Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 2 Μαϊου,
Ευαγγελιστής Ιωάννης κεφάλαιο δ΄
Στίχοι: 5-42 Κυριακή της Σαμαρείτιδος.
Κείμενο:
5 ἔρχεται οὖν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχὰρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ. 6 ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. 7 ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Δός μοι πεῖν. 8 οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν, ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. 9 λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· Πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ' ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος ; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. 10 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτὸν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. 11 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; 12 μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; 13 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· 14 ὃς δ' ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσει εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. 15 λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχομαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. 16 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. 17 ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· 18 πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. 19 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. 20 οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. 21 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. 22 ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. 23 ἀλλ' ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. 24 πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. 25 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. 26 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι. 27 καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἤ τί λαλεῖς μετ' αὐτῆς; 28 Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· 29 Δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; 30 ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. 31 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· Ραββί, φάγε. 32 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. 33 ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· Μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; 34 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. 35 οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμόν. ἤδη. 36 καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. 37 ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινὸς, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. 38 ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. 39 Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικὸς, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. 40 ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ' αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, 42 τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Μετάφραση:
Έφτασε έτσι με μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι. Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν΄ αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δωσ΄ μου να πιώ». Εκείνη του απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ Σαμαρείτισσα. Πως μπορείς να μου ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» - επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είν΄ αυτός που σου λέει «δωσ΄ μου να πιώ», τότε εσύ θα του ζητούσες κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το΄ χεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μας το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ΄ αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ΄ αυτόν;» Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ΄ αυτό το νερό θα διψάσει πάλι· όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θ΄ αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δωσ΄ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, δεν έχω άντρα· γιατί πέντε άντρες πήρες κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης· οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ΄ αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ΄ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήλθε κιόλας, που οι πραγματικοί λάτρεις θα λατρεύσουν τον Πατέρα με τη δύναμη του Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έλθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». Εκείνη την ώρα ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν του είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας;» Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη κι έρχονταν σ΄ αυτόν. Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακολουθούσαν και του έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του΄ φερε κανείς να φάει;» Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς συνηθίζετε να λέτε «τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός». Εγώ σας λέω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία «άλλος είναι που σπέρνει κι άλλος που θερίζει». Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι΄ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ΄ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότερο ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».
Σχόλια:
(Ιω. 4, 5-42)
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
«Έρχεται ώρα και νυν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί
προσκηνύσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία»
ΣΕ ΚΑΘΕ ΘΡΗΣΚΕΙΑ η λατρεία προσδιορίζει τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό. Ο άνθρωπος που πιστεύει, αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να λατρεύει το Θεό και να προσεύχεται σ’ Αυτόν. Όσο, μάλιστα, πιο δυνατή είναι η πίστη, τόσο πιο μεγάλη είναι και η ανάγκη για προσευχή. Εξάλλου η πίστη ενός ανθρώπου υποστηρίζεται και ενισχύεται από την πίστη των άλλων. Σ’ αυτό έγκειται η σημασία της λειτουργίας και της κοινής λατρείας του Θεού. Της λατρείας που, σύμφωνα με τη βιβλική αντίληψη, έχει έντονο κοινοτικό χαρακτήρα. Αποτελεί την στάση και την προσφορά του πιστεύοντος λαού προς τον ζώντα και αληθινό Θεό που αποκαλύπτεται μέσα στο χρόνο και την ιστορία.
Στη λατρεία, την προσκύνηση και την κοινή προσευχή που αναπέμπουμε προς τον Θεό, αναφέρεται και ο θαυμαστός διάλογος του Κυρίου με την Σαμαρείτιδα γυναίκα, την κατοπινή αγία και ισαπόστολο Φωτεινή. Ο Ιησούς, παίρνοντας αφορμή από το ερώτημα που του έθεσε η Σαμαρείτιδα για τον ενδεδειγμένο τόπο λατρείας του Θεού, θα προσδιορίσει με ελάχιστες λέξεις την ουσία της λατρείας και τα θεμελιώδη εκείνα γνωρίσματα της, που την καθιστούν γνήσια και ευάρεστη μπροστά στο Θεό. Έτσι κλείνει το κεφάλαιο της αρχαίας λατρείας και στη ζωή των ανθρώπων εισάγεται μια καινούργια λατρεία, πνευματική και αληθινή. «Έρχεται ώρα και νυν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκηνύσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία»
Τι είναι η χριστιανική λατρεία;
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ένωση του ανθρώπου με το Θεό «εν προσώπω Ιησού Χριστού» (Β’ Κορ. 4,6). Είναι το ξεχείλισμα της αγάπης και της ευγνωμοσύνης μας. Ο αίνος των χειλέων και η δοξολογία της καρδιάς μας. Η εναπόθεση της υπάρξεως μας στα χέρια του Θεού, στην πρόνοια, την αγάπη και την πατρική φροντίδα Του.
Κέντρο της χριστιανικής λατρείας είναι η προσφορά της θυσίας του Χριστού για τη σωτηρία μας. «Υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Με τη θυσία του Χριστού τερματίζεται η αρχαία λατρεία του Ισραήλ, που ήταν προορισμένη να εκφράσει και να διασώσει την ταπεινή και ελπιδοφόρα προσδοκία της σωτηρίας. Η σωτηρία, χάρη στη θυσία που ο Ιησούς Χριστός προσέφερε πάνω στο θυσιαστήριο του σταυρού, είναι πλέον πραγματικότητα. Και ο άνθρωπος μπορεί να λάβει τους καρπούς αυτής της θυσίας μετέχοντες στη θεία Ευχαριστία.
Μέσα στο χρόνο, στο παρόν, πραγματώνεται η κοινωνία μας με το Θεό, η οποία μας προετοιμάζει για την αιώνια και πλήρη κοινωνία του ουρανού. Η ευχαριστιακή κοινωνία, το κέντρο της νέας λατρείας και η δίοδος για τη νέα ζωή, είναι η «εικών» και το «σημείον» της ουράνιας κοινωνίας και το μέσο για την επίτευξη της.
Τα βασικά γνωρίσματα της χριστιανικής λατρείας
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ουσιώδη γνωρίσματα της καινούργιας αυτής λατρείας που εισάγει ο Χριστός μας; Πρώτα-πρώτα ότι είναι προσκύνηση και λατρεία «εν πνεύματι». Δικαιούνται και μπορούν να την προσφέρουν μόνο οι αναγεννημένοι «εκ του Πνεύματος» (Ιω, 3,8). Όσοι έλαβαν τη σφραγίδα Του, μετέχουν στη ζωοποιό χάρη Του και ακολουθούν τους νόμους Του. Πνευματική λατρεία είναι εκείνη που δεν εξαρτάται και δεν περιορίζεται σε εξωτερικές ενέργειες και τύπους μόνο, αλλά αναβλύζει από την ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου. Προσφέρεται «δια της ψυχής και της του νου καθαρότητος», όπως ερμηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Λατρεύω τον Θεό «εν πνεύματι» σημαίνει του αφιερώνω την ύπαρξη μου, τη σκέψη μου, την καρδιά μου, τη θέληση μου. Προσηλώνομαι και ανταποκρίνομαι ολόθυμα στην αγάπη Του. Αναδεικνύω τη ύπαρξη μου θυσιαστήριο και ναό συνεχούς δοξολογίας του θεϊκού μεγαλείου Του. Επιδιώκω συνεχώς να επαναλαμβάνω μυστικά μέσα στην καρδιά μου την κραυγή του αγαπητού Υιού Του «αββά ο πατήρ» (Γαλ.4,6).
Το δεύτερο γνώρισμα της νέας λατρείας που επεσήμανε στην Σαμαρείτιδα ο Κύριος είναι το «εν αληθεία». Προσκύνηση και λατρεία του Πατρός αληθινή. Τι να σημαίνει άραγε αυτός ο προσδιορισμός της χριστιανικής λατρείας; Όχι, βέβαια, ότι προέρχεται από ειλικρινή διάθεση, διότι κάτι τέτοιο ήταν δυνατό να γίνει και στην αρχαία λατρεία. Με ειλικρινή διάθεση είχε την υποχρέωση να λατρεύει τον Θεό και ο Ιουδαίος και ο Σαμαρείτης. Λατρεία αληθινή σημαίνει πραγματική λατρεία. «Τα πρότερα», διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «τύπος ήν, η περιτομή, τα ολοκαυτώματα, τα θύματα, τα θυμιάματα. Νυνί δε ουκέτι, αλλ’ αλήθεια το παν».
Η δυνατότητα να λατρεύουμε αληθινά οι άνθρωποι τον Θεό μας εξασφαλίστηκε με την ενανθρώπηση και τη θυσία του Χριστού. Ο Κύριος μας φανέρωσε το μυστήριο του Τριαδικού Θεού. Μας γνωστοποίησε την Οικονομία Του, το σχέδιο δηλαδή της σωτηρίας μας. Προσέφερε αυτή τη σωτηρία με τη σταυρική θυσία και την ένδοξη Ανάσταση Του. Έτσι ο ένδοξος Χριστός είναι μυστηριωδώς παρών ανάμεσα μας. Μας παρέχει τη δυνατότητα να κοινωνούμε το σώμα και το αίμα Του και να γινόμαστε με τη συμμετοχή μας αυτή όλοι ένα και μόνο σώμα, που δοξάζει τον Πατέρα «εν Χριστώ» δια του Αγίου Πνεύματος. Για τους χριστιανούς που έχουν τη δυνατότητα να λατρεύουν αληθινά το Θεό, σημειώνει ο απόστολος Παύλος: «Ημείς εσμεν η περιτομή, οι Πνεύματι Θεού λατρεύοντες και καυχώμενοι εν Χριστώ Ιησού…» (Φιλ. 3,3).
Στο σημείο αυτό όμως είμαστε υποχρεωμένοι να αναρωτηθούμε:
Εμείς ανήκουμε στους αληθινούς προσκυνητές;
ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ «εν πνεύματι και αληθεία»; Δυστυχώς οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο προσευχόμαστε και λατρεύουμε το Θεό συχνά είναι εντελώς εξωτερικός. Τύπος χωρίς ουσία. Πράξη μηχανική. Συνήθεια και όχι προσωπική πνευματική εμπειρία. Ερχόμαστε στο ναό. Μετέχουμε στην κοινή λειτουργία. Αναπέμπουμε προσευχές. Κάνουμε τις προσφορές μας. Όλα αυτά όμως εξωτερικά, συμβατική και τυποποιημένη εκπλήρωση θρησκευτικών καθηκόντων. Χωρίς να αναγεννιέται η ύπαρξη και να μεταμορφώνεται η ψυχή μας. Εδώ ισχύει ο λόγος του Θεού που ακούμε από τον προφήτη Ησαΐα και που αναφέρεται στην εξωτερική και τυποποιημένη λατρεία: «Ο λαός τούτος με πλησιάζει με τα λόγια του στόματος του και με τιμά μόνο με τα χείλη του, ενώ η καρδιά του είναι μακριά από μένα» (29, 13).
Ο Θεός όμως θέλει λατρεία που ν’ αναβλύζει μέσα από την καρδιά μας. Ευαρεστείται στην προσευχή που προέρχεται από τα βάθη της υπάρξεως και η οποία εκφράζει τη θερμή αγάπη και την πλήρη αφοσίωση της ψυχής μας. Αξιώνει να του προσφέρουμε την ίδια την καρδιά μας. Για να γίνει ένοικος της. Και να αναδειχθεί έτσι ο πιο υπέροχος τόπος λατρείας, ο πιο περίλαμπρος ναός, όπου θα λατρεύεται και θα δοξάζεται. Ο ίδιος ο Θεός παραγγέλλει από την εποχή της Π. Δ. ακόμη: «Αγαπάν αυτόν (τον Θεό) και λατρεύειν Κυρίω τω Θεώ σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου…» (Δευ.10,12).
Ο Θεός επιζητεί ακόμη τη θέληση και τον αγώνα μας. Επαναπαύεται όχι στις υλικές προσφορές αλλά στην πιστότητα μας. Στην προσπάθεια που καταβάλλουμε για ν’ ακολουθήσουμε το θέλημα Του και να ζήσουμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο Του. Με το στόμα του προφήτου Ωσηέ μας επισημαίνει: «Έλεον θέλω και ου θυσίαν, και επίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα» (6, 6).
* * *
Αδελφοί μου,
Η μεγάλη ελπίδα του σημερινού ανθρώπου, που υποφέρει από μοναξιά και συμπιέζεται κάτω από την κυριαρχία της μηχανής, είναι ένα μεταφυσικό άνοιγμα στη ζωή του. Ο δρόμος της πίστεως. Η χαρά και η ανάπαυση της προσωπικής συναντήσεως με τον Θεό. Στο χώρο της Εκκλησίας. Στο κλίμα της προσευχής. Στην ατμόσφαιρα της θείας λατρείας. Μια λατρεία όμως, που, όπως ο Κύριος μας διδάσκει σήμερα, θα προσφέρουμε πάντοτε στο Θεό «εν πνεύματι και αληθεία».
Ευαγγελιστής Ιωάννης κεφάλαιο δ΄
Στίχοι: 5-42 Κυριακή της Σαμαρείτιδος.
Κείμενο:
5 ἔρχεται οὖν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχὰρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ. 6 ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. 7 ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Δός μοι πεῖν. 8 οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν, ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. 9 λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· Πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ' ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος ; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. 10 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτὸν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. 11 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; 12 μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; 13 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· 14 ὃς δ' ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσει εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. 15 λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχομαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. 16 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. 17 ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· 18 πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. 19 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. 20 οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. 21 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. 22 ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. 23 ἀλλ' ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. 24 πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. 25 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. 26 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι. 27 καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἤ τί λαλεῖς μετ' αὐτῆς; 28 Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· 29 Δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; 30 ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. 31 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· Ραββί, φάγε. 32 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. 33 ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· Μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; 34 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. 35 οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμόν. ἤδη. 36 καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. 37 ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινὸς, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. 38 ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. 39 Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικὸς, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. 40 ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ' αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, 42 τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Μετάφραση:
Έφτασε έτσι με μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι. Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν΄ αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δωσ΄ μου να πιώ». Εκείνη του απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ Σαμαρείτισσα. Πως μπορείς να μου ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» - επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είν΄ αυτός που σου λέει «δωσ΄ μου να πιώ», τότε εσύ θα του ζητούσες κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το΄ χεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μας το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ΄ αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ΄ αυτόν;» Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ΄ αυτό το νερό θα διψάσει πάλι· όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θ΄ αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δωσ΄ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, δεν έχω άντρα· γιατί πέντε άντρες πήρες κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης· οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ΄ αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ΄ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήλθε κιόλας, που οι πραγματικοί λάτρεις θα λατρεύσουν τον Πατέρα με τη δύναμη του Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έλθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». Εκείνη την ώρα ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν του είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας;» Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη κι έρχονταν σ΄ αυτόν. Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακολουθούσαν και του έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του΄ φερε κανείς να φάει;» Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς συνηθίζετε να λέτε «τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός». Εγώ σας λέω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία «άλλος είναι που σπέρνει κι άλλος που θερίζει». Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι΄ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ΄ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότερο ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».
Σχόλια:
(Ιω. 4, 5-42)
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
«Έρχεται ώρα και νυν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί
προσκηνύσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία»
ΣΕ ΚΑΘΕ ΘΡΗΣΚΕΙΑ η λατρεία προσδιορίζει τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό. Ο άνθρωπος που πιστεύει, αισθάνεται πηγαία την ανάγκη να λατρεύει το Θεό και να προσεύχεται σ’ Αυτόν. Όσο, μάλιστα, πιο δυνατή είναι η πίστη, τόσο πιο μεγάλη είναι και η ανάγκη για προσευχή. Εξάλλου η πίστη ενός ανθρώπου υποστηρίζεται και ενισχύεται από την πίστη των άλλων. Σ’ αυτό έγκειται η σημασία της λειτουργίας και της κοινής λατρείας του Θεού. Της λατρείας που, σύμφωνα με τη βιβλική αντίληψη, έχει έντονο κοινοτικό χαρακτήρα. Αποτελεί την στάση και την προσφορά του πιστεύοντος λαού προς τον ζώντα και αληθινό Θεό που αποκαλύπτεται μέσα στο χρόνο και την ιστορία.
Στη λατρεία, την προσκύνηση και την κοινή προσευχή που αναπέμπουμε προς τον Θεό, αναφέρεται και ο θαυμαστός διάλογος του Κυρίου με την Σαμαρείτιδα γυναίκα, την κατοπινή αγία και ισαπόστολο Φωτεινή. Ο Ιησούς, παίρνοντας αφορμή από το ερώτημα που του έθεσε η Σαμαρείτιδα για τον ενδεδειγμένο τόπο λατρείας του Θεού, θα προσδιορίσει με ελάχιστες λέξεις την ουσία της λατρείας και τα θεμελιώδη εκείνα γνωρίσματα της, που την καθιστούν γνήσια και ευάρεστη μπροστά στο Θεό. Έτσι κλείνει το κεφάλαιο της αρχαίας λατρείας και στη ζωή των ανθρώπων εισάγεται μια καινούργια λατρεία, πνευματική και αληθινή. «Έρχεται ώρα και νυν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκηνύσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία»
Τι είναι η χριστιανική λατρεία;
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ένωση του ανθρώπου με το Θεό «εν προσώπω Ιησού Χριστού» (Β’ Κορ. 4,6). Είναι το ξεχείλισμα της αγάπης και της ευγνωμοσύνης μας. Ο αίνος των χειλέων και η δοξολογία της καρδιάς μας. Η εναπόθεση της υπάρξεως μας στα χέρια του Θεού, στην πρόνοια, την αγάπη και την πατρική φροντίδα Του.
Κέντρο της χριστιανικής λατρείας είναι η προσφορά της θυσίας του Χριστού για τη σωτηρία μας. «Υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Με τη θυσία του Χριστού τερματίζεται η αρχαία λατρεία του Ισραήλ, που ήταν προορισμένη να εκφράσει και να διασώσει την ταπεινή και ελπιδοφόρα προσδοκία της σωτηρίας. Η σωτηρία, χάρη στη θυσία που ο Ιησούς Χριστός προσέφερε πάνω στο θυσιαστήριο του σταυρού, είναι πλέον πραγματικότητα. Και ο άνθρωπος μπορεί να λάβει τους καρπούς αυτής της θυσίας μετέχοντες στη θεία Ευχαριστία.
Μέσα στο χρόνο, στο παρόν, πραγματώνεται η κοινωνία μας με το Θεό, η οποία μας προετοιμάζει για την αιώνια και πλήρη κοινωνία του ουρανού. Η ευχαριστιακή κοινωνία, το κέντρο της νέας λατρείας και η δίοδος για τη νέα ζωή, είναι η «εικών» και το «σημείον» της ουράνιας κοινωνίας και το μέσο για την επίτευξη της.
Τα βασικά γνωρίσματα της χριστιανικής λατρείας
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ουσιώδη γνωρίσματα της καινούργιας αυτής λατρείας που εισάγει ο Χριστός μας; Πρώτα-πρώτα ότι είναι προσκύνηση και λατρεία «εν πνεύματι». Δικαιούνται και μπορούν να την προσφέρουν μόνο οι αναγεννημένοι «εκ του Πνεύματος» (Ιω, 3,8). Όσοι έλαβαν τη σφραγίδα Του, μετέχουν στη ζωοποιό χάρη Του και ακολουθούν τους νόμους Του. Πνευματική λατρεία είναι εκείνη που δεν εξαρτάται και δεν περιορίζεται σε εξωτερικές ενέργειες και τύπους μόνο, αλλά αναβλύζει από την ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου. Προσφέρεται «δια της ψυχής και της του νου καθαρότητος», όπως ερμηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Λατρεύω τον Θεό «εν πνεύματι» σημαίνει του αφιερώνω την ύπαρξη μου, τη σκέψη μου, την καρδιά μου, τη θέληση μου. Προσηλώνομαι και ανταποκρίνομαι ολόθυμα στην αγάπη Του. Αναδεικνύω τη ύπαρξη μου θυσιαστήριο και ναό συνεχούς δοξολογίας του θεϊκού μεγαλείου Του. Επιδιώκω συνεχώς να επαναλαμβάνω μυστικά μέσα στην καρδιά μου την κραυγή του αγαπητού Υιού Του «αββά ο πατήρ» (Γαλ.4,6).
Το δεύτερο γνώρισμα της νέας λατρείας που επεσήμανε στην Σαμαρείτιδα ο Κύριος είναι το «εν αληθεία». Προσκύνηση και λατρεία του Πατρός αληθινή. Τι να σημαίνει άραγε αυτός ο προσδιορισμός της χριστιανικής λατρείας; Όχι, βέβαια, ότι προέρχεται από ειλικρινή διάθεση, διότι κάτι τέτοιο ήταν δυνατό να γίνει και στην αρχαία λατρεία. Με ειλικρινή διάθεση είχε την υποχρέωση να λατρεύει τον Θεό και ο Ιουδαίος και ο Σαμαρείτης. Λατρεία αληθινή σημαίνει πραγματική λατρεία. «Τα πρότερα», διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «τύπος ήν, η περιτομή, τα ολοκαυτώματα, τα θύματα, τα θυμιάματα. Νυνί δε ουκέτι, αλλ’ αλήθεια το παν».
Η δυνατότητα να λατρεύουμε αληθινά οι άνθρωποι τον Θεό μας εξασφαλίστηκε με την ενανθρώπηση και τη θυσία του Χριστού. Ο Κύριος μας φανέρωσε το μυστήριο του Τριαδικού Θεού. Μας γνωστοποίησε την Οικονομία Του, το σχέδιο δηλαδή της σωτηρίας μας. Προσέφερε αυτή τη σωτηρία με τη σταυρική θυσία και την ένδοξη Ανάσταση Του. Έτσι ο ένδοξος Χριστός είναι μυστηριωδώς παρών ανάμεσα μας. Μας παρέχει τη δυνατότητα να κοινωνούμε το σώμα και το αίμα Του και να γινόμαστε με τη συμμετοχή μας αυτή όλοι ένα και μόνο σώμα, που δοξάζει τον Πατέρα «εν Χριστώ» δια του Αγίου Πνεύματος. Για τους χριστιανούς που έχουν τη δυνατότητα να λατρεύουν αληθινά το Θεό, σημειώνει ο απόστολος Παύλος: «Ημείς εσμεν η περιτομή, οι Πνεύματι Θεού λατρεύοντες και καυχώμενοι εν Χριστώ Ιησού…» (Φιλ. 3,3).
Στο σημείο αυτό όμως είμαστε υποχρεωμένοι να αναρωτηθούμε:
Εμείς ανήκουμε στους αληθινούς προσκυνητές;
ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ «εν πνεύματι και αληθεία»; Δυστυχώς οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο προσευχόμαστε και λατρεύουμε το Θεό συχνά είναι εντελώς εξωτερικός. Τύπος χωρίς ουσία. Πράξη μηχανική. Συνήθεια και όχι προσωπική πνευματική εμπειρία. Ερχόμαστε στο ναό. Μετέχουμε στην κοινή λειτουργία. Αναπέμπουμε προσευχές. Κάνουμε τις προσφορές μας. Όλα αυτά όμως εξωτερικά, συμβατική και τυποποιημένη εκπλήρωση θρησκευτικών καθηκόντων. Χωρίς να αναγεννιέται η ύπαρξη και να μεταμορφώνεται η ψυχή μας. Εδώ ισχύει ο λόγος του Θεού που ακούμε από τον προφήτη Ησαΐα και που αναφέρεται στην εξωτερική και τυποποιημένη λατρεία: «Ο λαός τούτος με πλησιάζει με τα λόγια του στόματος του και με τιμά μόνο με τα χείλη του, ενώ η καρδιά του είναι μακριά από μένα» (29, 13).
Ο Θεός όμως θέλει λατρεία που ν’ αναβλύζει μέσα από την καρδιά μας. Ευαρεστείται στην προσευχή που προέρχεται από τα βάθη της υπάρξεως και η οποία εκφράζει τη θερμή αγάπη και την πλήρη αφοσίωση της ψυχής μας. Αξιώνει να του προσφέρουμε την ίδια την καρδιά μας. Για να γίνει ένοικος της. Και να αναδειχθεί έτσι ο πιο υπέροχος τόπος λατρείας, ο πιο περίλαμπρος ναός, όπου θα λατρεύεται και θα δοξάζεται. Ο ίδιος ο Θεός παραγγέλλει από την εποχή της Π. Δ. ακόμη: «Αγαπάν αυτόν (τον Θεό) και λατρεύειν Κυρίω τω Θεώ σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου…» (Δευ.10,12).
Ο Θεός επιζητεί ακόμη τη θέληση και τον αγώνα μας. Επαναπαύεται όχι στις υλικές προσφορές αλλά στην πιστότητα μας. Στην προσπάθεια που καταβάλλουμε για ν’ ακολουθήσουμε το θέλημα Του και να ζήσουμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο Του. Με το στόμα του προφήτου Ωσηέ μας επισημαίνει: «Έλεον θέλω και ου θυσίαν, και επίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα» (6, 6).
* * *
Αδελφοί μου,
Η μεγάλη ελπίδα του σημερινού ανθρώπου, που υποφέρει από μοναξιά και συμπιέζεται κάτω από την κυριαρχία της μηχανής, είναι ένα μεταφυσικό άνοιγμα στη ζωή του. Ο δρόμος της πίστεως. Η χαρά και η ανάπαυση της προσωπικής συναντήσεως με τον Θεό. Στο χώρο της Εκκλησίας. Στο κλίμα της προσευχής. Στην ατμόσφαιρα της θείας λατρείας. Μια λατρεία όμως, που, όπως ο Κύριος μας διδάσκει σήμερα, θα προσφέρουμε πάντοτε στο Θεό «εν πνεύματι και αληθεία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου