Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 4 Νοεμβρίου 2012. Κείμενο-μετάφραση-σχόλια.
Κατά Λουκάν ιστ’ 19-31.
Κατά Λουκάν ιστ’ 19-31.
Κείμενο:
Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ' ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. Εγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον τοῦ Ἀβραάμ· ἀπέθανεν δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ ὑπάρχων ἐν βασάνοις ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπεν Πάτερ Ἀβραάμ ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπεν δὲ Ἀβραάμ· Τέκνον μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὁδε παρακαλεῖται σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι. Καὶ ἐπὶ πάσιν τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἐντεῦθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπεν δέ Ἐρωτῶ οὖν σε πάτερ ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ ἔχουσιν Μωυσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ο δὲ εἶπεν Οὐχί πάτερ Ἀβραάμ ἀλλ' ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτοὺς μετανοήσουσιν. Εἶπεν δὲ αὐτῷ Εἰ Μωσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται
Μετάφραση της Ευαγγελικής περικοπής:
Είπε ο Κύριος: «Κάποτε υπήρχε ένας πλούσιος άνθρωπος, ο οποίος εφορούσε πορφύραν και λινά ενδύματα και εζούσε καθημερινώς μέσα σε μεγάλην πολυτέλειαν. Κοντά εις την πύλην του πιο ξαπλωμένος ένας πτωχός, ονομαζόμενος Λάζαρος, γεμάτος πληγές, ο οποίος επιθυμούσε να χορτάση από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Ακόμη και τα σκυλιά εσυνείθιζαν να έρχωνται και να γλύφουν τις πληγές του. Συνέβη δε να πεθάνη ο πτωχός και να φερθή από τους Αγγέλους εις τον κόλπον τού Αβραάμ. Επέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. Εις τον άδην, όπου εβασανίζετο, εσήκωσε τα μάτια του και βλέπει από μακρυά τον Αβραάμ και τον Λάζαρον εις τους κόλπους του. Και εφώναξε και είπε, ‘’Πάτερ Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λάζαρον να βουτήξη την άκρη του δακτύλου του σε νερό και να δροσίση την γλωσσά μου, διότι υποφέρω μέσα σ' αυτήν την φλόγα’’. Αλλ' ο Αβραάμ είπε, ‘’Παιδί μου, θυμήσου ότι συ απήλαυσες τα αγαθά σου εις την ζωήν σου όπως και ο Λάζαρος τα κακά· τώρα όμως αυτός εδώ παρηγορείται και συ υποφέρεις. Και εκτός από όλα αυτά υπάρχει μεταξύ μας ένα μεγάλο χάσμα ώστε να μη μπορούν να περάσουν εκείνοι πού θέλουν να διαβούν απ' εδώ σ' εσάς, ούτε οι απ' εκεί σ' εμάς’’. Τότε είπε, ‘’Σε παρακαλώ λοιπόν, πατέρα, να τον στείλης στο σπίτι του πατέρα μου, διότι έχω πέντε αδελφούς, να τους νουθετήση, δια να μη έλθουν και αυτοί εις τον τόπον αυτόν των βασάνων’’. Λέγει εις αυτόν ο Αβραάμ, ‘’Έχουν τον Μωϋσήν και τους Προφήτας ας τους ακούσουν’’. Αυτός δέ είπε, ‘’Όχι, πάτερ Αβραάμ, άλλ' εάν κάποιος από τους νεκρούς πάη σ' αυτούς θα μετανοήσουν’’. Αλλ' ο Αβραάμ του απήντησε ‘’Εάν δεν ακούνε τον Μωϋσήν και τους προφήτας, δεν θα πεισθούν και αν ακόμη αναστηθή κάποιος από τους νεκρούς’’».
(Εκ τnς μεταφράσεως της Καινής Διαθήκης των αειμνήστων καθηγ. Β. Βέλλα, Αρχιμ. Εύ. Αντωνιάδου, Αμ. Αλιβιζάτου, Γερ. Κονιδάρη, Έκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ).
Σχόλια:
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε’ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 16, 19-31)
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΟΣ
«Άνθρωπος τις ήν πλούτος…»
ΔΥΟ ΑΠΟ ΤΙΣ βασικότερες ανάγκες του ανθρώπου είναι η τροφή και το ένδυμα. Η τροφή για να αυξηθεί και να συντηρηθεί το σώμα. Το ένδυμα για να καλύψουμε τη γυμνότητα του και να το προστατεύσουμε από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Μέσα στα πλαίσια των δυο αυτών αναγκών οι άνθρωποι αγωνιζόμαστε για να εξασφαλίσουμε τη διατροφή και την ενδυμασία μας. Όμως αν δεν προσέξουμε, ο αγώνας αυτός μπορεί να διαστρέψει τις δυο φυσικές ανάγκες και να τις μεταβάλλει σε φοβερά τυραννικά πάθη. Το ένδυμα και η ανάγκη του να γίνει πολυτέλεια που προκαλεί, χλιδή που διαφθείρει, ματαιοδοξία βδελυκτή στα μάτια του Θεού. Και η τροφή και η λήψη της να μεταβληθεί σε κοιλιοδουλία, κυνήγι της ηδονής, κολακεία της σάρκας.
Τον κίνδυνο αυτό μας επισημαίνει σήμερα ο Κύριος με την παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου που ακούσαμε. Και θέλοντας να ξυπνήσουμε όλοι όσοι περιπέσαμε στο λήθαργο της ματαιόδοξης πολυτέλειας και της λατρείας των αναγκών του σώματος, μας παρουσιάζει και τις οδυνηρές μεταθανάτιες συνέπειες, που συνεπάγεται μια ζωή που κύλησε μέσα στην εγωπαθή ικανοποίηση των ατομικών αναγκών και τη σκληροκαρδία απέναντι στον πόνο και στη δυστυχία των άλλων. Των εν Χριστώ αδελφών μας. Των συνανθρώπων μας.
Καλός ή κακός ο πλούτος;
«ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΙΣ ήν πλούσιος…». Έτσι αρχίζει την παραβολή Του ο Κύριος. Αντίθετα με ό,τι κάνει για τον φτωχό Λάζαρο, για τον πλούσιο απαξιώνει να αναφέρει το όνομα του. Και μας περιγράφει με ζωηρά χρώματα την εγκόσμια πορεία του. Το πώς έζησε και πως συμπεριφέρθηκε. Του απαγγέλλει σοβαρό κατηγορητήριο και μας τον παρουσιάζει βαριά τιμωρημένη στη μεταθανάτια ζωή. Γιατί τάχα; Επειδή άραγε ήταν πλούσιος; Μήπως ο πλούτος και τα υλικά αγαθά είναι πράγματα απαράδεκτα και κατακριτέα από τον Θεό;
Ασφαλώς όχι. Ο πλούτος και τα υλικά αγαθά αυτά καθεαυτά δεν είναι καταδεικαστέα. Το πρόβλημα βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο τα χρησιμοποιούμε. Στο πως διαχειριζόμαστε τον πλούτο που, φυσικά, αποκτήσαμε με τον έντιμο μόχθο μας. Στο ποια θέση του δίνουμε μέσα στη ζωή μας. Διότι πρέπει να ομολογήσουμε ότι η καρδιά του ανθρώπου εύκολα αιχμαλωτίζεται από τα πλούτη. Κουρσεύεται από το πάθος της φιλαργυρίας. Παρασύρεται από την ματαιότητα του κόσμου και κυριεύεται από τη φιληδονία. Και τότε λησμονεί τον Θεό και γίνεται άκαρδος και σκλήρός προς τους συνανθρώπους του. «Πρόσεξε», φωνάζειο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη, «μήπως αφού φας και χορτάσεις τα αγαθά της γης, και χτίσεις όμορφα και πολυτελή σπίτια και κατοικήσεις σ’ αυτά…κι αυτξηθεί το χρυσάφι και το ασήμι σου…, υπερηφανευτεί η καρδιά σου και λησμονήσεις τον Κύριο και Θεό σου» (Δευτ. 8, 11-14).
Αυτό ακριβώς έπαθε και ο πλούσιος της παραβολής. Έγινε αιχμάλωτος του πλούτου του. Λησμόνησε τον Θεό και διέγραψε τους άλλους ανθρώπους από τον ορίζοντα της ζωής του. Με δυο αδρές πινελιές ο Κϋριος μας ζωγραφίζει την κατάσταση του.
Χλιδή και κοιλιοδουλία,
δυο φοβερά κακά του πλούτου
«ΕΝΕΔΙΔΥΣΚΕΤΟ πορφύραν και βύσσον». Ο πλούσιος της παραβολής κυριεύτηκε από την πολυτέλεια. Η ανάγκη του ενδύματος του έγινε τυραννικό πάθος. Φορούσε ενδύματα από τα πιο ακριβά, καμωμένα από βύσσο των Ινδιών και βαμμένα με πορφύρα της Φοινίκης. Ενδύματα δηλαδή, πολυτελή, βαρύτιμα και σπάνια. Έτσι ειδωλοποίησε το σώμα του. Κόμπαζε στολισμένος. Επιδειχνόταν προκλητικά. Αυτοθαυμαζόταν. Και επιδίωκε να τον θαυμάζουν και οι άλλοι. Και να τον επαινούν οι διάφοροι κόλακες.
«Ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς». Ο πλούσιος του Ευαγγελίου δεν ήταν μόνο ματαιόδοξος. Ήταν και κοιλιόδουλος. Λάτρευε την κοιλιά του. Ανήκε στην κατηγορία εκείνων, «ών ο Θεός η κοιλία», όπως γράφει ο Απόστολος (Φιλ. 3, 19). Γι’ αυτό και ζούσε «ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς». Πόσα και πόσα δεν περιλαμβάνει ο λόγος αυτός του Κυρίου! Φαγητά σπάνια και γαργαλιστικά. Ποτά μυρωδάτα και μεθυστικά. Πλήθη κολάκων να συντρώγουν μαζί του. Ποτήρια να τσουγκρίζονται, πιάτα να σπάνε, γέλια ηχηρά, βωμολοχίες, αισχρότητες. Και όλα αυτά όχι σπάνια. Όχι σε αραιά, επιτέλους, διαστήματα αλλά «καθ’ ημέραν», καθημερινά. Οι πολλοί τρώνε για να ζουν. Εκείνος ο ταλαίπωρος ζούσε για να τρώει. Σύνθημα ζωής γι’ αυτόν ήταν το στολίδι και η επίδειξη, το φαγοπότι και το ξεφάντωμα. Το ένδυμα και η τροφή, δυο φυσιολογικές ανάγκες, είχαν πλήρως διαστραφεί. Και είχαν γίνει πάθη αποκρουστικά που αιχμαλώτισαν την καρδιά του!
Ο Κύριος για να εκφράσει εντονώτερα τη ζοφερή κατάσταση της ψυχής του πλουσίου, μας δίνει ευθύς αμέσως και την εικόνα του φτωχού και δυστυχισμένου Λαζάρου. Στεκόταν παραπεταμένος στην εξώπορτα του μεγάρου του πλουσίου, ρακένδυτος και πληγιασμένος. Και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα του τραπεζιού που πετούσαν οι υπηρέτες. Ο πλούσιος τον έβλεπε καθημερινά. Και όμως έμενε ψυχρός και αδιάφορος. Δεν μπόρεσε να εννοήσει το χρέος του. Δεν ξύπνησε από τον λήθαργο της εγωπάθειας του.
Η προκλητική πραγματικότητα της εποχής μας
ΟΜΩΣ ΑΣ αφήσουμε τον πλούσιο της παραβολής και ας έρθουμε στην εποχή μας. Πολύ φοβούμαι, λοιπόν, ότι και σήμερα – και όχι μόνο οι πλούσιοι αλλά λίγο-πολύ όλοι μας – πάσχουμε από τη διπλή αυτή αρρώστια του πλουσίου της παραβολής, την επιδεικτική πολυτέλεια και τη ζωώδη κοιλιοδουλία. Διαστρέψαμε δυο φυσικές ανάγκες, όπως είναι το ένδυμα και η τροφή, με αποτέλεσμα να γίνουμε δούλοι της πολυτέλειας, σκλάβοι της μεγάλης αφέντισσας που ακούει στο όνομα κοιλιά!
Η σημερινή κοινωνία είμαστε μια κοινωνία πολυτέλειας, επιδείξεως και σπατάλης. Ο άνθρωπος σήμερα ντύνεται με τον ένα ή τον άλλον τρόπο όχι γιατί το επιβάλλει η ανάγκη αλλά η θεοποιημένη μόδα και ο συρμός. Ντύνεται ή γδύνεται – αναλόγως! – διότι έτσι αποφασίζουν σκοτεινά και ύποπτα κέντρα ή πανίσχυρα οικονομικά συμφέροντα. Ανυπολόγιστο χρήμα ξοδεύεται κάθε χρόνο για να στολιστεί το σαρκίο σύμφωνα με τις επιταγές της θεάς μόδας. Αμύθητα ποσά για κοσμήματα. Χρόνος και χρήμα στους νεοειδωλολατρικούς ναούς της εποχής – τα «ινστιντούτα καλλονής», «αισθητικής», και πολλά άλλα.
Αλλά και στη λατρεία της κοιλιάς δεν υστερούμε. Χρήμα, χρήμα άφθονο ξοδεύεται για να φάμε και να πιούμε ό,τι πιο σπάνιο, ό,τι πιο πολυτελές. Περιουσίες ολόκληρες θυσιάζονται για την κοιλιά και τις άλλες αισχρές ηδονές που αναπότρεπτα συνδέονται με το φαγοπότι. Βάκχος και Αφροδίτη λατρεύονται πάντοτε μαζί. Λέγεται ότι στην Αμερική και την Ευρώπη ξοδεύονται για διασκεδάσεις πολύ περισσότερα από όσα ξοδεύονται για να τραφεί ολόκληρος ο πληθυσμός της γης!
Και όλα αυτά, όταν ανάμεσα μας, πολύ κοντά μας – η γη μας δεν είναι παρά μια μεγάλη γειτονιά – χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά από την πείνα, όταν εκατομμύρια παιδιά πεινούν και υποσιτίζονται, ζούν κάτω από άθλιες συνθήκες, στερούνται τα πιο απαραίτητα πράγματα για να επιβιώσουν. Όλοι αυτοί είναι οι σύγχρονοι Λάζαροι. Και στέκονται πολύ κοντά μας. Ανάμεσα μας. Μπορούμε να τους δούμε. Αρκεί τα μάτια μας – τα μάτια της ψυχής κυρίως – να είναι ανοιχτά!
* * *
Αδελφοί μου,
Δεν ήταν τα πλούτη του για τα οποία κατακρίθηκε από τον Θεό ο πλούσιος. Ήταν η προσήλωση του σ’ αυτά. Ήταν ο τρόπος που τα διαχειρίστηκε. Ήταν η πολυτέλεια και η κοιλιοδουλία του. Ήταν η αναλγησία του μπροστά στον πόνο και τη δυστυχία του φτωχού Λαζάρου. «Ακουέτωσαν ταύτα οι πλούσιοι», φωνάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Μάλλον δε ουχί οι πλούσοι, αλλ’ οι ανελεήμονες. Ου γαρ επειδή πλούσιος ήν εκολάζετο, αλλ’ επειδή ουκ ηλέησεν. Ένεστι γαρ πλουτούντα και ελεούντα τυχείν παντός αγαθού».
Γι’ αυτό μακριά από μας η πολυτέλεια και η κοιλιοδουλία. Ασφαλώς θα ντυθούμε και θα φάμε και θα πιούμε. Όμως πάντοτε με μέτρο, απλά και λιτά. «Έχοντες διατροφάς και σκεπάσματα», λέει ο Απόστολος του Θεού, «τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α’ Τιμ. 6,7). Δεν είναι σκοπός της ζωής η ενδυμασία και η τροφή. Είναι μέσα. Δεν ζούμε για να τρώμε. Τρώμε για να ζούμε. Και για να είναι οι καρδιές και τα χέρια ανοιχτά στον πόνο και τις ανάγκες των συνανθρώπων μας, των ελαχίστων αδελφών του Κυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου