Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2008


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 2 Νοεμβρίου είναι από τον Ευαγγελιστή Λουκά: ις΄19-31 η παραβολή του πλουσίου και του φτωχού.

Κείμενο


Άνθρωπος δε τις ην πλούσιος, και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ΄ ημέραν λαμπρώς. Πτωχός δε τις ην ονόματι Λάζαρος, ος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος και επιθυμών χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου· αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού. Εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον Αβραάμ· απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. Και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. Και αυτός φωνήσας είπε· πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον Λαζαρον ίνα βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού ύδατος και καταψύξη την γλώσσάν μου, ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη. Είπε δε Αβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά· νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι· και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν. Είπε δε· ερωτώ ουν σε, πάτερ, ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου· έχω γαρ πέντε αδελφούς· όπως διαμαρτύρηται αυτοίς, ίνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου. Λέγει αυτώ Αβραάμ· έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας· ακουσάτωσαν αυτών. Ο δε είπεν· ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ΄ εάν τις από νεκρών πορευθή προς αυτούς, μετανοήσουσιν. Είπε δε αυτώ· ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται.


Μετάφραση

«Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές. Αυτός προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές. Πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήραν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και θάφτηκε. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτυλού μου και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ΄ αυτή τη φωτιά. Κι ο Αβραάμ του απάντησε: παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα όμως αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ΄ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σ΄ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από εκεί να περάσουν σ΄ εμάς. Είπε πάλι ο πλούσιος: τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι αυτοί σ΄ αυτό τον τόπο των βασάνων. Ο Αβραάμ του λέει: έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας υπακούσουν σ΄ αυτά. Εκείνος τότε του είπε: όχι, πατέρα μου Αβραάμ· αν όμως κάποιος από τους νεκρούς πάει σ΄ αυτούς, θα μετανοήσουν. Του είπε ο Αβραάμ: αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, δε θα πειστούν ούτε κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς».



Η ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ


«Και έν τω άδη... υπάρχων έν βασάνοις, όρά τόν Αβραάμ άπό μακρόθεν και Λάζαρον έν τοις κόλποις αυτού»
Πόσα χρόνια έζησαν ο πλούσιος τής ευαγγελικής παραβολής και ο φτωχός Λάζαρος δεν γνωρίζουμε.

Γνωρίζουμε όμως πώς έζησαν. Με χλιδή και καλοπέραση χτυπητή ο πρώτος, με φτώχεια, αρρώστιες και δοκιμασίες ο δεύτερος. Αντίθεση χα­ρακτηριστική και σκανδαλώδης. Τε­λείωσαν όμως τα χρόνια τής παρού­σης ζωής.

Και δια του θανάτου μετα­φέρθηκαν σε μία άλλη πραγματικότη­τα και κατάσταση. Στη μέση λεγομέ­νη κατάσταση των ψυχών. Ποιά εί­ναι ή ζωή των ψυχών σε αυτή την μέση κατάσταση;
Μετά τον θάνατο, το καθολικό αυτό φαινόμενο για όλους τούς αν­θρώπους, ακολουθεί ή κρίση.

Οι ψυ­χές των κεκοιμημένων κρίνονται. Ακολουθεί ή μερική λεγομένη κρίση. «Απόκειται τοις άνθρώποις άπαξ άποθανείν, μετά δέ τούτο κρίσις» (Έβρ. θ' 27).
Δηλαδή μία φορά επιφυλάσσεται στους ανθρώπους νά πεθάνουν, έπει­τα δε επακολουθεί κρίση και ανταπό­δοση κατά τα έργα τους. Υπάρχει διάκριση στη μέση αυτή κατάσταση.
Οι ψυχές πού γνώρισαν την αλήθεια και έζησαν με πίστη και μετάνοια και δέχτηκαν τη σωτηρία, προαπολαμβάνουν τα αιώνια αγαθά, τα όποια πρό­κειται πλήρως και τελείως νά απολαύ­σουν κατά τη δευτέρα παρουσία στη βασιλεία του Θεού. Οι ψυχές των αμε­τανόητων αμαρτωλών προγεύονται την αιώνια τιμωρία.

Αναφέρεται στη σημερινή ευαγγελική παραβολή, στον Άδη όπου βασανιζόταν ο πλούσιος σήκωσε τα μάτια του και βλέπει τον Αβραάμ από μακριά και τον Λάζα­ρο στην αγκαλιά του. Και φώναξε και είπε: «πάτερ Αβραάμ σπλαχνίσου με και στείλε τον Λάζαρο νά βρέξει την άκρη από το δάχτυλο του στο νερό και νά δροσίσει τη γλώσσα μου, διότι πονώ φοβερά μέσα στη βασανιστική αύτη φλόγα του Άδη».

Έτσι παρουσιάζε­ται ο μεν ένας, ο Λάζαρος, νά παρηγορείται και νά ευφραίνεται, ο δε άλ­λος, ο πλούσιος, νά βασανίζεται και νά υποφέρει. Δεν είναι δυνατή ή επι­κοινωνία μεταξύ των ψυχών των σε-σωσμένων και των αμετανόητων αμαρτωλών.

Αναφέρει πάλι ή παρα­βολή δια στόματος Αβραάμ. «Και επιπλέον μεταξύ του τόπου, που είμαστε εμείς και τού τόπου που είσαστε σεις, έχει στηριχθεί μέγα και ανυπέρβλητο χάσμα, ώστε εκείνοι πού θέλουν νά πε­ράσουν από εδώ σε σας νά μη μπο­ρούν, ούτε αυτοί πού είναι στο μέρος σας νά μπορούν νά περάσουν προς εμάς».
Εδώ στην παρούσα ζωή συνυπάρ­χουμε.

Στάρι και ζιζάνια συναυξάνονται. Όταν όμως έλθει ο καιρός του θερισμού, ο καιρός του θανάτου, οι άνθρωποι χωρίζονται και παίρνουν οριστικά και αμετάκλητα τη θέση τους.
Οι ψυχές στη μέση κατάσταση έχουν αυτοσυνειδησία. Έχουν συναί­σθηση και συνείδηση του εαυτού τους, της προσωπικότητας τους. Έχουν μνήμη του προτέρου βίου.

Ό πλούσιος αναγνωρίζει τον Αβραάμ, για τον όποιο θα είχε ακούσει στη ζωή του και τον Λάζαρο τον όποιο πολλές φορές ασφαλώς θα είχε δει παραπε­ταμένο στην αυλόπορτα τού αρχοντι­κού του. Θυμάται τούς συγγενείς του, τούς δικούς του.

«Έχω πέντε αδελ­φούς» λέει. Και ακόμη εκεί ικανο­ποιείται το αίσθημα τής δικαιοσύνης. Ό πλούσιος δεν παραπονείται για τη θέση του. Αναγνωρίζει ότι δικαίως βρίσκεται σ' αυτή την κατάσταση.
Και τέλος στη μέση κατάσταση των ψυχών δεν είναι δυνατή ή μετάνοια. Ό πλούσιος τής παραβολής δείχνει κάποιο ενδιαφέρον για τούς αδελφούς του, για τη σωτηρία τους.

Ό ίδιος όμως δεν μπορεί νά μετανοήσει. Υπο­φέρει, βασανίζεται. Ζητάει κάποια προσωρινή ανακούφιση από τα βάσα­να τής κολάσεως. Δεν είναι όμως σε θέση νά μετανοήσει.
«Εν τώ άδη τίς έξομολογήσεταί σοι;» (Ψαλμ. στ' 6). Στον άδη ποιος μπορεί νά μετανοήσει και νά σωθεί, για νά αναπέμπει ύμνους στο μεγαλείο σου; Τόπος μετανοίας είναι, ή γη. Όσοι βρίσκονται εδώ έχουν εάν θέ­λουν τη δυνατότητα και τούς τρόπους και τα μέσα, για νά μετανοήσουν και νά σωθούν.

Ό λόγος του Θεού πού περιέχεται στα βιβλία των προφητών και κυρίως τα όσα μάς αποκάλυψε δια του μονογενούς Του Υιού στο Ευαγ­γέλιο Του, είναι ικανά για νά γνωρίσει ο άνθρωπος τη σωτηρία. Δεν χρειά­ζεται νά εμφανισθεί κάποιος από τούς νεκρούς. Ή σωτηρία δεν είναι ζήτημα ειδικής αποκαλύψεως. Είναι θέμα εσω­τερικής διαθέσεως και πίστεως.

1 σχόλιο:

Διαβάτης είπε...

Την καλημέρα μου από τη μεγαλόνησο . Κι΄ ενα ευλογημένο μήνα να έχετε . Κι΄ εύχομαι όταν θα ΄ρθει η στιγμή που θα μας καλέσει ο Κύριος , να μας βρει σε κατάσταση μετανοίας και κατανύξεως , για να μπορέσουμε να Τον συναντήσουμε στην αιωνιότητα .