Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014



Του Πρεσβυτέρου Δημητρίου Λ. Λάμπρου

ΕΙΣΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ;

«Η ελευθερία δεν κερδίζεται αν δεν ελευθερώσουμε το εσωτερικό μας απ’ τα μπερδέματα και τα πάθη. Κι αυτό βέβαια μόνο συν Χριστώ γίνεται. Στο Χριστό είναι η χαρά. Ο Χριστός το πάθος το μεταβάλλει σε χαρά». Γέροντας Πορφύριος.

Δεν υπάρχει ελεύθερος άνθρωπος κανένας παρά μόνο αυτός που ζει κοντά στο Χριστό. Αυτός είναι υπεράνω κάθε συμφοράς. Αν ο ίδιος δε θέλει να αδικήσει τον εαυτό του, οι άλλοι ποτέ δεν έχουν τη δύναμη να τον βλάψουν, μένει απρόσβλητος. Δεν τον βασανίζουν τα οικονομικά προβλήματα. Γιατί ξέρει πως «τίποτα δε φέραμε στον κόσμο αυτό. Κι είναι φανερό ότι ούτε και να πάρουμε κάτι μαζί μας φεύγοντας θα μπορέσουμε» (Α΄ Τιμ. 6,7). Δεν τον τρώει η επιθυμία για δόξες και τιμές. Γιατί έμαθε πως «το δικό μας πολίτευμα είναι στον ουρανό» (Φιλιπ. 3.20). Δεν τον στενοχωρεί να τον βρίσουν ούτε τον εξοργίζει αν τον χτυπήσουν. Για το χριστιανό υπάρχει μια και μόνη συμφορά: να μην κάνει το θέλημα του Θεού. Άλλο τίποτα δε θεωρεί συμφορά, ούτε την απώλεια των χρημάτων, ούτε την εξορία, ούτε τους μεγαλύτερους κινδύνους. Κι αυτό που όλοι το τρέμουν, το να φύγει από αυτόν τον κόσμο και να πάει στον άλλο, εκείνος το θεωρεί πιο ευχάριστο απ’ τη ζωή. Ο χριστιανός είναι σαν τον άνθρωπο που ανέβηκε σε ψηλό βράχο της θάλασσας και παρατηρεί όσους είναι μες στο νερό και προσπαθούν να σωθούν σ’ ένα ναυάγιο. Βλέπει άλλους να σκεπάζονται από τα κύματα, άλλους να πέφτουν σε υφάλους, άλλους να τους παγιδεύει το ρεύμα και να τους πηγαίνει όπου αυτό θέλει. Βλέπει άλλους να χάνονται μες στο βυθό κι άλλους, στην επιφάνεια, πάνω σε μια σανίδα ή ένα κομμάτι του πλοίου να κάνουν τα χέρια τους βάρκα και πηδάλιο. Και βλέπει άλλους να επιπλέουν νεκροί. Σαν κι αυτόν που βρίσκεται στον ψηλό βράχο, έτσι κι ο άνθρωπος που στρατεύτηκε με το Χριστό βγαίνει μέσα από την ταραχή του βίου και των κυμάτων και κάθεται σε τόπο ασφαλή και υψηλό. Γιατί τι είναι πιο ασφαλές και πιο υψηλό από το να έχει κανείς μια μόνη φροντίδα: πώς πρέπει να ευχαριστήσει το Θεό;


Κυριακή 23 Μαρτίου 2014



2. ΠΕΡΙ ΙΕΡΕΩΝ (Β΄)
«Σίμων Ιωνά αγαπάς με;»
(Ιω. 21:17)

   Ο Κύριος μετά την Ανάσταση Του εμφανίσθηκε στους μαθητές Του στη λίμνη της Τιβεριάδος. Κι εκεί ρώτησε τον Πέτρο:
   - Σίμων του Ιωνά; Με αγαπάς;
   - Ναι, Κύριε, Συ το ξέρεις ότι σε αγαπώ.
   - Ποίμαινε τα πρόβατα μου (Ιω.21:16).

   «Ο Κύριος (σχολιάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) δεν είπε στον Πέτρο αν δε με αγαπάς πέταξε τα χρήματα σου, νήστεψε, σκληραγωγήσου, ανάστησε νεκρούς, βγάλε δαιμόνια. Όλα αυτά και άλλα τα παράβλεψε. Αλλά του είπε ευθέως: Εφόσον με αγαπάς ποίμαινε τα πρόβατα μου» (περί Ακαταλήπτου, λόγος ΣΤ).
   Γιατί πόθος (καϋμός!) του Χριστού είναι η σωτηρία του κόσμου! Και όποιος Τον αγαπά «εκπληρώνει» αυτόν τον πόθο, τον «καϋμό» Του! Και τι δεν κάνει για να σωθεί ο κόσμος (αρχίζοντας πρώτα από τον εαυτό του...) για να μη βρωμίσει (ο κόσμος) και για να μην πέσει στο σκοτάδι!

«Υμείς εστέ το άλας της γης»
(Μτ. 5:13)

   «Σεις είσθε το αλάτι της γης. Αν το αλάτι χαλάσει με τι θα το αλατίσομε; Δεν κάνει πια για τίποτε. Και τότε το πετάμε στο δρόμο. Και το πατούν οι άνθρωποι» (Μτ. 5:13)
   Ο Κύριος δεν είπε για τους ιερείς: Φροντίστε να γίνετε το αλάτι της γης. Αλλά: «Είσθε το αλάτι της γης». Δηλαδή: Άπαξ και είσαι ιερέας για τον κόσμο είσαι ήδη το αλάτι του!
   Και το αλάτι είναι για να αλατίζει το φαγητό. Διαφορετικά, τι χρειάζεται; Είναι άχρηστο. «Το πετάμε στο δρόμο και το πατούν οι άνθρωποι» (Μτ.5:13). Με άλλα λόγια όταν ο ιερέας δεν αλατίζει με την ζωή του τη ζωή του κόσμου, όταν δηλαδή δεν κοσμείται με αρετές, τότε οι άνθρωποι τον περιφρονούν! Μπορεί να του λένε με το στόμα τους «σε πάμε», αλλά στη συνείδηση τους έχει καταπέσει.
   «Ο ταβερνιάρης αγαπά τον μπεκρή, αλλά γαμπρό δεν θέλει να τον κάνει» (Λ. Παροιμία).


«Υμείς εστέ το φως του κόσμου»
(Μτ.5:14)

   Σεις είστε το φως του κόσμου, είπε πάλι ο Κύριος για τους ιερείς.
   Δεν είπε: Προσέξτε, φροντίστε να γίνετε το φως του κόσμου, αλλ’ «είσθε το φως του κόσμου!»
   Άπαξ και είσαι ιερέας, για τον κόσμο (που είναι σκότος) είσαι ήδη φως! Πρότυπο! Ελπίδα!
   Κι αν το φως γίνει σκοτάδι, το σκοτάδι τι θα γίνει; Και τι χρειάζεται το φως όταν δεν φέγγει στο σκοτάδι;

   Είπεν ο Κύριος:
   «Κανείς δεν ανάβει το λυχνάρι για να το βάλει κάτω από ένα κιβώτιο. Αντίθετα, το βάζουν στο λυχνοστάτη και το φως του φέγγει σε όλους εκείνους που είναι στο σπίτι. Έτσι πρέπει να λάμπει και το δικό σας φως (των ιερέων) μπροστά στους ανθρώπους, να βλέπουν τα καλά σας έργα και να δοξάζουν τον ουράνιο πατέρας σας» (Μτ.5:14-16). [σημ: Ο Κύριος δεν είπε (εξηγεί ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος  + 1330) δείξτε τα έργα σας στον κόσμο, αλλά «λαμψάτω το φως υμών». Να λάμψει το φως σας! Να είναι, δηλαδή, τόσο μεγάλη η αρετή σας, ώστε ν’ αστράφτει από μόνη της! Μ’ άλλα λόγια, όταν το φως της αρετής είναι μεγάλο, όσο και να το «κρύψεις», θα αστράφτει (Εξήγησις σύντομος εις την Κλίμακα του Ιωάννου. Έκδοση Ι. Μ. Νικοπόλεως σελ.403, διασκευή)].
    Γιατί «ο πατέρας Μου από σας (τους ιερείς) δοξάζεται μόνον όταν σεις κάνετε καρπό πολύ» (Ιω.15:8).
   Δηλαδή:
·        Ο Κύριος δεν απαιτεί από τους ιερείς να φέρουν καρπό (= αρετές), αλλά πολύ καρπό.
·        Δεν απαιτεί απλά να είναι ελεήμονες, αλλά πολύ ελεήμονες.
·        Δεν απαιτεί απλά να νηστεύουν, προσεύχονται κ.α., αλλά να νηστεύουν και να προσεύχονται όσο πιο πολύ μπορούν!
·        Δεν απαιτεί απλά να έχουν ταπείνωση, αλλά πολύ ταπείνωση, κ.α.

«Πατάξω τον ποιμένα»
(Μτ.26:31)

   Ο Κύριος, Μ. Πέμπτη βράδυ, ανεβαίνοντας για το όρος των Ελαιών, έλεγε στους μαθητές Του:
   «Αυτή τη νύκτα θα σκανδαλισθήτε όλοι με μένα. Το λέει άλλωστε και η Γραφή: Θα πατάξω τον ποιμένα και θα διασκορπισθούν τα πρόβατα της ποίμνης» (Μτ.26:31, Ζαχ.13:7).

   Η Γραφή εδώ δεν εννοεί μόνο τον σωματικό θάνατο του ποιμένα, αλλά και τον πνευματικό.
   Δηλαδή:
·        Όταν ο ιερέας δεν είναι «άγγελος Κυρίου Παντοκράτορος» (Μαλαχ.2:7), όταν δηλαδή δεν κηρύττει μετάνοια και Βασιλεία του Θεού, αλλά ενασχολείται συνεχώς με θέματα κοσμικά, κοινωνικά, ακόμα και εθνικά,
·        Όταν ο βίος του δεν διαφέρει σε τίποτε (!) από τον βίο ενός κοσμικού ανθρώπου,
·        Όταν δηλαδή δεν είναι ούτε αλάτι της γης, ούτε φως του κόσμου, τότε ήδη έχει θανατωθεί πνευματικά, θανατώνοντας ταυτόχρονα και τα πρόβατα που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος! (Πρβλ. Μτ. 15:14).

   Κάποτε ένα λεωφορείο περνώντας τις γραμμές του τραίνου έπεσε πάνω σε διερχόμενη αμαξοστοιχία και ήρθε το μοιραίο. Το λεωφορείο πετάχθηκε μακρυά, έπιασε φωτιά, κι όλοι οι επιβάτες του έγιναν κάρβουνο.
   Έγινε δικαστήριο. Κατηγορούμενος ήταν και ο φύλακας «διαβάσεως» των γραμμών του τραίνου. Ο εισαγγελέας τον ανέκρινε. Τελευταία του έκανε την πιο κρίσιμη ερώτηση:
-      Την στιγμή που ερχόταν το τραίνο, κρατούσες στα χέρια του το ειδικό «φανάρι»;
-      Το κρατούσα.
-      Με τέτοιο τρόπο ώστε να το βλέπουν οι οδηγοί και να κάνουν στοπ;
-      Και βέβαια!
-      Αθώος ο κατηγορούμενος, απεφάνθη ο εισαγγελέας.

   Την δίκη παρακολουθούσε κι ένας άλλος φύλακας, συνάδελφος. Ακούγοντας την αθώωση του, τον πλησίασε και του ψιθύρισε στ’ αυτί:
-      Θα σε ρωτήσω κάτι που ο εισαγγελέας δεν σε ρώτησε: Το φανάρι, που κρατούσες, είχε αναμμένο το κόκκινο φωτάκι;
-      Όχι!...
   Και ο κληρικός, όταν είναι φανάρι χωρίς φως, είναι αίτιος απωλείας πολλών ψυχών!!!

   Ο Παντοκράτωρ Κύριος φωνάζει, διαμαρτύρεται: «Ιερείς! Ακούστε και προσέξτε αυτά που θα σας πω: Με τον τρόπο σας στήσατε παγίδα στο λαό! Και πού; Επί τη σκοπιά!, στην Εκκλησία μου! Μέσα εδώ γίνατε δίκτυο απλωμένο που ψαρεύει ψυχές για τον διάβολο! Γέμισαν, τσακίσθηκαν τα δίχτυα από το βαρύ φορτίο!» (Ωσηέ 5:1-2).




Η τιμωρία

   Ο Κύριος δια του προφήτου Μαλαχίου απειλεί και φοβερίζει τους ιερείς, που κοιτάνε πως να «βολευθούν» και όχι πως να δοξάσουν το όνομα Του:
   «Αν δεν με ακούτε, αν δεν το χωνέψετε καλά, ώστε να έχετε ως στόχο να δοξάζεται το όνομα Μου, θα σας καταρασθώ!
   Το γεμάτο από τα περιττώματα στομάχι των ζώων, που προσφέρετε ως θυσία, θα το πετάξω στα μούτρα σας! Και μαζί με αυτό θα σας πετάξω εκεί που καίνε τα απορρίμματα (= γέννα του πυρός!)». (Μαλαχ.2:1-3).

   Και η ιεροσύνη του ιερέα; Θα πεταχτεί κι αυτή στον «κάδο απορριμμάτων»; Όχι!
   Όταν «θα έλθει ο Κύριος θα τον διχοτομήσει. Και το ένα τμήμα του θα το βάλει εκεί που θα βάλει τους υποκριτές. Εκεί θα είναι ο κλαυθμός! Εκεί θα είναι ο βρυγμός των οδόντων» (Μτ.24:45-51). Με άλλα λόγια, όταν θα έλθει ο Κύριος θα τον «διχοτομήσει», θα τον κόψει στη μέση, θα τον καθαιρέσει! Η μεν ιεροσύνη του θα πάει στον παράδεισο, ο ίδιος δε ως καθηρημένος θα πάει στην κόλαση! Και μάλιστα πολύ βαθειά...

1. «ΟΥ ΔΥΝΑΣΑΙ ΔΥΣΙ ΚΥΡΙΟΙΣ ΔΟΥΛΕΥΕΙΝ»

      Είμαστε ιερείς του Χριστού. Υπηρετούμε (λέμε) τον χριστό και την Εκκλησία Του. Σκεφθήκατε ποτέ, μήπως τελικά δεν υπηρετούμε ούτε τον Χριστό, ούτε την Εκκλησία, αλλά το θέλημα μας, τα πάθη μας, με ένα λόγο το «καταραμένο» εγώ μας; Μήπως δεν είμαστε ιερείς του Χριστού και της Εκκλησίας Του, αλλά του «εγωισμού» μας;

   Είπεν ο Κύριος: «Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δυό κυρίους γιατί ή θα μισήσει τον έναν ή θα αγαπήσει τον άλλον, ή θα στηριχθεί στον έναν και θα περιφρονήσει τον άλλο» (Μτ.6:24, Λκ.16:13).
   Κύριος είναι ο Χριστός, κύριος είναι και το θέλημα μας, το «εγώ» μας. Λοιπόν; Ποιόν κύριο υπηρετούμε στη ζωή μας; Και ποιόν μισούμε και καταφρονούμε; Αποκλείεται να υπηρετούμε και τους δυο....
   Ο Κύριος είναι ξεκάθαρος: Δεν μπορούμε να υπηρετούμε δυο κυρίους. Ή θα υπηρετούμε το δικό Του θέλημα και θα καταφρονούμε το δικό μας, ή θα υπηρετούμε το δικό μας και θα καταφρονούμε το δικό Του.

   Το «μίσος», η «καταφρόνηση» του θελήματος μας γεννά την αγάπη προς τον Ιησού Χριστό. Αντίστροφα, η αγάπη προς το θέλημα μας (φιλαυτία) γεννά την...καταφρόνηση (!) του Χριστού!

Οι ψυχασθενείς φαρισαίοι

   Οι φαρισαίοι «ψοφούσαν» για ν’ ακούσουν «μπράβο» από τον κόσμο. Το παν γι’ αυτούς ήταν πως ν’ αρέσουν σ’ αυτόν. Είναι «ψύχωση» επ’ αυτού, αγιάτρευτη ψυχασθένεια. Παράλληλα όμως δεν έπαυαν να μιλούν στο λαό για το Θεό! Έκαναν απ’ άμβωνος στομφώδη κηρύγματα. Διεκήρυττον δημοσίως την αφοσίωση τους και την πίστη τους στο Θεό!
   Ο δε «κοσμάκης» τους εθαύμαζε! Όμως για τον καρδιογνώστη Κύριο οι φαρισαίοι ήταν ....λάθος! «Είναι ποτέ δυνατόν (τους είπε) να αποκτήσετε εσείς σωστή πίστη, αφού την υπόληψη των άλλων ανθρώπων την θεωρείτε τόσο σπουδαία, ώστε να μην σας απασχολεί ποιά είναι η γνώμη του Θεού για σας;» (Ιω.5:44).

   Σκέψου: Είναι δυνατόν να είσαι αφοσιωμένος στον Κύριο, όταν έχεις δώσει όλη σου την καρδιά στον κόσμο; Είναι δυνατό να «ψοφάς» για τα «εύγε» του κόσμου, και να πιστεύεις σωστά και καθαρά στον Κύριο; Το «εγώ» σου λατρεύεις ή τον Θεό;
   Είσαι κληρικός. Το μόνο που σε «καίει» είναι ν’ αποσπάσεις εγκώμια και επαίνους από το ποίμνιο σου, καθώς και από τον επίσκοπο σου. Προβάλεις, διαφημίζεις, διαλαλείς το κατ’ εσέ θεάρεστο έργο σου, αποσπώντας τα εγκώμια του κόσμου. «Μπράβο! Άγιος παπάς!». Κι εσύ ακούγοντας τα απογειώνεσαι! Ενώ ο Κύριος εξ ουρανού ...αηδιάζει! (Λκ.16:15). Και όσο εσύ καμαρώνεις και φουσκώνεις, τόσο Αυτός αηδιάζει! Αλλ’ αυτό καθόλου δεν σε...νοιάζει!!!
   Μα ο Θεός θα σε κρίνει, και όχι ο Επίσκοπος σου, ούτε και το ποίμνιο σου. [σημ: Κανείς δεν δίνει εξετάσεις σε άνθρωπο! Ούτε ο εξομολογούμενος στον εξομολόγο, ούτε ο παπάς στο δεσπότη, ούτε ο δεσπότης στη Σύνοδο! Κανείς! Και ο εξομολογούμενος και ο παπάς και ο δεσπότης και η Σύνοδος θα καθήσουν όλοι στο ίδιο εδώλιο και θα εξετασθούν από τον Ίδιο Δικαστή! «Εκεί γαρ ουδείς ο βοηθών, ου πλούτος, ου δύναμις, ου φίλοι, ουκ άρχοντες» (Παρακλητική, ήχος βαρύς, Δευτέρα πρωί)
   Ω, ποία ώρα τότε, και ημέρα φοβερά!
   Όταν καθήσει ο Κριτής επί θρόνου φοβερού!
   Βίβλοι ανοίγονται και πράξεις ελέγχονται,
   Και τα κρυπτά του σκότους δημοσιεύονται» (Τριώδιον, Αίνοι Κυριακής Απόκρεω)].
   Απλούστατα: Δεν σε νοιάζουν τα «σχόλια»του Θεού, γιατί δεν είναι ο Κύριος σου!
   Γιατί, αν πράγματι πίστευες στον Κύριο (που λες πως Τον υπηρετείς), αν Τον διακονούσες εκ καρδίας, και ξέροντας πως ο Κύριος σου αηδιάζει τις «διαφημίσεις» και τις «προβολές», τότε δεν θα διανοείσο να διαφημίσεις το κατ’ εσέ θεάρεστο έργο σου.
   Γι’ αυτό, η αυτοπροβολή ήταν για τον Παύλο – γνήσιο δούλο του Κυρίου – «αφροσύνη» (= ηλιθιότητα!). (Β’ Κορ.12:11).

Στο Επουράνιο Δικαστήριο

   Έλεγε ο αείμνηστος αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος:
   Κατά την φοβερά ημέρα της Κρίσεως ο Κριτής θα μας καλέσει σε απολογία και θα μας ρωτήσει:
   - Τέκνον μου, κάτω στη γη που ήσουν, για την δόξα την δική Μου εργαζόσουν ή για την δική σου;
   Τι θα απολογηθούμε; Σίγουρα θα Του ομολογήσουμε συντετριμμένοι:
-      Όχι, Κύριε, όχι. Δεν τα δίναμε όλα για την δική Σου δόξα, αλλά θέλαμε και την δική μας δόξα.
-      Και ποιά δόξα σε «έκαιγε» πιο πολύ; Η δική σου ή η δική Μου; Θα μας ξαναρωτήσει.
   Θα του «ξεστομίσομε» πως «σκοτωνόμασταν» για τη δική Του δόξα; Και πάλι με ντροπή και συντριβή θα του ομολογήσομε:
-      Όχι, Κύριε. Πιο πολύ νοιαζόμασταν για τη δική μας δόξα.
-      Και γιατί δεν θα προσπαθήσατε να «θάψτε» τη δική σας δόξα; Γιατί συντηρούσατε το θέμα;
   Άρα δεν πιστεύαμε στο Χριστό, αλλά στο ανήθικο «εγώ» μας, και αυτό υπηρετούσαμε στον κόσμο, με σημαία το Χριστό!

Πρόσχωμεν! Στώμεν καλώς!

Του Αρχιμανδρίτη Βασιλείου Μπακογιάννη απο το βιβλίο του << Είπεν ο Κύριος >>.


Σάββατο 15 Μαρτίου 2014



1. ΠΕΡΙ ΙΕΡΕΩΝ (Α΄)

«Εγώ ειμί η θύρα»
(Ιω.10:9)

   Στα χρόνια του Χριστού η αυλή των μεγάλων σπιτιών στην Παλαιστίνη ήταν περικυκλωμένη με μια πανύψηλη μάνδρα, έχοντας μια πόρτα με έναν θυρωρό.
   Στην περιφραγμένη αυτή αυλή έβαζαν τα πρόβατα τους, που μπαινοέβγαιναν με τον τσοπάνη τους. Ο θυρωρός γνώριζε τον τσοπάνη και του άνοιγε την πόρτα.
   Μόνο οι κλέφτες και οι ληστές «παρέκαμπταν» τον θυρωρό. Πηδούσαν την μάνδρα και έκλεβαν τα πρόβατα.
   Κάποια μέρα ο Χριστός περνούσε με τους μαθητές Του απ’ έξω από μια τέτοια αυλή. Και βλέποντας τον τσοπάνη να περνά την πόρτα, είπε στους μαθητές Του: «Εγώ ειμί η θύρα των προβάτων» (Ιω. 10:7), εννοώντας: όποιος θέλει να γίνει ποιμένας των λογικών προβάτων θα πρέπει να περάσει μέσα απ’ Αυτόν. Πώς;
·        Μέσω της ιεροσύνης Του.
·        Γνωρίζοντας καλά και αγαπώντας τον «ιδιοκτήτη», ποιμένα των προβάτων, τον Ιησού Χριστό (Ιω.21:15-17).
   Δεν αρκεί, δηλαδή, μόνο η ιεροσύνη, αλλ’ απαιτείται και γνώση, εμπειρία του Χριστού. Και δεν απαιτείται μόνο η γνωριμία μας με το Χριστό, αλλά απαιτείται και η ιεροσύνη.
   Χωρίς αυτά τα δύο δεν είσαι ποιμένας, αλλά κλέφτης και ληστής (Ιω.10:1). Ο δε ναός «σπηλιά» που μαζεύονται οι κλέφτες κι οι ληστές! (βλ. Μτ.21:13).

Η εξουσία των ιερέων

   Ο Χριστός είπε στον απόστολο Πέτρο:
   * «Ό,τι δέσεις συ στη γη, θα είναι δεμένο και στον ουρανό» (Μτ.16:19). Προσέξτε: Δεν του είπε «αν δέσεις κάτι σωστά θα είναι δεμένο στον ουρανό, γιατί το έδεσες σωστά», αλλά ό,τι (οτιδήποτε, καλώς ή κακώς!) δέσεις συ στη γη, θα είναι δεμένο στον ουρανό, γιατί το έδεσες εσύ, η αρχιεροσύνη σου!
   * «Και ό,τι λύσεις στην γη θα είναι λυμένο στον ουρανό» (Μτ.16:19).
   Και πάλι δεν του είπε «αν λύσεις κάτι σωστά θα είναι λυμένο στον ουρανό, γιατί το έλυσες σωστά», αλλά ό,τι (οτιδήποτε, καλώς ή κακώς!) λύσεις στη γη θα είναι λυμένο στον ουρανό, γιατί το έλυσε η αρχιεροσύνη σου!
    Οι αρχιερείς είναι διάδοχοι του αποστόλου Πέτρου. Ό,τι ίσχυε τότε για τον Πέτρο, ισχύει και γι’ αυτούς. Ο Κύριος, δηλαδή, τους έδωσε την χάρη να λύνουν και να δένουν «εν λευκώ» και επί γης και εν ουρανοίς(!).

   «Η ιεροσύνη (γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) είναι μια αρχή (εξουσία) που ο τόπος δράσης είναι εδώ στη γη, αλλά οι αποφάσεις της ισχύουν για πάντα, και εδώ στη γη και εκεί στον ουρανό. Ο ιερωμένος έδρα του έχει τη γη. Και προηγείται. Ο Χριστός, παρ’ ότι είναι Κύριος και Δεσπότης χρονικά έρχεται στις αποφάσεις δεύτερος, ακολουθεί δηλαδή και επικυρώνει τις αποφάσεις των επί γης αντιπροσώπων του» (εις Ησαΐαν, ομιλ.5:1).

Ο Κύριος επί γης σεβάσθηκε τους ιερείς.

Δεν τους κατέκρινε.

Ο Κύριος έβλεπε τις «αταξίες» των ιερέων και των αρχιερέων. Έβλεπε και άλλα, που δεν έβλεπαν άλλοι. Παρόλο αυτό δεν στράφηκε ποτέ, και προπαντός δημοσίως, εναντίον τους. Παραδείγματα:
* Για την τάξη και την ευπρέπεια του ναού υπεύθυνοι ήσαν οι ιερείς και οι αρχιερείς.

Και με την άδεια τους οι έμποροι στις ημέρες του Πάσχα πωλούσαν τα προϊόντα τους στο προαύλιο του ναού. Ο ναός θύμιζε σταύλο! Και όμως! Όταν ο Κύριος έδιωξε τους εμπόρους από το ναό δεν είπε «λέξη

 για τους ιερείς και αρχιερείς, υπεύθυνους του ναού! Από σεβασμό στο αξίωμα τους!
* Ενώ του φαρισαίους τους ήλεγξε δριμύτατα και δημοσίως μ’ εκείνα τα φοβερά και απανωτά «ουαί», τους αρχιερείς Άννα και Καϊάφα δεν τους «άγγιξε» καθόλου!
Και ενώ ήλεγξε τον δούλο (που Τον ράπισε), δεν ήλεγξε τους Άννα και Καϊάφα, που Τον σταύρωσαν !
Ο Κύριος τήρησε εδώ τον λόγο της Γραφής: «Ου μη επάξω την χείρα μου επί χριστόν Κυρίου» (Α’ Βασιλ. 24:7). Δεν θα σηκώσω τα χέρια μου επάνω τους (όσο διεστραμμένοι και αν είναι) γιατί είναι «Χριστοί Κυρίου». Έχουν «χρισθεί» με την Αρχιεροσύνη.
Ο Χριστός μας δίδαξε μ ‘ αυτό πως άπαξ και ο άλλος είναι ιερέας ή αρχιερέας, όσο διεστραμμένος κι αν είναι, είναι αμαρτία να στρεφόμαστε εναντίον του!
Γιατί, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την ιεροσύνη από το πρόσωπο, φορέα της ιεροσύνης. Ταυτίζονται.
Ύβριζε κάποιος κατά πρόσωπο έναν ιερέα.
-       Δεν υβρίζω (έλεγε στον ιερέα) την ιεροσύνη σου, αλλά το πρόσωπο σου. Σέβομαι την ιεροσύνη σου !
-       Για πές μου (του απάντησε ο ιερέας), πότε είμαι με την ιεροσύνη και πότε χωρίς αυτήν; Πότε, δηλαδή, είμαι σκέτος Πέτρος και πότε π. Πέτρος; Για να ξέρω τι μου γίνεται!
-       Όχι (επέμενε). Τώρα μιλώ στον Πέτρο και όχι στον π. Πέτρο. Δεν υβρίζω την ιεροσύνη σου! Αλλοίμονο!
-       Τότε, λοιπόν, θα ενεργήσω κι εγώ σαν Πέτρος και όχι σαν π. Πέτρος.
Και τον «στόλισε»... [σημ: Πως ο πρωτομάρτυρας Στέφανος ήλεγξε δριμύτατα τους αρχιερείς που τον δίκαζαν; (Πρ.7:51).
Με τη σταύρωση του Χριστού η Αρχιεροσύνη της Π. Δ. «μετετέθη» (Εβρ.7:12), πήγε δηλαδή στους αποστόλους. Επί πλέον: Οι αρχιερείς που δίκαζαν τον Στέφανο, δεν πίστευαν στο Χριστό ως υιό Θεού, γι’ αυτό και τον δίκαζαν. Άρα δεν ήταν καν χριστιανοί, αλλ’ αντίχριστοι (Α΄Ιω,2:22).
Και πως ο απόστολος Παύλος ελέγχοντας, κάποια άλλη φορά, στο δικαστήριο έναν τέτοιο αρχιερέα, τον Ανανία, δήλωσε μετάνοια; «Δεν ήξερα (απολογήθηκε) πως ήταν Δεσπότης!» (Πρ.23:4).
Ήταν δυνατόν να μην ήξερε πως ο κατήγορος του, και πρώην ομόφρονας του, ο Ανανίας, ήταν αρχιερέας; (άλλωστε και τότε οι αρχιερείς φορούσαν τα «διακριτικά» του αξιώματος τους).
Και βέβαια ήξερε! Απλά τον ειρωνεύθηκε....].

Διδάσκαλοι του λαού

   Ο Κύριος τους φαρισαίους τους ήξερε πολύ καλά. «Φίδια γεννήματα εχιδνών» τους αποκάλεσε (Μτ.23:33). Παρόλο αυτό δεν τους «γκρέμισε» από την υψηλή και τιμητική θέση του διδασκάλου. Τους άφησε εκεί στα «ψηλά» που δίδασκαν. Ευθύς μετά τα φοβερά και απανωτά «ουαί» που εκτόξευσε εναντίον τους, εστράφη στο λαό και είπε: «Οι γραμματείς και οι φαρισαίοι έχουν καθήσει στη καθέδρα του Μωυσέως. Αυτά που σας λένε να τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα κάνετε όλα! Αυτά όμως που εκείνοι κάνουν, σεις να μην τα κάνετε. Γιατί διδάσκουν σωστά, αλλά δεν ενεργούν σωστά» (Μτ.23:1-2).
   «Αν και ήσαν διεφθαρμένοι (σχολιάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) ο Κύριος δεν τους αφαιρεί την τιμή! Όσα σας λένε (είπε στο λαό) να τα τηρείτε και να τα κάνετε, γιατί κάθησαν στην έδρα του Μωυσέως, γενόμενοι διάδοχοι του. Αν αυτό ισχύει για τους φαρισαίους (που ήταν διάδοχοι του Μωυσέως) πόσο μάλλον για τους ιερείς, διαδόχους του Χριστού. Μ’ άλλα λόγια: όσο διεφθαρμένοι κι αν είναι, όσα «ουαί» κι αν τους αξίζουν, εφόσον αυτά που διδάσκουν είναι σύμφωνα με τη Γραφή, οφείλεις να τους ακούσεις, άσχετα κι αν οι ίδιοι δεν τα εφαρμόζουν, γιατί ακριβώς κάθονται επί της καθέδρας του Χριστού.
   Ο Κύριος στον διδασκόμενο δεν δίδει ελαφρυντικά παρακοής! Δεν μπορεί πια να πει, πως επειδή ο δάσκαλος (ιερέας) είναι διεστραμμένος, εγώ δεν τον ακούω!» (Ομιλ. ΟΒ, 1 εις Μτ).


Του Αρχιμανδρίτη Βασιλείου Μπακογιάννη απο το βιβλίο του << Είπεν ο Κύριος >>.

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 16 Μαρτίου 2014

Β΄Νηστειών Μάρκος β΄1-12



Κείμενο:
1 Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς Καπερναοὺμ δι' ἡμερῶν καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. 2 καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοὶ, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. 3 καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. 4 καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ' ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. 5 ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 6 ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· 7 Τί οὗτος οὕτως λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; 8 καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς εἶπεν αὐτοῖς· Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 9 τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; 10 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας - λέγει τῷ παραλυτικῷ· 11 Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 12 καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι, οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.

Μετάφραση:
Ύστερα από λίγες μέρες μπήκε πάλι ο Ιησούς στην Καπερναούμ και διαδόθηκε ότι βρίσκεται σε κάποιο σπίτι. Αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ώστε δεν υπήρχε χώρος ούτε κι έξω από την πόρτα· και τους κήρυττε το μήνυμά του. Έρχονται τότε μερικοί προς αυτόν, φέροντας έναν παράλυτο, που τον βάσταζαν τέσσερα άτομα. Κι επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από ΄κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Κάθονταν όμως εκεί μερικοί γραμματείς και συλλογίζονταν μέσα τους: «Μα πως μιλάει αυτός έτσι, προσβάλλοντας το Θεό; Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Μόνον ένας, ο Θεός». Αμέσως κατάλαβε ο Ιησούς ότι αυτά σκέφτονται και τους λέει: «Γιατί κάνετε αυτές τις σκέψεις στο μυαλό σας; Τι είναι ευκολότερο να πω στον παράλυτο: "σου συγχωρούνται οι αμαρτίες" ή να του πω, "σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα"; Για να μάθετε λοιπόν ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί πάνω στη γη αμαρτίες» - λέει στον παράλυτο: «Σ΄ εσένα το λέω, σήκω πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι του και μπροστά σ΄ όλους βγήκε έξω, έτσι που όλοι θαύμαζαν και δόξαζαν το Θεό: «Τέτοια πράγματα», έλεγαν, «ποτέ μέχρι τώρα δεν έχουμε δει!»

Σχόλια:

ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

"Και έρχονται προς αυτόν παραλυτικόν φέροντες,
αιρόμενον υπό τεσσάρων"

ΠΟΛΛΑ ΕΙΝΑΙ τα πρόσωπα που προβάλλουν στη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Εν πρώτοις ο Κύριος μας, διδάσκαλος για μια ακόμη φορά της θείας αλήθειας και παράλληλα φιλάνθρωπος ιατρός μιας δυστυχισμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Έπειτα ο παραλυτικός, οι Γραμματείς, το συναγμένο πλήθος. Τέλος, οι τέσσερις μεταφορείς του παραλυτικού, αυτοί που με αγάπη και αποφασιστικότητα τον μετέφεραν κοντά στον Ιησού και συνείργησαν έτσι στη θαυμαστή θεραπεία του.
Αφήνοντας σήμερα άλλες πλευρές της ευαγγελικής διηγήσεως, ας εστιάσουμε την προσοχή μας στα πρόσωπα των τεσσάρων αυτών ανδρών, των αχθοφόρων της αγάπης, που σήκωσαν και οδήγησαν κοντά στο Χριστό τον παραλυτικό της Καπερναούμ. Το Ευαγγέλιο δεν μας παρέδωσε τα ονόματα τους. Τι μ' αυτό όμως; Πολύ μεγαλύτερη σημασία από το να γνωρίζαμε τα ονόματα τους έχει η πράξη τους, η συμπεριφορά που επέδειξαν και που κατέγραψε με ακρίβεια ο ιερός Μάρκος.

Όταν εμπνέει η αγάπη...

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΟΥ παρατηρούμε στους τέσσερις αυτούς άνδρες είναι η αγάπη που τους εμπνέει. Η γεμάτη στοργή στάση τους στο πλευρό του παράλυτου συνανθρώπου τους. Η πρόθυμη συμπαράσταση τους στον ανθρώπινο πόνο. Αγόγγυστα αφήνουν τις ασχολίες τους και τρέχουν με χαρά να βοηθήσουν έναν συνάνθρωπο τους. Πρέπει να τον σηκώσουν επάνω σ' ένα φορείο και να τον μεταφέρουν κοντά στον Χριστό. Και το κάνουν πρόθυμα, χωρίς να το θεωρούν ταπεινωτικό και να ντρέπονται.
Πόσο συγκινητική και αξιοθαύμαστη υπήρξε η πράξη τους φαίνεται αν τη συγκρίνουμε με τη στάση των άλλων. Του μεγάλου πλήθους. Ενώ, καθώς δείχνουν, διψούν να ακούσουν τη διδασκαλία του Χριστού. και γι' αυτό έτρεξαν και συνωστίζονταν στο σπίτι που βρισκόταν και δίδασκε ο Κύριος, απέναντι στον πόνο και τη δυστυχία του συνανθρώπου τους στέκονται ψυχροί και αδιάφοροι. Το θέαμα του παραλύτου που μετέφεραν οι τέσσερις άνδρες δεν τους συγκινεί. Κρατούν όλοι καλά τη θέση που έχουν καταλάβει και δεν θέλουν να παραμερίσουν για να φθάσει ο άρρωστος κοντά στο Χριστό.

Η γνήσια αγάπη γίνεται εφευρετική

ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΑΣΠΛΑΧΝΙΑ των πολλών, του πλήθους, υπερνικά ο ζήλος και το θερμό ενδιαφέρον των τεσσάρων. Συνάντησαν εμπόδια. Η προσπάθεια τους να φέρουν τον άρρωστο κοντά στον Ιησού φαίνεται εκ πρώτης όψεως αδύνατη. Και όμως δεν απογοητεύτηκαν. Δεν παραιτήθηκαν από το σκοπό τους. Επιμένουν και αρχίζουν να σκέπτονται τι θα μπορούσε να γίνει. Η αγάπη όταν είναι γνήσια και θερμή γίνεται εφευρετική. Επινοεί τρόπους για να υπερπηδά τα εμπόδια και να παρακάμπτει τις δυσκολίες. "Και επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος".
Εδώ ακριβώς έγκειται το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει τη στάση των τεσσάρων μεταφορέων: η τόλμη της αγάπης και η εφευρετικότητα του ενδιαφέροντος τους. Είναι αυτό που επισημαίνει ο απόστολος Παύλος στον μαθητή του Τιμόθεο: "Ου γαρ έδωκεν υμίν ο Θεός πνεύμα δειλίας αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού" (Β' Τιμ. 1, 7).

Η ζωντανή πίστη αποτελεί το θεμέλιο της αγάπης

ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ και ένα τρίτο στοιχείο που αποτελεί, θα λέγαμε, το θεμέλιο και των δυο άλλων. Και αυτό είναι η πίστη των τεσσάρων ανδρών. Μια πίστη που λάμπει και φανερώνεται όχι μόνο στα μάτια του παντογνώστη Κυρίου αλλά και όλων των συγκεντρωμένων. Πίστη δυνατή, που τους έκανε να ελπίζουν ακλόνητα ότι ο Κύριος είχε τη δύναμη και την αγαθότητα να ανορθώσει το ζωντανό εκείνο πτώμα και να το κάνει άνθρωπο υγιή. Πίστη ταπεινή, διότι, ενώ ο ασθενής ήταν παράλυτος και ανίκανος να μετακινηθεί, αυτοί δεν ζήτησαν να τον επισκεφτεί ο Χριστός για να τον θεραπεύσει, αλλά έφεραν αυτοί τον ασθενή στον Χριστό υπερνικώντας εμπόδια.
Και την πίστη αυτή βλέποντας ο Κύριος χαρίζει την ίαση και την άφεση αμαρτιών στον παράλυτο. Ο ίδιος άλλωστε επισημαίνει σε άλλη περίσταση πόση δύναμη κρύβει η ζωντανή πίστη. Τι εκπληκτικά πράγματα μπορεί να επιτελέσει. «Εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε…καν τω όρει τούτω είπητε, άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν, γενήσεται» (Ματθ. 21,21).

Οι ανάγκες της εποχής και το δικό μας χρέος

Η ΣΤΑΣΗ ΑΥΤΗ των τεσσάρων άγνωστων ανδρών που εμπνέει η πίστη και καθοδηγεί η αγάπη, ανταποκρίνεται σ’ ένα υπαρκτό πρόβλημα. Καλύπτει μια βαθιά ανθρώπινη ανάγκη. Παρόμοια προβλήματα και ανάλογες ανάγκες εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα ανάμεσα μας. Στις συγκεκριμένες κοινωνίες και στις σύγχρονες συνθήκες στις οποίες ζούμε κι εμείς. Ας μνημονεύσουμε μερικές περιπτώσεις.
* Ξεχασμένοι άρρωστοι σε νοσοκομεία ή παρατημένοι τρόφιμοι σε διάφορα ιδρύματα. Άνθρωποι, που πέρα από τον πόνο που τους βασανίζει, αντιμετωπίζουν και την πικρία της μοναξιάς. Αισθάνονται εγκατελειμμένοι. Τους λείπει η ζεστασιά της ανθρώπινης παρουσίας. Το χαμόγελο και το ενδιαφέρον κάποιου που θα τους επισκεφτεί. Αισθάνονται – ιδιαίτερα όταν και η πίστη τους δεν είναι ζωντανή – ότι τους έχουν ξεχάσει οι πάντες, ο Θεός και οι άνθρωποι.
* Άνθρωποι ανήμποροι ή ανάπηροι, που περνούν μια ζωή ολόκληρη πάνω στο αναπηρικό καροτσάκι ή κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου. Θέλουν να εκκλησιαστούν. Έχουν κι αυτοί ανάγκη ενός περιπάτου στην όμορφη φύση. Όμως κάποιοι θα πρέπει να τους φροντίσουν. Χρειάζονται, όπως όλοι μας, να κάνουν μερικές προμήθειες. Αλλά κάποιοι θα πρέπει να διαθέσουν τον απαιτούμενο χρόνο για να τους εξυπηρετήσουν.
* Άλλοι που είναι κατάκοιτοι και μόνοι, χωρίς κανένα στον κόσμο, έχουν ανάγκη από περιποίηση ή λίγη συντροφιά. Θέλουν να κουβεντιάσουν με κάποιον. Να πουν τον πόνο τους. Να επικοινωνήσουν κι αυτοί ως άνθρωποι μ’ έναν συνάνθρωπο τους.
* Απέναντι όλων αυτών των αδελφών μας έχουμε χρέος να σταθούμε με αγάπη. Να τους αναζητήσουμε όπου υπάρχουν. Να τους πλησιάσουμε με ενδιαφέρον. Να τους ακούσουμε με προσοχή. Στο όνομα του Χριστού ν’ απλώσουμε το χέρι μας και να τους συμπαρασταθούμε αδελφικά.
Ας μας εμπνέει στην άσκηση του ιερού αυτού χρέους το συγκινητικό παράδειγμα των τεσσάρων μεταφορέων του παραλύτου που είδαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο. Είναι ο δρόμος της ζωντανής και έμπρακτης αγάπης. Είναι ο δρόμος του Θεού. «Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει» (Α’ Ιω. 4, 16).

Κυριακή 9 Μαρτίου 2014




Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
Alexander Schmemann
ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ


Πορεία προς το Πάσχα

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΙΤΑΣ.

Ανάμεσα σʹ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μια σύντομη προσευχή μπορεί να oνομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σ' έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον γιο Εφραίμ το Σύρο. Να τα κείμενο της προσευχής:
Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δως.
Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής, και αγάπης χάρισε μοι τω σω δούλω.
Ναι Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα, και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου˙ ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και πιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μια μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησαν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής.
Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μʹ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ' όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό.
Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό νʹ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μια απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή.
Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η λιποψυχία. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στʹ αλήθεια μια δαιμονική δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο˙ γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ' αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να τα επιθυμήσει.
Πνεύμα φιλαρχίας! φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντας την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν νʹ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς το Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους. Έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία.
Τέλος είναι η αργολογία. Απ' όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σʹ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της Θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος (Ιωάν. 1,1). Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει, ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη Θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας.
Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γιʹ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας που πάλι είναι τέσσερις.
Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε - πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται - την έννοια της λέξης «σωφροσύνη» μόνο στη σαρκική σημασία της, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν τα θετικό αντίστοιχο της λέξης «αργία». «Αργία» πρώτα απ' όλα, είναι η αδράνεια, το σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητας μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια. Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη από τη σαρκική διαφθορά είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά άλλου δεν φαίνεται καλύτερα παρά στη σαρκική επιθυμία, που είναι αλλοτρίωση του σώματος από τη ζωή και τον έλεγχο του πνεύματος. Ο Χριστός επαναφέρει την «ολότητα» (τη σωφροσύνη) μέσα μας και το κάνει αυτά αποκαθιστώντας την αληθινή κλίμακα των άξιων, με το να μας οδηγεί πίσω στο Θεό.
Ο πρώτος και υπέροχος καρπός της σωφροσύνης είναι η ταπεινοφροσύνη. Ήδη έχουμε μιλήσει γιʹ αυτή. Πάνω απ' όλα είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο συνήθως ζούμε. Μόνη η ταπεινοφροσύνη είναι άξια της αλήθειας∙ μόνο μʹ αυτή δηλαδή μπορεί κανείς να δει και να δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει το Θεό, το μεγαλείο Του, την καλοσύνη Του και την αγάπη Του στο καθετί. Να γιατί, όπως ξέρουμε, ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».
Μετά τη σωφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη, κατά φυσικό τρόπο, ακολουθεί η υπομονή. Ο «φυσικός» ή «πεπτωκώς» άνθρωπος είναι ανυπόμονος, γιατί είναι τυφλός για τον εαυτό του, και βιαστικός στο να κρίνει και να καταδικάσει τους άλλους. Με διασπασμένη, ατελή και διαστρεβλωμένη γνώση των πραγμάτων που έχει, μετράει τα πάντα με βάση τις δικές του προτιμήσεις και τις δικές του ιδέες. Αδιαφορεί για τον καθένα γύρω του εκτός από τον εαυτό του, θέλει η ζωή του να είναι πετυχημένη τώρα, αυτή τη στιγμή. Υπομονή, βέβαια, είναι μια αληθινά θεϊκή αρετή. Ο Θεός είναι υπομονετικός όχι γιατί είναι «συγκαταβατικός» αλλά γιατί βλέπει το βάθος όλων των πραγμάτων, γιατί η εσωτερική πραγματικότητα τους, την οποία εμείς με την τυφλότητα μας δεν μπορούμε να δούμε, είναι ανοιχτή σʹ Αυτόν. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο Θεό τόσο περισσότερο υπομονετικοί γινόμαστε και τόσο πιο πολύ αντανακλούμε αυτή την απέραντη εκτίμηση για όλα τα όντα, πράγμα που είναι η κύρια ιδιότητα του Θεού.
Τέλος, το αποκορύφωμα και ο καρπός όλων των αρετών, κάθε καλλιέργειας και κάθε προσπάθειας, είναι η αγάπη. Αυτή η αγάπη που, όπως έχουμε πει, μπορεί να δοθεί μόνο από το Θεό, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.
Όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της προσευχής του Αγίου Εφραίμ με την οποία ζητάμε: «...δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου...». Εδώ τελικά δεν υπάρχει παρά μόνο ένας κίνδυνος: η υπερηφάνεια. Υπερηφάνεια είναι η πηγή του κάκου και όλο το κακό είναι η υπερηφάνεια. Παρʹ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για μένα να βλέπω τα «εμά πταίσματα» γιατί ακόμα και αυτή η φαινομενική αρετή μπορεί να μετατραπεί σε υπερηφάνεια. Τα πατερικά κείμενα είναι γεμάτα από προειδοποιήσεις για την ύπουλη μορφή ψευτοευσέβειας η οποία στην πραγματικότητα με το κάλυμμα της ταπεινοφροσύνης και της αυτομεμψίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματικά δαιμονική υπερηφάνεια. Αλλά όταν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα και δεν κατακρίνουμε τους αδελφούς μας, όταν με άλλα λόγια, η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη γίνονται ένα σε μας, τότε και μόνο τότε ο αιώνιος εχθρός - η υπερηφάνεια - θʹ αφανιστεί μέσα μας.
Μετά από κάθε αίτηση στην προσευχή τούτη κάνουμε μια μετάνοια (γονυκλισία). Οι μετάνοιες δεν περιορίζονται στην προσευχή του Αγίου Εφραίμ αλλά αποτελούν ένα από τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά ολόκληρης της λατρείας της Μεγάλης Σαρακοστής. Εδώ πάντως το νόημά τους αποκαλύπτεται περισσότερο απ' οπουδήποτε αλλού.
Στη συνεχή και δύσκολη προσπάθεια της πνευματικής ανάρρωσης, η Εκκλησία δεν ξεχωρίζει την ψυχή από το σώμα. Ο όλος άνθρωπος απομακρύνθηκε από το Θεό∙ ο όλος άνθρωπος πρέπει να ανορθωθεί, ο όλος άνθρωπος πρέπει να γυρίσει. Η καταστροφή της αμαρτίας υπάρχει όταν νικάει η σάρκα - το ζωώδες, το παράλογο, η σαρκική επιθυμία μέσα μας - τα πνευματικό και το θείο. Αλλά τα σώμα είναι δοξασμένο, το σώμα είναι άγιο, τόσο άγιο που ο ίδιος ο Θεός «σαρξ εγένετο». Η σωτηρία και η μετάνοια, επομένως, δεν είναι η περιφρόνηση του σώματος ούτε η παραμέλησή του, αλλά είναι αποκατάσταση του σώματος στην πραγματική του λειτουργικότητα που είναι η έκφραση και η ζωή του πνεύματος, ο ναός της ανεκτίμητης ανθρώπινης ψυχής. Η χριστιανική ασκητική είναι αγώνας όχι κατά αλλά υπέρ του σώματος. Γιʹ αυτό το λόγο ο όλος άνθρωπος - ψυχή και σώμα - μετανοεί. Το σώμα παίρνει μέρος στην προσευχή της ψυχής καθώς αυτή προσεύχεται μέσα στο σώμα και δια του σώματος. Έτσι οι γονυκλισίες, τα «ψυχοσωματικά» δείγματα της μετάνοιας, της ταπεινοφροσύνης, της λατρείας και της υπακοής, είναι μια ιεροτελεστία κατʹ εξοχήν της Μεγάλης Σαρακοστής.

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 9 Μαρτίου 2014.

Α΄Νηστειών "Ορθοδοξίας" Ιωάννης α΄44-52.

Κείμενο:


44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· Πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψῃ. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ' ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.

Μετάφραση:
Την άλλη μέρα ο Ιησούς αποφάσισε να πάει στη Γαλιλαία. Βρίσκει τότε το Φίλιππο και του λέει: «Έλα μαζί μου». Ο Φίλιππος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». «Μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει τίποτα καλό;» τον ρώτησε ο Ναθαναήλ. «Έλα να δεις μόνος σου», του λέει ο Φίλιππος. Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να πλησιάζει και λέει γι΄ αυτόν: «Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, χωρίς δόλο μέσα του». «Από πού με ξέρεις;» τον ρωτάει ο Ναθαναήλ. Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Προτού σου πει ο Φίλιππος να΄ ρθείς, σε είδα που ήσουν κάτω απ΄ τη συκιά». Τότε ο Ναθαναήλ του είπε: «Διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Επειδή σου είπα πως σε είδα κάτω από τη συκιά, γι΄ αυτό πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα απ΄ αυτά». Και του λέει: «Σας βεβαιώνω ότι σύντομα θα δείτε να έχει ανοίξει ο ουρανός, και οι άγγελοι του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν πάνω στον Υιό του Ανθρώπου».

Σχόλια:

ΠΩΣ ΘΑ ΓΝΩΡΙΣΟΥΜΕ
ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

«Όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται,
ευρήκαμεν Ιησούν...τον από Ναζαρέτ»

ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑΤΑ του Θεού, γι’ αυτό και μέσα μας υπάρχει έντονη η επιθυμία να τον γνωρίσουμε. Ο άνθρωπος ποθεί βαθιά να συναντήσει το Θεό προσωπικά και να τον γνωρίσει συνειδητά. Ο προφήτης Δαβίδ παρομοιάζει τον πόθο αυτό με τη δίψα του ελαφιού: «Όν τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε, ο Θεός» (Ψαλμ. 41, 2). Ο ιερός Αυγουστίνος κάνει λόγο για ανησυχία και αναζήτηση, που συγκλονίζει την ανθρώπινη ύπαρξη: «Η ψυχή μας είναι ανήσυχος, έως ότου εύρη ανάπαυσιν εν σοι, ω Θεέ».
Ο πόθος αυτός φαίνεται συγκλόνιζε και την καρδιά του Φιλίππου, του κατοπινού αποστόλου, όπως μας πληροφορεί το σημερινό ευαγγέλιο. Αναζητούσε τον Θεό. Περίμενε να έλθει ο Μεσσίας. Μελετούσε την Μωσαϊκή Πεντάτευχο. Ερευνούσε τους Προφήτες. Και σήμερα βλέπουμε ότι αξιώνεται να τον γνωρίσει, να τον συναντήσει προσωπικά στα μέρη της Γαλιλαίας, κοντά στην ακρογιαλιά της Τιβεριάδας. Και αυτή τη μεγάλη ανακάλυψη που τον συγκλόνισε και τον γέμισε χαρά, τρέχει να την καταστήσει γνωστή και στον φίλο του Ναθαναήλ: «Όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν Ιησούν...τον από Ναζαρέτ».
Ασφαλώς κι εμείς θέλουμε να γνωρίσουμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Ας είμαστε χριστιανοί. Ας έχουμε βαπτιστεί. Η γνωριμία με τον Χριστό δεν επιτυγχάνεται απλώς και μόνο με το βάπτισμα μας, το οποίο μάλιστα λάβαμε σε μιαν ηλικία που δεν μας εξασφάλιζε την απαιτούμενη συναίσθηση. Το ότι φέρουμε το τιμημένο όνομα του χριστιανού δεν σημαίνει απαραίτητα και ότι τον έχουμε γνωρίσει συνειδητά. Ότι είμαστε ενωμένοι μαζί Του. Ότι ζούμε τη ζωή του Χριστού στην έκταση και το βάθος, στην πληρότητα και τη γνησιότητα που πρέπει.
Πως, λοιπόν, μπορούμε να γνωρίσουμε αληθινά και να συναντήσουμε προσωπικά τον Χριστό; Πρώτον, τον Χριστό γνωρίζουμε

μέσα στην Εκκλησία

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ο ιδρυτής της Εκκλησίας. Είναι ο αρχηγός και η κεφαλή της. Όποιος θέλει να πλησιάσει και να γνωρίσει τον αρχηγό, πρέπει να καταταγεί στο στράτευμα Του. Να γίνει οπλίτης «παρατάξεως Κυρίου». Όποιος θέλει να είναι ενωμένος με την κεφαλή, οφείλει να είναι οργανικά ενταγμένος στο σώμα Του. Και «παράταξις Κυρίου» και «σώμα Χριστού» είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι η μεγάλη οικογένεια των παιδιών του Θεού. Το θαυμαστό εργαστήρι της αγιότητος. Η κιβωτός της σωτηρίας. Η Εκκλησία, όπως διδάσκει ο άγιος Αυγουστίνος, είναι «ο Χριστός μεθ’ ημών ών και εις τους αιώνας παρατεινόμενος». Μακριά από την Εκκλησία δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον Χριστό. έξω από την Εκκλησία σωτηρία δεν υπάρχει. Καθώς παρατηρεί ένας αρχαίος εκκλησιαστικός διδάσκαλος, "κανείς δεν μπορεί να έχει τον Θεό Πατέρα, αν δεν έχει την Εκκλησία μητέρα".
Τι σημαίνει άραγε ότι είμαι μέλος της Εκκλησίας; Σημαίνει ότι έχω βαπτιστεί. Είμαι ο λυτρωμένος άνθρωπος. Ύπαρξη αναγεννημένη με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Παιδί του Θεού αγαπημένο. Το βάπτισμα είναι όρος και προϋπόθεση σωτηρίας, όπως διδάσκει ο ίδιος ο Κύριος. "Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται..." (Μαρκ. 16, 16). Με το βάπτισμα που λαμβάνει ο άνθρωπος αναδεικνύεται μέλος της Εκκλησίας. Πολιτογραφείται ως πολίτης της Βασιλείας του Θεού.
Είμαι μέλος της Εκκλησίας σημαίνει έχω την πίστη της Εκκλησίας. Πιστεύω απλά και ταπεινά, όπως πιστεύει και διδάσκει η Εκκλησία. Μέσα μου καίει η κανδήλα της πίστεως, της μιας πίστεως που η Εκκλησία διαφύλαξε καθαρή και ανόθευτη διαμέσου των αιώνων. Γι' αυτήν την πίστη, που σήμερα γιορτάζουμε τη νίκη και το θρίαμβο της, ακούμε στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας: "Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξε".
Είμαι μέλος της Εκκλησίας σημαίνει ακόμη ζω τη ζωή της Εκκλησίας. Αναπνέω μέσα στην Εκκλησία. Προσεύχομαι όπως προσεύχεται η Εκκλησία. Εκκλησιάζομαι και λατρεύω τον Θεό μαζί με τους άλλους αδελφούς μου χριστιανούς. Λαμβάνω την χάρη και τον αγιασμό που μεταδίδεται με τα μυστήρια της Εκκλησίας. Χριστιανός αλειτούργητος, που δεν εξομολογείται, που δεν κοινωνεί το σώμα και το αίμα του Χριστού συχνά, στην ουσία είναι αποκομμένος από την Εκκλησία.
Δεύτερον, τον Χριστό γνωρίζουμε

μελετώντας το λόγο του Θεού

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ είναι το βιβλίο του Θεού. Μέσα από τις ιερές σελίδες της ο Θεός αποκαλύπτει στους ανθρώπους το αληθινό πρόσωπο Του. Φανερώνει την αλήθεια για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Εξαγγέλλει τον αιώνιο και ακατάληπτο ηθικό νόμο Του. Επομένως για να γνωρίσουμε τον Χριστό, θα πρέπει να σκύψουμε να μελετήσουμε το ιερό τούτο βιβλίο της πίστεως μας. Την Παλαιά Διαθήκη που προφητεύει για τον Χριστό. Που προετοιμάζει τους ανθρώπους για να υποδεχτούν την εν Χριστώ σωτηρία. Και την Καινή Διαθήκη που ιστορεί την θεία Ενανθρώπιση, τα θαύματα και τη διδασκαλία, το σταυρικό Πάθος και την ένδοξη Ανάσταση του Κυρίου.
Αγνοούμε, δυστυχώς, οι πολλοί τον Χριστό, γιατί δεν μελετούμε το έργο Του. Βρισκόμαστε σε πηχτά σκοτάδια επειδή δεν επιδιώκουμε το φως της Αγίας Γραφής να φωτίσει την καρδιά μας. Απογοητευόμαστε εύκολα ή και αμαρτάνουμε ακόμη, διότι αγνοούμε το θέλημα του Θεού. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνοντας την αξία της μελέτης των Γραφών τονίζει: "Μεγάλη ασφάλεια προς το μη αμαρτάνειν των Γραφών η ανάγνωσις. Μέγας κρημνός και βάραθρον βαθύ των Γραφών η άγνοια. Μεγάλη προδοσία σωτηρίας το μηδένα από των θείων Γραφών ειδέναι νόμον".
Τρίτον, τον Χριστό γνωρίζουμε

ακολουθώντας το δρόμο της αγάπης

Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ φως που φωτίζει την καρδιά του ανθρώπου και διανοίγει τα μάτια της ψυχής του για να δει τον Θεό. Διδάσκει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: "Όποιος αγαπά έχει γεννηθεί από τον Θεό και γνωρίζει τον Θεό. Όποιος δεν αγαπά δεν γνώρισε τον Θεό, γιατί ο Θεός είναι αγάπη" (Α' Ιω. 4, 8).
Το δρόμο αυτόν της αγάπης μας έδειξε ο ίδιος ο Κύριος μας. Η ανέκφραστη αγάπη Του τον έφερε κοντά μας. Έγινε άνθρωπος για χάρη μας. Και η αγάπη Του αυτή τον ανέβασε πάνω στο σταυρό. Από το ύψος του σταυρού, λοιπόν, μας καλεί να αγαπήσουμε τους άλλους. "Ει ούτως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλους αγαπάν" (Α' Ιω. 4, 11). Στα πρόσωπα των άλλων, των συνανθρώπων μας, οφείλουμε να βλέπουμε τον ίδιο τον Χριστό. Και να τους αγαπούμε με την πεποίθηση ότι έτσι αγαπούμε τον ίδιο τον Κύριο: "Εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε" (Ματθ. 25, 40).
Σημάδι και απόδειξη του ότι γνωρίζουμε τον Κύριο και Θεό μας και ότι είμαστε ενωμένοι μαζί Του, είναι να έχουμε στην καρδιά μας αγάπη. Αγάπη γνήσια και αληθινή. Αγάπη των έργων και όχι των λόγων. Αυτή η αγάπη μας φέρνει κοντά στο Θεό και τον Θεό μέσα στην καρδιά μας. "Ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ" (Α' Ιω. 4, 16).

Οι υποχρεώσεις αυτών που γνώρισαν τον Χριστό

ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ αναζητήσουμε ειλικρινά και γνωρίσουμε πραγματικά τον Χριστό καταξιώνεται η ζωή μας. Μόνον η συνάντηση και η προσωπική σχέση με τον Κύριο Ιησού ειρηνεύει το πνεύμα και αναπαύει την ύπαρξη μας. Μας βεβαιώνει γι' αυτό σήμερα ο απόστολος Φίλιππος. Μας βεβαιώνουν τα νέφη των μαρτύρων και των οσίων, των Πατέρων και των διδασκάλων, που αγωνίστηκαν μέχρις αίματος για την ορθόδοξη πίστη και που σήμερα - Κυριακή της Ορθοδοξίας - μακαρίζουμε τη μνήμη και τιμούμε τα κατορθώματα τους.
Ο σημερινός εορτασμός του θριάμβου της ορθής πίστεως μας υπενθυμίζει και το χρέος που έχουμε ως ορθόδοξοι χριστιανοί να υπηρετήσουμε όλοι μας και με όλες τις δυνάμεις μας την εξάπλωση του Ευαγγελίου. Εμείς αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε και να πιστέψουμε στον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Αποτελεί ιερή υποχρέωση μας να εργασθούμε έτσι ώστε να τον γνωρίσουν και να τον πιστέψουν και οι άλλοι άνθρωποι, όπου γης και αν βρίσκονται, και οι οποίοι μέχρι σήμερα τον αγνοούν και εξακολουθούν να πιστεύουν και να λατρεύουν "θεούς αλλοτρίους".
Οφείλουμε:
* Να προσευχόμαστε θερμά για όσους εργάζονται στο χώρο της Ιεραποστολής. Στην Αφρική, στην Κορέα, στις Ινδίες και όπου αλλού ορθόδοξοι αδελφοί μας αγωνίζονται να μεταδώσουν το Ευαγγέλιο.
* Να προσευχόμαστε ο Κύριος να αναδείξει και άλλους εργάτες στο δύσκολο τούτο έργο.
* Να ενισχύσουμε με όποιον τρόπο μπορούμε, τις ιεραποστολικές προσπάθειες της Εκκλησίας μας.