Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025
Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025
Οι ευχές της Πεντηκοστής, σε μετάφραση, απο τον Μακαριστό Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Κάμπου και Φιλιππιάδας, Μελέτιο Καλαμαρά.
Αὐτήν τήν χάρη, αὐτήν τήν δωρεά, τήν ἔστειλες μέ τρόπο πολύ πιό φανερό, τήν ἡμέρα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, στούς ἁγίους μαθητές καί ἀποστόλους Σου, ἀφοῦ ἐγέμισες τό στόμα τους μέ τήν χάρη, πού τούς ἔδωκαν οἱ πύρινες γλῶσσες· Καί τότε ὅλοι ἐμεῖς, ἄνθρωποι ἀπό διαφορετικά ἔθνη, ἀκούσαμε ἀπό τό στόμα τους, μέ τά ἴδια τά αὐτιά μας, καί στή δική μας γλῶσσα, ποῖος εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Καί ἀπό τότε:
v Τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς φώτισε.
v Ἀπαλλαγήκαμε ἀπό τό νοητό σκοτάδι·
v πάψαμε νά ἔχωμε ψεύτικη θρησκεία· καί νά ζοῦμε στήν πλάνη!
v Ναί, ἀπό τότε, πού μέ τρόπο αἰσθητό στά φυσικά μας μάτια, διένειμες στούς ἀποστόλους Σου τίς πύρινες γλῶσσες, ἐμάθαμε νά πιστεύωμε σέ Σένα. Τότε φωτισθήκαμε, τό πιστεύομε, καί τό ὁμολογοῦμε, καί τό διακηρύττομε, ὅτι Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας. Σύ, μαζί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα· ὁ ἕνας Θεός μας· μία Θεότης· μία Δύναμη καί μία Ἐξουσία.
Σύ λοιπόν, Κύριε, τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης τοῦ ἀνάρχου Πατέρα μας, ὁ ἀπαράλλακτος καί ἀμετακίνητος χαρακτήρας τῆς Οὐσίας Του, ἡ πηγή τῆς Χάρης καί τῆς Σοφίας, ἄνοιξέ μου, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τά χείλη! Καί δίδαξέ με, πῶς καί γιά τί πρέπει νά προσεύχωμαι.
Σύ ξέρεις, πόσες εἶναι οἱ ἁμαρτίες μου! Ἀλλά ἡ εὐσπλαγχνία Σου θά τίς νικήσει· ὅσες κι ἄν εἶναι! Νά, στέκω μπροστά Σου μέ φόβο! Καί ρίχνω τήν ἀπόγνωση τῆς ψυχῆς μου στήν ἀπεραντοσύνη τοῦ ἐλέους Σου.
Κυβέρνησε τήν ζωή μου, Κύριε· Σύ πού κυβερνᾶς ὁλό-κληρη τήν κτίση· Σύ πού μέσα στήν τρικυμία τῆς ζωῆς αὐτῆς, εἶσαι τό ἤρεμο λιμάνι μας.
Ἀξίωσέ με νά μάθω τόν δρόμο Σου· καί νά τόν βαδίζω!
· Δῶσε μου Πνεῦμα σοφίας· νά κυβερνάει τήν σκέψη μου·
· Δῶσε μου Πνεῦμα συνέσεως, σέ μένα τόν ἀνόητο.
· Κάμε νά ἔχω Πνεῦμα εὐλάβειας καί φόβου, σέ ὅλες μου τίς πράξεις καί τίς ἐνέργειες.
· Δῶσε μου τό Πνεῦμα Σου τό εὐθές βαθειά μέσα στόν ψυχικό μου κόσμο!
· Δῶσε μου τό ἡγεμονικό Σου Πνεῦμα, νά κυβερνάει καί νά στηρίζει τούς λογισμούς μου καί τίς σκέψεις μου, πού ὅλο καί μοῦ ξεφεύγουν!
Γιατί μόνο ἔτσι, Κύριε, μόνο ἄν κάθε ἡμέρα, καί στό κάθε μου βῆμα, ὁδηγοῦμαι στό σωστό ἀπό τό Πνεῦμα Σου τό ἅγιο, θά γίνω ἄξιος νά τηρῶ τίς ἐντολές Σου, καί νά φέρνω συνεχῶς στήν μνήμη μου τήν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία Σου, πού θά ἔλθεις, νά μᾶς κρίνεις κατά τά ἔργα μας!
Μή μέ ἀφήνεις, Κύριε, νά μέ ξεγελᾶνε οἱ πρόσκαιρες καί φθαρτές ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου τούτου ἀλλά βοήθησέ με, νά ἐπιθυμῶ νά ἀπολαύσω τούς θησαυρούς τῆς μέλλουσας ζωῆς.
Σύ Κύριε, μᾶς τό εἶπες: Ὅ,τι κι ἄν ζητήσει ὁ καθένας μας στό Ὄνομά Σου, θά τό πάρει ὁπωσδήποτε ἀπό τόν συναΐδιο Θεό Πατέρα Σου. Καί γι᾿ αὐτό, καί ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός, σήμερα, πού ἑορτάζομε τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος, Σέ ἱκετεύω:
Ὅσα σοῦ ζήτησα γιά σωτηρία μου, δῶσέ τά μου. Ναί, Κύριε, πλουσιοπάροχε καί πανάγαθε, μεγάλε Εὐεργέτη ὅλων μας· τόσο, πού μᾶς δίνεις πάντοτε πιό πολλά ἀπό ὅσα σοῦ γυρεύουμε· Σύ, πού εἶσαι πάντοτε γεμᾶτος εὐσπλαγχνία καί συμπόνια· Σύ, πού ἔγινες γιά χάρη μας ἄνθρωπος, σέ ὅλα ὅμοιος μέ μᾶς, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία· καί μᾶς ἀγαπᾶς τόσο, πού, ὅταν μᾶς βλέπεις νά λυγίζωμε τά γόνατά μας, λυγίζεις καί Σύ ἀπό ἀγάπη, ἀπό εὐσπλαγχνία καί ἀπό καλωσύνη γιά μᾶς, καί συγχωρεῖς τίς ἀμαρτίες μας.
Ἄκουσέ με ἀπό τόν ἅγιο Θρόνο Σου, Κύριε.
v Λυπήσου τόν κόσμο Σου, Κύριε.
v Ἁγίασε τό λαό Σου.
v Φύλαξέ τόν κάτω ἀπό τήν σκέπη τῶν πτερύγων Σου.
v Μή μᾶς παραβλέπεις. Μή μᾶς ξεχνᾶς. Ἔργα τῶν χειρῶν Σου εἴμαστε!
Σέ σένα μόνο ἁμαρτάνομε· ἀλλά καί Σένα μόνο λατρεύομε.
Δέν προσκυνήσαμε ποτέ ἄλλον Θεό. Ποτέ δέν ἁπλώσα-με παρακλητικά τά χέρια μας σέ ἄλλον, ἐκτός ἀπό Σένα, Θεό!
v Ἄφησε τά παραπτώματά μας. Συγχώρησε τίς ἁμαρτίες μας.
v Δέξου τήν ἱκεσία, πού γονατιστοί Σοῦ ἀπευθύνομε.
v Ἅπλωσε μας χέρι βοηθείας.
Σύ, πού ἔκοψες τά ἄλυτα δεσμά τοῦ θανάτου.
Σύ, πού ἔσπασες τίς κλειδωμένες πύλες τοῦ ἅδου καί πάτησες κάτω ἀπό τά πόδια Σου ὅλα τά πονηρά πνεύματα.
Σύ, πού πρόσφερες, θυσία ἄμωμο γιά μᾶς, τόν ΕΑΥΤΟ Σου, τό σῶμα Σου τό ἄχραντο, τό ἄθικτο καί ἀμόλυντο ἀπό κάθε ἁμαρτία, καί μέ τήν φρικτή αὐτή καί ἀνέκφραστη ἱερουργία, μᾶς ἐχάρισες τήν αἰώνια ζωή.
Σύ, πού κατέβηκες στόν ἅδη καί ἔσπασες τίς πύλες του καί ἔλευθέρωσες τούς δεσμίους του, ἐνῶ ἀντίθετα τόν ἀρχέκακο καί βύθιο δράκοντα, μέ ἕνα δόλωμα θεόσοφο, τόν ἔπιασες στό ἀγκίστρι Σου, καί τόν ἔδεσες μέ βαριές ἁλυσίδες ζόφου· καί μέ τήν ἀπειροδύναμη ἰσχύ Σου, τόν ἔρριξες στά τάρταρα τοῦ ἅδη, στό πῦρ τό ἄσβεστο, στό σκότος τό ἐξώτερο,
Σύ, ἡ μεγαλώνυμη σοφία τοῦ Θεοῦ Πατέρα,
Σύ, ὁ μεγάλος συμπαραστάτης τοῦ κάθε ἀνθρώπου πού περνάει πειρασμό,
Σύ, πού ρίχνεις τό φῶς Σου ἀκόμη καί, σέ ἐκείνους πού ζοῦν σέ χώρα καί σκιά θανάτου,
Σέ Σένα στρεφόμαστε, Χριστέ, αἰώνιας δόξας Κύριε, καί Υἱέ ἀγαπητέ τοῦ Ὕψιστου Πατέρα· ἀΐδιο φῶς, ἐξ ἀϊδίου φωτός· ἥλιε τῆς Δικαιοσύνης· καί Σέ παρακαλοῦμε, ἐπάκουσέ μας:
Ἀνάπαυσε τίς ψυχές τῶν δούλων Σου, τῶν κεκοιμημένων πατέρων καί ἀδελφῶν μας, καί τῶν λοιπῶν κατά σάρκα συγγενῶν μας, καί ὅλων τῶν ὀρθοδόξων ἀδελφῶν. Σοῦ τούς μνημονεύομε, γιατί ἔχεις ἐξουσία σέ ὅλα, καί στά χέρια Σου κρατᾶς ὅλα τά πέρατα τῆς γῆς.
Δέσποτα παντοκράτορ, Θεέ τῶν πατέρων μας, καί Κύριε τοῦ ἐλέους· Κύριε, καί τοῦ θνητοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων· καί τῶν ἀθανάτων ἀγγέλων· Δημιουργέ τῆς φύσης τῶν ἀνθρώ-πων, πού σέ μιά στιγμή ἔρχεται στόν κόσμο· καί σέ μιά στιγμή πάλι ξαναφεύγει· Κύριε,τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου· καί τῆς ἐδῶ συμπεριφορᾶς μας· καί τῆς ἐκεῖ μεταστάσεως μας.
Σύ, πού μετρᾶς τά χρόνια μας· καί ὁρίζεις στόν καθένα μας τήν στιγμή τοῦ θανάτου.
Σύ, πού κατεβάζεις στόν ἅδη, ἀλλά καί βγάζεις ἀπό τόν ἅδη.
Σύ, πού μέ τήν ἀρρώστια μᾶς εὐεργετεῖς – καί ὑγιεῖς, μᾶς ἀφήνεις ἐλεύθερους!
Σύ, πού οἰκονομεῖς ὅλα τά ἐδῶ γιά τήν σωτηρία μας, καί τά μέλλοντα τά κατευθύνεις στό καλό· καί σ᾿ ἐκείνους πού πέθαναν, τούς δίνεις πάλι ζωή καί ἐλπίδα γιά σωτηρία καί ἀνάπαυση.
Σύ, Δέσποτα παντοκράτορ, Θεέ καί Σωτήρα μας, ἐλπίδα τοῦ κόσμου ὁλόκληρου.
Σύ, πού αὐτήν τήν τελευταία μεγάλη καί σωτήρια ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μᾶς ἐφανέρωσες τό μυστήριο τῆς ἁγίας, ὁμοουσίου, συναΐδιας, ἀδιαιρέτου καί ἀσυγχύτου Τριάδος, καί μέ μορφή πυρίνων γλωσσῶν ἐξέχεες στούς ἁγίους ἀποστό-λους Σου, τήν ἐπιφοίτηση καί τήν παρουσία τοῦ ἁγίου καί ζωοποιοῦ Σου Πνεύματος, καί τούς ἔκαμες Εὐαγγελιστές, κήρυκες καί ὁμολογητές τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μας καί τῆς ἀληθινῆς θεολογίας.
Σύ, πού κατά τήν μεγάλη αὐτή καί σωτήρια γιά μᾶς ἑορτή, καταδέχεσαι τίς ταπεινές μας προσευχές γιά τούς νεκρούς, καί τούς δίνεις ἄνεση καί ἀναψυχή ἀπό τήν θλιβερή κατάστασή τους, ἐπάκουσέ μας, τούς ταπεινούς Σου δούλους!
Καί ἀνάπαυσε, Κύριε, τίς ψυχές ὅλων τῶν κεκοιμημένων δούλων Σου, σέ τόπο φωτεινό, σέ τόπο χλοερό, σέ τόπο ἀναψυχῆς, σέ τόπο πού δέν ὑπάρχει ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός· κατάταξε τά πνεύματά τους σέ σκηνές δικαίων· καί κάμε τους να ἔχουν εἰρήνη καί ἄνεση.
Σέ παρακαλοῦμε ἐμεῖς, γιατί οἱ πεθαμένοι, πού βρίσκονται στόν ἅδη, δέν ἔχουν δικαίωμα, οὔτε νά Σέ ὑμνοῦν, οὔτε νά Σοῦ μιλᾶνε γιά μετάνοια καί γιά ἐξομολόγηση.
Ἐμεῖς οἱ ζωντανοί Σέ δοξολογοῦμε.
Ἐμεῖς Σέ ἱκετεύομε.
Ἐμεῖς Σοῦ προσφέρομε εὐχές ἐξιλεωτικές καί θυσίες καί λειτουργίες, γιά τίς ψυχές τους.
* * *
Θεέ μας, μεγάλε καί αἰώνιε, ἅγιε καί φιλάνθρωπε, Σύ πού μᾶς ἀξίωσες νά στέκωμε αὐτήν τήν ὥρα μπροστά στήν ἀπρόσιτη δόξα Σου, νά Σέ ὑμνοῦμε καί νά αἰνοῦμε τά μεγαλεῖα Σου,
Ἀντιμετώπισε μας σπλαγχνικά τούς ἀναξίους δούλους Σου.
Δῶσε μας χάρη, νά Σοῦ προσφέρωμε μέ συντριβή καρδιᾶς καί μέ ταπείνωση, χωρίς ἀερολογίες, ἐγωισμό, χωρίς ἔπαρση, τόν τρισάγιο ὕμνο καί τήν εὐχαριστία μας, γιά τίς τόσες δωρεές Σου, τά τόσα καλά, πού ἔκαμες καί συνεχίζεις νά κάνεις σέ μᾶς.
Θυμήσου, Κύριε, ὅτι εἴμαστε ἀδύνατοι ἄνθρωποι. Μή μᾶς τιμωρεῖς γιά τίς ἁμαρτίες μας. Δεῖξε καί σέ μᾶς τούς ταπεινούς τό ἔλεός Σου· καί βοήθησέ μας, νά ἀποφεύγωμε τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας· καί, τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας, νά βαδίζωμε στό φῶς τῆς δικαιοσύνης Σου.
Ἀξίωσέ μας, νά ἐνδυθοῦμε τά ὅπλα τοῦ φωτός· νά μή μπορεῖ πιά ὁ διάβολος, νά μᾶς κάνει ὅ,τι θέλει, μέ τίς ἐπιβουλές του καί μέ τίς πονηρίες του· Ἀξίωσέ μας νά ἔχωμε θάρρος, νά Σέ δοξάζωμε μέ παρρησία γιά ὅλα, Ἐσένα τόν μόνο ἀληθινό καί φιλάνθρωπο Θεό.
Καί πρό παντός Δέσποτα Κύριε, καί Δημιουργέ τοῦ κόσμου, νά Σέ δοξάζωμε καί νά Σέ εὐχαριστοῦμε γι᾿ αὐτό τό μεγάλο μυστήριο, γι᾿ αὐτήν τήν μεγάλη Σου εὐεργεσία, πού εἶναι ἡ προσωρινή διάλυση τῶν σωμάτων μας καί ἡ ἀνάστα-σή τους πάλι καί ἡ ἀνάπαυση στούς αἰῶνες.
Τό λέμε καί τό διακηρύττομε: Ὅλα σέ Σένα τά χρωστᾶ-με.
Σέ Σένα χρωστᾶμε καί τήν εἰσοδό μας στόν κόσμο τοῦ-το.
Σέ Σένα χρωστᾶμε καί τήν ἔξοδό μας, πού εἶναι γιά μᾶς, σύμφωνα μέ τήν ἀψευδῆ ὑπόσχεσή Σου, τό προμήνυμα καί ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καί τῆς χωρίς τέλους ζωῆς, τήν ὁποί-α θά ἀπολαύσωμε ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας κοντά Σου.
Γιατί Σύ, Κύριε, εἶσαι γιά μᾶς, ἡ ἀρχή τῆς ἀναστάσεως· Σύ μᾶς ἔδειξες, πῶς πρέπει νά ζοῦμε στήν ζωή αὐτή· Σύ εἶσαι ὁ φιλάνθρωπος Κριτής μας, καί μισθαποδότης μας· ὁ Κύριος μας· καί ὁ Δεσπότης μας· πού ἀπό ἄκρα συγκατάβαση, ἐπῆρες σάρκα καί αἷμα, ἴδια μέ μᾶς· Καί ἀφοῦ ἔτσι γεύθηκες τά πάθη μας τά ἀδιάβλητα, ξέρεις πιά, καί μᾶς κρίνεις μέ εὐσπλαγχνία καί μέ συγκατάβαση· καί ἀφοῦ Σύ στά ἅγια Πάθη Σου, πέρασες πειρασμούς τόσο σκληρούς, ξέρεις, πόσο χρειαζόμαστε βοήθειά καί παρεμβαίνεις αὐταπάγγελτα, καί μᾶς ἐνισχύεις.
Μᾶς δίνεις δύναμη νά ἀγωνιζόμαστε, νά φθάσωμε στήν δική Σου ἁγία ἀπάθεια καί μεῖς.
Δέξου λοιπόν, Δέσποτα Χριστέ, τίς δεήσεις καί τίς ἱκεσίες μας. Ἀνάπαυσε τούς πατέρες μας, τίς μητέρες μας, τούς ἀδελφούς μας, τίς ἀδελφές μας, τά τέκνα μας, καί κάθε ἄλλον συγγενῆ καί ὁμογενῆ μας· καί ὅλες ἀνεξαιρέτως τίς ψυχές, πού ἀναπαύθηκαν μέ τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Κατάταξε τά πνεύματα καί τά ὀνόματά τους στό βιβλίο τῆς ζωῆς, στήν ἀγκαλιά τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ· στήν χώρα τῶν ζώντων, στήν βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς.
Ὁδήγησέ μας ὅλους, μέ ὁδηγούς τούς φωτεινούς ἀγγέλους σου, κοντά Σου. Καί ὅταν θά ἔλθει ἡ ἡμέρα καί ἡ ὥρα, πού Σύ ὥρισες, ἀνάστησε καί τά σώματά μας, κατά τίς ἀληθεῖς ὑποσχέσεις Σου.
Δέν ὑπάρχει θάνατος, Κύριε, γιά μᾶς τούς δούλους Σου. Δέν εἶναι θάνατος γιά μᾶς, οὔτε συμφορά, ὅταν φεύγωμε ἀπό τό σῶμα καί ἐρχόμαστε σέ Σένα, τόν Θεό μας. Μετάβαση εἶναι. Ἀπό μιά κατάσταση λυπηρή, σέ μιά ἄλλη πιό καλή καί πιό χαρούμενη! Ἀνάπαυση εἶναι καί χαρά!
Καί ἄν σέ κάτι Σέ πικράναμε, σπλαγχνίσου μας. Κανένας δέν θά βρεθῆ ἐνώπιον Σου καθαρός ἀπό ρύπο ἁμαρτίας, ἔστω καί ἄν ἡ ζωή του εἶναι μιά ἡμέρα μόνο. Ἕνας ὑπῆρξε στήν γῆ ἀναμάρτητος. Σύ, ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀπό τόν ὁποῖο ὅλοι μας ἐλπίζομε νά βροῦμε ἔλεος καί ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Γι᾿ αὐτό, Κύριε, σάν ἀγαθός καί φιλάνθρωπος Θεός, καί σέ μᾶς καί σέ ὅλους τούς κεκοιμημένους, συγχώρησέ μας τά παραπτώματά μας· τά ἑκούσια καί τά ἀκούσια· τά ἐν γνώσει· τά ἐν ἀγνοία· ὅσα θυμόμαστε καί ὅσα ξεχάσαμε· εἴτε τά διαπράξαμε μέ λόγο, εἴτε μἐ ἔργο, εἴτε κατά διάνοια, εἴτε μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, καί μέ ὁποιαδήποτε κίνηση, καί ἄν τά ἐκάμαμε!
Καί ἐκείνους μέν, πού πρόλαβαν καί ἔφυγαν, ἐλευθέρωσέ τους ἀπό κάθε βάρος καί κρῖμα. Καί δῶσε τους ἄνεση.
Πέμπτη 22 Μαΐου 2025
Σαράντα ημέρες μετά την Ανάστασή Του ο Χριστός αναλήφθηκε στους ουρανούς, όπου ήταν προηγουμένως, κατά τον λόγο του Ιδίου προς τους Μαθητάς.
Αυτό το μεγάλο Δεσποτικό γεγονός προφητεύει η Παλαιά Διαθήκη (αποκαλύψεις του ασάρκου Λόγου) και το παρουσιάζει η Καινή Διαθήκη.
Γιατί σαράντα μέρες;
Ο Χριστός, κατά την ανθρώπινη φύση Του, έλαβε τρεις γεννήσεις, από την Παρθένο Μαρία, από το Βάπτισμα και από την Ανάσταση. Και στις τρεις γεννήσειςονομάστηκε Πρωτότοκος.Από την πρώτη είναι πρωτότοκος εν «πολλοίς αδελφοίς» κατά την κοινωνία της σαρκός, από την δεύτερη της καινής κτίσεως και κατά την Τρίτη, πρωτότοκος τωννεκρών.Σαράντα μέρες μετά από τις τρεις αυτές γεννήσεις ακολούθησε ένα σημαντικό γεγονός.Σαράντα μέρες μετά τη γέννηση προσφέρθηκε στον Ναό και έχουμε την εορτή της Υπαπαντής.Σαράντα μέρες μετά την Βάπτισή Του στον Ιορδάνη ποταμό νίκησε τον διάβολο στους τρεις εκείνους πειρασμούς.Σαράντα μέρες μετά την Ανάστασή Του ανέβηκε στους Ουρανούς και προσέφερε στον Πατέρα Του την απαρχή της δικής μας φύσεως.
Θα μπορούσε να γίνει η Ανάληψη αμέσως μετά την Ανάσταση. Δεν το έκανε όμως για να στερεώσει την Πίστη των Μαθητών Του με τις συνεχείς εμφανίσεις Του καιτα θαύματα. Για να μην φανεί ότι η Ανάσταση ήταν φαντασία. Τέλος τους κατέστησε όλους θεατές της Αναλήψεώς Του.
Με την Ανάσταση έχουμε τη νίκη εναντίον του Θανάτου, με την Ανάληψη την άνοδο της ανθρωπίνης φύσεως στον θρόνο του Θεού. Με την Ανάληψη βλέπουμε την τελειότητακαι το πλήρωμα της θείας Οικονομίας.
Οι Μαθητές είδαν το τέλος της Ανάστασης, αφού δεν είδε κανείς τον Χριστό την ώρα που εξερχόταν από το Μνημείο. Αντίθετα, είδαν την αρχή της Ανάληψης, δηλαδήτον είδαν να αναλαμβάνεται στους ουρανούς.
Πρώτα γεννιόμαστε κατά Χριστόν, έπειτα πάσχουμε μαζί με τον Χριστό, στη συνέχεια νικούμε το κράτος του διαβόλου και ανασταινόμαστε. Τέλος μπορούμε να ζήσουμετη θέωση.Ο Άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι η Ανάσταση συνδέεται με όλους τους ανθρώπους, ενώ η Ανάληψη μόνο με τους Αγίους.Όλοι θα αναστηθούν κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και δίκαιοι και αμαρτωλοί, αλλά δεν θα αναληφθούν όλοι. Μόνο οι δίκαιοι θα αρπαγούνμέσα σε νεφέλες για να προϋπαντήσουν τον Χριστό ερχόμενο από τους Ουρανούς.
Είπε ο Κύριος: «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο Υιός του ανθρώπου, ο ών εν τω ουρανώ» (Ιω. γ΄ 13)
Υπήρχαν πολλές αναστάσεις προ Χριστού, αλλά κανείς δεν πήγε στον Ουρανό.Ο Προφήτης Ηλίας πήγε «ως τον ουρανόν». Αυτό σημαίνει μια μετάθεση που τον ανύψωσε από την γη, αλλά δεν τον εξήγαγε έξω από αυτήν. Επίσης όσοι αναστήθηκανκαι επέστρεψαν στη γη, πάλι μετά από λίγο πέθαναν. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε και ο θάνατος δεν έχει κυριαρχία επάνω Του. Αφού αναλήφθηκε στους ουρανούς,κάθε ύψωμα είναι κατώτερο από Αυτόν.Η μετάσταση του Προφήτου Ηλία, δείχνει πως περίπου θα έφευγαν οι άνθρωποι, εάν δεν είχε αμαρτήσει ο Αδάμ και δεν είχε εισέλθει στην κτίση ο θάνατος.
«επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς και εγένετο εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς, διέστη απ’ αυτών, και ανεφέρετο εις τον ουρανόν» (Λουκ. κδ΄ 50-51)Δεν ευλόγησε τους Μαθητές Του και στη συνέχεια ανερχόταν στον ουρανό, αλλά άρχισε να τους ευλογεί και ευλογώντας τους Μαθητές ανερχόταν στον ουρανό, δίνονταςσε αυτούς δύναμη για την κατόρθωση της εργασίας των εντολών, τηρώντας αυτό που τους είπε «ιδού εγώ μεθ΄υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας τουαιώνος».
Τούτο είναι αλήθεια διότι ο Χριστός είναι ο Βασιλεύς και ο Κύριος του ουρανού και της Γης, είναι εκείνος που στέλνει τη Χάρη και ευλογία στους ανθρώπους, είναιο μόνος ευλογητός, ο Οποίος δια της ευλογίας Του, ενισχύει και καθιστά τους αξίους της ευλογίας ευλογημένους.
Ο Μ. Αθανάσιος λέει, πως ο Χριστός δεν έλαβε από την Παναγία σώμα για απλή χρήση, αλλά για απέραντη κτήση. Δεν «σεσωμάτωται» προς καιρόν, αλλά διαρκώς«σεσάρκωται». Ο Χριστός θα παραμείνει Θεάνθρωπος εις τους αιώνες.
Κατά την Ανάληψη βλέπουμε την παρουσία πολλών αγγέλων. Φυσικό είναι να γεμίσει ο αέρας από αγγέλους μια τόσο σημαντική μέρα.Οι άγγελοι είναι πνεύματα κτιστά, που δημιουργήθηκαν από τον Θεό κι έχουν διπλό έργο. Να δοξάζουν τον Θεό ακαταπαύστως και να υπηρετούν την σωτηρία τουανθρώπου.
Σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική παράδοση, οι άγγελοι είναι (νοερά πνεύματα), και είναι χωρισμένα σε τρεις τριάδες.Η πρώτη βρίσκεται πλησίον του θρόνου του Θεού, η μεσαία μεταξύ ουρανού και γης και η τελευταία στη γη και διακονεί τους ανθρώπους.Με την Ανάληψη, ανερχόμενες οι τάξεις των αγγέλων που διακονούσαν τον Χριστό στη γη, πρόσταξαν τους ανωτέρους αγγέλους, τους άρχοντες του στερεώματος,του δευτέρου ουρανού, να ανοίξουν τις πύλες για να εισέλθει ο βασιλεύς της δόξης (σύμφωνα με τον ψαλμό του Δαβίδ κγ΄7-10 «άρατε πύλες…»).Πύλες είναι οι αγγελικές φυλακές, που είναι αιώνιες και δεν είχαν ανοίξει ποτέ. Και όταν ακόμη κατέβηκε ο Χριστός ήταν κλειστές. Γι αυτό, το μυστήριο τηςενσάρκου οικονομίας του Χριστού ήταν άγνωστο και στους αγγέλους (¨ΑΓ. Ιωάννης Χρυσόστομος).Στη συνέχεια οι άγγελοι του στερεώματος (του δευτέρου ουρανού) πρόσταξαν τους άρχοντες-αγγέλους του πρώτου ουρανού, να ανοίξουν τις πύλες για να εισέλθειο Βασιλεύς της δόξης.Οι άγγελοι παραξενεύτηκαν από τις πληγές της ανθρώπινης φύσης του Χριστού και φοβήθηκαν. Ο φόβος γεννιέται στην ψυχή από το παρά φύσιν του πράγματος.
Μετά την Ανάληψη παρατηρούμε μερικά ενδιαφέροντα σημεία.Πρώτον, οι Μαθητές έφυγαν από το όρος των Ελαιών με μεγάλη χαρά, καίτοι στερήθηκαν τον Χριστό. Χάρηκαν υπερβολικά γιατί απέκτησαν τη βεβαιότητα ότι θαλάβουν το Πνεύμα το Άγιον, και ότι θα γίνουν μέλη του Σώματός Του.Δεύτερον, μεταξύ Αναλήψεως και Πεντηκοστής παρεμβάλλεται περίοδος προσευχής, δεήσεως και ησυχίας, τόσο σωματικής όσο και ψυχικής. Δεν μπορεί κανείς ναμεθέξει του Αγίου Πνεύματος αν δεν βρίσκεται σε κατάσταση προσευχής και εσωτερικής νήψεως.Τρίτον, οι Μαθητές βρίσκονται σε μια διαρκή σύναξη, προσκαρτερούν, έχοντας στο μέσον την Παναγία, την Μητέρα του Χριστού. Αυτό δείχνει την αξία της λατρείας της Εκκλησίας, αφού στο κέντρο της υπάρχει το πιο αγαπητό πρόσωπο στον Χριστό και στους Χριστιανούς, δηλαδή η Παναγία. Η Θεοτόκος δεν διεκδίκησε καμιά εξουσία και καμιά διακονία στην Εκκλησία, αλλά ήταν στο κέντρο της λατρείας, ο πιο πολύτιμος θησαυρός που είχε και έχει η Εκκλησία.Τέταρτον, πρέπει πάντοτε να υπακούμε στις εντολές του Χριστού, γιατί έχουν καλή και άγια κατάληξη.
Η Ανάληψη του Χριστού είναι το κόσμημα όλων των Δεσποτικών εορτών, η τελείωση όλων όσων έκανε ο Χριστός για μας, με το έργο της θείας Οικονομίας.
(του Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου -Από το βιβλίο του, «Δεσποτικές εορτές»).
Τρίτη 25 Μαρτίου 2025
Mια ακόμα «Μεγάλη Εβδομάδα» μας προκαλεί να αναμετρηθούμε με τη μεγαλοσύνη της, να γνωρίσουμε το Θεό καλλιεργώντας μια σχέση μαζί Του. Να φτάσουμε στη μεγάλη γιορτή.
........Αλήθεια πώς γεννιέται μια γιορτή; Κάποιος κάποτε αποφάσισε όλοι την τάδε μέρα να γιορτάσουν ; Όχι δεν νομίζω να συνέβη έτσι. Η χαρά δεν προαποφασίζεται, η χαρά ξεσπάει και γίνεται έκρηξη, ντύνει ξαφνικά τη ζωή στα γιορτινά και μεταμορφώνει την καθημερινή πραγματικότητα.
Η γιορτή γεννήθηκε όταν τα ερωτήματα των ανθρώπων για το νόημα για το σκοπό, για την ουσία της ζωής απασχολούσαν κατά κύριο λόγο τον άνθρωπο. Και γιορτή ήταν το Ευαγγέλιο: ένα συναρπαστικά ευφρόσυνο μήνυμα. Το μήνυμα έλεγε ότι χαρίστηκε στους ανθρώπους η δυνατότητα της νίκης καταπάνω στο θάνατο.
Τώρα η ζωή δεν είναι οκτάωρο, λίγος χρόνος διασκέδασης, ετήσιο εισόδημα, ετήσιες δαπάνες, συνταξιοδότηση και τελικά δύο ημερομηνίες, γεννήσεως και ταφής.
Εμείς όμως, πώς προσεγγίζουμε αλήθεια αυτό το μήνυμα.
Ακούμε, «Ο Θεάνθρωπος Χριστός σταυρώθηκε για μας, δέχθηκε τον θάνατο για να μας σώσει από την αμαρτία, ανέστη από των νεκρών για να μας χαρίσει την αιώνια ζωή».
Ποια πραγματικότητα αντιπροσωπεύει άραγες για τον σημερινό άνθρωπο κάθε μια από αυτές τις λέξεις, σε τι χειροπιαστό παραπέμπουν αν αφαιρέσουμε εξοικείωση που έχουμε με το περίεργο πραγματικά νόημά τους;
Έτσι και στην εμπειρία της Μεγάλης Εβδομάδας, στην εκκλησιαστική εμπειρία γενικότερα, είναι η σχέση με τον κόσμο της ποίησης και των συμβόλων, της εικόνας και της δραματουργίας, της νηστείας και της κάθαρσης, που μας εισάγει εμπειρικά στη γνώση. Στη γνώση που προκύπτει από την ανταπόκριση μας στον έρωτα του Θεού για τον κάθε άνθρωπο.
Δεν είναι βιαστής της ελευθερίας και της προσωπικής ακεραιότητας του ανθρώπου ο Θεός, είναι Νυμφίος.
Απομένει στον άνθρωπο η ελεύθερη αγαπητική συγκατάθεση για να εισέλθει στο χώρο (Νυμφώνα) της ακατάλυτης από το θάνατο ζωής
Αυτό που ζητάει ουσιαστικά ο Θεός από τον άνθρωπο δεν είναι ούτε τα ατομικά κατορθώματα ούτε οι αξιομισθίες αλλά μια κραυγή εμπιστοσύνης και αγάπης από τα βάθη της αβύσσου μας, ή ακόμα, ίσως, μια στιγμή ανάνηψης και αγωνίας μέσα από τον κλειστή και καλοασφαλισμένη αντίληψη της ευτυχίας μας.
Το μήνυμα είναι άμεσο μέσα από κάθε φάση της ζωής της Εκκλησίας, σε κάθε μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας. Δεν είναι μήνυμα ηθικό. Η Ηθική και η Θρησκεία εμφανίζονται από τη στιγμή που έχει καταλυθεί η οργανική και άμεση σχέση του ανθρώπου με το Θεό, είναι η προσπάθεια να αναπληρωθεί η απουσία σχέσεως με πράξεις εξιλεώσεων, είναι τα αποτελέσματα της πτώσης του ανθρώπου, της προσπάθειάς του να αυθυπάρξει (της απόφασής του να διακόψει τη σχέση μαζί Του).
Μεγάλη Εβδομάδα. Με ποιες εμπειρίες αλλά και με ποια γλώσσα να μιλήσουμε οι άνθρωποι της σημερινής εποχής, για το μυστήριο του Σταυρού του Χριστού; Τα όσα άρρητα κατορθώνει να πει η Εκκλησία στις ακολουθίες της με την ποιητική Θεολογία των Βυζαντινών, μοιάζουν ακατανόητα για την «κοινωνία της αφθονίας», την κοινωνία με μοναδικό στόχο την ευζωία, την κοινωνία με τη λογική των πέντε αισθήσεων. Είναι μωρία σύμφωνα μ’ αυτήν τη λογική η Σταυρική Θυσία και η Ανάσταση που την ακολουθεί.
Στον δικό μας τόπο και στη δική μας ελληνική παράδοση αυτή η πίστη στη Ανάσταση, η αναφορά σε έναν Θεό όχι τιμωρό και δικαστή, αλλά μανικό εραστή και Νυμφίο του ανθρώπου, ήταν ο άξονας που οργάνωνε τη ζωή και τη συνοχή της κοινωνίας. Αυτή η πίστη έδινε ταυτότητα στον Έλληνα. Ας θυμηθούμε το πρώτο Σύνταγμα της Επιδαύρου το 1822. Μόλις έστησαν ελεύθερη πατρίδα αυτοί οι μαρτυρικοί αγωνιστές, θέλησαν να ορίσουν στο Σύνταγμα ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης του νεοσύστατου κράτους. Και δεν είχαν αλλού να εντοπίσουν την ελληνική ιδιότητα παρά μόνο στην πίστη: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες». Αν ξαναφέρναμε στο Σύνταγμα σήμερα αυτόν τον ορισμό του Έλληνα, με πόσους πολίτες θα απόμενε αυτή η δύσμοιρη η πατρίδα;
Η Ανάσταση δεν είναι σύμβολο αλλά γεγονός. Ναι μπορεί ο άνθρωπος να αντλεί την ύπαρξη όχι από τη θνητή φύση αλλά από τη σχέση με το Θεό. Μπορεί ο άνθρωπος να ελπίζει.
Αυτή την ελπίδα ψηλαφούμε στον Αναστάσιμο όρθρο, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, μα την ψηλαφούμε όλοι, άξιοι και ανάξιοι, δίκαιοι και άδικοι, πιστοί και άθεοι, τελώνες και άγιοι. Εκεί, στο πανηγύρι της Ανάστασης, όπου πρώτοι και έσχατοι, πλούσιοι και πένητες, εγκρατείς και ράθυμοι, <<τρυφούν οι πάντες>>. Ο οικοδεσπότης λέει: εισέλθετε». Αυτός καλεί και Αυτός δέχεται τον έσχατο …. και τον πρώτον … και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται,και τα έργα δέχεται, και την γνώμην ασπάζεται, και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί., ουκούν, εισέλθετε πάντες».
Δευτέρα 3 Μαρτίου 2025
ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ!
Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025
Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024
Του Μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυρού Μελετίου Καλαμαρά. Οι ευχές των Θεοφανείων σε μετάφραση.
ΕΥΧΕΣ
ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
Εὐχή
τοῦ ἁγίου Σωφρονίου Πατριάρχου
------- -------
῾Α |
γία Τριάς, ὑπερούσια, ὑπεράγαθη, παντοδύναμη, ἀόρατη,
ἀκατάλη-πτη, δημιουργέ τῶν νοερῶν ἀγγέλων καί τῶν λογικῶν ἀνθρώπων· ἡ ἔμφυτη
ἀγαθότητα· τό φῶς τό ἀπρόσιτο· πού φωτίζει καί ἁγιάζει, κάθε ἄνθρωπο πού
ἔρχεται στόν κόσμο· λάμψε καί σέ
ἐμένα τόν ἀνάξιο δοῦλο Σου.
Φώτισέ μου, τῆς διανοίας μου τά μάτια, γιά νά τολμήσω καί ἐγώ
νά ἀνυμνήσω, τίς ἄμετρες εὐεργεσίες Σου
καί τήν δύναμή Σου.
Δέξου τήν δέησή μου. Γιά χάρη τοῦ λαοῦ Σου, πού στέκει γύρω
μου.
Μήν ἀφήνεις τά πλημμελήματά
μου, νά ἐμποδίσουν τό Πνεῦμα Σου τό ῞Αγιο, νά ἔλθει καί ἐδῶ.
Κάμε συγκατάβαση· καί ἄφησέ με, καί ἐμένα τόν ἁμαρτωλό, νά
φωνάξω τώρα, καί νά εἰπῶ καί ἐγώ, ῾Υπεράγαθε·
Σέ δοξάζομε, Δέσποτα φιλάνθρωπε· παντοκράτωρ· προαιώνιε
βασιλέα μας.
Σέ δοξάζομε, τόν Κτίστη μας καί Δημι-ουργό μας.
Σέ δοξάζομε, ᾿Εσένα τόν μονογενῆ Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού
γεννήθηκες ἀπό τήν μητέρα Σου χωρίς
πατέρα, καί ἀπό τόν Πατέρα Σου χω-ρίς μητέρα. Στήν προηγούμενη ἑορτή, Σέ εἴ-δαμε νήπιο. Τώρα, σέ αὐτήν ἐδῶ σήμερα, Σέ
βλέπομε τέλειον· τόσο τέλειον, ὅσο μπορεῖς νά εἶσαι μόνο Σύ, πού ἀπό τόν τέλειο
Θεό Πατέρα, ΕΠΕΦΑΝΗΣ καί σύ, τέλειος, Θεέ μας.
Σήμερα, εἶναι γιά μᾶς πολύ μεγάλη ἑορ-τή.
Σήμερα, εἶναι γεμάτη ἡ ᾿Εκκλησία μας ἁγίους· καί οἱ ἄγγελοι,
εὑρισκόμενοι ἀνάμεσά μας, ἑορτάζουνε μαζί μας.
Σήμερα, ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μέ μορφή περιστεριοῦ,
ἐπεφοίτησε στά νερά.
Σήμερα, ἀνέτειλε ἕνας ῞Ηλιος, πού δέν δύει· καί ὁ κόσμος,
καταυγάζεται ἀπό τό φῶς τοῦ Κυρίου.
Σήμερα, ὅπως ὁ κόσμος
ὅλος, ἔτσι καί τό φεγγάρι, ρίχνει
ἀκτῖνες ὑπέρλαμπρες, συμμε-τέχοντας στοῦ κόσμου τήν χαρά καί λάμψη.
Σήμερα, τά φωτοβόλα ἀστέρια, μέ τήν γλύκα τῆς λάμψης τους, τόν
κόσμο ὅλον ὀμορ-φαίνουν.
Σήμερα, οἱ νεφέλες, σάν δροσιά ἀπό τόν οὐρανό, βρέχουν στόν
κόσμο βροχήν δικαι-οσύνης.
Σήμερα, ὁ ἄκτιστος καί δημιουργός Θεός, τό θέλησε, καί δέχθηκε
ἑκούσια, νά βάλει τό χέρι του ἐπάνω στό κεφάλι Του ἕνα πλάσμα του, γιά νά Τοῦ
δώσει εὐλογία! . .
Σήμερα, ὁ προφήτης καί Πρόδρομος, ἐπῆ-γε μέν κοντά στόν
Δεσπότη, ἀλλά στάθηκε μπροστά Του μέ
τρόμο· γιατί ἐκεῖ κατάλαβε, τί συγκατάβαση εἶχε κάμει ὁ Θεός, γιά χάρη μας.
Σήμερα, τό νερό τοῦ ᾿Ιορδάνη, ἡ παρου-σία τοῦ Κυρίου, τό
μετέβαλε σέ φάρμακο.
Σήμερα, τό ἁγιασμένο αὐτό
νερό, τό παίρνει καί τό πίνει, ὁ κόσμος ὅλος.
Σήμερα, μέ τό ἁγιασμένο αὐτό νερό, νερό ᾿Ιορδάνου, ξεπλένονται
ὅλα τῶν ἀνθρώπων τά πταίσματα.
Σήμερα, ὁ Παράδεισος, ἄνοιξε γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους· καί μέ τό
νερό αὐτό, μᾶς φω-τίζει ὁ ῞Ηλιος τῆς Δικαιοσύνης.
Σήμερα, τό πικρό ἐκεῖνο νερό, γιά τό ὁποῖο μᾶς μιλάει ὁ Μωϋσῆς, ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου
μας, τό μεταβάλλει σέ γλυκύ, γιά τό λαό μας.
Σήμερα, ἀπαλλαγήκαμε ἀπό τόν παλαιό ἐκεῖνο, ''θρῆνο χωρίς
ἐλπίδα''· καί σάν νέος ᾿Ισραήλ, ἐσωθήκαμε!
Σήμερα, ἐλυτρωθήκαμε ἀπό τό σκοτάδι τῆς ψεύτικης θρησκείας,
καί ἡ ψυχή μας γεμίζει, μέ τῆς
θεογνωσίας τό φῶς.
Σήμερα, μέ τήν ᾿Επιφάνεια τοῦ Θεοῦ μας, ξεδιαλύνεται ἡ
θολούρα, πού κυριαρχεῖ στά θέ-ματα τοῦ κόσμου.
Σήμερα, ὁλόκληρος ὁ ἄνω κόσμος πανη-γυρίζει, σκιρτάει ἀπό
χαρά, κρατάει κεριά!
Σήμερα, καταργήθηκε ἡ πλάνη· καί ὁ ἐρ-χομός τοῦ Κυρίου μας,
μᾶς ἄνοιξε τῆς σωτη-ρίας τόν δρόμο.
Σήμερα, τά ἄνω, συνεορτάζουν μέ τά κάτω· καί τά κάτω, ἄνοιξαν
ἐπικοινωνία μέ τά ἄνω.
Σήμερα, ἡ ἱερά καί μεγαλόφωνη πανή-γυρη τῶν ᾿Ορθοδόξων,
ἀγάλλεται.
Σήμερα, ὁ Δεσπότης τρέχει
στό βάπτι-σμα· γιά νά ἀνεβάσει ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους ψηλά.
Σήμερα, ὁ ἀκλινής σάν Θεός, σκύβει στόν δοῦλο τόν αὐχένα Του,
γιά νά ἐλευθερώσει ἀπό τήν δουλεία ἐμᾶς.
Σήμερα, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἔγινε δική μας! Καί τῆς
βασιλείας αὐτῆς τοῦ Κυρίου, οὐκ ἔσται τέλος!
Σήμερα, θάλασσα καί ξηρά, ἐμοιράσθη-καν τοῦ κόσμου τήν χαρά.
Σέ εἶδαν καί Σέ κατάλαβαν, ἀκόμη καί τά νερά, Θεέ μου! Σέ εἶδαν τά νερά, καί ἐφοβή-θηκαν!
῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε πίσω, - ὅταν εἶδε ᾿Εσένα, τό Πῦρ τῆς Θεότητος,
νά κατεβαίνεις μέ τό σῶμα Σου, καί νά εἰσέρχεσαι σ᾿ αὐτόν!
῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε
πίσω, - ὅταν εἶδε τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο, νά κατεβαίνει μέ μορφή περιστερᾶς,
καί νά πετάει τριγύρω Σου.
῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε πίσω, - ὅταν εἶδε ᾿Εσένα τόν ἀόρατο
Θεό, ὁρατό· τόν Κτίστη καί Δημιουργό, μέ
σάρκα· τόν Αὐθέντη καί Δεσπό-τη, μέ δούλου μορφή.
Ὁ ᾿Ιορδάνης ἐγύρισε πίσω! - Καί εἶδαν τά ὄρη καί ἐσκίρτησαν.
᾿Εσκίρτησαν, πού εἶδαν τόν Θεό μέ σάρκα!
Καί τά σύννεφα τό ἐβροντοφώναξαν·
ὅτι Αὐτός πού ἦλθε, εἶναι πολύ μεγάλος·
ὅτι εἶναι Φῶς ἐκ Φωτός· Θεός ἀληθινός ἐκ
Θεοῦ ἀληθινοῦ·
ὅτι, καί τόν θάνατο - καρπό τῆς παρα-κοῆς· καί τό
δηλητήριο κεντρί τῆς πλάνης· καί τίς ἀλυσίδες ἐκεῖνες, πού
κρατοῦν τόν ἄνθρωπο δεμένο στόν
θάνατο καί στόν ἅδη, τά ἐβύθισε, καί χάθηκαν,
μέσα στό νερό τοῦ ᾿Ιορδάνη·
καί ὅτι τώρα, Αὐτός, ὁ Κύριος καί Θεός μας, ἔχει
δώσει σέ μᾶς καί σέ ὅλον τόν κόσμο, τό δῶρο Του· τό βάπτισμα τῆς σωτηρίας.
Καί ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό, καί ἐγώ ὁ ἁμαρ-τωλός καί ἀνάξιος δοῦλος
Σου, Κύριε, διηγού-μενος τά μεγάλα καί θαυμάσια ἔργα Σου, μέ φόβο καί μέ
κατάνυξη ἀναβοῶ·
Β. Εὐχή τῶν Θεοφανείων
Μ |
έγας εἶσαι, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα Σου· καί κανενός
εἴδους λόγια δέν ἀρκοῦν πρός ὗμνον τῶν θαυμασίων Σου (Γ').
Σύ, μόνο πού τό θέλησες, ἔφερες τά πάντα, - χωρίς καθόλου νά
κοπιάσεις, - ἀπό τό μηδέν στήν ὕπαρξη. Καί Σύ, μέ τήν δύναμή Σου συγκρατεῖς
τήν κτίση· καί μέ τήν πρόνοιά Σου κυβερνᾶς τόν κόσμο.
Σύ συνάρμοσες, ἀπό τέσσερα στοιχεῖα, ὁλόκληρη τήν κτίση· καί
Σύ ἔβαλες τίς τέσσε-ρες ἐποχές, στόν
κύκλο τοῦ χρόνου.
Οἱ νοερές τάξεις τῶν ἀγγέλων ὅλες Σέ
τρέμουν.
῾Ο ἥλιος Σέ ὑμνεῖ.
῾Η σελήνη Σέ δοξάζει.
Τά ἄστρα Σέ παρακαλοῦν.
Τό φῶς Σέ ὑπακούει.
Οἱ ἄβυσσοι Σέ φρίττουν.
Οἱ πηγές ᾿Εσένα ὑπηρετοῦν.
Σύ ἔστησες τόν οὐρανό σάν στέγη.
Σύ ἐστήριξες τήν γῆ ἐπάνω στά νερά!
Σύ ἔφτιαξες γύρω ἀπό τήν θάλασσα, ἕνα τεῖχος μέ ἄμμο.
Σύ ἅπλωσες παντοῦ τόν ἀέρα, νά ἀναπνέωμε.
Οἱ ᾿Αγγελικές Δυνάμεις, Σένα ὑπηρετοῦν.
Οἱ χοροί τῶν ἀρχαγγέλων, Σένα προσκυνοῦν.
Τά πολυόμματα Χερουβείμ, καί τά ἑξα-πτέρυγα Σεραφείμ, εἴτε
στέκουν, εἴτε τριγύρω Σου πετοῦν, ἀπό
εὐλάβεια στήν ἀπρόσιτη Δόξα Σου,
κατακαλύπτονται.
Γιατί Σύ, ὁ Θεός, ὁ ἀπερίγραπτος, ὁ ἄναρχος, καί ἀνέκφραστος,
ἦλθες στήν γῆ, καί ἐπῆρες δούλου μορφή, καί ἔγινες ὅμοιος μέ μᾶς, τούς
ἀνθρώπους. Γιά ἕνα λόγο καί μοναδικό· ἐπειδή δέν τό ὑπόφερες, ἀπό σπλάγχνα
ἐλέους Σου, νά βλέπεις τό γένος τῶν ἀνθρώπων, νά τυραννιέται ἀπό τόν διάβολο.
᾿Αλλά ἦλθες· καί μᾶς ἔσωσες.
Τήν καταλάβαμε τήν χάρη Σου.
Τό διακηρύττομε τό ἐλεός Σου.
Δέν τήν κρύβομε τήν εὐεργεσία Σου.
Μέ τήν Γέννησή Σου, καί τίς γονές
τῆς φύσης μας τίς ἐλευθέρωσες ἀπό τήν κατάρα, καί τήν μήτρα τῆς Παρθένου ἁγίασες.
῞Ολη ἡ κτίση Σέ ὕμνησε, μόλις πού
ἔκαμες τήν ἐμφάνισή Σου· τότε πού Σύ, Θεέ μας, ἦλθες αἰσθητά στήν γῆ, καί
συνα-νεστράφηκες τούς ἀνθρώπους.
Σύ, ἀπό τότε, ἁγιάζεις καί τοῦ
᾿Ιορδάνη τά νερά, κατεβάζοντας ἀπό τόν
οὐ-ρανό σ᾿ αὐτά τό Πανάγιό Σου Πνεῦμα, καί σπάζεις τῶν νοητῶν δρακόντων τά
κεφάλια, πού μερικές φορές φωλιάζουνε σ᾿
αὐτά.
Σύ, λοιπόν, φιλάνθρωπε βασιλέα μας,
ἔλα καί τώρα, μέ τήν χάρη καί ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος, καί ἁγίασε τό
ὕδωρ τοῦτο (Γ' ).
Καί δῶσε σ᾿ αὐτό, τήν χάρη τῆς
ἀπολύτρωσης, τήν εὐλογία πού πῆρε τότε ὁ ᾿Ιορδάνης.
Κάμε τό νερό αὐτό,
νά εἶναι ἀφθαρσίας πηγή·
νά δίνει ἁγιασμό·
νά λύνει τά ἁμαρτήματα·
νά διώχνει τά νοσήματα·
νά ἐξαφανίζει τά δαιμόνια·
νά κάνει, νά μήν μᾶς πιάνουν πιά, οἱ ἐνέργειες τοῦ διαβόλου· ὅποιες καί ἄν εἶναι·
νά εἶναι γεμάτο δύναμη ἀγγελική·
νά
τό ἔχουν ὅλοι,
ὅσοι τό παίρ-νουν
καί τό χρησιμοποιοῦν μέ πίστη,
* μέσο γιά καθαρισμό ψυχῶν καί
σωμάτων·
* φάρμακο γιά θεραπεία ἀπό πάθη·
* ἁγίασμα γιά τά σπίτια τους·
* κατάλληλο καί ὠφέλιμο, γιά κάθε
περίπτωση.
Γιατί Σύ, Θεέ μας, μέ τό ὕδωρ καί μέ τό Πνεῦμα, ἀνακαίνισες
τήν φύση, πού τήν εἶχε ἡ ἁμαρτία
παλαιώσει.
Σύ, Θεέ μας, μέ νερό ξέπλυνες, τήν
ἐποχή τοῦ Νῶε τήν ἁμαρτία.
Σύ, Θεέ μας, μέσα ἀπό τό νερό τῆς
θάλασσας ἐλευθέρωσες, ἀπό τήν δουλεία, μέσῳ τοῦ Μωϋσῆ, τό γένος τῶν ῾Εβραίων.
Σύ, Θεέ μας, ἔσπασες στήν ἔρημο ἕνα
βράχο, καί ἐβγῆκαν ἀπό ἐκεῖ νερά, καί ἐκύλησαν ποτάμια· καί ἐχόρτασες νερό, τόν
διψασμένο Σου λαό.
Σύ, Θεέ μας, μέ τό πῦρ καί μέ τό
νερό, μέ τό θαῦμα ἐκεῖνο πού ἔκαμες τότε μέσῳ τοῦ ᾿Ηλία, ἀπάλλαξες τόν ᾿Ισραήλ
ἀπό τήν πλάνη τοῦ Βάαλ.
Σύ καί τώρα, Δέσποτα Χριστέ, ἁγιάσε
τό ὕδωρ τοῦτο μέ τό Πνεῦμα Σου τό ῞Αγιο
(Γ' ).
Καί δῶσε μέ αὐτό σέ ὅλους·
εἴτε ἁπλῶς τό ἀγγίζουν·
εἴτε χρίονται μέ αὐτό·
εἴτε τό πίνουν·
τόν ἁγιασμό, τήν εὐλογία, τήν
κάθαρση, τήν ὑγιεία!
Καί σῶσε, Κύριε, τούς δούλους Σου,
τούς πιστούς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς ἄρ-χοντές μας. Φύλαξέ τους ὑπό τήν σκέπην
Σου εἰρηνικά. Βοηθησέ τους, νά ἀντικρούσουν σω-στά ὅλους τούς ἐχθρούς μας.
Χάρισέ τους, ὅ,τι Σοῦ ζητοῦν γιά τό καλό· καί τήν αἰώνια ζωή.
Μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκό-που
μας Μελετίου, ὅλων τῶν ῾Ιερέων καί τῶν διακόνων· κάθε ἱερατικό τάγμα· τόν περιε-στῶτα λαό· καί
κάθε ἀδελφό μας, πού γιά κάποιο λόγο σοβαρό, δέν μπόσεσε νά ἔλθει ἐδῶ στήν
᾿Εκκλησία.
Καί ἐλέησε, καί αὐτούς καί ἐμᾶς,
κατά τό μέγα Σου ἔλεος.
Κάμε, Κύριε, καί ἀπό τά στοιχεῖα τῆς
φύσεως, καί ἀπό τούς ἀγγέλους καί ἀπό τούς ἀνθρώπους, καί ἀπό τά ὁρατά, καί ἀπό
τά ἀόρατα, ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα, νά δοξάζεται
τό πανάγιο ῎Ονομά Σου, μαζί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό ῞Αγιο Πνεῦμα, καί
τώρα καί πάντοτε, καί εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.
Εὐχή τῆς κεφαλοκλισίας
Σ |
κῦψε, Κύριε· γύρισε τά αὐτί Σου· καί ἄκουσέ μας· Σύ, πού
καταδέχθηκες νά βαπτισθῆς στόν ᾿Ιορδάνη, καί ἁγίασες τά ὕδατα.
Καί εὐλόγησέ μας, ὅλους ἐμᾶς, πού
σκύβοντας τό κεφάλι μας, θέλωμε μέ τό σχῆμα αὐτό, νά Σοῦ δηλώσωμε ὅτι εἴμαστε
δικοί Σου, δοῦλοι Σου.
Καί ἀξίωσέ μας, νά γεμίσωμε ἁγιασμό
Σου, μέ τήν μετάληψη καί μέ τόν ραντισμό, ἀπό τό νερό αὐτό.
Καί κάμε, νά γίνει αὐτό σέ μᾶς, Κύριε, γιά ὑγίεια· καί
στήν ψυχή καί στό σῶμα.
Γιατί, σύ εἶσαι ὁ ἁγιασμός, καί τῶν
ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας, καί σέ Σένα ἀναπέμπομε, καί τήν δόξα καί τήν
εὐχαριστία, καί τήν προσκύνηση, - μαζί μέ τόν ἄναρχο Πατέρα Σου, καί μέ τό
πανάγιο καί ἀγαθό καί ζωοποιό Σου Πνεῦμα, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς
αἰῶνες τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.