την αλήθεια. Σήμερα ίσως ο όρος «Χριστιανοσύνη» να ανταποκρίνεται περισσότερο με ότι παλιότερα σήμαινε ο όρος «Χριστιανισμός».
Αλλά ας δούμε και τι είναι Εκκλησία.
Πλήρης ορισμός δεν υπάρχει. Τα Θεία δεν περιορίζονται σε ορισμούς και κατασκευάσματα ανθρώπινης διάνοιας. Η Εκκλησία είναι Θείον καθίδρυμα. Αυτό που λέγεται Εκκλησία υπάρχει προ καταβολής του κόσμου (Ιερός Αυγουστίνος). Δεν είναι δυνατόν σε μια κουταλιά να χωρέσουν όλοι οι ωκεανοί.
Και είναι η Εκκλησία ο άπειρος ωκεανός της Θείας ευσπλαχνίας. Είναι η Εκκλησία του Κυρίου και Θεού, ην περιποιήσατο δια του ιδίου αίματος. (Πράξεων κ,28). Άρα Εκκλησία είναι η σωτηρία όλων όσων ανήκουν σε αυτή.
Παλιότερα στις θεολογικές σχολές έδιναν με δισταγμό τον εξής ορισμό. «Εκκλησία είναι το σύνολον των εις Χριστόν πιστευόντων». Ατελέστατος ορισμός. Πρώτον δεν αναφέρεται πουθενά η Θεϊκή προέλευση της.
Που είναι το «Γυνή περιβεβλημένη τον ήλιον, και η σελήνη υποκάτω των ποδών αυτής και επί της κεφαλής αυτής στέφανος αστέρων δώδεκα.» Δεν αναφέρεται στον πρώτο πυρήνα της εκλογής των Απόστολων, των μαθητών, των γυναικών.
Δεν αναφέρεται στην κάθοδο του Κυρίου και νίκη του επί του Άδη. Δεν αναφέρεται στην επίσημο εμφάνιση της κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Και δεν αναφέρεται επίσης εις τον «άλλον Παράκλητων, το Πανάγιον Πνεύμα το οποίον οδηγεί την Εκκλησίαν εις πάσαν την αλήθειαν»(Ιωάννου ιστ 13).
Επίσης όλοι όσοι πιστεύουν στον Χριστό ανήκουν στην Εκκλησία; Οι παπικοί, οι προτεστάντες και τόσοι άλλοι αιρετικοί;
Και πολλοί άλλοι ορισμοί υπάρχουν που ωστόσο έχουν όλοι τις ατέλειες τους. Γι’ αυτό ας δούμε τι λέει ο πάντων ειδικότερος, ο Απόστολος Παύλος.
Η Εκκλησία είναι σώμα με κεφαλήν τον Χριστό. Ο Πατήρ «πάντα υπέταξαν υπό τους πόδας Αυτού (του Υιού) και αυτόν έδωκε κεφαλήν υπέρ πάντα τη εκκλησία, ήτις εστί το σώμα αυτού»(Εφεσίους Α,22,23). «Χριστός εστί κεφαλή της Εκκλησίας».
Εμείς που ανήκουμε σ’ αυτό το ιερό και πνευματικό σώμα, είμαστε τα μέλη του. «Μελή εσμέν του σώματος Αυτού». (Εφεσίους ε,30).
Κεφαλή και σώμα απαρτίζουμε την Εκκλησία. «εν σώμα οι πολλοί εσμέν».(Κορινθίους ι,17). «υμείς εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους», «καθάπερ γαρ εν ενί σώματι πολλά μέλη έχομεν… ούτω οι πολλοί εν σώμα εσμέν εν Χριστώ». (Ρωμαίους ιβ,4).
Και εφόσον κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός, κανένας άνθρωπος θνητός και αμαρτωλός, πάπας πατριάρχης ή επίσκοπος δεν μπορεί να είναι κεφαλή της Εκκλησίας. Αυτό είναι παπική κακοδοξία και αίρεση και εωσφορική υπερηφάνεια.
Σεβαστή είναι και η άποψη ότι η Εκκλησία είναι μητέρα. «τα παιδία αυτών επ’ ώμων αρθήσονται και επί γονάτων παρακληθήσονται, ως ει τινα μήτηρ παρακαλέσει, ούτως καγώ υμάς παρακαλέσω» (Ησαίας ξστ,12-13).
Αλλά και «ιατρείον εστί πνευματικόν η Εκκλησία» (Εις την Γένεσιν, λόγος Α). «βαλάνειον εστίν η Εκκλησία πνευματικόν, ου ρύπον σώματος, αλλά ψυχής αποσμήχον κηλίδα τοις πολλοίς της μετανοίας τρόποις» (Εις Β’ Κορινθίους, ομιλία ιε).
Όπως και «Εκκλησία ουδέν έτερον εστίν, αλλ’ η δια των ημετέρων ψυχών οικοδομία. Η δε οικία αυτή ουκ εστίν ισότιμος άπασα. Αυτή η Εκκλησία ωκοδομήται από χρυσού και του αργύρου και των λίθων των τιμίων» (Προς Εφεσίους, ομιλία Ι).
Και «στύλος εστί της οικουμένης η Εκκλησία και μυστήριον μέγα και ευσέβειας μυστήριον» (Εις Α Τιμόθεον, ομιλία ια), «Μείζων της κιβωτού εστίν η Εκκλησία. Η γαρ κιβωτός παρελάμβανε ζώα και εφύλαττε ζώα, η δε Εκκλησία παραλαμβάνει ζώα και μεταβάλλει» (Περί μετανοίας, ομιλία η), «η Εκκλησία μήτηρ εστί των οικείων τέκνων. Της κιβωτού του Νώε η Εκκλησία βελτίων. Εκείνη ελάμβανε άλογα και εφύλαττεν άλογα, αυτή δε λαμβάνει άλογα και μεταβάλλει».
Ανακεφαλαιώνοντας: Η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού, είναι ο Χριστός εις τους αιώνας παρατεινόμενος, είναι μήτηρ, είναι ιατρείον, είναι λουτρόν ψυχής, είναι κιβωτός μεγαλύτερος της παλαιάς κιβωτού, είναι ο στύλος της οικουμένης.
Στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε ότι η Εκκλησία έχει τέσσερεις ιδιότητες.
Είναι Μια, είναι Αγία, είναι Καθολική, είναι Αποστολική.
Είναι Μια γιατί έχει κεφαλή τον Κύριο Ιησού Χριστό. Είναι ένα σώμα με πολλά μέλη και έχει ένα το Άγιο Πνεύμα το όποιο την καθοδηγεί.
Γι’ αυτό και όσοι έχουν την ίδια και μοναδική πίστη ασχέτως με το τόπο τον οποίο βρίσκονται ανήκουν σε αυτή. «Όταν πάντες ομοίως πιστεύομεν, τότε ενότης εστί… τούτο γαρ εστίν ενότης πίστεως, όταν πάντες εν ώμεν».
Όλοι οι αποσχισθέντες, οι αποτοιχισθέντες, οι αιρετικοί αποτελούν «Εκκλησία» ή «εκκλησίες». Καλύτερα θα ήταν να ονομάζονται «Χριστιανικές ομολογίες» ή «Χριστιανικές κοινότητες». Δεν είναι δυνατόν να λέγονται «Εκκλησίες» αιρέσεις που διαστρέφουν ή αρνούνται βασικά δόγματα και διδασκαλίες της Εκκλησίας του Χριστού μας.
Και επειδή στις ημέρες μας πολλά ακούγονται περί πολυπολιτισμών και παγκοσμιοποιήσεως, προσοχή.
Παγκοσμιοποίηση στο εμπόριο και στα αγαθά ώστε από τις πλούσιες χώρες να ζουν και οι φτωχές, ναι. Πράγμα το οποία όχι μόνο δεν γίνεται αλλά τουναντίον. Αλλά υποβάθμιση της μοναδικότητας της Εκκλησίας, όχι. Αυτό που συνήθως λέγεται «όλοι το ίδιο είναι, όλοι στον ίδιο Θεό πιστεύουν» είναι εκ του διαβόλου. (Ιωαν.η 44). Ας ακούσουμε τι λέει ο Άγιος Ιγνάτιος ο της Αντιοχείας επίσκοπος: (107) «Ούτοι γαρ(οι αιρετικοί) ουκ εισί φυτεία Πατρός.(Ματθ..ιε,13).
Καρπό θανατηφόρον ου εάν γεύσηταί τις πάραυτα αποθνήσκει».(Επιστολή Τραλλιανοίς,11). «Παρακαλώ υμάς… μόνη τη Χριστιανική τροφή χρήσθαι, αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις».
Δεύτερον η Εκκλησία είναι Αγία. Είναι Αγία αφού είναι Θειας αρχής και προέλευσης και έχει κεφαλή τον μόνο αναμάρτητο Ιησού. Έχει ψυχή το Πανάγιο Πνεύμα και είναι ενωμένη με τον ουράνιο Πατέρα. «Ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησίαν, λέγει ο Απ. Παύλος, και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής, ίνα αυτήν αγιάσθη, καθορίσας τω λουτρώ του ύδατος εν ρήματι, ίνα παραστήση αυτήν εαυτώ ένδοξον την Εκκλησίαν, μη έχουσαν σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων αλλ’ ίνα η Αγία και Άμωμος.».(Εφεσίους ε.25-7).
Μέσα στην Αγία Εκκλησία γίνονται και τα συνηδειτά μέλη της άγια, «Ναοί Θεού», «Ναοί του Αγίου Πνεύματος»,(Α.Κορινθ Γ.16,ΣΤ.19), «Κλητοί άγιοι».(Ρωμ.Α,7). Και αν υποτεθεί ότι όλοι, κληρικοί και λαϊκοί, είμαστε αμαρτωλοί, παραβάτες των εντολών του Θεού, καν «Ουκ έστι ποιων Χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός»(Ψαλμ.ιγ 1,3) και τότε η Εκκλησία δεν θα σταματήσει να είναι αγία και άμωμος.
Η αγιότητα της Εκκλησιάς, της νύμφης του Χριστού δεν εξαρτάται από τον δικό μας βίο.
Τρίτον η Εκκλησία είναι Καθολική. Είναι λέξη προερχόμενη από την προχριστιανική γραμματεία και σημαίνει: Ο ανήκων εις το καθόλου, εις το καθ’ ολοκληρίαν, ο γενικός, ο οικουμενικός, ο παγκόσμιος. Καθολική λοιπόν ονομάστηκε η Εκκλησία γιατί είναι εξαπλωμένη σε όλον τον κόσμο, αλλά και σε όλο τον χρόνο, και υπάρχει πριν την καταβολή του κόσμου (εν τω νοί του Θεού) και σκοπό έχει να περιλάβει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους ώστε να ανακεφαλαιωθούν, «Τα πάντα εν τω Χριστώ, τα επί τοις ουρανούς και τα επί της γης».
Καθολική ονομάζεται η Εκκλησία και για ένα άλλο σοβαρό λόγο. Οι αιρέσεις «αιρούνται», προτιμούν δηλαδή ένα τμήμα της πίστεως και τα υπόλοιπα τα απορρίπτουν. Επιλέγουν κάτι από την διδασκαλία της Εκκλησίας, ότι τους αρέσει ότι τους βολεύει και αυτό το κάτι το νοθεύουν με ανθρώπινες φιλοσοφικές θεωρίες.
Για την διάκριση των αιρέσεων από την Εκκλησία προστέθηκε το επίθετο «Καθολική». Καθολική που σημαίνει ότι είναι αντίθετη απ τις αιρέσεις. Και είναι η μόνη που διατηρεί καθαρή και ανόθευτη την πιστή των Αγίων Απόστολων.
Τέταρτο, η Εκκλησία είναι Αποστολική, γιατί ιδρύθηκε από τον πρώτο και μέγιστο «Απόστολο» τον Ιησού Χριστό. «Όθεν αδελφοί άγιοι, κλήσεως επουρανίου μέτοχοι κατανοήσατε τον Απόστολον και Αρχιερέα της ομολογίας ημών Ιησού Χριστόν»(Εβραίους Γ,1). Και γιατί ανοικοδομήθηκε «επί τω θεμελίω των Αποστόλων και Προφητών όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού». (Εφεσίους Β,20).
Και τηρεί απαραχάρακτα την διδασκαλία και τις παραδόσεις αυτών. Και ότι παρέλαβε εκ των δώδεκα θεμελίων «Των Αποστόλων του Αρνίου»(Αποκαλ.κα,14) το κρατάει σαν θησαυρό χωρίς να προσθέσει ούτε να αφαιρέσει.

Βιβλιογραφία: Ορθόδοξος Πίστη και Ζωή (Αρχιμ. Δοσιθέου).

Σάββατο 14 Ιουνίου 2008




Τα γενέθλια του συνοδοιπόρου.



Σας ευχαριστώ πολύ μέσα από την καρδιά μου
όλους όσους θυμήθηκαν σήμερα τα γενέθλιά μου.
Η αγάπη σας και οι ευχές σας με στηρίζουν.
Είμαι δέσμιος της αγάπης σας. Παρακαλώ την
Παναγία μας για όλους και εύχομαι σε όλους τα
έτη να είναι πολλά και ευλογημένα.
Ευχαριστώ τους ανθρώπους που με θυμήθηκαν
από το Αγρίνιο, την Καβάλα, την Θεσσαλονίκη,
τα Ιωάννινα, τη Λευκάδα, τη Δράμα, τη Δυτική Αττική,
και γενικά όσους με θυμήθηκαν και με ΣΚΕΦΤΟΝΤΑΙ
καθημερινά. Ο Θεός να σας ευλογεί όλους.

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008


Οι Πράξεις των Αποστόλων αποδίδονται στον Ευαγγελιστή Λουκά και αναφέρονται κυρίως στη ζωή και τα έργα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Η συγγραφή των Πράξεων δεν μπορεί να τοποθετηθεί πριν από το 62-63 μ.Χ., γιατί ο Λουκάς συνεχίζει την αφήγησή του μέχρι το τέλος του δευτέρου έτους της φυλακίσεως του Παύλου στη Ρώμη. Ο τόπος της συγγραφής δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα. Πιθανολογείται η Αντιόχεια γιατί από κει κατά πάσα πιθανότητα καταγόταν ο Λουκάς, ή η Ιερουσαλήμ επειδή ο Λουκάς γνώριζε την πόλη αυτή και τις διάφορες πολιτικές και θρησκευτικές της οργανώσεις. Ακόμα πιθανολογείται και η Έφεσος γιατί γνώριζε καλά τα έθιμα και το καθεστώς.
Μετά την Ανάστασή Του, ο Χριστός παρουσιαζόταν κατά διαλείμματα για σαράντα ημέρες, εμφανιζόταν στους μαθητές και τους μιλούσε για τα μυστήρια και τις αλήθειες της βασιλείας του Θεού.
Και ενώ έτρωγε την ίδια τροφή με τους μαθητές Του. (Μετά την Ανάσταση ο Χριστός δεν χρειαζόταν τροφή αλλά έγινε κατά συγκατάβαση για την απόδειξη της Αναστάσεως). Καθώς έτρωγε μαζί τους, τους έδωσε την παραγγελία να μην απομακρύνονται από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν να πραγματοποιηθεί η υπόσχεση περί Αγίου Πνεύματος, το οποίο θα έστελνε ο πατέρας του. Γιατί ο Ιωάννης μεν βάπτιζε με απλό νερό και το βάπτισμα του δεν είχε τη δύναμη να αναγεννήσει όσους το ελάμβαναν. Εσείς όμως τους είπε θα βαπτιστείτε με Άγιο Πνεύμα, όχι πολλές μέρες μετά από αυτές που διερχόμαστε.


Τι είναι το βάπτισμα του Πνεύματος;

Η αόρατη χάρη και δύναμη που επισκέπτεται το εσωτερικό του ανθρώπου και αναπαύεται εν τη καρδία αυτού, καθαρίζουσα και αγιάζουσα όλο τον άνθρωπο. Η μεταβολή αυτή γίνεται μυστηριωδώς και ξεπερνάει την ανθρώπινη κατανόηση. Βλέπουμε όμως τα αποτελέσματά της. Εσωτερική ειρήνη και χαρά είναι τα πρώτα συναισθήματα τα οποία δοκιμάζει η ψυχή που έχει γευτεί την αναγέννηση. Αλλαγή βίου και νέος τρόπος ζωής, αύξηση της εν Χριστώ ζωής, τήρηση των εντολών του Θεού.
Οι μαθητές ήρθαν στο Χριστό και τον ρωτούσαν αν θα αποκαθιστούσε στις μέρες που ζούσαν, στην εποχή τους, τη βασιλεία για το λαό Ισραήλ. Ο Χριστός τους απάντησε ότι δεν έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τα χρόνια ή τους μήνες, γιατί αυτό ανήκει στην εξουσία του Θεού κι αυτός μόνο γνωρίζει το πότε αυτά θα συντελεστούν. Τους είπε όμως ότι θα λάβουν ενίσχυση και δύναμη όταν έρθει πάνω τους το Άγιο Πνεύμα και θα είναι μάρτυρες του βίου και της διδασκαλίας Του και στην Ιερουσαλήμ και σε όλη την Ιουδαία μέχρι το πιο μακρινό σημείο της γης. Και αφού τα είπε αυτά, ανυψώθηκε προς τα πάνω και σύννεφο παρουσιάστηκε σαν όχημα από κάτω και τον πήρε από τα μάτια τους. Κι ενώ είχαν καρφωμένο το βλέμμα τους στον ουρανό, δύο άγγελοι εμφανίστηκαν ως άντρες, στάθηκαν κοντά τους με λευκά φορέματα και τους είπαν; Γιατί στέκεστε και παρατηρείτε με απορία τον ουρανό; Ο Ιησούς ο οποίος αναλήφθηκε στον ουρανό θα έρθει κατά τον ίδιο τρόπο με το σώμα του δηλαδή και καθήμενος πάνω σε σύννεφο όπως τώρα. Ο τρόπος της επανόδου δηλαδή, της δευτέρας παρουσίας, θα είναι όμοιος με τον τρόπο της αναλήψεως. Θα έρθει και πάλι εν νεφέλαις, και συνοδευόμενος όχι μόνο από δυο αγγέλους αλλά από στρατιές αγγέλων. Αυτή ήταν μια παρήγορη υπόσχεση γι'αυτό και οι απόστολοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά.
Ανέβηκαν στο υπερώο, στο πάνω πάτωμα του σπιτιού, όπου συναθροίζονταν συχνά όλοι οι πιστοί και περίμεναν όλοι μαζί την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος. Ήταν εκεί λοιπόν ο Πέτρος και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης και ο Ανδρέας, ο Φίλιππος και ο Θωμάς, ο Βαρθολομαίος και ο Ματθαίος, ο Ιάκωβος ο υιός του Αλφαίου και ο Σίμων ο Ζηλωτής και ο Ιούδας ο υιός του Ιακώβου. Αυτοί λοιπόν ήσαν προσκαρτερούντες. (σημαίνει εμμένω επιμελώς, συνεχώς σε κάτι). Παρέμεναν ακούραστοι και καρτερικοί, ομοθυμαδόν (ομού θυμός= ψυχή, καρδιά). Πλήρης αρμονία των αισθημάτων. Ήταν όλοι ενωμένοι εν αγάπη και δεν υπήρχε μεταξύ τους κάποια διαφωνία. Ήταν ακούραστοι και καρτερικοί στην προσευχή και τη δέηση μαζί με τις γυναίκες που ακολούθησαν το Χριστό από τη Γαλιλαία, με τη Μαρία τη μητέρα του Χριστού και μαζί με τους νομιζομένους αδελφούς αυτού.
Έτσι λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημέρες της Πεντηκοστής, δηλαδή 7 εβδομάδες μετά το Πάσχα. Πεντηκοστή ήταν μια από τις μεγαλύτερες εορτές των Ιουδαίων που αλλιώς την ονόμαζαν «εορτή των Ευχαριστιών» ή «εορτή των επτά εβδομάδων» ή «εορτή των απαρχών». Έφερναν τα πρώτα γεννήματα στο ναό του Σολωμόντα για να ευλογηθούν. Η εορτή της συγκομιδής. Την ημέρα εκείνη έγινε η ίδρυση της εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Όλοι οι πιστοί (ομοθυμαδόν) (ομού θυμός) με το ίδιο φρόνημα με μια ψυχή με μια καρδιά, χωρίς έριδες μεταξύ τους, με αγάπη. Υπήρχε δηλαδή ομοψυχία μεταξύ τους. Πλήρης αρμονία αισθημάτων. Τους συνέδεε η αγάπη και μεταξύ τους δεν υπήρχαν διαφωνίες. Ήταν ενωμένοι στο αυτό μέρος και ξαφνικά ακούστηκε μια βοή από τον ουρανό σαν βοή σφοδρού ανέμου. Δε χρησιμοποιεί τη λέξη άνεμος αλλά πνοή. Η πνοή αυτή ήταν το σύμβολο του Πνεύματος που κατέβαινε στους μαθητές. Στη βιβλική γλώσσα η ενέργεια του Πνεύματος εκπροσωπείται με την πνοή ή συμβολίζεται με τον άνεμο. Είπε ο Δαυίδ περί του Θεού ότι Αυτός είναι ο «εξάγων ανέμους εκ θησαυρών αυτού». Μοιάζει με την οδό του ανέμου που δε γνωρίζει από πού έρχεται και πού πάει.
Τα σημεία της εκχύσεως του Αγ. Πνεύματος υπήρξαν διπλά. Για την ακοή, βοή όμοια προς τον βίαιο άνεμο και για την όραση, γλώσσες σαν φωτιά. Δεν ήταν πραγματική φωτιά. Είχαν το χρώμα της φωτιάς και έλαμπαν σαν τη φωτιά. Η Θεός είναι πυρ καταναλίσκον. Όπως η φωτιά έχει φωτιστική και καυστική δύναμη, έτσι και ο λόγος των Αποστόλων θα φώτιζε τους πιστούς. Το πυρ είναι σύμβολο της παρουσίας και δυνάμεως του Θεού. Όπως ο αναμμένος άνθρακας είχε καθαρίσει τη γλώσσα του Ησαία, έτσι και οι γλώσσες του πυρός θα καθάριζαν και θα αγίαζαν τους Αποστόλους. Οι γλώσσες έγιναν ορατές γιατί από το Πνεύμα έχουμε το λόγο του Θεού και δια του πνεύματος ο Χριστός θα μιλούσε στον κόσμο.
Το άγιο πνεύμα μαλακώνει τις σκληρές καρδιές των ανθρώπων και χαρίζει στο εσωτερικό του ανθρώπου ευσεβή αισθήματα. Δεν έλαβαν το πνεύμα, τη χάρη, αλλά γέμισαν με αυτό. (Εδώ το ρήμα επλήσθησαν δηλώνει την έκχυση του Αγ. Πνεύματος) Το Πνεύμα δεν είχε παρουσιαστεί ξανά στην Παλαιά Διαθήκη με αυτό τον τρόπο. Το Προφητικό χάρισμα στην Π.Δ. παρείχετο σποραδικά και σε χρόνο περιορισμένο, ενώ στους μαθητές του Χριστού τα χαρίσματα του Αγ. Πνεύματος θα έμεναν μονίμως σε όλους. Νέα εποχή ήρθε στον κόσμο, κατά την οποία οι άνθρωποι επρόκειτο να ζήσουν έχοντας ουράνιο πολίτευμα και θα γίνουν μέτοχοι της θείας ζωής. Ο Χριστός έδωσε το πνεύμα στους μαθητές για να αποκτήσουν όχι μόνο με τη σωτηριώδη γνώση αλλά και τη δύναμη για να διαδώσουν και να κηρύξουν στον κόσμο τη γνώση που έλαβαν. Ήχος γέμισε όλο το σπίτι και είδαν να διαμοιράζονται πύρινες γλώσσες (γλώσσες που έμοιαζαν με φλόγες πυρός) και εκάθησαν στα κεφάλια των μαθητών (Από της κεφαλής επληρώθη ο άνθρωπος όλος) και γέμισαν από πνεύμα άγιο και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες. Βρίσκονταν εκεί Ιουδαίοι από όλα τα μέρη και κάθε ένας άκουε τη δική του διάλεκτο. Έμειναν όλοι εκστατικοί και θαύμαζαν και απορούσαν και έλεγαν δεν είναι όλοι αυτοί Γαλιλαίοι και πως είναι δυνατόν να ακούμε ο καθένας τη δική του διάλεκτο. Δεν ήξεραν τι γίνεται. Τι σημαίνει αυτό το έκτακτο γεγονός; ποια εξήγηση μπορεί να δώσει κανείς; Άλλοι όμως περιγελούσαν και έλεγαν ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν πιει δυνατό κρασί και δεν ξέρουν τι λένε. Το Άγ. Πνεύμα έδωσε στους αποστόλους τη δύναμη να μιλούν ξένες γλώσσες τις οποίες δεν είχαν ποτέ μάθει. Διότι δεν ήταν ούτε επιστήμονες ούτε περιηγητές ούτε ταξιδιτες ούτε είχαν την ευκαιρία να μάθουν γλώσσες μέσα από βιβλία. Οι μαθητές με τη χάρη του Πνεύματος έγιναν αγιότεροι και πνευματικότεροι, αποσπασμένοι από τη ματαιότητα του παρόντoς κόσμου. Γέμισαν με τις ενισχύσεις και την παρηγοριά του Πνεύματος. Χαίρονταν περισσότερο από αγάπη προς το Χριστό, και με την ελπίδα του ουρανού κι όλοι οι φόβοι κι οι δισταγμοί τους χάθηκαν. Γέμισαν με τις δωρεές του Πνεύματος με δυνάμεις υπερφυσικές για να κάνουν ακόμα και θαύματα μέσα από τα οποία θα επιβεβαιωνόταν η αλήθεια του ευαγγελίου.
Συνέχεια των μαθητών είναι και όλοι όσοι πίστεψαν από τους μαθητές κι οι επόμενες γενιές και ούτω καθ' εξής. Στη βάπτιση λαμβάνουμε Πνεύμα Άγιο μέσω του χρίσματος. Στη συνέχεια της ζωής ο άνθρωπος πρέπει να ενεργοποιεί το Πνεύμα το Άγιο συνέχεια μέσα από τα μυστήρια, τη θεία κοινωνία, την εξομολόγηση και τον εν Χριστώ βίο. Αυτοί που πίστεψαν, ακολούθησαν τη διδασκαλία του Χριστού, βαπτίστηκαν και ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, είναι οι μαθητές του Χριστού σε όλα τα πλάτη και μήκη της γης και σε όλες τις εποχές. Αυτοί έχοντας τη χάρη του Αγ. Πνεύματος, βαθιά πίστη και ταπείνωση θα μπορούν όχι μόνο να κηρύξουν αλλά και να κάνουν ακόμα και θαύματα στο όνομα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2008


Οι χριστιανοί σήμερα

Απόσπασμα από το βιβλίο «Οι χριστιανοί σήμερα» του Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

Όταν ο σύγχρονος χριστιανός μιλάει για τον Θεό, εννοεί, λίγο-πολύ, κάτι που βρίσκεται πέρα μακριά στον ουρανό, άγνωστο, ακατανόητο, φοβερό, απλησίαστο, που απλά το αποδέχεται, χρήσιμο για ώρα ανάγκης, μερικές φορές του αποδίδει μαγικές ιδιότητες και συχνά επαναλαμβάνει το ανορθόδοξο «πίστευε και μη ερεύνα».

Κατά τ΄ άλλα αυτή η πίστη στο Θεό δεν επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του χριστιανού. Μπορεί να εκκλησιάζεται μερικές Κυριακές, να έχει στη βιβλιοθήκη του σύγχρονα πνευματικά βιβλία, παλιές εικόνες στο σαλόνι, κάποιο κομποσκοίνι στο χέρι, να δίνει και λίγη ελεημοσύνη. Όμως παραμένει ανυπόμονος στ΄ ότι οι άλλοι δεν είναι όπως τους θέλει, μίζερος για τα χρήματα, βυθισμένος στον ατομισμό, στην καλοπέραση, στο άγχος, στον ανταγωνισμό. Αυτό όμως δεν είναι ζωή εν Χριστώ. Μυρίζει θάνατο. Σε τι διαφέρει ο χριστιανός σήμερα από τον υπόλοιπο κόσμο; Όταν δεν έχει μακροθυμία, πραότητα, χαρά, απλότητα και κυρίως ταπείνωση, σημαίνει ότι δεν έχει νοιώσει τίποτε από την εν Χριστώ ζωή. Ζωή που ανακαινίζει, μεταμορφώνει και ωραιοποιεί τον άνθρωπο και μέσα από τις καθημερινές δυσκολίες.

Η ζωή των χριστιανών μη διαφέροντας καταντά επιβίωση δίχως νόημα, ανόητη, αφού δεν μπορείς να ζεις μόνο για μια σύνταξη ή για ένα δεύτερο διαμέρισμα ή για ένα καινούριο αυτοκίνητο. Δεν καρτεράμε μια ουσιαστική αλλαγή, κινούμεθα δίχως ελπίδα. Έτσι, τρέχουμε συνέχεια, υφαίνοντας κατά κάποιο τρόπο το σάβανο μας. Η ζωή, λέμε και εμείς, είναι μαύρη, άχαρη, τα ίδια και τα ίδια, μουντή, θολή, ρουτίνα.

Ο χριστιανός πρώτα-πρώτα καλείται να σκύψει και να ακούσει τη φωνή του Ευαγγελίου, που τον καλεί σε μία συνεχή διακινδύνευση της αυτάρκειας που τον διακατέχει, που πονηρού λογισμού εκείνου, που τον κινεί να λέει: ε εμείς, δόξα τω Θεώ, δεν κάνουμε τα φοβερά και αισχρά, που βλέπουμε καθημερινά στην τηλεόραση. Η σκέψη αυτή είναι μάλλον δαιμονοκίνητη και ο εφησυχασμός που δίνει δεν είναι ασφαλώς καθόλου αγαθός. Δεν θα δώσουμε λόγο στο Θεό μόνο γιατί δεν πράξαμε το κακό, αλλά και γιατί δεν πράξαμε το καλό, δεν αγαπήσαμε τρυφερά την αρετή.


Οι χριστιανοί σήμερα έχουν διπλή ζωή, δεν είναι ακέραιοι, ενοειδείς, οι αυτοί πάντα. Ο διχασμός αυτός είναι μια μεγάλη ταλαιπωρία. Ο χριστιανός δεν μπορεί άλλος να είναι και άλλος να φαίνεται, άλλα να λέει και άλλα να ενεργεί. Αυτή η ηθοποιΐα, καλή ή κακή, δεν μπορεί να ανήκει σε κανέναν χριστιανό. Η αληθινή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, χαρακτηρίζει και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Δεν είναι άλλος ο κυριακάτικος χριστιανός και άλλος ο καθημερινός. Παρατηρείται, όπως και άλλοτε έχω πει, μια ευσεβής μασκοφορία. Μια ερμηνεία της μανιώδους σπουδής του ανθρώπου για την τέλεια εξωτερική του εμφάνιση, είναι τα φύλλα της συκής, για να καλύψει την εσωτερική του κενότητα και γυμνότητα. Στ΄ ακριβότερα και ωραιότερα ενδύματα δεν αντιστοιχεί το κάλλος και η τελειότητα του εσωτερικού κόσμου.

Ο χριστιανός παρασύρεται στις πολλές βιοτικές μέριμνες, τυρβάζει περί πολλά, αποσπάται στη μερικότητα, απολυτοποιεί το λίγο, το μικρό, αρέσκεται και προτιμά τους απαγορευμένους καρπούς, οι οποίοι του παρουσιάζονται ωραίοι, γλυκείς και ευχάριστοι, δεν θέλει να διαφέρει, δεν θέλει να αγωνίζεται, δεν θέλει να μειώνεται η ελευθερία του, λέει, να περιορίζεται. Έτσι, σίγουρα οδηγείται στη αξιοποίηση πραγμάτων δευτερευόντων, που τα θεωρεί πρώτα. Επανέρχεται ο δαίμονας της Εδέμ και προτείνει το γυαλιστερό που θαμπώνει και όχι το πολύτιμο, το εύκολα βλεπόμενο, το φθηνό, το διαφημιζόμενο, το των πολλών, το παραποιημένο, το μεταχειρισμένο, το αποδεκτό, το καταναλώσιμο. Η απόκτηση αυτή δεν είναι κατάκτηση, δεν περιέχει γνησιότητα, αγωνιστικότητα, μόχθο υπομονής και αγάπης. Εδώ έγκειται η παραπληροφόρηση, ο αποπροσανατολισμός, η παραπλάνηση στην υιοθεσία δαιμονικού ήθους, ύποπτου, ύπουλου, δόλιου τρόπου προσεγγίσεως του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό δίνονται σφαλερές προτεραιότητες, πλανερές, πλασματικές, αποσπασματικές αλήθειες, ωραιοποίηση της ακοσμίας, απομονωτισμός επικίνδυνος, ναρκισσισμός νοσηρός, μετάθεση του προβλήματος, πολυχρωματισμός του κελύφους. Υπερβάλλω;

Έχουμε μια μαγική αντίληψη περί Εκκλησίας εμείς οι χριστιανοί σήμερα. Λέμε: «Αν έρθεις στην Εκκλησία οι δουλειές σου θα πάνε καλά». Μα υπάρχουν χριστιανοί πιστοί που είναι άνεργοι, νέοι επιστήμονες αδιόριστοι, έμποροι πτωχεύσαντες. Λέμε: «Αν δεν έλθεις στην Εκκλησία θα καταστραφείς». Μα ο Χριστός δεν πίεσε ερχόμενος καμία συνείδηση. Δεν έχουμε το δικαίωμα να απειλούμε, να φοβερίζουμε τον κόσμο, παιανίζοντας μάλιστα ένα σκοπό που μιλά για ένα Θεό ανύπαρκτο, ένα Θεό δηλαδή τιμωρό, εκδικητή, τρομοκράτη, φθονερό, αντίδικο. Ένα Θεό που μοιράζει καλές θέσεις εργασίας, παχυλούς μισθούς, υψηλές συντάξεις, επιδόματα, ευζωΐα, μακροζωΐα και λοιπά. Μοιάζουμε με διαφημιστές νέων προϊόντων ομορφιάς η συνήγορους του αδικημένου Θεού. Δεν έχουμε νοιώσει ακόμη εμείς οι χριστιανοί του δύστροπου εικοστού αιώνος ότι η Εκκλησία είναι ο Χριστός που σώζει και δεν σώζεται από κανέναν μας. Ο Χριστός είπε· αν θέλουμε από την καρδιά μας την τελειότητα ας τον ακολουθήσουμε. Οι σημερινοί χριστιανοί γίνονται εισαγγελείς, βασιλικότεροι του βασιλέως, με ζήλο ανεπίγνωστο, με σπουδή αδιάκριτη, με νόθο ιεραποστολισμό.

Μα, αγαπητοί μου, όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας ήταν άρρωστοι, φτωχοί οι πιο πολλοί, συχνά κυνηγημένοι, ανήμποροι, καταφρονεμένοι, δεν τους έπιανε το μάτι σου. Ο Χριστός δοξάσθηκε στον Γολγοθά. Ο πόνος είναι συνοδοιπόρος μας στη ζωή. Το σύμβολο του χριστιανισμού είναι ο σταυρός. Δεν επιτρέπεται η παραπληροφόρηση. Στην Εκκλησία μέσα συνεχίζεται, ενυπάρχει ο πόνος, αλλά έχει νόημα, έχει διέξοδο, οδηγεί σε ανάσταση. Δεν έχουμε το δικαίωμα ως ορισμένοι υποψήφιοι πολιτικοί να ξεγελάμε το λαό, υποσχόμενοι επίγειους παραδείσους. Ο Χριστός είπε ότι θα έχουμε στον κόσμο αυτό θλίψη. Δεν μακαρίζει όσους χασομερούν στα γέλια. Επιθυμούμε και δημιουργούμε ένα νεοχριστιανισμό στα μέτρα μας, στις ανάγκες μας, άκοπο, άμοχθο, πρόχειρο, εύκολο, δίχως κανέναν κόστος, αντιασκητικό, τελικά αντιευαγγελικό. Σε αυτή την προοπτική η θ. Λειτουργία στο ναό είναι μια απλή ακρόαση των λεγομένων, μία θέαση των τελουμένων, που θα μπορείς να την παρακολουθείς πιο ήσυχα και από την πολυθρόνα σου στο σπίτι από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο. Δεν είναι θυσία, συμμετοχή, εγρήγορση, επί τω αυτώ πάντων των αδελφών συγκοινωνούντων και θερμά δεομένων.

Εντός των χριστιανικών κοινοτήτων ο ανέστιος, ο ανέραστος, ο αφιλόξενος, ο απομονωμένος και ταλαίπωρος άνθρωπος ζητά να θερμανθεί από την αγάπη και την αλήθεια. Αν ερχόμενος συναντήσει τη δική μας απροθυμία, αφιλοξενία κι αδιαφορία, την κόπωση, την αναβολή, την αδιαθεσία και αναποφασιστικότητα, τότε θα είναι τραγικό και για εμάς και για εκείνον. Αν δεν έχουμε φως και χαρά, βίωμα και ζωή, τι να προσφέρουμε; Τ΄ άλλα τα βρήκε αλλού κι ίσως καλύτερα. Αν εμείς οι χριστιανοί δεν έχουμε τη χαρά της προσωπικής συναντήσεώς μας με τον Χριστό τότε τι νόημα έχει η αναγραφή της χριστιανικής μας ιδιότητας στην ταυτότητα κι ένας τυπικός εκκλησιασμός; Λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης πως αν δεν γνωρίσουμε τι μας έπλασε ο Θεός, δεν θα κατανοήσουμε τι μας έκανε η αμαρτία. Αν δεν γνωρίσουμε το φως της χάριτος, λέμε ότι είμαστε καλά και στο ημίφως. Στο φως αποκαλύπτεται η πραγματικότητά μας. Μέσα στο φως θ΄ αποκαλυφθεί η Αλήθεια της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν είναι αυτό που φανταζόμαστε, που νομίζουμε, που θα θέλαμε να είναι. Η Εκκλησία είναι μία μητρική αγκάλη, που όλους θέλει να σώσει, αν θελήσουν να σωθούν. Δεν είναι θεσμός, δεν είναι ιδεολογία, δεν είναι παράταξη, δεν είναι σύστημα, δεν είναι μέρος. Η Εκκλησία δεν δικάζει, δεν τιμωρεί, δεν ψάχνει για οπαδούς, δεν μετασχηματίζεται, δεν διαιρεί, δεν κουράζεται, δεν ξεκουράζεται, δεν ανησυχεί να πείσει αποστομωτικά, να υποδουλώσει και να κατατροπώσει κανένα και ποτέ. Προσέξτε το παρακαλώ.

Οι χριστιανοί σήμερα πρέπει να γίνουμε οι άνθρωποι των καθαρών βιωμάτων, να μιλά πιο βροντερά η ζωή μας η ίδια από τα πολλά λόγια μας, να μη απαιτούμε με προπέτεια το θαύμα, να μη βιαζόμαστε στην προσευχή, ν΄ ακούμε και τον άλλο, όποιος κι αν είναι, να υπομένουμε την αντίδραση, την αντίσταση του άλλου, να συνεργασθούμε με το Θεό. Εμείς θα του δώσουμε τον εκούσιο κόπο μας, την άσκηση, κι Εκείνος τη χάρη Του και το έλεός του, αφού πάντοτε η σωτηρία του ανθρώπου είναι συνεργία Θείας Χάριτος κι ανθρώπινης ενέργειας. Ο άνθρωπος πλάσθηκε κατ΄ εικόνα Θεού κι ο σκοπός της δημιουργίας του είναι η θέωση. Η αποστολή της Εκκλησίας είναι η σωτηρία του κόσμου, τα μυστήρια της Εκκλησίας αγιάζουν τον αγωνιζόμενο άνθρωπο, ο οποίος καθαριζόμενος φωτίζεται και θεώνεται. Αυτή είναι η οθρόδοξη θεολογία, η ανθρωπολογία, η εκκλησιολογία και η ασκητική της Εκκλησίας μας. Μη ψάχνουμε γι΄ άλλες ατραπούς, όταν μία είναι η οδός της σωτηρίας, της θεώσεως, της τελειότητος.

Τρίτη 10 Ιουνίου 2008


ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟ ΘΕΟ

Το αύριο κατάντησε ένας εφιάλτης στη ζωή των περισσοτέρων ανθρώπων.
Μας απασχολεί το αύριο, μας φοβίζει το μέλλον.
Πολλοί άνθρωποι το αντιμετωπίζουν με φόβο και αγωνία. Απασχολεί το αύριο τον πατέρα τη μάνα.
Τι να γίνουν τα παιδιά τους; Θα μπορέσουν να τα ζήσουν και να τα μεγαλώσουν; Θα μπορέσουν να τα μορφώσουν και να τα αποκαταστήσουν;
Τι θα γίνει αύριο, αναρωτιέται ο νέος.
Τι θα γίνει αύριο, αναρωτιέται ο γέροντας και η γερόντισσα. Αν αρρωστήσω, αν μείνω μόνος, αν με εγκαταλείψουν τα παιδιά μου;
Αυτό το αν, απασχολεί τους περισσότερους ανθρώπους.
Ο κάθε άνθρωπος αισθάνεται ανασφαλή τον εαυτό του για το αύριο. Ποιος μας εξασφαλίζει το μέλλον, το αύριο;
Την απάντηση μας τη δίνει εκείνος που έκανε το σήμερα και το αύριο. Ο Κύριος είπε: «μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες, τι φάγωμεν ή τι πίωμεν ή τι περιβαλλώμεθα;
Πάντα γαρ τάυτα τα έθνη επιζητεί, οίδε ο πατήρ υμών ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων».(Ματθ. 6,31)
Η ανησυχία μας για το αύριο οφείλεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης στο Θεό. Το παράδειγμα του Κυρίου είναι πολύ πειστικό.
Αυτός που μεριμνά για τα άνθη του αγρού, αυτός που φροντίζει για τα πετεινά του ουρανού, είναι ποτέ δυνατό να αδιαφορήσει για τα παιδιά του; Έχουμε ξεχάσει, έχουμε λησμονήσει, οι περισσότεροι άνθρωποι, ότι έχουμε πατέρα στον ουρανό.
Σε απασχόλησε ποτέ εάν αύριο θα βγει ο ήλιος, εάν θα έχει οξυγόνο για να αναπνεύσεις; Γιατί γνωρίζεις πολύ καλά, ότι αυτός που έβγαλε τον ήλιο χθες και έδωσε το οξυγόνο σήμερα, θα το κάνει και αύριο.
Διότι γνωρίζει ότι το έχουμε ανάγκη.
Πού οφείλεται η ανησυχία αυτή για το αύριο; Οφείλεται κατά μέγα μέρος στην έλλειψη εμπιστοσύνης στο Θεό.
Είδες ποτέ το παιδί σου να ανησυχεί για το αύριο; Ποτέ! Γιατί άραγε; Διότι γνωρίζει ότι έχει πατέρα που φροντίζει για αυτό.
Γιατί εμείς λησμονούμε ότι έχουμε πατέρα που μεριμνά και φροντίζει για μας; Για μια ματιά στο παρελθόν της ζωής σου.
Δεν πέρασες δυσκολίες, δεν βρέθηκες πολλές φορές σε αδιέξοδο και όμως ο Θεός δεν σε εγκατέλειψε, δεν σε άφησε.
Πόσες φορές δεν είδες το χέρι του Θεού να απλώνεται επάνω σου!
Γιατί τώρα ανησυχείς, γιατί αγωνιάς, γιατί χάνεις τον ύπνο σου; Άλλαξε ο Θεός; Λιγόστευσε η δύναμη του; Μη γένοιτο!
Ο Θεός εξακολουθεί να είναι ο πατέρας σου. Σε σκέπτεται, σε αγαπά, σε παρακολουθεί. Το αύριο ανήκει στο Θεό. Στα χέρια Του βρίσκεται η ζωή μας, η υγεία μας, τα παιδιά μας. Εμπιστεύσου το Θεό. Άφησε τη ζωή σου στα χέρια Του.
Μην ανησυχείς για το αύριο, για το μέλλον. Ο Θεός θα σε αναλάβει κάτω από τη σκέπη του.
Βέβαια εμπιστοσύνη στο Θεό δεν σημαίνει μοιρολατρεία., σταύρωμα των χεριών. Ο γεωργός θα σπείρει το χωράφι του, αλλά ο Θεός θα βρέξει για να καρποφορήσει. Εμείς θα σκεφτούμε, θα σχεδιάσουμε.

Αλλά ο Θεός θα πραγματοποιήσει. Ο προφήτης λέγει:
«Εάν μη Κύριος οικοδομήσει οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες» (Ψαλμός 126,1)
Με αυτό το πνεύμα, με αυτή την πίστη, ο πιστός άνθρωπος εμπιστεύεται το παρόν και το μέλλον στα χέρια του Θεού.

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008



ΜΕΛΕΤΗΜΑ 21ον

Ο Ησύχιος για την προσευχή γράφει τα εξής: «Καθώς είναι αδύνατο να ζήσει κανείς χωρίς ψωμί και νερό, έτσι είναι αδύνατο χωρίς την προσευχή του νου και την καθαρότητα της καρδιάς να νιώσει η ψυχή κάτι το πνευματικό ή να πράξει κάτι που ν’ αρέσει στο Θεό ή να ελευθερωθεί από την κατά διάνοια ενεργουμένη αμαρτία και όταν ακόμα την αποφεύγει στην πράξη από το φόβο της κολάσεως». Και ο Ησύχιος ο Πρεσβύτερος συμπληρώνει: «Καθώς είναι αδύνατον άνθρωπος που περπατάει στη γη να μην αναπνέει τον αέρα τούτον, έτσι είναι αδύνατο να καθαρίσουμε την καρδιά μας από τους εμπαθείς λογισμούς και να διώξουμε απ’ αυτήν τους νοητούς εχθρούς δαίμονες χωρίς τη συχνή επίκληση του Κυρίου Ιησού! Εκείνος που δεν έχει ευχή καθαρή από πονηρούς λογισμούς, αυτός δεν έχει τα απαιτούμενα όπλα, για να μαστιγώνει με την ευχή και να καταφλέγει τους δαίμονες!
Μεγάλο όντως αγαθό, δοκιμασμένο με την πείρα, παραλάβαμε από τους Πατέρες, τη συνεχή επίκληση του Κυρίου Ιησού κατά των δαιμόνων, με την οποία και μόνον όποιος θέλει μπορεί να καθαρίσει την καρδιά του! Και η Αγ. Γραφή επιβεβαιώνει: «Ισραηλίτες, ετοιμάζεστε, για να επικαλείστε το Όνομα Κυρίου του Θεού» και «Συνεχώς να προσεύχεσθε», και «Χωρίς εμένα τίποτα δεν μπορείτε να κάνετε» και «Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν». Μεγάλο λοιπόν αγαθό είναι η ευχή και όλων των αγαθών περιεκτικόν, διότι καθαρίζει την καρδιά, μέσω της οποίας ο Θεός φανερώνεται στους πιστούς.
Ο Άγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης μας δίνει τις πιο κάτω συμβουλές για την ευχή: «Από τους Πατέρες άλλοι μεν ορίζουν να λέμε ολόκληρη την ευχή, δηλαδή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με», άλλοι δε το μισό, δηλαδή «Ιησού, Υιέ του Θεού, ελέησον με» που είναι ευκολότερο. Πρέπει όμως να ξέρουμε ότι κανένας δεν μπορεί να πει Κύριον τον Ιησούν, άν δεν έχει μέσα του το Άγιον Πνεύμα! Και πάλιν άλλοι από τους Πατέρες με το στόμα, άλλοι δε με το νου διδάσκουν να λέγεται η ευχή. Εγώ – λέει ο Άγιος- συνιστώ και με τα δύο, δηλαδή και με το στόμα και με το νου, και τούτο να γίνεται μέχρις ότου με την ενίσχυση του Αγ. Πνεύματος μπορέσει ο νους συνέχεια να εύχεται»
Όσον αφορά τη στάση μας την ώρα της προσευχής, λέει: «Να λέμε την ευχή ή καθισμένοι σε σκαμνί, που είναι και κουραστικό ή στη συνέχεια στο στρώμα του κρεββατιού μας για λίγο, που δίνει άνεση. Οφείλει δε διαρκώς να κάθεται, δια τον ειπόντα: «Κατά την προσευχή να υπομένετε υποφέροντες». Να μη σηκώνεται γρήγορα, από την κούραση που νιώθει στην προσευχή, για να συνηθίσει αδιαλείπτως να λέει την ευχή.
Έτσι με σκυμμένο το κεφάλι και συγκεντρωμένο το νου στην καρδιά να επικαλείσαι τον Κύριο να σε βοηθήσει. Και όταν δοκιμάζει ακόμη πόνους στους ώμους και το κεφάλι να επιμένεις καρτερικά με θέρμη και ζέση καρδιάς!..



ΜΕΛΕΤΗΜΑ 22ον

Να μη ξεχνάμε ποτέ ότι «Η βασιλεία των Ουρανών ανήκει στους βιαστές και αυτοί την αρπάζουν». Γι’ αυτό η υπομονή και η καρτερία σ’ όλα είναι γεννήτρια των πόνων και του σώματος και της ψυχής. Ας δούμε τώρα τί λέγουν και άλλοι πατέρες.
Ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Κάθησε κάτω μόνος σε σιωπή. Χαμήλωσε το κεφάλι σου. Κλείσε τα μάτια σου. Ανάπνεε ήρεμα και φαντάσου ότι βλέπεις μέσα της καρδιάς σου τα βάθη. Και με το ρυθμό της αναπνοής σου λέγε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Λέγε την επίκληση αυτή ελαφρά με τα χείλη σου ή καλύτερα με το μυαλό σου. Προσπάθησε να διώχνεις κάθε άλλη σκέψη και με υπομονή και ηρεμία προχώρει επαναλαμβάνοντας την συνεχώς.
Ο Άγ. Γρηγόριος Θεσ/νίκης συνιστώντας τη διδασκαλία της νοεράς προσευχής σ’ όλους τους συνανθρώπους μας, γράφει: «Δεν χρεωστούμε μόνο, σύμφωνα με τη θέληση του Θεού, να προσευχόμαστε ακατάπαυστα στο Όνομα του Κυρίου Ιησού, αλλά έχουμε υποχρέωση να τη φανερώνουμε και να τη διδάσκουμε στους συνανθρώπους μας, στον καθένα, είτε ρασοφόρος είναι αυτός είτε κοσμικός, εγγράμματος ή αγράμματος, άνδρας ή γυναίκα. Ακόμα και στα παιδιά πρέπει να τη διδάσκουμε και να εμπνέουμε σ’ όλους ζήλον γι’ αυτού του είδους τη νοερά Προσευχή. Έτσι εφαρμόζουμε στην πράξη το Γραφικό λόγιον: «Αδελφός υπό αδελφού βοηθούμενος ως πόλις οχυρά».
Διδάγματα από τους βίους των αγίων: Η ιστορία των βίων των αγίων της Εκκλησίας μας, ιδιαιτέρως εκείνων που κατανάλωσαν τη ζωή τους στην προσευχή- προσευχόμενοι συνεχώς οι ίδιοι, αλλά και διδάσκοντες τους άλλους πως να προσεύχονται- αποτελεί για μας φωτεινότατο οδηγό στο καθήκον της Προσευχής. Παραθέτουμε εδώ διδακτικά αποσπάσματα από τους βίους τριών αγίων μας, του Αγίου Σάββα, του Αγίου Αρσενίου και του Αγίου Αντωνίου.
Α) Ο Θείος Σάββας, όταν έβλεπε κάποιον που εγκατέλειψε τον κόσμον και έγινε μοναχός να έχει μάθει με ακρίβεια τους κανόνες της μοναχικής πολιτείας και να είναι ικανός να επιτηρεί το νου του και νικηφόρα να παλεύει με τους ενάντιους λογισμούς του, τότε μόνον χορηγούσε σ’ αυτόν κελλί στη Λαύρα. Βλέπεις, ότι ο Άγιος τη φυλακή του νου απαιτούσε από τους μαθητές του και τότε μόνον επέτρεπε να μένουν σε ιδιαίτερο κελλί.
Β) Ο θαυμαστός Αρσένιος επιθυμούσε τόσο πολύ τη σιωπή και απεχθανόταν τόσο πολύ την επίδειξη, ώστε σπανίως μιλούσε ακόμη και περί πνευματικών θεμάτων. Έκρυβε δε τον εαυτό του και μάζευε μέσα του το νου κι έτσι εύκολα υψωνόταν προς τον Θεόν αναπτερώνοντας τη διάνοια του.
Γ) Ο Μέγας Αντώνιος πρόσεχε να έχει πάντοτε νήφουσα την καρδιά του, γι’ αυτό και αξιώθηκε να έχει προορατικό χάρισμα. Γιατί σε προσέχουσα καρδιά ο Θεός εμφανίζεται «ωσάν φωτιά, που καθαρίζει, έπειτα δε σαν φως που λαμπρύνει το νου και θεόμορφον αυτόν απεργάζεται» κατά τον Ιωάννην της Κλίμακος.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 23ον

Περί νήψεως και προσευχής: Ο λογιώτατος και σοφώτατος υποδιάκονος Δαμασκηνός Στουδίτης έγραψε έναν υπέροχο λόγο για τους Μοναχούς περί νήψεως και προσευχής. Τον μεταφέρουμε όπως έχει:
«Προσεύχεσθε συνέχεια, χωρίς οργή και σκέψεις ξένες προς την προσευχή. Κάθε σκέψη, που χωρίζει από το Θεό, είναι του διαβόλου, ο οποίος, για να ξεγελάσει το νου και να τον απομακρύνει από το Θεό, λέει πολλά στην καρδιά: Και εντολές υπαγορεύει μέσα μας, αλλά και φαντάσματα λογικά και παράλογα δημιουργεί, που, όταν δεν προσέχουμε, μας κατακτούνε. Γιατί όλος ο αγώνας του διαβόλου αποβλέπει σε τούτο: Να ξεμοναχιάσει, σαν πρόβατο από το κοπάδι, το νου μας αποχωρίζοντας τον από τον Θεό, και να μας παρασύρει στις κοσμικές ηδονές.
Γι’ αυτό όλη η προσπάθεια της ψυχής πρέπει να στρέφεται στο να μη αποχωρίζεται ούτε στιγμή ο νους από τον Θεό! Να μη δικαιολογεί και να μη συμφωνεί με τους ακάθαρτους λογισμούς μήτε να προσέχει σ’ εκείνα, που ο παντομίμητος και δεξιοτέχνης ζωγράφος διάβολος παριστάνει μέσα στην καρδιά μας άλλοτε με εικόνες, άλλοτε με πρόσωπα, σχήματα και άλλους τρόπους. Αφού κάνει αυτά ο διάβολος, χάνεται ύστερα, και ο ταλαίπωρος άνθρωπος, άν και βρίσκεται στο ίδιο μέρος, ζει σε απάτες νομίζοντας πως βρίσκεται σε άλλους τόπους!.. Έχει την ψευδαίσθηση πως βλέπει καινούργια πράγματα, πως συνομιλεί με διάφορα πρόσωπα, πως εξουσιάζει πράγματα που είναι όλα τους αποτέλεσμα διαβολικής πλάνης!..
Επιβάλλεται λοιπόν να προστατεύετε τον εαυτό σας, να καθοδηγείτε και να χαλιναγωγείτε το νου σας, αλλά και κάθε σκέψη και κάθε ενέργεια διαβολική να την κολάζετε και τιμωρείτε με το Όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, που σώζει τον κόσμο από τις αμαρτίες. Όπου στέκεται το σώμα, εκεί άς βρίσκεται κι ο νους, που, όταν είναι προσηλωμένος στο Θεό, δεν αφήνει τίποτε άλλο να εισχωρήσει στην καρδιά!.. Όταν μάλιστα νιώθεις κάτι σαν μεσότοιχο ή φραγμό μέσα στην καρδιά σου, ομίλει μόνο προς τον Κύριο. Κι άν κάποτε ο διάβολος σου συναρπάσει το νου, μην αρχίσεις να τον σκέφτεσαι, γιατί η τέτοια συγκατάθεση των λογισμών σου θα υπολογισθεί σε βάρος σου κατά την ημέρα της κρίσεως ενώπιον του Κυρίου, τότε που ο Θεός θα κρίνει όλα τα κρυπτά των ανθρώπων! Είναι κλειστές οι πόρτες της Βασιλείας σ’ όποιον δεν τα καταφέρνει να δαμάσει σε τούτη τη ζωή τα πάθη του και δεν εκτελεί αγόγγυστα και με φόβο του Θεού τα όσα του παραγγέλλει ο πνευματικός του πατέρας. Το είπε και ο Κύριος: « Δεν ήρθα στον κόσμο για να κάνω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα του Πατρός, που γι’ αυτόν τον σκοπό μ’ έστειλε εδώ».
Κάθε άρνηση μας σε εγκόσμια αγαθά, όταν υποφέρουμε και υπομένουμε για τον Θεό, υπολογίζεται στο ενεργητικό μας κατά την ημέρα της κρίσεως και γινόμαστε τέκνα της Αναστάσεως και της αιώνιας ζωής!.. Μακάριος ο άνθρωπος, που υπομένει και νικάει στις δοκιμασίες των πειρασμών!.. Αυτός θα γίνει ναός του μεγάλου Βασιλέως Χριστού! Μέσα του θα κατοικήσει ο Κύριος και θα περπατήσει κάνοντας τον κατοικία Του! Έχοντας λοιπόν υπόψη τέτοιες επαγγελίες, παραιτηθείτε για πάντα από της γήινες απολαύσεις, και δοθείτε στον Κύριο και Θεό μας, γιατί έτσι μονάχα θα σας ευσπλαχνισθεί. Και μη ζητάτε τίποτε άλλο από τον Κύριο, παρά μόνον έλεος κατά την ημέρα της δόξας Του. Αρκεί αυτό. Κι όταν Του το ζητάμε με ταπεινή και συντριμμένη καρδιά, να λέτε από τα βάθη της ψυχής σας από το πρωί μέχρι το βράδυ- κι άν είναι δυνατό όλη τη νύχτα- το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς. Αμήν».
Σας παρακαλώ λοιπόν βιασθείτε. Βιασθείτε. Βιασθείτε, ξαναλέγω, πιέζοντας το νου σας μέχρι θανάτου! Για να πετύχετε αυτόν τον σκοπό είναι ανάγκη να στενοχωρηθείτε και να βιασθείτε πολύ, γιατί είναι στενός και γεμάτος στενοχώριες ο δρόμος που οδηγεί στη θύρα της αιώνιας ζωής, όπου μπαίνουν μόνον όσοι υποφέρουν βιάζοντας τον εαυτό τους. Μονάχα γι’ αυτούς είναι η Βασιλεία των Ουρανών.
Παρακαλώ λοιπόν μη αποχωρίζεσθε από τον Θεό, μην αποκρύνετε τις καρδιές σας απ’ Αυτόν. Παραμένετε κοντά Του και προφυλάγετε την καρδιά σας ενθυμούμενοι πάντα τον Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτόν πάντα έχετε μέσα σας και τίποτε άλλο, ώσπου να ριζώσει στην καρδιά σας το Όνομα του Κυρίου, ώσπου να ολοκληρωθεί μέσα σας ο Χριστός!..
Και σας παρακαλώ, μην παύσετε ποτέ σας να λέτε την προσευχή αυτή! Γιατί άκουσα πολλούς από τους Αγίους Πατέρες να λένε: Τί μοναχός είν’ εκείνος, που έχει παύσει να λέει αυτήν την προσευχή; Για να είναι άξιος του σχήματος του οφείλει είτε τρώγει είτε πίνει είτε περπατεί είτε διακονεί, να λέει συνεχώς: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με». Μόνον η θύμηση του Ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού θα σε βοηθήσει να πολεμήσεις τον εχθρό, γιατί η βιαζομένη ψυχή όλα τα έχει ξεχωρίσει με τη βοήθεια της μνήμης του Κυρίου, είτε πονηρά είναι αυτά είτε αγαθά. Πρώτα τα κακά αποξενώνει από την καρδιά κι ύστερα ικετεύει και κάνει τα καλά. Καθήκον της μνήμης είναι να πολεμήσει τον Δράκοντα (δηλ. τον σατανά) και να τον ταπεινώσει. Ακόμη, της μνήμης δουλειά είναι να ελέγχει την αμαρτία μέσα μας και να την εξουδετερώνει. Να νικάει κάθε δύναμη του διαβόλου μέσα στην καρδιά μας τσακίζοντας την και ξεριζώνοντας την! Έτσι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, όταν επικαλούμεθα το όνομα Του, κατεβαίνει ως τα βάθη της καρδιάς μας, για να ταπεινώσει τον δράκοντα, που βόσκει σ’ αυτήν και να σώσει την ψυχή δίνοντας της ζωή.
Λέγετε λοιπόν συνεχώς το Όνομα του Κυρίου Ιησού, ώσπου να καταπιεί η καρδιά τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά, και να γίνουν τα δύο ένα. Όμως για να γίνει αυτό, δεν είναι αρκετή ούτε μία ημέρα ούτε δύο αλλά πολύς χρόνος και καιρός. Χρειάζεται αγώνας μεγάλος και καιρός πολύς, ώσπου να εκβληθεί ο εχθρός και να εγκατασταθεί μέσα μας ο Χριστός. Και ο αγώνας αυτός δεν θα είναι πάλη προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τα πονηρά πνεύματα, όπως λέει η Γραφή. Όσοι λοιπόν υποτάσσονται και φροντίζουν πάντα να ευχαριστούν τον Κύριον οφείλουν να ταπεινώνουν πάντοτε τους εαυτούς των και να τους υποβάλλουν σε θλίψεις, γιατί έτσι μόνο θα μετάσχουν στα αγαθά της μέλλουσας ζωής και της ατελεύτητης ανάπαυσης.
Σας παρακαλώ λοιπόν κάθε φορά, πριν φάτε, να προσεύχεσθε με ταπεινοφροσύνη. Δεν πρέπει αυτό να γίνεται με γέλια και αδιαφορία, γιατί ποιός είν’ εκείνος, που θα τολμήσει να γελάσει μπροστά στον Βασιλέα, χωρίς να προκαλέσει την αγανάκτηση Του και να επισύρει την τιμωρία;
Όταν ψάλλετε, να ψάλλετε με ηρεμία και μ’ όλη σας την καρδιά, για να γεύεται και εκείνη τα όσα λέτε και να νιώθετε εκείνα που λέτε ότι αναφέρονται στη δόξα του Χριστού! Τα λόγια σας να βγαίνουν με θέρμη κι όχι αποχαυνωμένα, για να παίρνουν μέρος στην αγρυπνία το σώμα κι ο νους κι έτσι ολόκληρη η ψυχή να προχωρεί στο δρόμο του Θεού. Ακόμη και πολυσύνθετα τροπάρια μή ψάλλετε, γιατί υπάρχει φόβος να παρασυρθείτε από τη μελωδία τους.
Όποιος θέλει να δει το φως το αληθινό, οφείλει να τηρεί όλα αυτά μέσα στην καρδιά του, τη γεμάτη σαρκικά πάθη και αχρεία μολύσματα. Να απαλλαγείς από κάθε αδυναμία, από θυμούς και ταραχές, από περισπασμούς και μνησικακίες και μη κατακρίνεις γενικά τους ανθρώπους. Και πρόσεχε να διατηρείς πάντοτε τη σκέψη σου και το νου σου καθαρά από σαρκικούς μολυσμούς. Στη ζωή σου φρόντιζε να είσαι πράος, ταπεινός και ήσυχος, κήρυκας και οπαδός της ειρήνης, εγκρατής στα φαγητά και στα ποτά και για κανένα λόγο να μη λείψει από τα χείλη σου η προσευχή!.. Για όλα αυτά έχε ως αρχή την αγάπη, που είναι το κεφάλαιο όλων των αρετών! Με αυτόν τον τρόπο θα κερδίσεις την αείφωτη και ατελεύτητη εκείνη ζωή, για την οποία εύχομαι σ’ όλους σας να την απολαύσετε με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, του οποίου η δόξα και η δύναμις θα βασιλεύουν πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 24ον

Όλοι οι Άγιοι Πατέρες συμφωνούν ότι μαζί με την προσευχή απαραίτητη είναι και η προσοχή (=Νήψη). Όπως όποιος γεννηθεί τυφλός δεν βλέπει το φως του ηλίου, έτσι και όποιος δεν περπατάει με το φως της νήψεως δεν βλέπει σ’ όλο της το μεγαλείο τη Θεϊκή Χάρη ούτε και μπορεί να ελευθερωθεί από τα πονηρά και μισητά έργα και λόγια και έγνοιες. Αυτός και από τους άρχοντες του σκότους δεν θα μπορέσει να περάσει ελεύθερα μετά το θάνατο του.
Η προσοχή φέρνει παντοτινή γαλήνη στην καρδιά και, αφού την απαλλάξει από ανήσυχους λογισμούς, την κάνει ν’ αναπνέει πάντοτε τον Κύριο ημών Ιησούν Χριστόν και ικανή να καταπολεμάει τους εχθρούς της. Και όπως είναι αδύνατη η ζωή στη γη χωρίς τροφή, έτσι και χωρίς προφύλαξη, προσοχή και καθαρότητα της καρδιάς δεν μπορεί η ψυχή ν’ αποκτήσει χαρίσματα πνευματικά και ν΄αρέσει στον Θεό.
Άς ξέρουμε και τούτο, ότι εμείς και οι δαίμονες μαζί κάνουμε τις αμαρτίες: Οι άσαρκοι δαίμονες προξενούν με τους λογισμούς την αμαρτία, ενώ εμείς με τις πράξεις μας αμαρτάνουμε. Η προσευχή όμως τους κατακαίει και τους αφανίζει. Αυτή κόβει σαν με το μαχαίρι την πολυλογία, την ειρωνεία, τις κατακρίσεις και όλες τις ταπεινές επιθυμίες, γιατί δεν ανέχεται ούτε για μια στιγμή να μας αποστερήσει από τη γλυκύτητα της.
Την τελειότητα των Αγ. Πατέρων δεν μπορούμε να τη φτάσουμε όλοι μας, γιατί όλοι δεν έχουμε την ίδια προθυμία και δυνατότητα. Για τους τέλειους όλα είναι ευκολοκατόρθωτα. Αυτοί κατά τον πνευματικό νόμο σαββάτισαν, δηλ. δεν έκαναν καμμιά χειρωνακτική εργασία, αλλά ευχαριστιούνταν μόνο στο να μιλούν με τον Θεό τρεφόμενοι με θεϊκή τροφή.
Την προσευχή άλλοι Πατέρες μας λένε να τη λέμε ολόκληρη και άλλοι μισή. Όταν συνεχώς λέμε την ευχή, στην αρχή θα διαπιστώσει η καρδιά μας το κακό που θα φεύγει και μετά το καλό που θα γίνεται κτήμα της. Η προσευχή από τη στιγμή που θα κατέβει στην καρδιά νικάει το δράκοντα που μας σπρώχνει στις αμαρτίες και μας δίνει την αληθινή ζωή!.. Επίμενε λοιπόν στην αδιάκοπη επίκληση του Ονόματος του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά σου τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά σου, και να γίνουν τα δύο ένα. Ξέρε όμως πως το έργο αυτό δεν τελειώνει σε μια και δύο μέρες. Έχει ανάγκη από πολύ καιρό και μεγάλο αγώνα, για να διωχθεί ο εχθρός από την καρδιά μας και να κατοικήσει στη θέση του ο Κύριος.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 25ον

Όσο για τους αρχάριους, μπορούν άλλοτε να λένε ολόκληρη την ευχή κι άλλοτε ένα μέρος της, όπως: «Ιησού μου, ελέησον με». Όμως μέσα στην καρδιά μας πάντοτε. Έτσι πετυχαίνουμε τη θέρμη της καρδιάς και στη συνέχεια τα δάκρυα, με τα οποία η ψυχή δέχεται την ειρήνη των λογισμών. Τότε αποκτούμε την καθαρότητα του νου και μπορούμε να εξηγούμε τα μυστήρια του Θεού και να καταλαβαίνουμε τις θεϊκές αποκαλύψεις και τα σημεία… Το τέλος όλων αυτών είναι η αγάπη και ο θεϊκός πόθος για τον Κύριον Ιησούν.
Ο αρχάριος στην πνευματική ζωή μοιάζει με κείνον που περπατάει νύχτα στο σκοτάδι και δεν βλέπει που πηγαίνει. Ο μεσαίος μοιάζει με κείνον που περπατάει σε ξάστερη νύχτα. Τούτον θαμποφέγγουν τα αστέρια, αλλά πολλές φορές σκοντάφτει και πέφτει από τις πέτρες. Ο τρίτος μοιάζει με κείνον που περπατάει με ολόφωτο φεγγάρι. Όσο για τον τέλειο, αυτός μοιάζει με κείνον που περπατάει καταμεσήμερο με τον ήλιο και βλέπει καθαρά και διακρίνει τα εμπόδια και δεν σκοντάφτει. Ο τέλειος με υπερφυσική δύναμη αισθάνεται ελαφρό το σώμα του και φωτίζεται από το Άγιο Πνεύμα. Γι’ αυτό μερικοί από τους Αγ. Πατέρες πέρασαν ποτάμια και θάλασσες χωρίς να βραχούν. Περπάτησαν δρόμους μακρινούς σε λίγες στιγμές. Ενώ στέκονταν σε προσευχή, το σώμα τους ανέβαινε ψηλά. Άλλοι μέσα στην κάμινο του πυρός δεν καίγονταν.
Γι’ αυτό λοιπόν, αδελφοί μου, επειδή τέτοιας λογής αγαθά βρίσκονται μπροστά μας να τα αποκτήσουμε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, άς μην αμελήσουμε να τα κατακτήσουμε με την πνευματική αυτή εργασία της νοεράς προσευχής.Κι άν θέλεις να μάθεις τον τρόπο, δεν έχεις παρά να μιμηθείς εκείνον που παίζει κιθάρα: Εκείνος γέρνει το κεφάλι του στο στήθος του και μετά αρχίζει να χτυπάει τις χορδές της με την πένα του έτσι αναγκάζει την κιθάρα να βγάζει μελωδία, η οποία κάνει τον κιθαρωδό να πηδάει από τη γλυκύτητα της.. Έτσι κάνε και συ, αδελφέ μου: Για κιθάρα έχε την καρδιά σου, για χορδές τις αισθήσεις σου και για πένα τη διάνοια, που με το λογιστικό κινεί την προσευχή προσεκτικά. Και επειδή η προσευχή είναι ενθύμηση του Θεού, φέρνει ανείπωτη ηδονή στην ψυχή και μας κάνει να βλέπουμε νοερά το Θείο Φώς. Αν όμως δεν κλείσουμε τις αισθήσεις του σώματος, δεν μπορούμε να δούμε ν’ αναβλύζει ορμητικά το νερό του Αγ. Πνεύματος, που, όταν κατοικήσει στην ψυχή, γεμίζει εσωτερικά τον άνθρωπο από θεϊκή δροσιά και πνεύμα και εξωτερικά ολόκληρο τον κάνει πύρινο.
Αλλά, κι όταν ο νους φωτισθεί και καθαρισθεί, αν δεν καταγίνεται συχνά με την προσευχή, αφήνοντας όλες τις φροντίδες του κόσμου, εύκολα πάλι σκοτίζεται. Μόνον όποιος ταίριαξε προσευχή και γνώση, προφυλάγει το νου του από παραστρατήματα. Μόνον αυτός δεν φοβάται κρότους ούτε βροντές ούτε χτύπους που προκαλούν οι δαίμονες. Και τούτο, γιατί η ψυχή του πληγώθηκε από το θείο έρωτα του Χριστού, που Τον ακολουθεί σαν αδελφό του.
Τέλος, αδελφέ μου, προσεύχεσαι καλά, όταν μετά την προσευχή ακολουθεί παντοτινή κατάνυξη και συντριβή της καρδιάς κι αγάπη προς τον πλησίον. Κάθε αντίθετο μ’ αυτά είναι ολοφάνερα πλάνη. Γιατί πρέπει να έχεις υπόψη σου ότι, όταν ο νους και η καρδιά αρχίσουν να νιώθουν την παρηγοριά του Αγ. Πνεύματος, τότε και ο σατανάς προσπαθεί να ελκύσει την ψυχή με κάποια γλυκοφανή αίσθηση.

ΜΕΛΕΤΗΜΑ 26ον

Ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος έγραψε σε κάποιον ηγούμενο περί προσευχή: «Ν’ αγωνίζεσαι μ’ όλες σου τις δυνάμεις να κρατάς το νου σου στενά δεμένο με τον Θεό. Ν’ αποφεύγεις τις συνομιλίες με τους αισχρούς λογισμούς και όλες τις πονηρές έννοιες, που ο σατανάς μπάζει στην καρδιά μας ξυπνώντας τα πάθη μας και φτιάχνοντας με τη φαντασία διάφορα πρόσωπα. Σ’ όποιον ο δαίμονας βρει ανοιχτή την πόρτα της καρδιάς του, μπαίνει μέσα και σχηματίζει τις ψυχολέθριες εικόνες του. Και ενώ βρίσκεται σε τόπο ερημικό, νομίζει ότι ζει και κινείται σε πόλεις και αγορές συνομιλώντας μ’ ανθρώπους και αποφασίζοντας πράγματα, που είναι γεννήματα της πλάνης του σατανά». Και συνεχίζει ο ίδιος: «Κάθε λογισμός που ξεμακραίνει το νου μας από τον Θεό προέρχεται απ’ το σατανά, που παρακινεί τάχα να κάνει καλά έργα, ν’ αγαπάει τον πλησίον, για να μας μακρύνει από τον Θεό. Γι΄αυτό και ο Αγ. Ιάκωβος ο Αδελφόθεος λέει: «Μακάριος είναι εκείνος που υπομένει τους πειρασμούς, γιατί, όταν βγει νικητής απ’ αυτή τη δοκιμασία, θα λάβει το στεφάνι της ζωής».
Μπορούμε να παλέψουμε νικηφόρα με την πονηρία των δαιμόνων, όταν είμαστε ταπεινοί, εγκρατείς, προσέχουμε και προσευχόμαστε… Και ο Άγ. Μακάριος γράφει: Το κυριώτερο και σπουδαιότερο μέλημα κάθε αγωνιστού Χριστιανού είναι να μπει στην καρδιά του και ν’ αρχίσει πόλεμο με το σατανά και να τον βγάλει από μέσα του. Έτσι αντιπαλεύοντας με τους πονηρούς λογισμούς γίνεται αδιάλλακτος εχθρός του. Αν όμως προσπαθεί εξωτερικά να φυλάγει μόνο το σώμα του από κάθε φθορά και πορνεία, ενώ από μέσα του αμαρτάνει με τις σκέψεις του ενώπιον του Θεού, σε τίποτε δεν ωφελείται κι άν ακόμη μένει παρθένος στο σώμα. «Καθένας που βλέπει λάγνα μια γυναίκα, ήδη την εμοίχευσε μέσα στην καρδιά του», είπε ο Κύριος. Υπάρχει πορνεία που γίνεται με το σώμα, όπως και πορνεία που γίνεται με την ψυχή, όταν ενώνεται με το σατανά. Ξέρε ότι της Θείας Χάριτος οι ενέργειες είναι ευκολοδιάκριτες και φανερές κι ότι ο δαίμονας, όσο κι αν μεταμορφωθεί, δεν μπορεί να πετύχει, γιατί οι ενέργειες της Θείας Χάριτος έχουν ως αποτέλεσμα την πραότητα, την ταπείνωση, την αποστροφή από τα εγκόσμια και την απονέκρωση των ηδονών και των παθών, πράγματα που μόνο η Θεία Χάρη μας χαρίζει. Του δαίμονα οι ενέργειες προκαλούν μέσα μας την κουφότητα, την υπερηφάνεια, τη δειλία και κάθε κακία. Από τα αποτελέσματα μπορείς να καταλάβεις αν το φως που νιώθεις μέσα σου είναι του Θεού ή του σατανά. Το κρασί στα μάτια μας μοιάζει με το ξύδι. Όμως στο στόμα μας η γεύση τους δείχνει τη διαφορά. Έτσι συμβαίνει και με τη ψυχή: Με τη δική της γεύση ξεχωρίζει πολύ καλά τα χαρίσματα του Αγ. Πνεύματος από τα δημιουργήματα του σατανά.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 27ον

Ο νους μας μόλις ξεκοπεί από τις σωματικές απολαύσεις, στρέφεται προς την ταιριαστή σ’ αυτόν νοερά τροφή, δηλαδή την ανάγνωση των Θείων Γραφών και την απόκτηση των αρετών, και ασχολείται με τη νοερά προσευχή. Τέχνασμα των φθονερών δαιμόνων είναι να καταπαύουν προς καιρόν τον νοητό πόλεμο. Μας φθονούν οι παγκάκιστοι για τις ωφέλειες και τις γνώσεις που κερδίζουμε, όταν πλησιάζουμε προς τον Θεό κερδίζοντας τον εναντίον τους πόλεμο. Γι’ αυτό αποσύρονται προς καιρόν με σκοπό να μας καταστήσουν αμέριμνους και ύστερα να επιπέσουν ξαφνικά εναντίον μας, για να μας παρασύρουν σε κάθε λογής αμαρτία. Εμείς όμως άς προσευχόμαστε παντοτινά με πολλή ταπείνωση σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου μας.
Δύο είναι τα φτερά, που μπορούν να υψώσουν τον άνθρωπο πάνω από τη γη: Η καθαρότητα και η απλότητα της καρδιάς. Πρέπει να είσαι απλός στις πράξεις σου και καθαρός στις σκέψεις σου και στα αισθήματα σου. Με την καθαρή καρδιά θ’ αναζητάς τον Θεό και με την απλότητα θα τον βρίσκεις και θα τον χαίρεσαι. Όταν θα έχεις απαλλαγεί από τις εσωτερικές κακίες και η ψυχή σου θα είναι ελεύθερη, όλα τα καλά έργα θα σου είναι εύκολα. Όταν σκοπός σου είναι η ευεργεσία των αδελφών σου και η εκτέλεση του Θείου Θελήματος, τότε η καρδιά σου θα πλημμυρίζει από εσωτερική χαρά, που μόνον η ελεύθερη από πάθη ψυχή την χαρίζει. Όταν η καρδιά σου είναι καθαρή, απ’ όλα μπορείς να ωφελείσαι και να διδάσκεσαι. Σ’ όλα τα δημιουργήματα θα βλέπεις τότε την άπειρη αγαθότητα του Θεού. Η καθαρή καρδιά περνάει εύκολα τις πύλες του ουρανού!…
Ο άνθρωπος κρίνει τα εξωτερικά πράγματα ανάλογα με τις εσωτερικές του διαθέσεις. Άν πράγματι υπάρχει στον κόσμο χαρά, μόνον ο αγαθός άνθρωπος την καταλαβαίνει. Κλήρος δε της πονηρής και ακάθαρτης καρδιάς είναι η λύπη και η στενοχώρια. Η Αγία Συγκλητική λέει: Όπως το πλοίο καταποντίζεται από δυό αιτίες – ή απ’ έξω, από τα κύματα της θάλασσας ή από μέσα εξαιτίας βλάβης της αντλίας του – έτσι και η ψυχή: Βλάπτεται και καταβυθίζεται ή απ’ έξω αντιλαμβανόμενη τα πράγματα με τις αισθήσεις της ή από μέσα, από τους κακούς λογισμούς και τα πάθη, που βρίσκονται μέσα στην καρδιά. Για τούτο είναι ανάγκη να προφυλάγει ο άνθρωπος τόσο τις αισθήσεις του από τα ηδονικά και βλαβερά πράγματα όσο και την καρδιά του από τους πονηρούς λογισμούς και τα πάθη.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 28ον

Όταν διατηρείς καθαρή την καρδιά σου, διατηρείς και τις αρετές. Επόμενο είναι τότε να φυλάγεσαι και από τα παρά φύση κακά. Τότε όσο περνάει ο καιρός με τη βοήθεια του γλυκύτατου Ιησού τόσο και θ’ ανεβαίνεις προς τα υπερφυσικά. Γιατί ανασκαλεύοντας με τη νοερά προσευχή θα βγάλεις το χώμα και τη στάχτη των παθών και των πονηρών λογισμών και προλήψεων από την καρδιά σου και θα ξεσκεπάσεις τον σπινθήρα της Θείας Χάριτος, πράγμα που θα σου φέρει ανείπωτη χαρά και θα σου προκαλέσει γλυκύτατα δάκρυα. Έπειτα σώριασε σ’ αυτόν για ξύλα και φρύγανα τις ζωοποιές εντολές του Κυρίου κι όλες τις επίκτητες αρετές σου και φύσηξε με μεγάλη όρεξη κι αγάπη. Θ’ ανάψει τότε μέσα στην καρδιά σου μια πρωτόγνωρη και υπερφυσική φλόγα, που η λάμψη της θα φωτίσει το νου σου και θα σου χαρίσει γνώσεις και ικανότητες.
Έτσι θα νιώσεις όλον τον εσωτερικό σου κόσμο να γίνεται ναός και κατοικία του Αγ. Πνεύματος και την καρδιά σου ιερό θυσιαστήριο και Αγία Τράπεζα. Το νου σου θα τον νιώσεις σαν ιερέα, τη θέλησή σου σαν θυσία και την προσευχή σου σαν ευωδιαστό άρωμα ν’ αναπέμπεται στον Θεό.
Κάποιος αδελφός ρώτησε κάποτε τον Αββά Αγάθωνα: Ποιό από τα δυό αξίζει περισσότερο, ο σωματικός κόπος ή η προφύλαξη του νου και της καρδιάς, κι εκείνος απάντησε: «Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος είναι τα φύλλα του δένδρου και η προφύλαξη του νου και της καρδιάς οι καρποί του. Επειδή δε είπε ο Κύριος «Κάθε δένδρο που δεν κάνει καλούς καρπούς πρέπει να κόβεται και να καίγεται», γίνεται φανερό ότι όλες οι προσπάθειες πρέπει ν’ αποβλέπουν στην παραγωγή καρπών, δηλαδή στην προφύλαξη του νου και της καρδιάς. Όμως έχουμε και την ανάγκη των φύλλων για σκέπη και καλλωπισμό αυτά είναι ο σωματικός κόπος.
Πόσο υπέροχα μίλησε ο Άγιος αυτός για όσους δεν προφυλάγουν το νου τους και την καρδιά τους και αρκούνται να υπερηφανεύονται για τις χειρωνακτικές δουλειές, λέγοντες ότι όποιος Χριστιανός ασχολείται μονάχα με τα πρακτικά πρέπει να ξεριζώνεται και να καίγεται!.. Φριχτή είναι, Πάτερ, η γνώμη σου γι’ αυτούς που δεν προφυλάγουν νου και καρδιά!… Εάν λοιπόν επιθυμείς ν’ αναδειχθείς νικητής των παθών σου, μπες μέσα στον εαυτό σου με την ευχή και τη βοήθεια του Θεού και, όταν φθάσεις στα βάθη της καρδιάς σου, ζήτησε να βρείς τους τρεις φοβερούς γίγαντες: Την ξεχασιά, την τεμπελιά και την άγνοια. Αυτά είναι τα μοναδικά στηρίγματα των νοητών εχθρών. Και απ’ αυτά φυτρώνουν και μεγαλώνουν στις ψυχές των φιληδόνων όλα τα πάθη της κακίας.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 29ον

Η προσευχή χωρίς την ταπείνωση είναι δώρο άδωρο. Η ταπείνωση είναι η στολή της Θεότητας. Γι’ αυτό χρειάζονται πολλοί κόποι και προσευχές για την απόκτηση της. Σ’ έναν άνθρωπο εύκολα μπορείς να βρείς μερικές αρετές, δύσκολα όμως θα μπορέσεις να μυρίσεις σ’ αυτόν μυρωδιά από ταπείνωση. Ο διάβολος παντού στις Αγ. Γραφές αποκαλείται ακάθαρτο πνεύμα, γιατί έβγαλε από μέσα του την ταπείνωση και αγάπησε την περηφάνεια. Εξάλλου, ποιά άλλη ακαθαρσία μπορεί να βγάλει ο άυλος και ασώματος διάβολος για να ονομασθεί απ’ αυτή ακάθαρτος; Φανερό λοιπόν γίνεται ότι για την υπερηφάνεια του ονομάσθηκε ακάθαρτο πνεύμα και από καθαρός και φωτεινός άγγελος έγινε ακάθαρτος. «Από τον Θεό υπολογίζεται ακάθαρτος όποιος υψηλοφρονεί», λέει η Αγ. Γραφή. Γιατί πρώτη αμαρτία είναι η περηφάνεια. Απ’ αυτή ξέπεσαν οι Πρωτόπλαστοι. Περήφανος ήταν κι ο Φαραώ που έλεγε στο Μωϋσή: Τον Θεό σου δεν τον ξέρω και τους Ισραηλίτες δε θα επιτρέψω να φύγουν από την Αίγυπτο. Την ταπεινοφροσύνη μας τη διδάσκει ο Χριστός, την πραότητα ο Δαβίδ, και ο Πέτρος μας λέγει να κλαίμε με δάκρυα ζητώντας συγχώρεση για τ’ αμαρτήματα, που έχουμε κάνει.
Όσοι θέλουν ν’ αρέσουν στον Θεό, οφείλουν να ταπεινώνουν τον εαυτό τους ολόψυχα. Να πιστεύουν ότι είναι κατώτεροι απ’ όλους τους άλλους ανθρώπους και να υποβάλλονται σε θλίψεις και στενοχώριες, γιατί έτσι μόνο θ’ απολαύσουν τα μέλλοντα αγαθά στην αιώνια ανάπαυση. Σας ικετεύω λοιπόν, αδελφοί μου, πριν βάλετε μπουκιά στο στόμα σας, πρώτα να προσεύχεσθε στον Θεό και μετά ν’ αρχίζετε να τρώτε, μας συμβουλεύει ο Ι. Χρυσόστομος. Για την προφύλαξη της γλώσσας σου κλείνε το στόμα σου και μη λες τίποτε, πριν το σκεφθείς καλά. Για την προφύλαξη της ψυχής σου να κλείνεις στα ακάθαρτα πνεύματα την εσωτερική θύρα της καρδιάς σου και να σιωπάς μη σκεπτόμενος τίποτε άλλο από τη γαληνοφόρα ευχή.


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 30ον

Την ψυχήν μας εξαγνίζουν τα παρακάτω:
Α) Η συχνή ανάγνωση των Θείων Γραφών και των κατανυκτικών λόγων των Αγίων Πατέρων,
Β) Η συνεχής ενθύμηση της φοβεράς κρίσεως του Θεού. Πρέπει να θυμόμαστε ότι μετά το χωρισμό της ψυχής από το σώμα θα συναντήσουμε τις τρομερές δυνάμεις, που θα μας ελέγξουν για όσα κακά πράξαμε σ’ αυτή τη ζωή…
Γ) Μη βγάζεις ποτέ από το νου σου την απόφαση που μέλλει να λάβει ο φοβερός και δίκαιος Κριτής για κείνους που θα βάλει αριστερά Του και
Δ) Καλό είναι να θυμάσαι και τα μεγάλα βάσανα των ανθρώπων γύρω μας και να τους συμπονείς, γιατί έτσι μαλακώνει η σκληρή ψυχή και γνωρίζει την κακή της κατάσταση.
Πολύ μεγάλο αγαθό μας δώρισεν ο Θεός δίνοντας μας τη συνείδηση, γιατί η συνείδηση βοηθεί πολύ στο καλόν εκείνον που την ακούει. Ο Αββάς Αγάθων είπεν ότι πρέπει ο μοναχός να μη δώσει το δικαίωμα στη συνείδηση του να τον κατηγορήσει για οτιδήποτε. Οι παλαίοι έλεγαν ότι η ψυχή είναι σαν την πηγή, που, όταν την ανοίγεις καθαρίζεται, ενώ, όταν την σκεπάζεις με χώματα, χάνεται. Νομίζω ότι λέγοντας ψυχή εννοούσαν την συνείδηση, που όποιος την ακούει την κάνει καθαρή σαν το κρύσταλλο, ενώ όποιος δεν της δίνει σημασία την κάνει μαύρη και σκοτεινή!.
Μην ατιμάσεις ποτέ τη συνείδηση σου! Σε συμβουλεύει άριστα πάντα και για κάθε τι σου δίνει γνώμη θεϊκή και αγγελική!. Αυτή ελευθερώνει την καρδιά απ’ όλα τα μολύσματα και μας κάνει ικανούς με θάρρος να παρουσιαστούμε στο φοβερό κριτήριο. Αν θέλεις τη σωτηρία σου, φρόντισε ν’ ακούς τη συνείδηση σου. Κάνε πάντα όσα σου λέγει και θα δεις μεγάλη ωφέλεια. Του καθενός μας τα κρυφά τα γνωρίζει ο Θεός και η συνείδηση του. Εκείνος που δεν ακούει τη φωνή της συνείδησής του, ούτε προσπάθεια καταβάλλει να γίνει ενάρετος…
Η συνείδηση είναι το φυσικό βιβλίο – χαρισμένο από το Θεό – κι όποιος το διαβάζει, εκτελώντας τα όσα γράφει, μαθαίνει μόνος του πόσο ο Θεός ενδιαφέρεται για τη σωτηρία μας. Η συνείδηση γίνεται αγαθή με την προσευχή. Και η προσευχή γίνεται καθαρή με τη συνείδηση. Και τα δυό εξαρτώνται το ένα από το άλλο, γιατί έτσι είναι φτιαγμένα από το Θεό.
Όταν ο Θεός έκανε τον άνθρωπο, φύτευσε μέσα του κι ένα θεϊκό λογισμό, φωτεινό σαν σπινθήρα, για να του φωτίζει το νου και να τον κάνει να ξεχωρίζει το καλό από το κακό. Αυτό είναι η συνείδηση, που υπάρχει σ’ όλους μας. Η συνείδηση δόθηκε πριν ακόμη δοθεί ο γραπτός Νόμος, για να διαπιστώνουν οι Πατριάρχες σαν τον Ισαάκ και όλοι οι δίκαιοι ότι υπάρχει Θεός, που πρέπει να τον ευχαριστούν. Και όταν αυτή καταχωνιάστηκε από τους ανθρώπους με τις αμαρτίες και τις παραβάσεις, ο Θεός έδωσε τον γραπτό Νόμο με το Μωϋσή. Μας έστειλε τους προφήτες κι ύστερα τον Σωτήρα Χριστό, για να την ξεσκεπάσει και την αναστήσει ξαναδίνοντας τον παραχωμένο σπινθήρα με τη διδασκαλία Του για τη φύλαξη των θεϊκών εντολών.
Φύλαξε πάντα τη συνείδηση του καθαρή σαν καθρέπτη. Φρόντιζε πάντα για τη σωτηρία της ψυχής σου κόβοντας τις αμαρτωλές επιθυμίες σου. Δείξε υποταγή και υπακοή τέλεια στη συνείδηση σου μέχρι το τέλος της ζωής σου. Αυτό αρκεί για τη σωτηρία σου!


ΜΕΛΕΤΗΜΑ 31ον

Πρέπει να ξέρεις, αδελφέ μου, ότι η ειρήνη που γαληνεύει την ψυχή από τα διάφορα πάθη και μας κάνει να ζούμε ειρηνικά με τους συνανθρώπους μας γίνεται και μητέρα της Θείας Χάριτος και τη γεννάει ύστερα μέσα μας. Γιατί η ψυχή, που δεν ηρεμεί και μάχεται τους άλλους ανθρώπους, δεν είναι δυνατό να γίνει άξια για τη Θεία Χάρη.
Η ύψιστη πνευματική χαρά γίνεται κτήμα μας, όταν αποκτήσουμε ευεξία πνεύματος και σώματος. Το πνεύμα αποκτά τέλεια ευεξία, όταν τρέφεται από τους καρπούς του Αγ. Πνεύματος, που είναι: Αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα και εγκράτεια. Το σώμα αποκτά ευεξία εξ επιδράσεως από την ευεξία του πνεύματος, γιατί πνεύμα και σώμα αλληλοεξαρτώνται και επιδρά το ένα στο άλλο. Η πνευματική χαρά εκδηλώνεται στην ψυχή, όταν αυτή ενωθεί με τον Θεό και λάβει τις θείες δωρεές και τα πνευματικά χαρίσματα.
Τέλος η καθαρή και υψηλοτάτη χαρά πηγάζει από την αγάπη του Θεού! Ο Θεός δίνει σ’ εμάς τη χαρά της αγάπης! Και η χαρά δεν έχει όρια, γιατί είναι άπειρη!.. Όταν έτσι ικανοποιήσουμε την επιθυμία της χαράς, εξασφαλίζουμε και τη μακαριότητα κοντά στο Χριστό. Όμως η υψίστη πνευματική χαρά χορηγείται κυρίως με την προσευχή. Και για να την απολαύσουμε πρέπει συνέχεια να προσευχόμαστε!..