Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2008


C. S. LEWIS


ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ

Στην εκκλησία -αλλά και εκτός εκκλησίας- λέμε πολλά πράγματα χωρίς να συνειδητοποιούμε τι λέμε. Π.χ. στο Σύμβολο της Πίστης λέμε ότι πιστεύουμε στην «άφεση αμαρτιών». Το επαναλάμβανα και εγώ επί χρόνια πριν αναρωτηθώ γιατί άραγε αυτό είχε μπει στο Σύμβολο της Πίστης. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται περιττό. «Αν κανείς είναι χριστιανός», σκέφτηκα, «και βέβαια πιστεύει στη συγχώρηση των αμαρτιών. Εννοείται!» Εκείνοι όμως που συνέταξαν το Σύμβολο της Πίστης προφανώς σκέφτηκαν ότι αυτό ήταν κομμάτι της πίστης μας που θα έπρεπε να το φέρνουμε στη μνήμη μας κάθε φορά που πηγαίνουμε στην εκκλησία. Και έχω και εγώ αρχίσει να συνειδητοποιώ ότι είχαν δίκιο. Το να πιστεύεις στην συγχώρηση των αμαρτιών δεν είναι ακριβώς τόσο εύκολο όσο νόμιζα. Το να πιστεύεις πραγματικά σ’ αυτό είναι κάτι που, αν δεν είσαι διαρκώς σε επιφυλακή, μπορεί εύκολα να σου διαφύγει. Πιστεύουμε ότι ο Θεός μάς συγχωρεί για τις αμαρτίες μας. Πιστεύουμε επίσης ότι το κάνει εφόσον και εμείς συγχωρούμε τις αμαρτίες των άλλων απέναντί μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’αυτό. Το λέει η προσευχή του Χριστού στον Ουράνιο Πατέρα, το «Πάτερ ημών». Το τόνισε αυτό ο Χριστός. Αν δεν συγχωρείτε, δεν θα συγχωρεθείτε. Κανένα άλλο κομμάτι της διδασκαλίας Του δεν είναι πιο ξεκάθαρο. Ούτε και υπάρχει καμιά εξαίρεση σ’αυτό. Δεν λέει να συγχωρούμε τις αμαρτίες των άλλων όταν δεν είναι τόσο αποκρουστικές ή όταν υπάρχουν σοβαρές δικαιολογίες γι’αυτές ή κάτι τέτοιο. Πρέπει να τις συγχωρούμε όλες, οσοδήποτε απαίσιες και φρικτές κι αν είναι, οσοδήποτε συχνά κι αν επαναλαμβάνονται. Αν δεν τις συγχωρούμε, δεν θα συγχωρηθεί καμιά από τις δικές μας.
Έχω την εντύπωση ότι κάνουμε κάποιο λάθος και όσον αφορά τη συγχώρηση των δικών μας αμαρτιών και όσον αφορά τη συγχώρηση που οφείλουμε να δίνουμε στους άλλους για τις αμαρτίες τους απέναντί μας. Ας πάρουμε πρώτα-πρώτα το θέμα της συγχωρητικότητας του Θεού απέναντί μας. Βρίσκω πως, όταν νομίζω ότι ζητώ από τον Θεό να με συγχωρήσει, στην πραγματικότητα-και αυτό γίνεται αρκετά συχνά αν δεν είμαι πολύ προσεκτικός-αυτό που ζητώ από τον Θεό είναι κάτι το τελείως διαφορετικό. Δεν του ζητώ να με συγχωρήσει, αλλά να δικαιολογήσει την αμαρτία μου. Υπάρχει όμως τεράστια διαφορά μεταξύ του συγχωρώ και του δικαιολογώ. Η συγχώρηση εννοεί το εξής: «Ναι, το έχεις κάνει αυτό αλλά δέχομαι τη μετάνοιά σου. Ποτέ δεν θα σου το φυλάξω στο μέλλον και θα είναι όλα μεταξύ μας το ίδιο ακριβώς όπως και πριν». Το «δικαιολογώ» όμως σημαίνει κάτι το τελείως διαφορετικό. Σημαίνει: «Βλέπω ότι δεν μπορούσες να κάνεις αλλιώς ή βλέπω ότι δεν το ήθελες. Πραγματικά δεν φταις». Αλλά, αν πραγματικά δεν φταις, τότε δεν υπάρχει και λόγος να υπάρξει συγχώρηση. Υπ’ αυτή την έννοια η «συγχώρηση» και η «δικαιολόγηση» είναι σχεδόν τελείως αντιφατικές έννοιες. Φυσικά, σε πολλές περιπτώσεις-είτε μεταξύ Θεού και ανθρώπου είτε ανθρώπων μεταξύ τους-ενδέχεται να υπάρχει και το ένα και το άλλο. Ένα τμήμα από κείνο που αρχικά φαινόταν να είναι αμαρτία καταλήγει να είναι κάτι για τό οποίο δεν ευθύνεται κανείς, οπότε δικαιολογείται. Και συγχωρείται το τμήμα που παραμένει αμαρτία. Αν κανείς είχε μια τέλεια δικαιολογία, τότε δεν θα υπήρχε λόγος να υπάρξει συγχώρηση. Αν χρειάζεται να συγχωρηθεί η όλη πράξη, τότε δεν υπήρχε δικαιολογία γι’αυτήν. Το πρόβλημα είναι ότι εκείνο που λέμε «Ζητώ τη συγχώρηση του Θεού» πολύ συχνά συμβαίνει να είναι «Ζητώ από το Θεό να δεχτεί τις δικαιολογίες μου». Εκείνο που μας οδηγεί σ’αυτό το σφάλμα είναι ό,τι μαζί με την αμαρτία, συνήθως, υπάρχει και κάποια δικαιολογία, υπάρχουν κάποια ελαφρυντικά. Είμαστε τόσο ανυπόμονοι να τα επισημάνουμε αυτά στο Θεό-αλλά και στον εαυτό μας-που τείνουμε να ξεχάσουμε ποιο είναι το πραγματικά σπουδαίο ζήτημα, δηλαδή εκείνο το κομμάτι που δεν καλύπτεται από δικαιολογίες, το κομμάτι που είναι αδικαιολόγητο, καίτοι όχι και αδύνατο να συγχωρηθεί. Αν το ξεχάσουμε αυτό, θα μείνουμε με την εντύπωση ότι έχουμε μετανοήσει και συγχωρηθεί, ενώ αυτό που έχει γίνει στην ουσία είναι ότι απλά έχουμε μείνει οι ίδιοι ικανοποιημένοι από τις δικαιολογίες μας. Μπορεί μάλιστα οι δικαιολογίες μας να είναι πολύ ατυχείς, γιατί έχουμε την τάση να ικανοποιούμαστε εύκολα από τα λεγόμενα περί του εαυτού μας.
Υπάρχουν δύο ειδών φάρμακα γι’αυτό τον κίνδυνο. Το ένα είναι να θυμόμαστε ότι ο Θεός ξέρει όλες τις πραγματικές δικαιολογίες πολύ καλύτερα από μας. Αν, πράγματι, υπάρχουν ελαφρυντικά, δεν υπάρχει περίπτωση να μην τα λάβει υπόψη του ο Θεός. Εκείνος θα ξέρει και πολλές δικαιολογίες που εμείς δεν τις είχαμε καν σκεφτεί και, κατά συνέπεια, κάποιες ταπεινές ψυχές, μετά το θάνατό τους, θα βρεθούν εμπρός στην ευχάριστη έκπληξη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν αμαρτήσει πολύ λιγότερο απ’ότι οι ίδιες νόμιζαν. Ό,τι πραγματικές δικαιολογίες υπάρχουν, ο Θεός θα τις βρει. Εκείνο όμως που εμείς πρέπει να φέρουμε ενώπιόν Του είναι το κομμάτι της πράξης που δεν είναι επιδεκτικό δικαολόγησης: την αμαρτία. Απλά χάνουμε τον καιρό μας μιλώντας για όλα όσα, κατά την γνώμη μας, μπορούν να δικαιολογηθούν. Όταν πας σ’ένα γιατρό, του δείχνεις το μέρος του σώματός σου που πάσχει-π.χ. ένα σπασμένο χέρι-θα ήταν χαμένος χρόνος να κάτσεις να του εξηγείς ότι τα πόδια και τα μάτια κι ο λαιμός σου δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Μπορεί να κάνεις λάθος ως προς αυτό και, εν πάση περιπτώσει, αν πραγματικά δεν έχουν πρόβλημα, αυτό θα το δει ο γιατρός.
Το δεύτερο φάρμακο είναι το να πιστεύουμε πραγματικά και αληθινά στη συγχώρηση των αμαρτιών. Ένα μεγάλο ποσοστό του άγχους μας να βρούμε δικαιολογίες είναι επειδή δεν πιστεύουμε στ’αλήθεια στη συγχώρηση, ότι δηλαδή ο Θεός θα μας ξαναδεχτεί και αυτό όχι μόνο αν βρεθεί κάποιου είδους δικαιολογία για μας. Γιατί κάτι τέτοιο επ’ουδενί λόγω θα ήταν συγχώρηση! Πραγματική συγχώρηση σημαίνει να κοιτάς την αμαρτία στα μάτια, εκείνο δηλαδή το κομμάτι της αμαρτίας που έχει μείνει ακάλυπτο από δικαιολογίες-αφού έχουν πια εξαντληθεί όλες οι δικαιολογίες-και να τη δεις σε όλη της τη φρικαλεότητα, βρομιά, τρομερότητα και κακία, βλέποντας όμως επίσης και τό ότι ο Θεός έχει πλήρως συμφιλιωθεί με τον άνθρωπο που τη διέπραξε!
Όταν τώρα περνάμε στο θέμα της δικής μας συγχώρησης άλλων αυτό είναι κάτι που εν μέρει είναι το ίδιο και εν μέρει διαφορετικό από το προηγούμενο. Είναι το ίδιο γιατί και σ’αυτή την περίπτωση η συγχώρηση δεν είναι ταυτόσημη με τη δικαιολόγηση. Πολλοί άνθρωποι δεν το γνωρίζουν αυτό. Νομίζουν ότι, αν τους ζητήσεις να συγχωρήσουν κάποιον που τους απάτησε ή τους φέρθηκε κατεξουσιαστικά είναι σαν να τους ζητάς να δεχτούν ότι στην πραγματικότητα δεν έγινε απάτη ή κατεξουσίαση εις βάρος τους. Αν όμως έτσι είχαν τα πράγματα, τότε δεν θα υπήρχε τίποτε που να χρειάζεται να συγχωρηθεί. Εξακολουθούν να επαναλαμβάνουν, «αλλά σου εξηγώ ότι ο άνθρωπος αυτός παρέβη μια πολύ σοβαρή υπόσχεση». Ακριβώς έτσι είναι! Και αυτό είναι εκείνο που πρέπει να συγχωρήσεις. (Σημειωτέον ότι αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει οπωσδήποτε να πιστέψεις την επόμενη υπόσχεση αυτού του ανθρώπου. Σημαίνει όμως ότι πρέπει πάση θυσία να εξαλείψεις από την καρδιά σου κάθε γεύση αγανάκτησης, κάθε επιθυμία να τον υποβιβάσεις ή να τον πληγώσεις ή να του ανταποδώσεις το κακό). Η διαφορά ανάμεσα σ’αυτή την περίπτωση και στην περίπτωση που ζητάς από το Θεό να σε συγχωρήσει εσένα είναι η εξής: όταν πρόκειται για μας τους ίδιους, πολύ εύκολα βρίσκουμε δικαιολογίες. Όταν πρόκειται για άλλους, δεν δεχόμαστε εύκολα τις δικαιολογίες. Όσον αφορά τη δική μου αμαρτία απέναντι σε άλλους κατά πάσα πιθανότητα (καίτοι όχι βεβαιότητα) οι δικαιολογίες που προβάλλω είναι και αντικειμενικά τόσο καλές όσο εγώ νομίζω ότι είναι. Όσον αφορά όμως τις αμαρτίες των άλλων απέναντί μου, κατά πάσαν πιθανότητα (καίτοι όχι βεβαιότητα) οι δικαιολογίες είναι καλύτερες απ’ ότι νομίζω. Πρέπει λοιπόν κανείς να ξεκινήσει δίνοντας προσοχή στο καθετί που μπορεί να δείχνει ότι ο άλλος δεν είναι και τόσο ένοχος όσο νομίζαμε ότι είναι. Και αν όμως ακόμα έχει όλο το άδικο με το μέρος του, και πάλι πρέπει να τον συγχωρήσουμε. Ακόμα και αν το 99% της ενοχής του καλύπτεται από πραγματικά πολύ καλές δικαιολογίες, εμείς έχουμε να κάνουμε με το εναπομένον 1% το οποίο πρέπει να συγχωρήσουμε. Το να παραβλέπει κανείς εκείνο που οφείλεται σε πολύ καλές δικαιολογίες δεν είναι χριστιανική αγάπη. Είναι απλά δικαιοσύνη. Το να είσαι όμως χριστιανός σημαίνει ότι συγχωρείς εκείνο που δεν μπορεί να καλυφθεί από δικαιολογίες, γιατί ο Θεός έχει συγχωρήσει και σ’εσένα εκείνο που δεν καλύπτεται από δικαιολογίες.
Αυτό είναι κάτι που είναι δύσκολο. Ίσως δεν είναι τόσο δύσκολο να συγχωρήσει κανείς μια μοναδική βαριά πράξη. Αλλά το να συγχωρείς τις αδιάκοπες προκλήσεις της καθημερινής ζωής-το να εξακολουθείς να συγχωρείς την αυταρχική πεθερά, τον κατεξουσιαστικό σύζυγο, την γκρινιάρα γυναίκα, την εγωιστική κόρη, το δόλιο γιο-ποιος μπορεί να το κάνει; Νομίζω πως αυτό είναι δυνατό μόνο όταν θυμόμαστε ποια είναι η θέση που έχουμε πάρει και τί εννοούμε μ’αυτό που λέμε στις προσευχές μας κάθε νύχτα, «συγχώρησέ μας τις αμαρτίες μας όπως κι εμείς συγχωρούμε όσους έχουν αμαρτήσει απέναντί μας». Η συγχώρηση του Θεού προσφέρεται υπ’ αυτούς και μόνο τους όρους. Το να αρνούμαστε να το κάνουμε είναι σαν να αρνούμαστε το έλεος του Θεού επάνω μας. Στον κανόνα αυτό δεν υπάρχει ούτε ίχνος εξαίρεσης. Και ο Θεός πάντα εννοεί αυτό που λέει.

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2008


ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ: Α' ΛΟΥΚΑ


Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

«...Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ίησού λέγων έξελθε άπ' έμού, ότι άνήρ αμαρτωλός είμι Κύριε».

Με ταπείνωση και συντριβή ψυ­χής ο Απόστολος Πέτρος, πέφτει στα γόνατα μπροστά στον Κύριο Ιησού. Κάνει μια συγκινητική εξομολόγηση, βλέποντας το θαύμα τής πλούσιας αλιείας και τη δική του άμαρτωλότητα. «Κύριε βγές έξω από τη βάρκα μου, γιατί εγώ είμαι ένας άνθρωπος αμαρτωλός και δεν μου αξίζει ΝΑ εί­μαι τόσο κοντά σου».Με τα λόγια του αυτά κάνει μία δημόσια εξομολόγηση. Και μας δίνει την ευκαιρία σήμερα νά μιλήσουμε για το μεγάλο αυτό λυτρωτικό μυστή­ριο τής μετανοίας και εξομολογήσεως.
Ένας ατίμητος θησαυρός πού μας πρόσφερε ο ίδιος ο Κύριος είναι το μυστήριο τής μετανοίας και εξομολογήσεως. Ένα μυστήριο πού αγνοεί­ται δυστυχώς από μερικούς «Χριστια­νούς» ή και περιφρονείται από άλ­λους. Κι όμως ο ιερός αυτός θεσμός του μυστηρίου εξακολουθεί νά άπο-τελεί δύναμη μοναδική. Μάς το βε­βαιώνει ή δίψα με την οποία στρέφο­νται προς την ζωοπάροχη αυτή πηγή πολλοί άνθρωποι τής εποχής μας, κάθε τάξεως και ηλικίας.
Ή μετάνοια και ή εξομολόγηση παρουσιάζεται στην Παλαιά Διαθή­κη ως αρετή. Όμως στην Καινή Δια­θήκη είναι ένα από τα επτά μυστή­ρια τής Εκκλησίας μας.Οι ιδρυτικοί λόγοι του μυστηρίου είναι τα θεία λόγια, πού είπε ο Κύ­ριος μας στους Αποστόλους, μετά την Ανάσταση Του: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον άν τίνων άφήτε τάς αμαρτίας άφίενται αύτοίς, άν τίνων κρατήτε κεκράτηνται» (Ίωάν. κ' 22, 23).Δηλαδή με άπλα λόγια: «Πάρετε Άγιο Πνεύμα. Σε οποίους ανθρώπους συγχωρείτε τις αμαρτίες θα είναι συγ­χωρημένες και από τον Θεό. Σε όποιους όμως τις κρατείτε άλυτες και ασυγχώρητες, θα μείνουν αιώνια ασυγχώρητες».
Αυτήν την μεγάλη εξουσία, πού είχε ο Κύριος ως Θεός αληθινός νά συγχωρεί αμαρτίες, την μεταβίβασε στους Αποστόλους. Και οι άγιοι Απόστολοι στους διαδόχους τους. Έτσι, λοιπόν, ή Εκκλησία μας με την Αποστολική Διαδοχή πήρε από τον Αρχηγό της τον Κύριο Ιησού την εξουσία νά συγχωρεί αμαρτίες. Την συγχωρητική αυτή εξουσία, την ασκεί ή Εκκλησία με τους επισκόπους και τούς ιερείς.Οι άγιοι Πατέρες ονομάζουν το μυστήριο τής μετανοίας και εξομολογήσεως δεύτερο Βάπτισμα. Γράφει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος:«Όπως ακριβώς μέσα στην αγία κολνμβήθρα με το βάπτισμα τα αμαρτή­ματα εξαλείφονται έτσι εξαφανίζονται και τα αμαρτήματα με την εξομολό­γηση, εάν θελήσουμε νά μετανοήσου­με ειλικρινά».
Με το άγιο Βάπτισμα ανεβαίνου­με στο πλοίο, που έχει προορισμό νά μας φέρει στο λιμάνι της σωτηρίας.Ή εξομολόγηση δεν θα πρέπει νά καταντήσει μία συνήθεια, ένας τύπος. Πρέπει νά είναι μία συνάντηση του μετανοημένου αμαρτωλού και του σπλαχνικού Λυτρωτή του. Πρέπει νά είναι μία συντριβή της καρδιάς μπρο­στά στα πόδια του Ιησού και έξαγόρευση ειλικρινής όλων των αμαρτιών.Ό άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης πα­ραγγέλλει: «Αποκαλύψατε στον ιε­ρέα με θάρρος και τα πιο μεγάλα μυ­στικά σας, τα μυστικά της ψυχής σας, με τον ίδιο τρόπο πού φανερώνει ο άρρωστος ατό γιατρό τα πιο κρυφά τραύματα του και θα πάρετε τη θε­ραπεία σας».
Είναι ανάγκη λοιπόν ή εξομολό­γηση νά γίνει μπροστά στον ιερέα. Γιατί ο Ιερέας είναι το όργανο τής θείας χάριτος, ο εντεταλμένος από τον Θεό και την Εκκλησία για νά προσφέρει την υπερφυσική χάρη στην ψυχή.Ένας χριστιανός ψυχίατρος (Paul Toumier), όχι μόνο συνιστά την εξο­μολόγηση ως μέσο προφυλάξεως ή απαλλαγής από νευρώσεις, καταθλί­ψεις και μελαγχολίες, άλλά προσθέ­τει: «Χρειάζεται κάτι πολύ ισχυρό­τερο από τη βοήθεια τής ψυχιατρι­κής επιστήμης για την λ.ύτρωση του ταλαιπωρημένου άνθρωπου. Χρειάζε­ται το θαύμα! Και το θαύμα αυτό πραγματοποιείται στην εξομολόγηση. Γιατί μόνο ή χάρις του Θεού εξαλεί­φει την αμαρτία».
Και αν ξαναπέσουμε στην αμαρ­τία; «Μή ό πίπτων ούκ άνίσταται;» (Ίερ. η' 4). Μήπως, άπαντα ο προ­φήτης Ιερεμίας εκείνος πού πέφτει, δεν σηκώνεται; Έτσι λοιπόν και συ αδελφέ μου, σήκω πάνω. Πήγαινε νά καθαριστής στο λουτρό τής ψυχής. «Το φοβερό δεν είναι νά πέσει κανείς στην πάλη, άλλά νά μένη πεσμένος, γράφει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυ­σόστομος. Ντροπή για τον στρατιώ­τη δεν είναι τα τραύματα πού πήρε ατή μάχη, άλλά ή λιποταξία από την μάχη».

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008


Αντιμετώπιση εκκλησιαστικών
θεμάτων


- Γέροντα, ποια είναι η σωστή αντιμετώπιση όταν προκύπτουν δύσκολα εκκλησιαστικά θέματα;


- Να αποφεύγωνται τα άκρα∙ με τα άκρα δεν λύνονται τα θέματα. Βλέπαμε παλιά, ο μπακάλης έβαζε λίγο-λίγο με την σέσουλα στην ζυγαριά, και έτσι έβρισκε την ακρίβεια και ισορροπούσε η ζυγαριά. Δηλαδή, δεν έβαζε απότομα πολύ ούτε αφαιρούσε απότομα πολύ. Τα δύο άκρα πάντα ταλαιπωρούν την Μητέρα Εκκλησία και οι ίδιοι που τα κρατούν ταλαιπωρούνται ,γιατί τα δύο άκρα συνήθως καρφώνουν… Είναι σαν να κρατάη τι ένα άκροι δαιμονισμένος ,όταν έχη αναίδεια πνευματική (περιφρόνηση για όλα), και το άλλο άκρο σαν να το κρατάη τρελλός, όταν έχη μωρό ζήλο με στενοκεφαλιά. Ένας πνευματικά αναιδής δηλαδή με έναν ζηλωτή, που έχει μωρό ζήλο, ποτέ δεν συμφωνούν , αλλά τρώγονται και χτυπιούνται ,γιατί και οι δύο στερούνται την Θεία Χάρη. Τότε -Θεός φυλάξοι ! - μπορεί να χτυπιούνται συνέχεια τα δύο άκρα και «άκρη να μην τους βρίσκη» κανείς. Εκείνοι που θα μπορέσουν να λυγίσουν τα δύο αυτά άκρα, για να ενωθούν- να ομονοήσουν- ,θα στεφανωθούν από τον Χριστό με δύο αμάραντα στεφάνια.Να προσέχουμε να μη δημιουργούμε θέματα στην Εκκλησία ούτε να μεγαλοποιούμε τις μικρές ανθρώπινες αταξίες που γίνονται, για να μη δημιουργούμε μεγαλύτερο κακό και χαίρεται ο πονηρός. Όποιος για μικρή αταξία ταράσσεται πολύ και ορμάει απότομα με οργή, δήθεν να την διορθώση, μοιάζει με ελαφρόμυαλο νεωκόρο που βλέπει να στάζη ένα κερί και ορμάει απότομα, με φόρα, για να το διορθώση δήθεν, αλλά παίρνει σβάρνα ανθρώπους και μανουάλια, και δημιουργεί μεγαλύτερη αταξία την ώρα της λατρείας. Δυστυχώς στην εποχή μας έχουμε πολλούς που ταράσσουν την Μητέρα Εκκλησία . Όσοι από αυτούς είναι μορφωμένοι έπιασαν το δόγμα με το μυαλό και όχι με το πνεύμα των Αγίων Πατέρων . Όσοι πάλι είναι αγράμματοι έπιασαν και αυτοί το δόγμα με τα δόντια , γι’ αυτό και τρίζουν τα δόντια , όταν συζητούν εκκλησιαστικά θέματα, και έτσι δημιουργείται μεγαλύτερη ζημία στην Εκκλησία από αυτούς παρά από τους πολέμιους της Ορθοδοξίας μας. Καλά είναι το ποτάμι να μην είναι πολύ ορμητικό, γιατί παίρνει σβάρνα κούτσουρα, πέτρες, ανθρώπους, αλλά ούτε βέβαια και πολύ ρηχό, γιατί θα κάθωνται κουνούπια…Είναι μερικοί πάλι που ασχολούνται με την κριτική ο ένας του άλλου και όχι με το γενικώτερο καλό. Παρακολουθεί ο ένας τον άλλο περισσότερο από τον εαυτό του. Κοιτάζει τί θα πη ή τί θα γράψη ο άλλος, για να τον χτυπήση κατόπιν αλύπητα, ενώ ο ίδιος, εάν έλεγε ή έγραφε το ίδιο πράγμα, θα το υποστήριζε και με πολλές μαρτυρίες από την Αγία γραφή και τους Πατέρες. Το κακό που κάνει είναι μεγάλο, γιατί αφ’ ενός μεν αδικεί τον πλησίον του, αφ’ ετέρου δε τον γκρεμίζει μπροστά στα μάτια των πιστών. Πολλές φορές μάλιστα σπέρνει και την απιστία στις ψυχές των αδυνάτων, γιατί τους σκανδαλίζει. Όσοι δικαιολογούν την κακία τους με το δήθεν έλεγχο των άλλων και όχι του εαυτού τους ή με το να δημοσιεύουν στον κόσμο εκκλησιαστικές καταστάσεις – ακόμη και πράγματα που δεν λέγονται – προφασιζόμενοι το «Ειπέ τη Εκκλησία», ας κάνουν πρώτα αρχή από την μικρή τους εκκλησία, την οικογένειά τους ή την Αδελφότητά τους και, εάν τους φανή καλό, τότε ας ρεζιλέψουν και την Μητέρα Εκκλησία. Τα καλά παιδιά, νομίζω, ποτέ δεν κατηγορούν την μάνα τους.Όλοι χρειάζονται στην Εκκλησία. Όλοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σ’ αυτήν∙ και οι ήπιοι χαρακτήρες και οι αυστηροί. Όπως στο σώμα του ανθρώπου είναι απαραίτητα και τα γλυκά και τα ξινά, ακόμη και τα πικρά ραδίκια, γιατί το καθένα έχει τις δικές του βιταμίνες, έτσι και στο Σώμα της Εκκλησίας όλοι είναι απαραίτητοι . Ο ένας συμπληρώνει τον χαρακτήρα του άλλου και όλοι είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχώμαστε όχι μόνο τον πνευματικό χαρακτήρα του άλλου αλλά ακόμη και τις αδυναμίες που έχει σαν άνθρωπος. Δυστυχώς μερικοί έχουν παράλογες απαιτήσεις από τους άλλους. Θέλουν να έχουν όλοι ίδιο πνευματικό χαρακτήρα με τον δικό τους , και όταν κάποιος δεν συμφωνή με τον χαρακτήρα τους, δηλαδή ή είναι λίγο επιεικής ή λίγο οξύς, αμέσως βγάζουν το συμπέρασμα ότι δεν είναι πνευματικός άνθρωπος.


Από το βιβλίο


«Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο».

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου

Λόγοι Α’ Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»

Σουρωτή Θεσσαλονίκης

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008



Η ΑΝΑΖΩΠΥΡΩΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΚΟΣΜΑ ΤΟΝ ΑΙΤΩΛΟ


Παίρνοντας αφορμή από τη ζωή, το έργο και τη διδασκαλία του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, θα διατυπώσουμε μερικές σκέψεις σχετικές με το θέμα μας, που είναι η αναζωπύρωση του ιερατικού χαρίσματος.


Α΄. Ανάγκη συνειδητοποιήσεως του ύψους της ιερωσύνης.


Το πρώτο που πρέπει να τονίσουμε είναι η ανάγκη συνειδητοποιήσεως του πόσο μεγάλο είναι το χάρισμα της ιερωσύνης που κατέχουμε. Λέγει ο άγιος Κοσμάς, επαναλαμβάνοντας διδασκαλία του αγίου Χρυσοστόμου, ότι «οι παπάδες είναι ανώτεροι και από βασιλείς. Εγώ, αδελφοί μου, η γνώμη μου έτσι με λέγει να κάμω. Εάν απαντώ ένα παπά και ένα βασιλέα, με φαίνεται εύλογον τον παπά να βάλω να καθίσει υψηλότερον από τον βασιλέα· και εάν απαντήσω ένα παπά και ένα άγγελον, πρώτα θα χαιρετήσω τον παπά και έπειτα τον τον άγγελον. Διότι, αδελφοί μου, είναι ανώτερος και από από την αγία Τράπεζαν, ανώτερος και από το άγιον Ποτήριον· διότι το άγιον Ποτήριον είναι άψυχον, μα ο ιερέας μεταλαμβάνει τα Άχραντα Μυστήρια καθ’ εκάστην ημέραν, το τίμιον σώμα και αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού»1. Τι υπέροχα, τι θαυμάσια λόγια! Τα νιώθουμε άραγε; Τα συναισθανόμαστε; Συνειδητοποιούμε, ότι είμαστε ένα άγιο ποτήρι που είναι πάντοτε γεμάτο με την τρισυπόστατη Θεότητα; Συνειδητοποιούμε ότι είμαστε τα χέρια του Χριστού, τα πόδια του Χριστού, ο νους του Χριστού, η καρδιά του Χριστού, το στόμα του Χριστού, η ζωή του Χριστού που παρατείνεται αδιάκοπα στη γη; Συνειδητοποιούμε ότι μας δόθηκε η μοναδική, η ακατάληπτη, η υπεράνθρωπη εξουσία, να εξαναγκάζουμε το Θεό να συνεργάζεται μαζί μας, να επικυρώνει τις ενέργειές μας, να δίνει τη χάρη του όταν τελούμε μυστήρια; Με τον κοινό αμαρτωλό δεν είναι υποχρεωμένος ο Θεός να συνεργασθεί, ενώ μ’ εμάς έχει αυτοδεσμευθεί2. Και όχι μόνο με τους αμαρτωλούς, αλλ’ ούτε με τους αγγέλους δεν δεσμεύεται ο Θεός να συνεργασθεί. Τα νιώθουμε αυτά; Συγκλονιζόμαστε; Διαπερνά την ύπαρξή μας ένα ρίγος, ένα δέος, ένας φόβος γιατί σ’ εμάς έλαχε η τιμή να είμαστε το φως και το αλάτι, μέσα σ’ ένα κόσμο που ολοένα βυθίζεται στο σκότος της αμαρτίας και σαπίζει ανεπανόρθωτα λόγω της αποστασίας του; Ή μήπως μοιρολογούμε τον εαυτό μας, γιατί δεν στραφήκαμε σε επαγγέλματα «που έχουν το ηθικώς ανεύθυνον και το υλικώς προσοδοφόρον»3; Μήπως και σ’ εμάς έχει εφαρμογή το λαϊκό εκείνο ανέκδοτο, το τόσο ψυχολογημένο· «Παπάς έγινες Κώστα;». Και ο Κώστας απαντά· «Έτσι τώφερ’ η κατάρα»4. Ο ιερός Χρυσόστομος, σχολιάζοντας την προτροπή του Παύλου προς τον Τιμόθεο ν’ αναζωπυρώνει το χάρισμα της ιερωσύνης συνεχώς, λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα. «Ένεστι μεν γαρ εν σοί, πλην αλλά σφοδρότερον εργάζου αυτό, τουτέστι παρρησίας έμπλησον αυτό, χαράς, ευφροσύνης· στήθι γενναίως»5. «Ου γαρ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού»6. Δηλαδή, προτρέπει ο ι. πατήρ, οι ιερείς να είναι γεμάτοι από παρρησία, από χαρά, από ικανοποίηση, από πνεύμα ηγετικής διαθέσεως. Όχι κακομοίρηδες, όχι κομπλεξικοί, φοβισμένοι, δειλοί, με τρακ, με ανασφάλεια, με αναστολές. Όχι· ας εννοήσουμε επί τέλους, ότι η αποστολή μας είναι ανωτέρα πάσης άλλης. Το αξίωμά μας μεγαλύτερο του αξιώματος των βασιλέων, ακόμη και αυτών των αγγέλων. Και βέβαια θα λέμε μαζί με τον άγιο Κοσμά στα κηρύγματά μας· «Είμαι λοιπόν και εγώ, αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος από όλους», θα προσθέτουμε όμως αμέσως μετά, κατά το παράδειγμα του αγίου Κοσμά· «Είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού του εσταυρωμένου και Θεού. Όχι πως είμαι άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλ’ ο Χριστός μου με καταδέχεται δια την ευσπλαχνία του»7.«Δούλος του Χριστού»· τι υπέροχη φράση!
Μας κάνει να νιώθουμε ταπείνωση αλλά και παρρησία. Υπενθυμίζει και σ’ εμάς, ότι καθόμαστε «επί της Μωυσέως καθέδρας»8 και ανάλογη πρέπει να είναι η αγιότητά μας. Υπενθυμίζει και στους χριστιανούς μας, ότι οφείλουν να μας ακούν και να μας υπακούουν «ως του Θεού παρακαλούντος δι’ ημών»9.


Β΄. Το απερίσπαστο του ιερέως· η μη ενασχόληση με άλλες ασχολίες.


Το δεύτερο που πρέπει να τονισθεί και που απορρέει από όσα τονίσαμε είναι, ότι ο ιερεύς, εάν θέλει να διατηρεί το ιερατικό του χάρισμα σε συνεχή αναζωπύρωση, πρέπει να μην ασχολείται με καθήκοντα και ασχολίες που ή δεν έχουν καμία σχέση με την αποστολή του ή είναι σκανδαλιστικές και εφάμαρτες. Ο Κύριος το λέγει ξεκάθαρα· «Ουδείς επιβαλών την χείρα αυτού έπ’ άροτρον και βλέπων εις τα οπίσω εύθετος εστίν εις την βασιλείαν του Θεού»10. Μάλιστα είναι τόσο απόλυτος στην ολοκληρωτική αφιέρωση των εργατών του ευαγγελίου στο έργο τους, ώστε σε μαθητή του που ζήτησε την άδεια να φύγει για λίγο να θάψει τον πατέρα του είπε· «Άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς· συ δε απελθών διάγγελλε την βασιλείαν του Θεού»11. Ακολουθών την διδασκαλία του ευαγγελίου ο άγιος Κοσμάς συνιστά στους ιερείς «να μη γίνονται γκοτζαμπάσηδες, να μη γίνονται καπεταναραίοι, να μη γίνονται χασάπηδες, να μη γίνονται πραγματευτάδες, να μη γίνονται κομορικαραίοι (φορατζήδες)»12. Επίσης τους υπενθυμίζει, ότι ο ιερεύς πρέπει «να στοχάζεται ότι το φελόνι οπού φορεί και δεν έχει μανίκια, φανερώνει πως ο ιερεύς δεν πρέπει να έχει χέρια να ανακατώνεται εις τα κοσμικά πράγματα, αλλά να έχει πάντοτε τον νουν του εις τον ουρανόν»13. Ας προσέξουμε τις συμβουλές του αγίου. Διότι δυστυχώς συνέβη και συμβαίνει, ιερείς να παρατήσουν το κατηχητικό ή να μη κάνουν την ακολουθία του όρθρου ή του εσπερινού, γιατί είχαν να ταΐσουν ζωντανά, ή να ποτίσουν κήπους και χωράφια. Και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο οικονομικό πρόβλημα. Αξέχαστο θα μείνει στον υπογραφόμενο το γεγονός που συνέβη προ ετών, όταν επισκεπτόμενοι την ηρωική περιοχή του Σουλίου, ημέρα Κυριακή, εις μάτην περιμέναμε έξω από την εκκλησία τον ιερέα να λειτουργήσει. Έβοσκε τα κατσίκια του, ενώ όλα του τα παιδιά τα είχε αποκαταστήσει και δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα για ν’ ασχολείται με άλλες εργασίες. Όταν τον ειδοποίησαν ότι ήρθαν επισκέπτες και τουλάχιστον γι’ αυτούς έπρεπε να λειτουργήσει, ήρθε γύρω στις 9 π.μ. κάθυγρος, βρώμικος, και φανερά ενοχλημένος, που άφησε το άλογο ποίμνιό του για να έρθει στα λογικά πρόβατά του, που περίμεναν να τους δώσει το «ουράνιο μάννα», την θεία κοινωνία. Καταλαβαίνετε, ότι με τέτοιες συνθήκες, ούτε λόγος μπορεί να γίνεται για αναζωπύρωση του ιερατικού χαρίσματος. Ακόμη πρέπει να τονισθεί, ότι και σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, όταν ιερείς ανέλαβαν πολιτικές θέσεις και αξιώματα για να βοηθήσουν το έθνος, στο πρόσφατο ή στο απώτερο παρελθόν, αυτό πάντοτε έγινε εις βάρος των πνευματικών συμφερόντων και αυτών των ιδίων και ολοκλήρου της Εκκλησίας. Αν οι απόστολοι έφθασαν στο σημείο να πουν «Ουκ αρεστόν εστίν ημάς καταλείψαντας τον λόγον του Θεού διακονείν τραπέζαις»14, τι δικαιολογία μπορούμε να βρούμε εμείς, όταν χάριν ποικίλων κοσμικών ασχολιών μας εκτελούμε πλημμελώς τα ιερατικά μας καθήκοντα.


Γ΄. Νήψη-άσκηση


‘Ο ι. Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας την παύλειο ρήση «Το Πνεύμα μη σβέννυτε»15, λέγει τα εξής. «Υπό μεν γαρ ακηδίας και ραθυμίας σβέννυται, υπό δε νήψεως και προσοχής διεγείρεται»16. Και ο βαθύς μελετητής του ι. Χρυσοστόμου, ο άγιος Κοσμάς, τονίζει ότι ο ιερεύς, για να είναι σωστός και να διατηρεί το χάρισμα της ιερωσύνης σε διαρκή αναζωπύρωση, πρέπει να είναι άνθρωπος νήψεως, ασκήσεως, και να πυρπολείται από αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο. Δεν πρέπει να γίνεται κανείς ιερεύς «δι’ ανάπαυσιν»17, τονίζει· «να θυσιάζεται δια το ποίμνιόν του»18· «να γίνεται ιερεύς χωρίς να δώση χρήματα»19· να σκέπτεται πως, όπως ο Θεός του έδωσε το χάρισμα την ιερωσύνη, έτσι πρέπει να προσφέρει κι αυτός χάρισμα την ιερατική του διακονία· «Χάρισμα να διδάσκει, χάρισμα να συμβουλεύει, χάρισμα να εξομολογεί και εάν τύχει και ζητήσει τίποτα πληρωμή…πολλά ή ολίγα ή ένα άσπρο τον θανατώνει ο Θεός και τον βάζει εις την κόλαση » 20. Επίσης απαιτείται και προ της χειροτονίας και μετά, «να είναι καθαρός ως άγγελος»21. Γι’ αυτό ειδικά ο άγαμος κληρικός πρέπει «να τηγανίζει το σώμα του καθώς τηγανίζεται το ψάρι με νηστείες, προσευχές, αγρυπνίες, με κακοπάθειες, δια να νεκρώνει την σάρκα, οπού είναι ένας λύκος, ένα γουρούνι, ένα θηρίον, ένα λιοντάρι»22. Και ο έγγαμος κληρικός πρέπει ν’ ακολουθεί ανάλογη άσκηση. Αφού ο Κύριος, μιλώντας για τη νήψη και άσκηση που πρέπει να έχουν οι απόστολοι, είπε εκείνο το χαρακτηριστικό· «Ά δε υμίν λέγω, πάσι λέγω· γρηγορείτε»23. Δηλαδή, μη πείτε ότι οι αυστηρές εντολές του ευαγγελίου είναι μόνο για τους αφιερωμένους. Όλοι χρειάζεται να κακοπαθείτε και ν’ ασκείστε, διότι διαφορετικά υφίσταται συνεχώς ο κίνδυνος να ομοιωθείτε με τους ανθρώπους της εποχής του Νώε, οι οποίοι «ήσθιον, έπινον, εγάμουν, εξεγαμίζοντο, άχρι ής ημέρας ήλθε Νώε εις την κιβωτόν, και ήλθεν ο κατακλυσμός και απώλεσεν άπαντας»24. Γι’ αυτό και ο άγιος Κοσμάς συνιστά γενικά σ’ όλους, ακόμη και στους λαϊκούς εγγάμους, εκείνο το δυσκολοχώνευτο για τα σαρκικά φρονήματά μας· «Και συ ο άνδρας να φεύγεις την ξένην γυναίκα καθώς φεύγεις το φίδι. Και όχι μόνον την ξένην γυναίκα, αλλ’ είναι καιρός να φεύγεις και την εδικήν σου. Έτυχεν η γυναίκα σου και έχει συνήθεια ή εγγαστρώθη, πρέπει να φυλάγεσαι, ή εγέννησε και δεν εσαράντισε, δεν εκκαθαρίσθηκε…αναχώρησε έως ότου να γεννήσει, να σαραντίσει και να καθαρισθεί και τότε σπέρνεις και άλλο. Και κάμε σαράντα, πενήντα παιδιά»25. Αλλόκοτα, τρελλά και αφύσικα φαντάζουν τα λόγια αυτά του αγίου Κοσμά. Κι αυτό, γιατί ασθένησε όχι η φύση μας αλλά η προαίρεση, όπως προσφυέστατα παρατηρούν οι πατέρες. Μπερδεμένοι στις ζάλες του βίου, ξεχάσαμε ότι ένεκεν του Θεού πρέπει να «θανατούμεθα όλην την ημέραν λογιζόμενοι ως πρόβατα σφαγής»26· και ότι, εάν δεν δώσουμε αίμα, δεν λαμβάνουμε πνεύμα, όπως διδάσκουν οι πατέρες. Πρέπει, λοιπόν, να έχουμε φόβο όχι μήπως πάθουμε κάτι κακό, αλλά μήπως χάσουμε το άγιο Πνεύμα, μήπως σβήσουμε τα χαρίσματά του και μάλιστα το υπέρτατον χάρισμα της ιερωσύνης, γιατί φοβούμαστε να δώσουμε αίμα. Ο άγιος Κοσμάς το τονίζει πολύ ωραία αυτό· «Τούτο σας λέγω και σας παραγγέλλω· καν ο ουρανός να κατέβη κάτω, καν η γη ν’ ανέβη επάνω, καν όλος ο κόσμος να χαλάσει, καθώς μέλλει να χαλάσει, σήμερον, αύριον, να μη σας μέλει τι έχει κάμει ο Θεός. Το κορμί σας ας σας το καύσουν, ας το τηγανίσουν, τα πράγματά σας ας σας τα πάρουν· μη σας μέλει· δώσατέ τα· δεν είναι ιδικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται»27.Τι αθάνατα λόγια!


«Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται».


Πόσες φορές τα ξεχνούμε και βυθιζόμαστε στην φιληδονία μας, στον ναρκισσισμό μας, και έτσι σβήνουμε το χάρισμά μας. Το καθιστούμε ανενέργητο. Τα μυστήρια που τελούμε φυσικά είναι έγκυρα. Αλλά τα τελούμε ξηρά, τυπικά, επαγγελματικά, άψυχα. Τα τελούμε διότι προσδοκούμε υλικά οφέλη ή είμαστε αναγκασμένοι να τα τελούμε λόγω της ιδιότητός μας. Η τοιαύτη όμως επαγγελματική στάση μας παγώνει και φονεύει το θρησκευτικό συναίσθημα των πιστών μας.


Δ΄. Ζήλος, μεράκι, πόθος τελειότητας


Λέγει ο λόγος του Θεού «Επικατάρατος ο ποιών τα έργα Κυρίου αμελώς»28, και ότι οι ποιμένες πρέπει να ποιμαίνουν το λογικό ποίμνιό ας «μετ’ επιστήμης»29. Συνεπώς τα έργα του Κυρίου πρέπει να τα τελούμε με μεράκι, με ζήλο, με συντονισμό, με επιμονή και υπομονή, με επιστήμη και μέθοδο, και με προσπάθεια να γίνουν όσο το δυνατόν πιο τέλεια.Την αλήθεια αυτή την τονίζει πολύ ωραία και παραστατικά και ο άγιος Κοσμάς. Παίρνοντας αφορμή από το γεγονός, ότι μέσα στην Εκκλησία γίνονται «λακριντιά» και δημιουργείται θόρυβος, αντί να μαλώσει το λαό, τα βάζει με τους ιερείς. Τους κατηγορεί, ότι αδιαφορούν για το πώς προσφέρουν την λατρευτική τροφή στους πιστούς. Δεν διαβάζουν ευκρινώς και ηχηρώς, με κατάνυξη και συγκίνηση, με παλμό και ζέση. Γι’ αυτό ο κόσμος αδιαφορεί κι αρχίζει τα «λακριντιά».
Και τελειώνει με το εξής χαρακτηριστικό και διδακτικό παράδειγμα.


«Ετραγούδησες καμμίαν φοράν, δέσποτά μου; Εγώ είδα μίαν φοράν ένα πόρνον, όπου εδιάβαινε από κάτω από ένα σπίτι υψηλό, και εις το παράθυρον μίαν κόρην. Την είδε ο πόρνος, μα δεν την έβλεπε τόσον καλά. Ανέβηκε εις υψηλότερον τόπον και την έβλεπε καλύτερα. Αρχίνησε και ετραγούδα και έλεγε: Αχ μαύρα μάτια, μαύρα φρύδια, να είπω και άλλο ένα στου παπά τα παραθύρια. Τι ήτανε ο σκοπός του; Να διώξει τον Χριστόν από την καρδιά της κόρης και να της φέρει τον διάβολον· να διώξει την παρθενίαν και να φέρη την πορνείαν.Τώρα δεν πρέπει η αγιωσύνη σου να κάμης ομοίως; Ν’ ανεβείς υψηλά και να λέγεις με κατάνυξη και μεγαλοφώνως: Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου. Και αν ημπορής, να κλαίεις, δια να διώξεις το διάβολο από την καρδίαν των χριστιανών και να φέρεις τον Χριστόν· να διώξεις την πορνείαν και να φέρης την παρθενίαν· να διώξεις την υπερηφάνειαν και να φέρης την ταπείνωσιν. Αν θέλετε, ιερείς, να σωθείτε και να σωθούν και οι χριστιανοί αυτό να κάμετε»30.Πολύ βαθυστόχαστα και αξιοπρόσεκτα τα λόγια αυτά του αγίου Κοσμά. Δείχνουν ότι, ενώ οι ασεβείς κάνουν το πάν και δουλεύουν μεθοδικά και με ζήλο για να κάνουν τα έργα του διαβόλου, εμείς είμαστε αδιάφοροι, νωχελείς, βαριεστεμένοι. Ο αείμνηστος Τσιριντάνης αναφέρει, ότι κάποτε παρακολούθησε μία πρόβα θεατρικού έργου και παρατήρησε έκπληκτος ότι διάσημη ηθοποιός επαναλάμβανε τη φράση «Μα σου είπα, δεν πρέπει να γίνει αυτό» επί μισή ώρα, κάτω από τις σκληρές και ανελέητες οδηγίες του σκηνοθέτη. Και σκέφθηκε ότι, αν για να ειπωθεί μια μικρή φράση σωστά, από διάσημη ηθοποιό μάλιστα, χρειάσθηκε μισή ώρα, πόσος χρόνος και πόσες εξαντλητικές προσπάθειες χρειάζονται για να ολοκληρωθεί η ετοιμασία για την παράσταση του έργου; Και αν οι άνθρωποι του κόσμου δουλεύουν τόσο σκληρά, ποια δικαιολογία μπορούν να βρουν οι χριστιανοί και μάλιστα οι ιερείς για την αμέλειά τους και για το πρόχειρο των προσπαθειών τους;31Νομίζω δεν υπάρχει καλύτερος επίλογος στην ενότητα αυτή από ένα τετράστιχο που συνήθιζε να λέγει ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, ένας άνθρωπος που δούλεψε στο χώρο τής τέχνης με πολύ μεράκι, ζήλο και φλόγα·


« Όποιος δεν είναι μερακλήςας πάει να πεθάνει.Γιατί στον κόσμο αυτόν εδώτον τόπο άδικα τον πιάνει».


Ε΄. Σύνεση- τόλμη


Άλλα δύο βασικά στοιχεία απαραίτητα, ώστε το ιερατικό μας χάρισμα να προσφέρει τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια.Ας δούμε το πρώτο, τη σύνεση. Ο ιερεύς πρέπει να ξέρει, ποιος είναι ο ίδιος, ποιες είναι οι δυνατότητές του, ποιο είναι το πνευματικό υπόβαθρό του. Και μετά θα πρέπει να αναλογίζεται, ποιος είναι ο σκοπός του, τι μπορεί και πώς μπορεί να το κατορθώσει. Αυτή η σύνεση που πρέπει να μας διακρίνει, ώστε να μπορέσουμε να δράσουμε επωφελώς παρά τις αντίξοες συνθήκες που συναντούμε, φαίνεται στις επιστολές που απευθύνει ο άγιος Κοσμάς σε Τούρκους, προύχοντας των εδαφών στα οποία επρόκειτο να κηρύξει. Αναφέρουμε μία απ’ αυτές·«Ενδοξότατε και σοφώτατε και πολυχρονεμένε αφέντη κατή, σε ασπάζομαι και παρακαλώ τον Άγιον Θεόν δια την σωματικήν και ψυχικήν σου υγείαν και ευτυχίαν. Εγώ αφέντη μου, ως χριστιανός και ανάξιος δούλος του Αγίου Θεού και ραγιάς του βασιλέως μου Σουλτάν Χαμίτ, προσταζόμενος υπό Πατριαρχών και αρχιερέων μου, περιπατώ και διδάσκω τους χριστιανούς να φυλάγουσι τας εντολάς του Θεού και να πείθωνται εις τας κατά Θεόν βασιλικάς προσταγάς. Πλησιάζοντας δε εδώ εις την επικράτειάς σου, μου εφάνη εύλογον να σας προσκυνήσω με το παρόν μου ταπεινόν γράμμα, και αν ο ορισμός σας, να περπατήσω την επικράτειάν σας. Υγιαίνετε εν Κυρίω. Προσμένω τον ορισμόν σου.´αψοθ΄.Δούλος ανάξιος.Κοσμάς ιερομόναχος»32.
Τι ευγένεια, τι διπλωματικότητα, τι μαεστρία φανερώνει αυτή η επιστολή! Είναι εφαρμογή εκείνου που είπε ο Κύριος· «Γίνεσθε φρόνιμοι ως οι όφεις»33.
Οι Τούρκοι δεν τον πείραζαν και δεν του έβαζαν εμπόδια στο έργο του, μάλλον δε τον συμπαθούσαν. Γι’ αυτό και δεν τους πάει κόντρα, αν και στις διδαχές αφήνει αιχμές και γι’ αυτούς. Προέχει για τον Κοσμά, οι Ρωμιοί να μην χάσουν τη γλώσσα τους, τα ήθη και έθιμά τους, και μάλιστα την ψυχή τους και τον Χριστό. Όταν αυτά διασωθούν, τότε θα έλθει σιγά-σιγά και η ημέρα της ελευθερίας.Όταν όμως ο άγιος Κοσμάς είδε ότι οι Έβραίοι βάζουν να γίνονται τα παζάρια την Κυριακή, και μ’ αυτό τον τρόπο εμποδίζουν εμμέσως τους χριστιανούς από τον εκκλησιασμό, μ’ όλα τα δυσμενή επακόλουθα, τότε επιτίθεται λάβρος· «Εκείνος που συναναστρέφεται με τους Εβραίους, αγοράζει και πωλεί, τι φανερώνει; Φανερώνει και λέει πως καλά έκαμαν οι Εβραίοι και εθανάτωσαν τους προφήτας και όλους τους καλούς. Καλά έκαμαν και κάνουν να υβρίζουν τον Χριστό μας και την Παναγίαν μας. Καλά κάνουν και μας μαγαρίζουν. Λοιπόν μην αγοράζετε τίποτα απ’αυτούς»34.
Και σ’ άλλο σημείο των διδαχών του, αφού μίλησε για την κακία των Εβραίων, τα αντίχριστα έθιμά τους και τον μαγαρισμό που προκαλούν στους χριστιανούς, λέγει· «Πώς το βαστά η καρδιά σας να αγοράζετε από τους Εβραίους πραμάτειες; Και τα άσπρα κατόπιν να εξοδεύουν δια εύρουν κανένα Χριστιανόπουλο να το σφάξουν, να πάρουν το αίμα του και με εκείνο να κοινωνούν. Ο διάβολος θέλει να πίνωμεν το αίμα των παιδίων, και όχι ο Θεός»35.Είναι πολύ τολμηρό αυτό που κάνει ο άγιος Κοσμάς. Κτυπά κατά πρόσωπο τους Εβραίους και συνιστά οικονομικό μποϋκοτάζ στο, τότε και πάντα, πανίσχυρο ισραηλιτικό λόμπυ.
Το πόσο επικίνδυνο ήταν, φαίνεται στο ότι, μετά από λίγο, οι Εβραίοι πέτυχαν να θανατωθεί, εξαγοράζοντας τον πρώην θαυμαστή του, τον Κούρτ πασά.


Σύνεση και τόλμη μπορεί να διακρίνει κανείς και σε άλλες δυο ρηξικέλευθες αποφάσεις του αγίου Κοσμά.


Α΄. Στο ότι κηρύττει, ότι όποιος παύσει να μιλά αρβανίτικα του συγχωρούνται οι αμαρτίες36, πράγμα που θεολογικά και κανονικά δεν στέκει, πλην όμως ήταν αναγκαίο να κηρυχθεί την εποχή εκείνη.


Β΄. Στο γεγονός που μας διασώζει ο Περαιβός37, ότι στην Πάργα συνέστησε περιορισμό των εκκλησιών και ίδρυση σχολείου, διότι οι πολλές εκκλησίες δεν διατηρούν την πίστη μας, εάν οι χριστιανοί δεν ξέρουν γράμματα για να φωτίζονται από την Γραφή. Στη Χειμάρρα μάλιστα, όπως υποστηρίζουν οι ιστοριοδίφες Ι. Λαμπρίδης και Σπυρ. Λάμπρου38, συνήργησε να γκρεμισθούν κάποιοι ναοί ώστε να μπορέσουν να κτίσουν σχολείο.


Οι ανωτέρω ενέργειες ξενίζουν και σκανδαλίζουν εκ πρώτης όψεως τους μελετητές του αγίου Κοσμά, δείχνουν όμως ότι ο έχων το ιερατικό χάρισμα, αναμετρώντας το δύσκολο των καιρών και παρατηρώντας και την κατάσταση των χριστιανών, πρέπει κάποτε να προβεί σε κάποιες τομές, σε κάποιες ρηξικέλευθες ενέργειες, γιατί διαφορετικά τα πάντα είναι χαμένα. Φυσικά αυτές οι τομές δεν είναι του οποιουδήποτε ιερέως και πρέπει να γίνονται με φειδώ. ΣΤ΄. Οργανωτικό πνεύμα Η οργάνωση, η μέθοδος, η τάξη, η πρόληψη του κακού είναι αρετές άρρηκτα συνδεδεμένες με την αναζωπύρωση του ιερατικού χαρίσματος. Ο άγιος Κοσμάς, αν και διαρκώς εκινείτο και η επαφή του με τους κατοίκους των διαφόρων περιοχών ήταν ολιγόχρονη, εν τούτοις, και σύστημα διέθετε και μέθοδο και οργάνωση. Δεν έριχνε σκόρπιες ντουφεκιές και ότι γίνει έγινε.

Είχε γενικό κήρυγμα, είχε και ατομικό. Διασώζονται στις διδαχές του ωραιότατοι διάλογοι, τους οποίους άνοιγε κατά την ώρα του γενικού κηρύγματος, για να κεντρίσει το ενδιαφέρον των ακροατών και να εξατομικεύσει το περιεχόμενο του κηρύγματος. Συνιστούσε στους χριστιανούς, να μαζεύονται μετά την αναχώρησή του και ομάδες-ομάδες να συζητούν και να μελετούν τα νοήματα που τους δίδαξε39.

Έκανε επανεπισκέψεις στα μέρη όπου δίδασκε, και στο χρόνο που ήταν μακριά τους τούς έστελνε επιστολές. Μιμητής των αποστόλων, δεν τοποθετούσε ο ίδιος τους επιτρόπους των σχολείων που ίδρυε, αλλά έβαζε να τους εκλέξει ο κόσμος, και αφού αναχωρούσε, έστελνε μετά επιστολή όπου ανέφερε κάθε τι που αποφασίστηκε, και έτσι κύρωνε με την υπογραφή του τα αποφασισθέντα, ώστε να μη ξεσπάσουν διαμάχες, φιλονικίες και αμφισβητήσεις αργότερα40. Οξύνους και διεισδυτικός, έχοντας πολύπλευρη μόρφωση και ενημέρωση, φροντίζει όχι μόνο για την βασιλεία των ουρανών αλλά και για θέματα οικονομίας και βελτιώσεως των όρων ζωής. Έτσι συνιστά την δενδροκομία. «Όσοι δεν αγαπούν τα δένδρα και τα φυτά θα ζουν φτωχικά», προπαγάνδιζε41.

Αναδεικνύεται με τα κηρύγματά του αυτά πρόδρομος της λεγομένης οικολογικής κινήσεως και δείχνει μέχρι πού μπορεί να επεκταθεί η προσφορά του κληρικού. Το οργανωτικό πνεύμα του αγίου Κοσμά φαίνεται και στο θέμα της παιδείας. Αντί να το ρίξει στα μοιρολόγια και στις κριτικές και στους ελέγχους κατά παντός υπευθύνου, ο ίδιος άρχισε να ιδρύει σχολεία, και αναπλήρωσε κατά τον επίσκοπό μας « την έλλειψη Υπουργείου Παιδείας κατά τους χρόνους εκείνους της τουρκοκρατίας»42.

Σήμερα που υπάρχει μεν Υπουργείο Παιδείας, αλλά η γλώσσα μας συνεχώς καταστρέφεται, η ιστορία μας διαστρέφεται, και η αγωγή αποχριστιανίζεται, μήπως ήρθε η ώρα, η Εκκλησία της Ελλάδος να μιμηθεί τον άγιο Κοσμά, ιδρύοντας σχολεία πάσης βαθμίδας και αναλαμβάνοντας την διάσωση του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας από τους γραικύλους της σήμερον; Αυτά σε γενικές γραμμές απορρέουν από την δράση και τη διδασκαλία του αγίου Κοσμά σχετικά με την αναζωπύρωση του ιερατικού χαρίσματός μας. Δεν μένει παρά να ευχηθούμε αλλά και να προσπαθήσουμε, να τα μιμηθούμε και να τα βιώσουμε ο καθένας μας, κατά το μέτρον των δυνατοτήτων μας και «κατά το μέτρον (χάριτος) της δωρεάς του Χριστού»43 μας εις ένα έκαστον εξ ημών.


Παραπομπές

1. Επισκόπου Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, μητροπολίτου Φλωρίνης, Κοσμάς ο Αιτωλός, εκδ «Σταυρός», Αθήναι 1977, σσ. 213-214.2.


Παχωμίου Κοσμικού, Γράμματα στο Ορθόδοξο Κλήρο, εκδ «Τήνος», σσ. 21-22.3.


Αρχιμ. Χριστοφόρου Αθ. Καλύβα, Αδελφικά Γράμματα, εκδ. «Κυψέλη», Αθήνα 1962, σ. 7.4. Ένθ’ ανωτ. σ. 11.5.


Έργα ι. Χρυσοστόμου, Ε.Π.Ε. τομ. 23, σ. 468.6. Β΄ Τιμ. 1,7.7.


Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σσ. 292-293.8.


Ματθ. 23,2.9. Β΄Κορ.5,20.10. Λουκ. 9,62.11. Ένθ’ ανωτ. 9,60.12. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σσ. 292-293.13. Ένθ’ ανωτ. σ.161.14. Πράξ. 6,2.15. Α΄ Θεσ. 5,19.16. Ιω. Χρυσοστόμου, μνημ. έργ. σσ. 466-468.17. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σ. 215.18. Ένθ’ ανωτ. σ.161.19. Ένθ’ ανωτ.20. Ένθ’ ανωτ. σ. 105.21. Ένθ’ ανωτ. σ. 161.22. Ένθ’ ανωτ. σσ.261-262.23. Μαρκ. 13,17.24. Λουκ. 17,27.25. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σσ. 258-259.26. Ψαλμ. 43,23.27. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σ.193.28. Ιερ. 31,10.29. Ένθ’ ανωτ. 3,15.30. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ., σ. 253.31. Α. Ν. Τσιριντάνη, η πίστις ως βίωμα, τόμ. Δ΄, Αθήναι 1983, εκδ. Συζήτησις», σ. 78.32. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ., σσ. 328-329.33. Ματθ. 10,16.34. Φάνης Μιχαλόπουλος, Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθήναι 1940, σ. 106.35. Ένθ’ ανωτ.,σ.116.36. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σ.274.37. Φ. Μιχαλόπουλος, μνημ. έργ., σ. 83.38. Ένθ’ ανωτ., σσ. 98-99.39. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ. σσ. 129-130.40. Φ. Μιχαλόπουλος, μνημ. έργ., σ. 108.41. Ένθ’ ανωτ., σ. 107.42. Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου, μνημ. έργ., σ. 45.43. Έφεσ. 4,7.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008


Μετάνοια και εξομολόγηση


Αγαπητέ αναγνώστη Επιθυμώ να επικοινωνήσω για λίγο μαζί σου . Θέλω να σου μιλήσω για θέμα βασικό. Θέμα από το οποίο εξαρτάται η επίγεια γαλήνη και χαρά, αλλά και η αιώνια ευτυχία μας. Και το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από το ιερό μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως.Δεν γνωρίζω αν απασχόλησε ποτέ τη σκέψη σου το θέμα αυτό.

Αν διάβασες κάτι σχετικό ή αν το συζήτησες με κάποιον . Για αυτό θα σε παρακαλέσω να μελετήσης με προσοχή τις σελίδες του παρόντος κειμένου. Μην το περιφρονήσεις. Μην το αφήσεις από τα χέρια σου, αν δεν φτάσεις ως την τελευταία του λέξη.

Έτσι θα κατανοήσεις την σπουδαιότητα του θέματος και θα κατατοπιστείς σχετικά με τον τι πρέπει να κάνης για να σωθής.Η σπουδαιότητα του θέματος της σωτηρίας μας τονίζεται μέσα στις σελίδες της Αγίας γραφής. Δεν θα μακρυγορήσω.

Ούτε θα σε ζαλίσω με την παράθεση των σχετικών εδαφίων. Θα περιοριστώ μόνο στο λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: « Τι έχει να ωφεληθή ο άνθρωπος ,εάν κερδίσει τον κόσμο όλο, ζημιωθή δε την ψυχή του; Ή τι είναι δυνατόν να δώση ο άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής του; » ( Ματθ . 16 , 26 ) .Η ψυχή μας λοιπόν δεν ανταλλάσσεται με τίποτα. Γιατί είναι αιώνια κι αθάνατη. Ενώ όλα τα πράγματα του κόσμου είναι πρόσκαιρα και φθαρτά. Επομένως πρέπει να είναι βασικό μας μέλημα η σωτηρία της ψυχής μας.Ποιος όμως απειλεί την σωτηρία της ψυχής μας; Η αμαρτία, μας βεβαιώνει ο αψευδής λόγος του Θεού. Τα διάφορα πάθη, που ως σαράκι κατατρώγουν τον ψυχικό μας οργανισμό, δηλητηριάζουν τη ζωή μας και την καταντούν μαρτύριο.

Αυτά αφαιρούν τη χαρά και την ευτυχία. Και μας στερούν την αιώνια μακαριότητα κοντά στο Θεό. Πως θα θεραπευθούμε λοιπόν από τα ολέθρια μικρόβια της αμαρτίας; Που θα βρούμε το αποτελεσματικό φάρμακο για την αποκοπή των παθών; Στο ερώτημα αυτό απαντάει η Αγία Γραφή ,η διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας και η ζωή των Αγίων. Των ανθρώπων που αγωνίσθηκαν κατά της αμαρτίας και των παθών και ευαρέστησαν το θεό με την ενάρετη ζωή τους. Αγία Γραφή λοιπόν, Ορθόδοξη Εκκλησία και Άγιοι μας βεβαιώνουν πως το αντίδοτο κατά της αμαρτίας και των παθών είναι το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως. Το μυστήριο που είναι το λουτρό της ψυχής.

Το δεύτερο βάπτισμα. Αν ο άνθρωπος μετανοήσει ειλικρινά και εξομολογηθεί όλες τις αμαρτίες του στον πνευματικό ,καταστρέφεται το δηλητήριο της αμαρτίας και η ψυχή του μπαίνει στο δρόμο της θεραπείας της. Ξεπλένεται και καθαρίζεται από τη βρωμιά της αμαρτίας και του κακού. Και συγχρόνως ενισχύεται στο να κάνη το αγαθό από τη θεία Χάρη . Σώζεται… …Αδελφέ μου, Το μικρό αυτό βιβλιαράκι είναι μια επίσκεψη του Θεού.

Αν ανταποκριθείς, θα εισέλθει στην καρδιά σου και θα την κάνει κατοικητήριό του. Θα τη γεμίσει χαρά. Αν όμως αδιαφορήσεις, αλίμονο. Που ξέρεις, να σου παρουσιασθεί ξανά η ευκαιρία που σου δίνεται τώρα; Πόσοι έφυγαν από την ζωή αυτή ανεξομολόγητοι! Για αυτό μην αναβάλεις. Μη λες: έχω καιρό. Θα εξομολογηθώ άλλοτε.

Ο απόστολος Παύλος φωνάζει σε όλους μας: « Ιδού τώρα είναι καιρός κατάλληλος, ιδού τώρα είναι ημέρα σωτηρίας » . ( Β ’ Κορ . 6 , 2 ) . Και οι Πατέρες της Εκκλησίας συμβουλεύουν να μην αναβάλλουμε το θέμα της σωτηρίας μας για αύριο. Γιατί η αυριανή ημέρα δεν είναι γνωστό, αν θα έλθει για μας.Πρέπει να εξομολογηθούμε αμέσως. Τώρα. Γιατί όσο καθυστερούμε και αναβάλλουμε , τόσο πιο πολλές αμαρτίες διαπράττουμε. Κι έτσι τα πάθη ριζώνουν βαθιά και δύσκολα κόβονται.

Οι σπόροι του κακού γιγαντώνονται και κάνουν την ψυχή μας σαν χέρσο χωράφι. Και τότε χρειάζεται πολύ μεγάλη προσπάθεια για να καρποφορήσουν οι σπόροι του καλού.Μην πεις ότι για να εξομολογηθής πρέπει πρώτα να βελτιωθής. Αυτός ο ισχυρισμός μοιάζει με την υπόσχεση του βαριά ασθενή να πάη στο γιατρό, αφού γίνει καλύτερα. Ούτε να διανοηθής ότι είναι περιττή η εξομολόγηση ,αφού και πάλι θα αμαρτήσεις. Γιατί τότε ποτέ δεν πρέπει να κάνης λουτρό και να πλυθής στο σώμα, αφού και πάλι θα λερώσεις!

Τρέξε ,λοιπόν, στον εξομολόγο σήμερα. Όχι αύριο. Ούτε του χρόνου. Γιατί μόνο το σήμερα είναι στη διάθεσή σου. Πριν όμως προσέλθεις στο μυστήριο, κάνε μια καλή εξέταση του εαυτού σου και της ζωής σου με βάση τις Δέκα Εντολές .

Για να σε βοηθήσω θα σου αναφέρω ενδεικτικά μερικές μόνο κατηγορίες αμαρτιών που σχετίζονται με την πίστη , την ατομική, την οικογενειακή και την κοινωνική ζωή σου. Έτσι θα μπορέσεις να βρης και άλλες αμαρτίες σου…

Α΄Αμαρτίες που σχετίζονται με την πίστη Πιστεύεις ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Θεός που έγινε άνθρωπος ,που σταυρώθηκε για να μας σώση, που αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς και που θα έλθει πάλι, για να κρίνη τους ζωντανούς και τους νεκρούς;

ιστεύεις καθαρά στην Πρόνοια του Θεού για σένα και την οικογένειά σου, ή μπροστά στις δυσκολίες απελπίζεσαι και γογγύζεις εναντίον του;Πιστεύεις στα μάγια, στον πνευματισμό κ.λ.π.;Παρασύρθηκες από διδασκαλίες αιρετικών ( Μαρτύρων του Ιεχωβά κ.α. ) ;
Β΄ Αμαρτίες που σχετίζονται με την ατομική ζωή Προσεύχεσαι καθημερινά κι εκκλησιάζεσαι τακτικά; Τηρείς τις νηστείες της Εκκλησίας, την αργία της Κυριακής; Μεταλαβαίνεις συχνά; Περηφανεύεσαι; Είσαι φιλάργυρος και πλεονέκτης; Αγαπάς τους άλλους ,σέβεσαι τους μεγαλύτερους και μάλιστα τους κληρικούς; Κατακρίνεις, φθονείς, συκοφαντείς;

Οργίζεσαι, θυμώνεις, παραφέρεσαι; Καταριέσαι;
Γ΄ Αμαρτίες που σχετίζονται με την οικογενειακή και κοινωνική ζωή Αγαπάς τους γονείς και τα άλλα μέλη της οικογένειάς σου; Πως τους συμπεριφέρεσαι; Αγαπάς τους συνανθρώπους σου και μάλιστα όσους σε λύπησαν ή σε κατηγόρησαν;

Μήπως τους εχθρεύεσαι και θέλεις την καταστροφή τους;

Παίζεις τυχερά παιχνίδια ; Ασχολείσαι με την χαρτοπαιξία;Αποφεύγεις τα αισχρά και αμαρτωλά θεάματα ,τραγούδια και λόγια;

Με το ντύσιμό σου γίνεσαι αιτία σκανδαλισμού των άλλων;Έπεσες σε ανήθικες πράξεις; Σκέπτεσαι ανήθικα;Αποφεύγεις την τεκνογονία;Μήπως τραυμάτισες ή σκότωσες κάποιον;Αν είσαι τίμιος και ευσυνείδητος στην εργασία σου.

Με την ζωή και την εργασία σου γίνεσαι αιτία να δοξάζεται ο Θεός; Ύστερα από όλα αυτά, που είναι ένα απλό δειγματολόγιο αμαρτιών και όχι ένας πλήρης κατάλογος ,σου εύχομαι από την καρδιά μου καλή μετάνοια και ειλικρινή εξομολόγηση.


Από το σύντομο πρακτικό οδηγό εξομολογήσεως
“Μετάνοια και εξομολόγηση”

( Το μυστήριο του θείου ελέους )Ιερομονάχου Βασιλείου ΛαυριώτουΆγιον Όρος 1998.

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008


ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Την 14η Σεπτεμβρίου ή Εκκλησία εορτάζει την ύψωση του τιμίου σταυρού. Και οι πιστοί αισθάνονται την ήμερα αυτή σαν δεύτερη Μεγάλη Παρασκευή και νηστεύουν αυστηρά, όπως τη Μεγάλη Παρασκευή.

Ό σταυρός λέγεται τίμιος, διότι έχει τιμή, αξία, αφού με το βαρύ τίμημα του σταυρού, της σταυρικής θυσίας, ο Κύ­ριος μας εξαγόρασε από την αμαρτία και μας έκανε ιδικούς του. Και επειδή ο σταυρός έχει τιμή, αξία, γι' αυτό οι πι­στοί τιμούν το σταυρό ποικιλοτρόπως.

Καυχώνται για το σταυρό, όπως ο Παύ­λος, κάνουν το σημείο του σταυρού, ασπάζονται και προσκυνούν το σταυρό, φορούν το σταυρό σαν φυλακτό και σαν κόσμημα, σταυρώνουν διάφορα πράγματα για νά είναι ευλογημένα, σταυρώνονται και οι ίδιοι για νά έχουν χάρι, ενίσχυση, βοήθεια, προστασία και γενικώς ευλογία.
Ό σταυρός από τούς πιστούς χρησιμοποιείται σε πλείστες εκδηλώσεις και ανάγκες της ζωής τους. Ό σταυρός, θα λέγαμε, σημαδεύει όλη τη ζωή των πιστών. Και όχι μόνο τη ζωή, άλλά και το θάνατο. Πάνω στους τά­φους είναι σταυρός, ο όποιος σημαίνει, ότι θ' ακολουθήσει άνάστασις, ένδοξη άνάστασις για τους πιστούς.
Άλλ' ο σταυρός δεν έχει μόνο φί­λους, έχει και εχθρούς· δεν έχει μόνο προσκυνητές, έχει και υβριστές.
Έξω του Χριστιανισμού εχθροί του σταυρού είναι οι Ιουδαίοι.

Καίτοι ή Πα­λαιά Διαθήκη σε πολλά σημεία προτύπωνε το σταυρό και προφήτευε το πά­θος του Μεσσία' καίτοι ο σταυρός έκα­νε θαύματα και στην εποχή τής Πα­λαιάς Διαθήκης· καίτοι ο Ιησούς προείπε, ότι θα υψωνόταν στο σταυρό, εν τούτοις οι Ιουδαίοι δεν πίστευσαν στον Εσταυρωμένο. Γι' αυτούς ο Εσταυρω­μένος ήταν «σκάνδαλον» (Α' Κορ. 1:23). Γι' αυτούς ο σταυρός γινόταν αιτία νά διώκουν τούς ομοεθνείς τους, πού πί­στευαν στο Χριστό (Γαλ. 6:12).
Οι Ιου­δαίοι περίμεναν Μεσσία, ο όποιος θα ικανοποιούσε τούς εθνικούς και σωβι-νιστικούς τους πόθους και θα τούς έκα­νε κοσμοκράτορες! Τέτοιο Μεσσία οι Εβραίοι περιμένουν μέχρι σήμερα.
Εχθροί του σταυρού υπάρχουν όχι μόνον έξω του Χριστιανισμού, άλλά και εντός του Χριστιανισμού. Ό σταυρός σημαίνει κακοπάθεια.

Ό σταυρός ση­μαίνει θυσίες σε κόπο, σε χρόνο, σε χρήμα, σε ονειδισμό, σε διωγμό, σε θλί­ψεις και δοκιμασίες. Ό σταυρός σημαί­νει πόνο. Ό σταυρός, αν παραστεί ανάγ­κη, σημαίνει και αυτοθυσία.
Ό ιδικός μας αρχηγός, ο Χριστός, δεν υποσχέ­θηκε καλοπέραση στους ακολούθους του σ' αυτό τον κόσμο. «Έλεγε προς πάντας- Εί τις θέλει οπίσω μου έρχεσθαι, άπαρνησάσθω εαυτόν και άράτω τόν σταυρόν αύτοϋ καθ' ήμέραν και άκολουθείτω μοι» (Μάρκ. 9:23).
Ιδιαιτέ­ρως αξιοπρόσεκτο το «καθ' ήμέραν». Ό Χριστός θέλει καθημερινώς νά σηκώνομε σταυρό. Άλλά δυστυχώς πολλοί, βαπτισμένοι χριστιανοί, θέλουν καθη­μερινώς νά καλοπερνούν, όπως ο πλού­σιος τής παραβολής, ο «εύφραινόμενος καθ' ήμέραν λαμπρώς» (Λουκ. 16:19). Και αν τούς βρίσκουν δοκιμα­σίες, δυσφορούν, γογγύζουν, βλασφη­μούν.
Αυτοί είναι εχθροί του σταυροί εντός του Χριστιανισμού. Γι' αυτούς ο Παύλος γράφει: «Πολλοί περιπατοϋσιν, ούς πολλάκις έλεγον ύμϊν, νύν δέ και κλαίων λέγω, τούς εχθρούς τοΰ σταυ­ρού τού Χρίστου, ών τό τέλος απώλεια, ών ό Θεός ή κοιλία και ή δόξα έν τη αισχύνη αυτών, οι τά επίγεια φρονούντες» (Φιλιπ. 3:18-19).

Μεταφράζουμε: Πολλοί, για τους οποίους πολλές φορές σας έλεγα, τώρα δε και κλαίοντας σας λέγω, ζουν ως εχθροί του σταυρού του Χριστού. Αυτών το τέλος είναι ή απώ­λεια. Αυτών ο Θεός είναι ή κοιλιά. Αυτοί θεωρούν δόξα πράγματα αισχύνης. Αυτοί ενδιαφέρονται για τα επίγεια.
Σήμερα πόσοι λεγόμενοι χριστιανοί ενδιαφέρονται μόνο για το σώμα και όχι για το πνεύμα! Πόσοι ενδιαφέρονται μόνο για την καθημερινότητα και όχι για την αιωνιότητα! Πόσοι «έλογίσαντο παίγνιον (= διασκέδασιν) είναι τήν ζωήν ημών και τόν βίον πανηγυρισμόν επι­κερδή»! (Σοφ. Σολ. 15:12).


Κλαίει ο από­στολος και θρηνεί τούς υλιστές και σαρκολάτρες αυτούς χριστιανούς, οι όποιοι γλεντώντας και χοροπηδώντας σπεύδουν προς την απώλεια, προς την αιώνια δυστυχία.

Ή εποχή μας ως κατ' εξοχήν υλι­στική και σαρκολατρική είναι κατ' εξοχήν άντισταυρική και κατ' εξοχήν αξιοθρήνητη.

Εχθροί του σταυρού εντός τού Χρι­στιανισμού είναι οι βλάσφημοι οι χυδαίως βλασφημούντες το σταυρό τού Χρι­στού.

Ό Κύριος και Θεός ανέβηκε στο σταυρό και υπέστη το φρικτότερο μαρ­τύριο για νά τούς σώσει, και αυτοί, αντί νά συγκινούνται από το σταυρό και νά πλημμυρίζει ή καρδιά τους από ευγνω­μοσύνη προς τον Εσταυρωμένο, ανοί­γουν το στόμα τους, στόμα βόθρο, στό­μα κόλαση, και υβρίζουν αισχρώς το όργανο της σωτηρίας και αυτόν βεβαί­ως τον Εσταυρωμένο.
Διότι, όπως ή τιμή και ή προσκύνηση τού σταυρού από τούς πιστούς ανεβαίνουν στον Εσταυ­ρωμένο, έτσι και ή βλασφημία του σταυρού από τούς ασεβείς ανεβαίνει στον Εσταυρωμένο και ματαιώνει τη σωτηρία τους.
Αξιοθρήνητοι οι ζώντες άντισταυ­ρική ζωή, αξιοθρήνητοι και οι χυδαίοι υβριστές τού σταυρού. Αν δεν κόψουν τη βλασφημία, θα τούς κόψη ο Θεός, θα τούς θανάτωση με τον δεύτερο θάνα­το, την αιώνια δυστυχία. Μερικές φορές βλάσφημοι τιμωρούνται και σ' αυτή τη ζωή με διάφορες τιμωρίες και με πρώτο θάνατο, σωματικό.

Ήταν άγια ή έμπνευση ευσεβούς ιερομόναχου των Αθη­νών, ο όποιος σε αυτοκόλλητη ταινία έ­γραψε, «ΠΡΟΣΟΧΗ! ΜΗ ΒΛΑΣΦΗΜΕΙΤΕ ΤΑ ΘΕΙΑ! ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑΤΟΣ!», και ευσεβείς οδηγοί την αυτο­κόλλητη ταινία επικόλλησαν στο αυτο­κίνητο τους, για νά τη διαβάζουν άλλοι οδηγοί και άλλοι άνθρωποι προς απο­φυγή της βλασφημίας.
Οι βλάσφημοι του σταυρού και των θείων γενικώς οφείλουν νά παύσουν νά βλασφημούν, και όσοι δεν βλασφημούν οφείλουν νά συντελέσουν στον περιο­ρισμό και την εξάλειψη τής βλασφημίας προσευχόμενοι για τη διόρθωση των βλάσφημων, συμβουλεύοντες αυτούς, ελέγχοντες αυτούς με καλό τρόπο, και οτιδήποτε άλλο πράττοντες με τον φωτισμό του Θεού.
Εχθροί του σταυρού είναι και οι Χι­λιοστοί ή Ψευδο-Μάρτυρες του Ίεχωβά. Διερωτώμεθα: Αυτοί είναι εχθροί εντός του Χριστιανισμού ή έξω του Χρι­στιανισμού; Μάλλον έξω του Χριστιανι­σμού και εντός του Σιωνισμού.

Είναι τό­σο σατανική ή διδασκαλία τους, ώστε νά μη δύνανται νά θεωρηθούν ούτε κα­κοί χριστιανοί, όπως άλλοι κακόδοξοι, άλλ' αντίχριστοι. Άλλωστε πώς νά θεω­ρηθούν κακοί έστω χριστιανοί οι αρνητές της θεότητος του Χρίστου;
Οι Χιλιασταί ή Ψευδο-Μάρτυρες του Ίεχωβά είχαν το σταυρό ως έμβλημα στο περιοδικό τους «Σκοπιά».

Αλλά κα­τόπιν απέρριψαν το σταυρό, τον παρι­στάνουν σαν πάσσαλο, ομιλούν γι’ αυ­τόν με αισχρά λόγια, και σε μας, πού τι­μούμε το σταυρό, φέρουν κατ' αυτού δύο ενστάσεις.
Ή μία ένσταση: Πώς τι­μάτε και προσκυνείτε το σταυρό, αφού υπήρξε όργανο εγκλήματος, φρικτής θανατικής εκτελέσεως;

Ερωτούμε και εμείς τούς Ψευδο-Μάρτυρες του Ίε­χωβά: Πώς έχετε και χρησιμοποιείτε μαχαίρι, Αφοί το μαχαίρι είναι φονικό όργανο και μ' αυτό έσφάγησαν εκατομ­μύρια άνθρωποι; Θα μας απαντήσουν οι Ψευδο-Μάρτυρες του Ίεχωβά: Εμείς δεν χρησιμοποιούμε το μαχαίρι ως φο­νικό όργανο, άλλά για νά κόβομε το ψωμί, τα φρούτα κλπ. 'Ωραία! Και εμείς, απαντούμε στην ένσταση των Ψευδο-Μαρτύρων του Ίεχωβά, δεν χρησιμο­ποιούμε το σταυρό ως εγκληματικό όργανο, δεν σταυρώνουμε και δεν θα­νατώνουμε κανένα, άλλά χρησιμοποι­ούμε το σταυρό με καλή έννοια, ως σύμβολο θυσίας και σωτηρίας.
Ή δεύ­τερη ένσταση: Είναι ειδωλολατρία νά προκυνήτε το σταυρό.


Απαντούμε: Ειδωλολατρία είναι το νά λατρεύει κα­νείς είδωλο. Και είδωλο είναι το νά θεωρεί κανείς ένα αντικείμενο Θεό. 'Αλλ' εμείς δεν θεωρούμε το σταυρό είδωλο,Θεό- τον θεωρούμε απλώς σύμβολο, σύμβολο θυσίας και σωτηρίας. Συνεπώς δεν είμεθα ειδωλολάτρες. Οι δε Ψευ­δο-Μάρτυρες του Ίεχωβά, οι όποιοι θε­ωρούν εμάς ειδωλολάτρες, είναι συκο­φάντες και αμαθείς.
Και ας μάθουν, ότι ή προσκύνησις του σταυροί στηρίζεται σε χωρία τής Γραφής, όπως το «προ­σκυνείτε τω ύποποδίω τών ποδών αυ­τού» και το «προσκυνείτε εις τόν τόπον, ού έστησαν οί πόδες αύτού» (Ψαλμ. 98[99]:5, 131[132]:7 αντιστοίχως).
Ας μάθουν επίσης, ότι εμείς δεν προσκυ­νούμε το σταυρό αυτόν καθ' εαυτόν, άλλ' εν σχέσει προς τον Εσταυρωμένο.
Ή τιμή στο σταυρό ανεβαίνει στον Ε­σταυρωμένο. Ας μάθουν δε ακόμη οι αμαθείς Ίεχωβΐτες, ότι δια του σταυρού ο Θεός έκανε θαύματα ήδη από τον καιρό τής Παλαιάς Διαθήκης, και κάνει θαύματα μέχρι σήμερα.
Αδελφοί Ορθόδοξοι! Είμεθα αμαρ­τωλοί, άλλ' όχι εχθροί του σταυρού. Είμεθα φίλοι και προσκυνητές του σταυρού. Μαζί με τον απόστολο Παύλο καυχώμεθα για το σταυρό, καυχώμεθα, διότι ο Χριστός, ο Κύριος μας και ο Θε­ός μας, τόσο πολύ μας αγάπησε, ώστε σταυρώθηκε για μάς.

Κάνουμε αγώνα νά ζούμε έστω και λίγο τη σταυρική ζωή.
Και ελπίζουμε στο έλεος, το όποιο, δυ­νάμει του τιμίου και ζωοποιού σταυρού, δυνάμει δηλαδή τής σταυρικής θυσίας του, θα παράσχει ο Εσταυρωμένος σ' όσους τιμούν το σταυρό του, άλλά ση­κώνουν και ιδικό τους σταυρό.

(Από τον "ΣΤΑΥΡΟ")


14/9


Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού


Ιωάννης ιθ΄6-11, 13-20, 25-28, 30


Κείμενο:



Και λέγει αυτοίς· ίδε ο άνθρωπος. ότε ουν είδον αυτόν οι αρχιερείς και οι υπηρέται, εκραύγασαν λέγοντες· σταύρωσον σταύρωσον αυτόν. λέγει αυτοίς ο Πιλάτος· λάβετε αυτόν υμείς και σταυρώσατε· εγώ γαρ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν. απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι· ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι εαυτόν Θεού υιόν εποίησεν. Ότε ουν ήκουσεν ο Πιλάτος τούτον τον λόγον, μάλλον εφοβήθη, και εισήλθεν εις το πραιτώριαν πάλιν και λέγει τω Ιησού· πόθεν ει συ; ο δε Ιησούς απόκρισιν ουκ έδωκεν αυτώ. λέγει ουν αυτώ ο Πιλάτος· εμοί ου λαλείς; ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω απολύσαί σε; απεκρίθη Ιησούς· ουκ είχες εξουσίαν ουδεμίαν κατ΄ εμού, ει μη ην σοι δεδομένον άνωθεν· δια τούτο ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει. ο ουν Πιλάτος ακούσας τούτον τον λόγον ήγαγεν έξω τον Ιησούν, και εκάθισεν επί του βήματος εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, εβραϊστί δε Γαββαθά· ην δε παρασκευή του πάσχα, ώρα δε ωσεί έκτη· και λέγει τοις Ιουδαίοις· ίδε ο βασιλεύς υμών. οι δε εκραύγασαν· άρον άρον, σταύρωσον αυτόν. λέγει αυτοίς ο Πιλάτος· τον βασιλέα υμών σταυρώσω; απεκρίθησαν οι αρχιερείς· ουκ έχομεν βασιλέα ει μη Καίσαρα. τότε ουν παρέδωκεν αυτόν αυτοίς ίνα σταυρωθή. Παρέλαβον δε τον Ιησούν και ήγαγον· και βαστάζων τον σταυρόν αυτού εξήλθεν εις τον λεγόμενον κρανίου τόπον, ος λέγεται εβραϊστί Γολγοθά, όπου αυτόν εσταύρωσαν, και μετ΄ αυτού άλλους δύο εντεύθεν και εντεύθεν, μέσον δε τον Ιησούν. έγραψε δε και τίτλον ο Πιλάτος και έθηκεν επί του σταυρού· ην δε γεγραμμένον· Ιησούς ο Ναζωραίος ο βασιλεύς των Ιουδαίων. τούτον ουν τον τίτλον πολλοί ανέγνωσαν των Ιουδαίων, ότι εγγύς ην της πόλεως ο τόπος όπου εσταυρώθη ο Ιησούς· και ην γεγραμμένον Εβραϊστί, Ελληνιστί, Ρωμαϊστί. Οι μεν ουν στρατιώται ταύτα εποίησαν. ειστήκεισαν δε παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή. Ιησούς ουν ιδών την μητέρα και τον μαθητήν παρεστώτα ον ηγάπα, λέγει τη μητρί αυτού· γύναι, ίδε ο υιός σου. είτα λέγει τω μαθητή· ιδού η μήτηρ σου. και απ΄ εκείνης της ώρας έλαβεν ο μαθητής αυτήν εις τα ίδια. Μετά τούτο ειδώς ο Ιησούς ότι πάντα ήδη τετέλεσται, ίνα τελειωθή η γραφή, λέγει· διψώ. ότε ουν έλαβε το όξος ο Ιησούς είπε, τετέλεσται, και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα.


Μετάφραση:


Όταν όμως τον είδαν έτσι οι αρχιερείς και οι φρουροί του ναού, άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον!» Τους λέει ο Πιλάτος: «Πάρτε τον εσείς και σταυρώστε τον· εγώ δεν του βρίσκω καμιά αιτία καταδίκης». Του απάντησαν οι Ιουδαίοι: «Εμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με το νόμο μας πρέπει να πεθάνει, γιατί ισχυρίστηκε πως είναι Υιός Θεού». Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτόν το λόγο, φοβήθηκε ακόμη περισσότερο. Μπήκε πάλι μέσα στο πραιτώριο και λέει στον Ιησού: «Από πού είσαι εσύ;» Αλλά ο Ιησούς δεν του ΄δωσε απόκριση. Του λέει τότε ο Πιλάτος. «Σ΄ εμένα δεν αποκρίνεσαι; Δεν ξέρεις πως έχω εξουσία να σε σταυρώσω, όπως έχω και εξουσία να σε αφήσω ελεύθερο;» Ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Δε θα είχες καμία εξουσία πάνω μου, αν δε σου είχε δοθεί από το Θεό· γι΄ αυτό, εκείνος που με παρέδωσε σ΄ εσένα έχει μεγαλύτερο κρίμα από το δικό σου». Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτά τα λόγια, διέταξε να φέρουν έξω τον Ιησού κι ο ίδιος κάθισε στην έδρα του δικαστή, στο τόπο που ονομάζεται Λιθόστρωτο - στα εβραϊκά «Γαββαθά». Ήταν σχεδόν μεσημέρι, παραμονή του Πάσχα. Λέει λοιπόν ο Πιλάτος στους Ιουδαίους: «Να ο βασιλιάς σας!» Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν με κραυγές: «Θάνατος, θάνατος, σταύρωσέ τον!» Τους λέει ο Πιλάτος: «Το βασιλιά σας να σταυρώσω;» Αποκρίθηκαν οι αρχιερείς: «Δεν έχουμε άλλον βασιλιά, εκτός από τον αυτοκράτορα». Τότε κι ο Πιλάτος τους τον παρέδωσε για να σταυρωθεί. Οι στρατιώτες, λοιπόν, παρέλαβαν τον Ιησού και ξεκίνησαν. Και βγήκε αυτός από την πόλη σηκώνοντας στους ώμους του το σταυρό, μέχρι τον λεγόμενο «Τόπο του Κρανίου» - στα εβραϊκά λέγεται «Γολγοθά». Εκεί σταύρωσαν τον Ιησού. Μαζί του σταύρωσαν άλλους δύο, τον ένα από τη μια μεριά και τον άλλο από την άλλη, και στη μέση τον Ιησού. Ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μια επιγραφή, και την τοποθέτησαν πάνω στο σταυρό. Κι έγραφε: «Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων». Αυτή την επιγραφή τη διάβασαν πολλοί από τους Ιουδαίους, γιατί ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη, και η επιγραφή ήταν γραμμένη εβραϊκά, ελληνικά και λατινικά. Αυτά έκαναν οι στρατιώτες. Κοντά στο σταυρό του Ιησού στέκονταν η μητέρα του, η αδερφή της η Μαρία, γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς, όταν είδε τη μητέρα του και το μαθητή που αγαπούσε, να στέκεται πλάι της, λέει στη μητέρα του: «Αυτός τώρα είναι ο γιός σου». Ύστερα λέει στο μαθητή: «Αυτή τώρα είναι η μητέρα σου». Από κείνη την ώρα ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του. Μετά απ΄ αυτό, ο Ιησούς γνωρίζοντας πως όλα είχαν φτάσει πια στο καθορισμένο τέλος, για να εκπληρωθεί η προφητεία της Γραφής, λέει: «Διψώ». Εκείνος όταν γεύτηκε το ξίδι είπε: «Τετέλεσται». Έγειρε το κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα.

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008


ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ.


ΕΥΧΗ ΑΝΤΙΦΩΝΟΥ Α


Κύριε, ό Θεός ημών, ου το κράτος ανείκαστον και η δόξα ακατάληπτος, ου το έλεος αμέτρητον και η φιλανθρωπία άφατος, αυτός Δέσποτα, κατά την ευσπλαχνία σου, επίβλεψον εφ’ ημάς και επί τον άγιον οίκον τούτον και ποίησον μεθ’ ημών και των συνευχομένων ημίν πλούσια τα ελέη σου και τους οικτιρμούς σου.


Ου (του οποίου), ος, η, ο (ο οποίος). Αναφορική αντωνυμία.


Κράτος (δύναμη).


Ανείκαστος (ανυπολόγιστος, άπειρος).


Άφατος (ανέκφραστος).


Επίβλεψον: Προστακτική Αορίστου επέβλεψα του ρημ.επιβλέπω (ρίξε το βλέμμα σου).


Ποίησον (κάνε, ενέργησε). Προστακτική Αορίστου εποίησα του ρημ. ποιώ (κάνω).


Μεθ’ημών (μαζί μας). Η πρόθεση μετά με Γενική πτώση σημαίνει μαζί, με Αιτιατική πτώση σημαίνει κατόπιν.


Συνευχόμενοι (αυτοί, που προσεύχονται μαζί). Το ρήμα: συνεύχομαι.
ημίν (σε μάς). Προσωπική αντωνυμία.


ελέη (δώρα ευσπλαχνίας).οικτιρμοί (η συμπάθεια, ο οίκτος).

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2008


Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου"


ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΣΤΙΣ 8 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ


Ομιλία Καθηγουμένου της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου,

Αρχιμ. Εφραίμ,

στην Τράπεζα της Μονής.


Η Παναγία έχει κεντρική θέση στην θεία Λατρεία.

Το εκκλησιαστικό έτος πλαισιώνεται με θεομητορικές εορτές· αρχίζει με το «Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου», ενώ τελειώνει με την «Κατάθεσιν της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου». Αιτία πνευματικής χαράς και αγαλλιάσεως, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες,

είναι η σημερινή ημέρα, γιατί σήμερα εορτάζομε την γέννηση της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, του ευωδεστάτου άνθους που βλάστησε «εκ της ρίζης Ιεσσαί».

Εορτάζομε «παγκοσμίου ευφροσύνης γενέθλιον»,

που καθίσταται «η είσοδος όλων των εορτών και το προοίμιο του μυστηρίου του Χριστού», κατά τον άγιο Ανδρέα Κρήτης. Γέννηση, που έγινε πρόξενος της αναγεννήσεως, αναπλάσεως και ανακαινίσεως των πάντων.

Σήμερα γεννιέται Αυτή που θα γεννήσει εν χρόνω, κατά ανερμήνευτο και παράδοξο τρόπο, τον άχρονο και προαιώνιο Θεό Λόγο, τον Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.

Ολόκληρο πλήθος από προεικονίσεις, προτυπώσεις και προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης σε Αυτήν αναφέρονται.

Αποτελεί την αποκορύφωση, την ολοκλήρωση της παλαιοδιαθηκικής παιδαγωγικής προετοιμασίας της ανθρωπότητος για την υποδοχή του σαρκωθέντος Σωτήρος Θεού.

Την Παναγία μας προεικόνιζαν η άφλεκτος βάτος στο όραμα του Μωυσή, οι θεόγραφες πλάκες και η κιβωτός του Νόμου, το ουράνιο μάννα και η χρυσή στάμνα, η λυχνία και η τράπεζα,

η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα, η κλίμακα του Ιακώβ, ο πόκος του Γεδεών, το αλατόμητον όρος του Δανιήλ, η κάμινος που με το πυρ δρόσιζε τους Τρεις Παίδες, αλλά και αυτά τα Αγια των Αγίων της σκηνής του μαρτυρίου.

Η Θεοτόκος είναι το μεταίχμιο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Για την Παλαιά αποτελούσε το κήρυγμα των προφητών, την προσδοκία των δικαίων· ενώ για την Καινή Διαθήκη γίνεται ο γλυκασμός των αγγέλων, η δόξα των αποστόλων, το θάρρος των μαρτύρων, το εντρύφημα των οσίων, το καύχημα του ανθρωπίνου γένους, γι' αυτό και μακαρίζεται από «πάσα γενεά».

Ολη η δημιουργία περίμενε την γέννησή της. Η Παναγία μας είναι «ο καρπός των κτισμάτων» κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, δηλαδή το σημείο εκείνο στο οποίο κατατείνει ολόκληρη η κτίση. Οπως το δένδρο υπάρχει για τον καρπό, έτσι η κτίση υπάρχει για την Παρθένο και η Παρθένος για τον Χριστό.

Οπως τονίζουν οι Πατέρες όχι μόνον οι άνθρωποι, αλλά και ο ουρανός και η γη, όλη η ορατή και αόρατη κτίση δημιουργήθηκαν για την άχραντο Παρθένο.

Οταν ο Θεός στην αρχή των αιώνων ατενίζοντας προς τα δημιουργήματά του, είπε ότι είναι «καλά λίαν», ουσιαστικά έβλεπε μπροστά του τον καρπό όλης της δημιουργίας, την υπεραγία Θεοτόκο, και ο έπαινός του ήταν στην πραγματικότητα «ευφημία της Παρθένου».

Κατά την σημερινή ημέρα ευεργετείται όλη η κτίση από την γέννηση της πανάμωμης Δέσποινάς μας. «Το καινότατον αυτό δημιούργημα» δεν ήταν απλά η καλύτερη γυναίκα στην γη, ούτε η καλύτερη γυναίκα όλων των εποχών, αλλά ήταν Αυτή η μοναδική που θα μπορούσε να κατεβάσει τον ουρανό στην γη, να κάνει τον Θεό άνθρωπο.

Ο δημιουργός Θεός Λόγος έπλασε τέτοια την ανθρώπινη φύση, ώστε όταν θα χρειαζόταν να γεννηθεί, να λάβει από αυτήν την μητέρα του. Ο αόρατος και αθέατος Θεός έρχεται δι' Αυτής επί γης και γίνεται ορατός· ενώνεται και κοινωνεί με την κτίση με έναν ουσιαστικότερο και πιο ενοειδή τρόπο.

Ενώνει δια της ανθρωπίνης φύσεώς του όλη την κτίση στην υπόστασή του και την θεώνει. Ο ανείδεος και απερίγραπτος Θεός λαμβάνει «δούλου μορφήν» (Φιλιπ. 2,7), ανθρώπινη σάρκα και λογική ψυχή, συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και περπατά πάνω στην γη.

Ο «αχώρητος παντί» θα χωρέσει στην παρθενική μήτρα της Θεοτόκου, ώστε η Παναγία μητέρα του να καταστεί η «χώρα του Αχωρήτου».

Σήμερα λύνεται η στειρότητα της Αννας και γεννάται «το κειμήλιον της Οικουμένης», κατά την έκφραση του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Παρόμοιο θαύμα έκανε ο Θεός πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη στην Σάρρα την σύζυγο του πατριάρχου Αβραάμ, στην Ρεβέκκα την σύζυγο του Ισαάκ, στην Αννα την μητέρα του προφήτου Σαμουήλ, στην Ελισάβετ την μητέρα του προφήτου Προδρόμου.

Ομως διαφέρει κατά πολύ το σημερινό θαύμα. Μπορεί τα τέκνα των παραπάνω μητέρων, των οποίων η μακροχρόνια στειρότητα λύθηκε θαυματουργικά, να ήταν ενάρετα και άγια, αλλά μόνον η Μαρία -το τέκνο της Αννας και του Ιωακείμ- ήταν «η κεχαριτωμένη» και κατέστη -το ακατάληπτο για τους ανθρώπους και τους αγγέλους- η μητέρα του Θεού.

Η Παναγία μας δεν γεννήθηκε από άσπιλη υπερφυσική σύλληψη, όπως λανθασμένα πιστεύουν οι Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά μετά από την φυσική συνάφεια του Ιωακείμ και της Αννας. Λύθηκε δε η φυσική στειρότητα της Αννας χάρις στην άμεση παρέμβαση του Θεού ως απάντηση στις προσευχές των δικαίων Θεοπατόρων.

Οι γέροντες Ιωακείμ και Αννα συνήλθαν χωρίς καμμία σαρκική έλξη, ηδονή, αλλά μόνο από υπακοή στον Θεό. Επεσφράγισαν και με αυτήν την πράξη τους την σωφροσύνη τους. Κατά αυτόν τον τρόπο η Παρθένος συνελήφθη «σωφρόνως εν τη νηδύι της Αννας εξ Ιωακείμ».

Το ότι συνελήφθη σωφρόνως σημαίνει ότι ο τρόπος της συλλήψεως ήταν αγνός. Για να ήταν όμως η Παρθένος απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα, δηλαδή να είχε άσπιλη σύλληψη, έπρεπε να είχε γεννηθεί παρθενικώς όπως και ο Χριστός.

Για να αποκτήσουν όμως τέτοιο τέκνο οι δίκαιοι Θεοπάτορες έδειξαν πίστη αδίστακτη, υπομονή αλύγιστη, έτρεφαν την ελπίδα που δεν καταισχύνει, είχαν μεγάλη καρτερία στις προσευχές τους· ότι ο Θεός θα εκπληρώσει το αίτημά τους. Και δεν υπόμειναν την ατεκνία τους για λίγο μόνο διάστημα. Η παράδοση λέγει ότι μετά από πενήντα χρόνια στειρότητας απέκτησε η Αννα την Θεοτόκο.

Αυτή η στάση των Θεοπατόρων πρέπει να παραδειγματίζει, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, όλους μας. Οχι μόνον όσους λαϊκούς αδελφούς μας δεν μπορούν να αποκτήσουν παιδιά, οι οποίοι δεν πρέπει να χάνουν την ελπίδα τους στον Θεό για τον οποίο «τα αδύνατα τοις ανθρώποις, δυνατά παρά Αυτώ εστιν» (βλ. Λουκ. 18,27), αλλά και εμάς τους μοναχούς και όλους τους πιστούς που αγωνίζονται τον «καλόν αγώνα».

Πολλές φορές αποδυσπετούμε, δυσφορούμε στον αγώνα μας και λέμε ότι δεν βρήκαμε αντίκρυσμα, δεν έχουμε αίσθηση της Χάριτος, αδημονούμε. Και έτσι λυπημένοι που είμαστε, μαραίνεται ο ζήλος μας, χαλαρώνουμε την αγωνιστικότητά μας, την άσκησή μας. Δεν πρέπει όμως να κάνομε έτσι, αδελφοί μου.

Μήπως οι Θεοπάτορες επειδή ο Θεός δεν απάντησε αμέσως στις προσευχές τους σταμάτησαν να τον επικαλούνται, να πιστεύουν ότι θα λάβουν; Μήπως σταμάτησαν να κρούουν, να ζητούν, να ελπίζουν; Τι αδαμάντινη υπομονή και καρτερία έδειξαν για τόσα χρόνια! Για να βιωθούν τα πνευματικά «χρεία μεγάλης υπομονής».

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος έζησε την συστολή, την στέρηση της θείας Χάριτος, τις θλίψεις του νοητού πολέμου για τριάντα χρόνια. Ελαβε μόνιμα την θεία Χάρη μετά από αυτό το μακρό χρονικό διάστημα αιματηρού αγώνα και υπομονής. Αυτό το αναφέρουμε ιδιαίτερα για εμάς τους μοναχούς, που κληθήκαμε για να λάβουμε το πλήρωμα της Χάριτος. Χρειάζεται υπομονή στις θλίψεις, πίστη στις επαγγελίες του Θεού, τέλεια υπακοή στο θέλημα του Θεού και ελπίδα, ώστε να μην «εκκακούμε εν ταις προσευχαίς» (βλ. Λουκ. 18,1).

Ο Θεός γνωρίζει πότε μας συμφέρει να μας δώσει την ανέκφραστη, την ακατάληπτη και ανεκτίμητη θεοποιό δωρεά του, την θεία Χάριν ως ενδημούσα κατάσταση. «Τα πνευματικά αφ' εαυτών έρχονται», τονίζει ο αββάς Ησαΐας, δεν τα ρυθμίζομε όπως και όποτε θέλομε εμείς.

Μάλιστα, πολλές φορές, πριν ο Θεός μας δώσει κάποια ευλογία, ένα χάρισμα, μας δοκιμάζει με έναν πειρασμό, του οποίου η έκβαση καθορίζει και το αν αποδειχθούμε άξιοι να δεχθούμε το θείο αυτό δώρο. Αυτό παρατηρούμε και στους Θεοπάτορες, που όταν πλησίαζε ο καιρός για να τους δώσει ο Θεός τέκνο, παραχώρησε να δοκιμασθούν ακόμη περισσότερο.

Ηταν η εορτή της Σκηνοπηγίας, και όταν πήγαν στον ναό να προσφέρουν δώρα, ο ιερεύς Ρουβίμ τους ονείδισε λέγοντάς τους, ότι δεν ήταν άξιοι να προσφέρουν δώρα στον Θεό, αφού δεν έκαναν παιδιά για τον Ισραήλ. Οι Θεοπάτορες μετά από αυτό το συμβάν λυπήθηκαν πάρα πολύ, αλλά δεν απελπίσθηκαν.

Κατέφυγαν σε «εκ βαθέων προσευχή» -ο Ιωακείμ στο όρος και η Αννα στον κήπο- η οποία τελικά εισακούστηκε άμεσα, αφού άγγελος Κυρίου πληροφόρησε καθέναν ξεχωριστά ότι θα γίνει η σύλληψη και η γέννηση τέκνου που θα διακηρυχθεί σε όλη την οικουμένη.

Ετσι και εμείς, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, να επιδεικνύουμε αγόγγυστη υπομονή στις θλίψεις και στους πειρασμούς, που παραχωρεί ο Θεός για την δική μας ωφέλεια και πνευματική προκοπή.

Ευχόμεθα η Κυρία μας Θεοτόκος και η Θεοπρομήτωρ Αννα, που έχουν την ευλογία να θεραπεύουν την φυσική στειρότητα, να θεραπεύσουν τις στείρες από πνευματικά έργα καρδιές μας, ώστε ο Θεός να πέμψει στις ψυχές μας την θεία και γλυκυτάτη Χάρη του, η οποία ομορφαίνει, ανακαινίζει, αθανατίζει, αφθαρτίζει τον άνθρωπο._________________

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2008



ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ.


Για να δούμε τι διδάσκει η αγία Γραφή για τις σχέσεις γονέων και παιδιών θα μελετήσουμε τι μας λέγει ο απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή του (6,1-4) έχοντας συγχρόνως υπ’ όψη μας την αντίστοιχη ερμηνεία του αγίου Χρυσοστόμου στην προς Εφεσίους (Ε.Π.Ε. 21,246-269).
«Τα τέκνα υπακούετε τοις γονεύσιν υμών». Όπως ακριβώς αυτός, που κάνει ένα άγαλμα, σχηματίζει πρώτα το κεφάλι, μετά τον αυχένα, τον θώρακα, την κοιλιά,

τα πόδια, έτσι και ο Παύλος προχωρεί από τις σχέσεις ανδρός-γυναικός, για τις οποίες μίλησε προηγουμένως (Εφεσ. 5,21-33),

στις σχέσεις γονέων-παιδιών για να ολοκληρώσει τη διδασκαλία του πάνω στο θέμα της οικογενείας. Η υπακοή των παιδιών στους γονείς τους είναι κάτι που το συνιστά και η φύση και η κοινωνία και ο Θεός. Τα παιδιά είναι μικρά, άπειρα, ανεκπαίδευτα και χρήζουν προστασίας, εκπαιδεύσεως, κοινωνικοποιήσεως, αναπτύξεως των φυσικών και πνευματικών αρετών τους. Μόνο αν υπακούουν και δέχονται την επίβλεψη και την κηδεμονία των γονέων τους θα απολαύσουν τα όσα αναφέραμε. Αλλά εκτός από αυτά που αναφέραμε είναι θέμα θελήματος του Θεού να σέβονται και ν’ αγαπούν τους γονείς τους.

Ο δεκάλογος του Μωυσέως, με την πέμπτη του εντολή, λάμβανε ειδική και ξεχωριστή μέριμνα για το θέμα αυτό. «Τίμα το πατέρα σου και την μητέρα σου, ίνα ευ σοι γένηται, και ίνα μακροχρόνιος γένη επι της γης της αγαθής, ης Κύριος ο Θεός σου δίδωσί σοι» (Έξοδ. 20,12). «Εν Κυρίω».

Να υπακούτε όπως θέλει ο Κύριος αλλά κι όταν οι απαιτήσεις των γονέων σας είναι μέσα στα πλαίσια των εντολών και του θελήματος του Θεού. Δεν έχετε υποχρέωση να τους υπακούτε, εάν σας ζητούν κάτι αμαρτωλό ή κάτι που αντίκειται στις υποχρεώσεις σας προς το Θεό.

Δεν μπορούν οι γονείς να ζητήσουν από το παιδί να μη γίνει ιερεύς ή μοναχός π.χ.. Δεν μπορούν να ζητούν από το παιδί τους να ν’ αγαπά το Θεό μετά απ’ αυτούς και στο βαθμό που αυτοί επιτρέπουν. «Τούτο γαρ έστι δίκαιον».

Και από τη φύση και από το νόμο του Θεού θεωρείται πρέπον και αρμόζον τα παιδιά να υπακούν τους γονείς. Αλλά και κατά λογική ακολουθία και ανάγκη πρέπει ν’ αγαπάμε τους γεννήτορές μας, που μας αγαπούν, μας φροντίζουν και μας προστατεύουν. Η υπακοή είναι η ελάχιστη αντιπροσφορά στη μαρτυρική αγάπη των γονέων. «Τίμα το πατέρα σου και την μητέρα σου, ήτις εστίν εντολή πρώτη εν επαγγελία».

Είναι πρώτη στη σειρά των εντολών που σχετίζονται με τα καθήκοντα προς τους άλλους (5η-10η), αλλά και πρώτη που συνοδεύεται με υπόσχεση ανταμοιβής. Στις άλλες εντολές δεν υπάρχει ανταμοιβή, καθόσον απαγορεύουν το κακό και προστάσσουν ν’ απομακρυνόμεθα απ’ αυτό. Στις εντολές όμως που προστάσσουν να κάνουμε το καλό υπάρχει και η ανταμοιβή. Π.χ. «αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες, και έσται ο μισθός υμών πολύς, και έσεσθε υιοί υψίστου» (Λουκ. 6,35).

Αλλά είναι «πρώτη εντολή» και με μία άλλη έννοια· οι γονείς, οι πρώτοι μετά Θεό αίτιοι της υπάρξεώς μας, πρέπει πρώτοι ν’ απολαύσουν τις ευεργεσίες μας. Προηγούνται των άλλων αναγκαστικά και υποχρεωτικά. Στην Α΄ Τιμ. 5,8 λέγει· «ει δε τις των ιδίων και μάλιστα των οικείων ου προνοεί, την πίστιν ήρνηται και έστιν απίστου χείρων». Χειρότερος και από τον άπιστο είναι αυτός που δεν ενδιαφέρεται και δεν φροντίζει για τους δικούς του! «Ίνα ευ σοι γένηται και έση μακροχρόνιος επί της γης».

Δεν μιλά εδώ ο νόμος του Θεού για την βασιλεία των ουρανών και για τις μεταθανάτιες ανταποδόσεις. Απευθύνεται σε μικρές και ανώριμες ψυχές, που δεν μπορούν ακόμα να εξαρθούν σε υψηλά πνευματικά και θεολογικά μέτρα.

Εξ άλλου είναι και στο πνεύμα της Παλαιάς Διαθήκης να τονίζει την εγκόσμιο και επίγειο ευημερία και ευτυχία. Η πρόοδος και η επιτυχία στους υλικούς στόχους, που έχει ένα παιδί, και η επιθυμία να ζήσει πολλά χρόνια είναι κάτι που και το κατανοεί και το ικανοποιεί. Ίσως ρωτήσει κάποιος· «αν έτσι έχει η εξήγηση γιατί, αφού δεν αναφέρει τη βασιλεία του Θεού, αναφέρει το νόμο του Θεού;». Διότι την ύπαρξη του Θεού δεν την αγνοεί το παιδί. Είναι η αλφαβήτα της θεολογικής γνώσεως και πίστεως.

Απλώς την ύπαρξη του Θεού την συνδέει με υλικές απολαβές καθότι ανώριμο. «Και οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών, αλλ’ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Δεν λέγει να τα αγαπάτε, διότι αυτό το προκαλεί η φύση και χωρίς να το θέλουν. Μόνο εντελώς αχρείοι γονείς και ανθρωπόμορφα τέρατα καταπνίγουν ενίοτε το ένστικτο της στοργής και της κηδεμονίας.

Στους συνήθεις και φυσιολογικούς γονείς δεν χρειάζεται καμμία σύσταση για ν’ αγαπούν τα παιδιά τους. Όπως και στον άνδρα ο Παύλος δεν ζητά ν’ αγαπά τη γυναίκα του ερωτικά, διότι αυτό είναι θέμα ενστίκτου. Ζητά να την αγαπά σταυρικά και μαρτυρικά, που αυτό είναι ίδιον καλλιεργημένης και αγίας ψυχής.

Οι θεολόγοι της Εκκλησίας στο σημείο αυτό παρατηρούν ότι ενώ αναφέρεται και στους δύο γονείς ο Παύλος, εν τούτοις, εδώ αναφέρει μόνο τους πατέρες. Και εξηγούν ότι το κάνει αυτό, διότι οι πατέρες ταχύτερα παραφέρονται από το πάθος και φέρονται στα παιδιά σαν ανδράποδα, ξεχνώντας ότι είναι ελεύθερες υπάρξεις.

Να προσθέσουμε ότι τα ανωτέρω λεγόμενα αφορούν και τους πνευματικούς πατέρες, οι οποίοι ενίοτε κάνουν κατάχρηση της πνευματικής εξουσίας τους.

Στην προς Κολασσαείς επιστολή του ο Παύλος συνιστά για το ίδιο θέμα· «Οι πατέρες μη ερεθίζετε τα τέκνα υμών ίνα μη αθυμώσιν» (3,21). Δηλαδή μη ασκείτε σατραπικά και δικτατορικά την γονική μέριμνα και κηδεμονία, διότι έχοντας εσείς την δύναμη και τη δυνατότητα να τα πιέζετε, στο τέλος μπορεί να υποκύψουν, αν δεν φύγουν ή επαναστατήσουν με βίαιο τρόπο, αλλά θα αθυμήσουν. Θα χάσουν την όρεξη για ζωή και δημιουργία.

Θα απελπισθούν και μπορεί κάποια απ’ αυτά να οδηγηθούν και στην αυτοκτονία. Στο σημείο αυτό όπως και σε αντίστοιχα χωρία για τους κυρίους και τους δούλους φαίνεται ξεκάθαρα ότι η αγία Γραφή δεν χαρίζεται σε κανένα και δεν στηρίζει μονομερώς κανένα.

Το κήρυγμα των κληρικών πρέπει να τονίζει αυτές τις δύο διαστάσεις των θεϊκών εντολών ομοιόμορφα και με την ίδια συχνότητα. Σε κανένα δεν δίνει το ευαγγέλιο τη δυνατότητα να ασκεί την εξουσία του ανεξέλεγκτα και εική και ως έτυχε.

Υπάρχουν φραγμοί και περιορισμοί που πρέπει να τους σεβαστούμε, αν θέλουμε να είμαστε εν τάξει με το Θεό. Και οι κληρικοί πρέπει συνεχώς να το τονίζουν αυτό. «Αλλ’ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».

Μη εξοργίζετε τα παιδιά σας με τον εγωισμό σας ή τον υπερβολικό και ανεξέλεγκτο ζήλο σας, αλλά με διάκριση, ταπείνωση και σύνεση παιδαγωγήστε τα εν Κυρίω. Μη θεωρείς περιττό ν’ ακούει την αγία Γραφή, το κήρυγμα, το κατηχητικό. Μη το εμποδίσεις από τον εκκλησιασμό, την εξομολόγηση, τη θεία κοινωνία.

Αντίθετα να προτρέψεις και να το οδηγήσεις εσύ ο ίδιος δίνοντας το κατάλληλο παράδειγμα. Την εποχή του Χρυσοστόμου υπήρχαν οι ειδωλολατρικοί μύθοι και ήρωες, τα ειδωλολατρικά ήθη και έθιμα, η περιρρέουσα αντιχριστιανική ατμόσφαιρα. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Ας ακούσουμε λοιπόν το πάντα επίκαιρο κήρυγμά του· «Πως δεν είναι άτοπο αφ’ ενός μεν να ενδιαφέρεσαι να το στέλνεις στο σχολείο και σ’ οτιδήποτε του είναι κοσμικά χρήσιμο, αφ’ ετέρου δε να μη ενδιαφέρεσαι να πάρει την παιδεία του Κυρίου;

Μέχρι πότε θα ενδιαφερόμαστε μόνο για τη σάρκα και τη σωματική υγεία του; Περισσότερο από το μοναχό, που βρίσκεται εκτός της επιρροής της αμαρτωλής κοινωνίας, αυτό χρειάζεται την κατά Θεό παιδεία.

Τα αμελούμε αυτά και δρέπουμε και εμείς και η κοινωνία τις συνέπειες της αδιαφορίας μας». Ας ακούσουν οι γονείς, το σχολείο, η κοινωνία τις χρυσές συμβουλές του αγίου Χρυσοστόμου. Ας ακούσουν και ας φροντίσουν…


ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ