Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013



Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 8 Δεκεμβρίου 2013.
Ευαγγελιστής Λουκάς
Κεφ. 13, χωρία 10 έως 17.
Μιὰ γυναῖκα θεραπεύεται τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου.



Κείμενο:

ΙΓ΄\ Τῷ καιρῷ ἐκείνω ἦν 10 διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ ᾿Ιησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ ᾿Ιησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δέ, θυγατέρα ᾿Αβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.


Μετάφραση:

Εκείνο τον καιρό εδίδασκε ο Ιησούς σε μια από τις συναγωγές και ήταν ήμερα Σάββατο. Και ήταν εκεί μια γυναίκα πού είχε πονηρό πνεύμα. Ήταν άρρωστη δεκαοχτώ χρόνια και ήταν σκυφτή και δεν μπορούσε να σηκώσει το σώμα της καθόλου. Και όταν την είδε ο Ιησούς της μίλησε και της είπε: Γυναίκα, είσαι λυμένη από την αρρώστια σου και ακούμπησε επάνω της τα χέρια του και αμέσως εκείνη ανασηκώθηκε και δόξαζε τον θεό. Και αποκρίθηκε ο αρχισυνάγωγος με αγανάκτηση, γιατί το Σάββατο έκαμε τη θεραπεία ο Ιησούς και έλεγε στο λαό: Έξι ήμερες είναι, οπού σ' αυτές πρέπει να εργαζόμαστε, σ' αυτές λοιπόν να έρχεσθε και να θεραπευόσαστε και όχι στην ήμερα του Σαββάτου. Του αποκρίθηκε λοιπόν ο Κύριος και είπε: Υποκριτά, ο καθένας σας το Σάββατο δεν λύνει το βόδι του και τον όνο από το παχνί και τα πάει και τα ποτίζει; Και αυτή εδώ πού είναι κόρη του Αβραάμ και την έδεσε ο Σατανάς δεκαοκτώ χρόνια δεν έπρεπε να λυθεί από τούτο το δέσιμο την ήμερα του Σαββάτου; Και ενώ έλεγε αυτά ο Ιησούς καταντροπιάζονταν όλοι οι εχθροί του· και όλος ο λαός είχε χαρά για τα θαύματα πού γίνονταν από αυτόν.


Σχόλια:

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι’ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 13, 10-17)

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΗΝ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ

«Υποκριτά, έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει βουν αυτού
ή τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει;»


ΑΝ ΓΕΝΙΚΑ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ στη συμπεριφορά και στις σχέσεις των ανθρώπων είναι αποκρουστικό και απαράδεκτο φαινόμενο, στα πλαίσια της χριστιανικής ζωής που διδάσκει το Ευαγγέλιο, αποτελεί σοβαρή πνευματική αρρώστια. Η υποκρισία όταν καταλάβει την ψυχή του χριστιανού, αλλοιώνει το φρόνημα του. Αφανίζει την αξία κάθε καλού έργου. Ανατρέπει τον ίδιο τον σκοπό της εν Χριστώ ζωής. Γι’ αυτό και ο Κύριος ήλεγξε με μεγάλη αυστηρότητα την υποκρισία των συγχρόνων Του Γραμματέων και Φαρισαίων, της ηγετικής αυτής θρησκευτικής τάξεωςμέσα στην τότε Ιουδαϊκή κοινωνία.
Το ίδιο βλέπουμε να κάνει και σήμερα στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε. Με παρρησία ελέγχει την υποκριτική στάση ενός αρχισυναγώγου, του προϊσταμένου δηλαδή μιας συναγωγής – ενός ναού, θα λέγαμε, όπου συναθροίζονταν οι Ιουδαίοι για να λατρεύσουν τον Θεό και να παρακολουθήσουν τη θρησκευτική διδασκαλία. Ο έλεγχος αυτής της υποκρισίας που ασκεί σήμερα ο Ιησούς, μας δίνει την ευκαιρία για μια βαθύτερη εξέταση του κατακριτέου ατυού φαινομένου.

Η υποκρισία του αρχισυναγώγου.

Ο ΚΥΡΙΟΣ ΒΡΕΘΗΚΕ ένα Σάββατο σε μια συναγωγή για να προσευχηθεί και να διδάξει το συναγμένο πλήθος. Ανάμεσα σ’ αυτούς που παρευρίσκονταν ήταν και μια γυναίκα «πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα και οκτώ». Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια ήταν άρρωστη από συνέργεια πονηρού πνεύματος. Το σώμα της είχε τόσο κυρτώσει ώστε της ήταν αδύνατο να σηκώσει όρθιο το κεφάλι της. Ο Χριστός την εντόπισε γρήγορα μέσα στο πλήθος. Διέκρινε την ευσέβεια που είχε. Και χωρίς η ίδια να το ζητήσει, έσπευσε να τη θεραπεύσει: «Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου». Επέθεσε επάνω της τα ευλογημένα χέρια Του και η γυναίκα «παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν».
Το θαύμα προκαλεί το φθόνο του αρχισυναγώγου. Κι ενώ βλέπει τη δύναμη του Θεού να θαυματουργεί και μια δυστυχισμένη γυναίκα να θεραπεύεται μετά από δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια αφάνταστης ταλαιπωρίας, εκείνος αγανακτεί. Αγανακτεί υποκριτικά για την καταπάτηση δήθεν της αργίας του Σαββάτου. Η φθονερή αγανάκτηση του είναι σκόπιμη. Γι’ αυτό καιδεν τολμά να ελέγξει κατ’ ευθείαν τον Ιησού, παρ’ ότι όσα λέει εμμέσως αναφέρονται στο πρόσωπο Του. Απευθύνεται στο συναγμένο πλήθος. Ελέγχει τους απλούς ανθρώπους, οι οποίοι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είχαν καμιά σχέση με το θαύμα που είχε γίνει.
Ο Κύριος βλέπει την απροκάλυπτη υποκρισία του αρχισυναγώγου. Το φθόνο της καρδιάς του, που προσπαθούσε να κρύψει κάτω από το πρόσχημα της ευσέβειας, του σεβασμού τάχα προς τον νόμο του Θεού. Γι’ αυτό και τον ελέγχει αυστηρά. Τον ονομάζει υποκριτή καιτον κατηγορεί ανοιχτά ότι παρερμηνεύει το νόμο. «Καθένας από σας δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει; Κι αυτή, που είναι απόγονος του Αβραάμ, και ο σατανάς την είχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί από αυτά τα δεσμά το Σάββατο;».

Τι είναι υποκρισία.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ του αρχισυναγώγου είναι χαρακτηριστικό. Και μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε τη φύση και τα συμπτώματα της υποκρισίας, όπως αυτά εκδηλώνονται και σε χριστιανικό έδαφος. Στα πλαίσια της χριστιανικής ζωής.
Τι ακριβώς είναι η υποκρισία; Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μας δίνει έναν θαυμάσιο ορισμό: «Υποκρισία είναι η προσποίηση φιλίας ή μίσος που έχει καλυφθειί εξωτερικά με το σχήμα της φιλίας. Ή εχθρότητα που ενεργεί με το προσωπείο της συμπάθειας. Ή φθόνος που μιμείται τα χαρακτηριστικά της αγάπης. Ή βίος που δείχνει να στολίζεται από ψεύτικη και όχι πραγματική αρετή». Ανάλογος είναι και ο ορισμός της υποκρισίας που συναντούμε στον Μ. Βασίλειο: «Υποκριτής είναι αυτός που στο θέατρο υποδύεται διαφορετικό πρόσωπο…Έτσι και σε τούτη τη ζωή πολλοί ενεργούν όπως οι θεατρίνοι. Άλλα έχουν μέσα στην καρδιά τους και άλλα δείχνουν εξωτερικά προς τους ανθρώπους».
Η υποκρισία συνιστά αμάρτημα. Αρρώστια βαριά της ψυχής. Και αποτελεί συμπεριφορά διαβολική, αφού πρώτος ο διάβολος υποκρίθηκε, «όφεως υποκριτής γεγονώς». Ο υποκριτής άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα συμπεριφέρεται ψεύτικα. Αλλιώτικος είναι στην πραγματικότητα και διαφορρετικός επιδιώκει να φαίνεται. Άλλα έχει στην καρδιά του και άλλα βγάζει προς τα έξω. Υποκρίνεται τον ευσεβή χωρίς να είναι στην πραγματικότητα. Ό,τι κάνει, ό,τι λέει, ο τρόπος με τον οποίο ενεργεί, δεν είναι έκφραση του περιεχομένου της καρδιάς του αλλά εξωτερικό προσωπείο, προσποιητή συμπεριφορά με την οποία επιδιώκει να επιδειχθεί και να εντυπωσιάσει τους άλλους. Γι’ αυτό και ο Κύριος ελέγχοντας αυστηρά την υποκριτική συμπεριφορά των Γραμματέων και των Φαρισαίων τους παρομοιάζει με «ασβεστωμένους τάφους», που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι κόκκαλα νεκρών και κάθε λογής ακαθαρσία (Ματθ. 23, 27).

Η αιτία της υποκριτικής συμπεριφοράς.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ που γεννά την υποκρισία; «Η γαρ υπόκρισις», διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «εξ οιήσεως γεννάται». Ένας άλλος πνευματικός διδάσκαλος, ο όσιος Θαλάσσιος, παρατηρεί ότι η υποκρισία είναι «ίδιον της κενοδοξίας», ενώ ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής, πέρα από την κενοδοξία, ως αιτία της υποκρισίας θεωρεί και τη φιλαργυρία.
Πραγματικά, τα όσα διδάσκουν οι Πατέρες μας επιβεβαιώνονται με ακρίβεια και στην καθημερινή μας ζωή. Αυτό που μας παρωθεί να υποκρινόμαστε είναι ο εγωισμός μας. Και υποκρινόμενοι τους ευσεβείς επιδιώκουμε να επιδειχθούμε, να εντυπωσιάσουμε τους άλλους. Να τους κάνουμε να μας προσέξουν. Να σχηματίσουν καλή γνώμη για μας. Να μας επαινέσουν. Αυτό όμως σε καμιά περιπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί γνήσια ευσέβεια, ειλικρινής χριστιανική ζωή. Διότι δεν πηγάζει από την αγάπη προς τον Θεό. Δεν εκπορεύεται από πραγματικό σεβασμό προς το Ευαγγέλιο Του. Δεν αποβλέπει στη δόξα του Κυρίου, αλλά στην ικανοποίηση του πάθους της κενοδοξίας που βασανίζει την ψυχή μας και το οποίο μας εξωθεί να γινόμαστε υποκριτές και ανθρωπάρεσκοι.

Η ζημιά που προκαλεί η υποκρισία.

Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ καταστρέφει την ενότητα της προσωπικότητας μας. Μας διχάζει εσωτερικά. Και μας εκθέτει στα μάτια των ανθρώπων, όταν – αργά ή γρήγορα – πέφτει το προσωπείο που φορούμε και αποκαλύπτεται πόσο διαφορετικοί είμαστε από αυτό που φαινόμαστε και πόσο προσποιητή είναι η συμπεριφορά που δείχνουμε προς τους άλλους. «Υποκριτήν», διαβάζουμε στη Φιλοκαλία, «ελέγχουσιν οι λόγοι και τα έργα». Εκτιθέμεθα όταν άλλα είναι τα κίνητρα, οι σκοποί, οι εσωτερικές μας διαθέσεις, και αλλιώτικη η εξωτερική συμπεριφορά και οι ενέργειες μας.
Η υποκρισία διαστρέφει την ουσία της θρησκευτικής ζωής. Γι’ αυτό και ο Κύριος Ιησούς μίλησε πολύ αυστηρά γι’ αυτήν και άσκησε δριμύ έλεγχο προς τους υποκριτές. Στην επί Όρους ομιλία Του (Ματθ. 6, 1-6, 16-18) υποδεικνύει πόσο διαφορετικός από αυτόν των υποκριτών θα πρέπει να είναι ο τρόπος με τον οποίο οι χριστιανοί οφείλουμε να σκούμε την ελεημοσύνη, την προσευχή και τη νηστεία. Και σε άλλη περίσταση – αντιμετωπίζοντας την πονηρία και την κενοδοξία των Γραμματέων και των Φαρισαίων – εν δίστασε να τους αποκαλέσει «υποκριτάς» και να εξαπολύσει εναντίον τους τα φοβερά εκείνα «ουαί» (Ματθ. 23, 13-36).
Το κακό που προξενεί η υποκρισία φαίνεται και στην περίπτωση του αρχισυναγώγου του σημερινού Ευαγγελίου. Βλέπει το θαύμα της θεραπείας και αντί να δοξάσει τον Θεό φθονεί. Και ο φθόνος τον κάνει να παρερμηνεύει ηθελημένα την εντολή του Θεού. Και ενώ φροντίζει – από ιδιοτέλεια βέβαια – για τα άλογα ζώα κατά την ημέρα του Σαββάτου, κόπτεται υποκριτικά για την καταπάτηση της αργίας από τη θεραπεία της συγκύπτουσας, την οποία εξισώνει με την εργασία! – πράγμα που όντως απαγόρευε ο Μωσαϊκός νόμος.

* * *

Αδελφοί μου,
Οφείλουμε να το κατανοήσουμε καλώς: Η υποκρισία συνιστά σοβαρότατο κίνδυνο για την χριστιανική μας ζωή. Ευτελίζει το ευαγγελικό ήθος. Ακυρώνει ό,τι καλό με κόπο κατορθώνουμε. Σκανδαλίζει τους αδελφούς μας. Μας εκθέτει στα μάτια των ανθρώπων.
Γι’ αυτό ας είμαστε πάντοτε ειλικρινείς και έντιμοι. Απροσποίητη η συμπεριφορά μας. Αυστηροί στον εαυτό μας και επιεικείς στους άλλους. Ό,τι κάνουμε να το κάνουμε όχι χάριν της κενοδοξίας αλλά για την δόξα του Θεού και το καλό των αδελφών μας. Ανυπόκριτη η πίστη μας προς τον Θεό (Α’ Τιμ. 1, 5 –Β’ Τιμ. 1,15), ανυπόκριτη και η αγάπη προς τους αδελφούς μας (Ρωμ. 12, 9 – Β’ Κορ. 6, 6). 

Δεν υπάρχουν σχόλια: