Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

 






Οι Αποκριές ή το Καρναβάλι όπως είναι γνωστό σε όλους μας, είναι μια περίοδος διασκεδάσεων Διονυσιακής μάλλον Ελευθεριότητος (= παρεκκλίσεις από την Ηθική). Αρχικά αυτές οι διασκεδάσεις ήσαν αφιερωμένες στο Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς με τις Ρωμαϊκές Καλένδες (Νουμηνίες = Νεομηνίες = περίοδοι νέας Σελήνης ), και τους Βυζαντινούς «Καλικάντζαρους (= Δαιμονικά πλάσματα της Νεοελληνικής λαϊκής Μυθολογίας» ). Τούτο φαίνεται από το γεγονός, ότι σε πολλά μέρη της Μακεδονίας, και όχι μόνον, παρατηρούνται τέτοιες Καρναβαλικές εκδηλώσεις κατά την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. ( ΘΗΕ. τόμ. 2ος, σελ. 1098-1105 ).
Οι εκδηλώσεις αυτές είναι κατάλοιπα μάλλον των Διονυσιακών χρόνων. Τα παλιά αυτά ειδωλολατρικά έθιμα συνεχίστηκαν με τα Ρωμαϊκά «Λουπερκάλια (=εορτές προς τιμήν του μυθικού θεού Lupercus, προστάτη των κοπαδιών από τους λύκους ), και τα Ελληνικά «Ανθεστήρια (= τριήμερη μεγάλη εορτή των ανθέων προς τιμήν του Διονύσου στην Αθήνα)». Ο λαός μας ( όπως και οι ξένες Χώρες ), γιορτάζει τις Αποκριές ή το Καρναβάλι με ειδωλολατρική Διονυσιακή ελευθεριότητα, ως να επρόκειτο για διάλειμμα ανάμεσα στην έντονη Χριστιανική λατρεία του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων και την κατανυκτική περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που ακολουθεί.
Τις γιορταστικές αυτές εκδηλώσεις μπορούμε να τις χωρίσουμε: α.-) Σε φαγητά (Κρέας, Γάλατα, κλπ. ). β.-) Σε μεταμφιέσεις από αρχαίες λατρείες, όπου κρύβονται τα πρόσωπα. Η συνήθεια αυτή είχε ως σκοπό να αποκρύψει τo πρόσωπο, και να δώσει την ελευθερία της διασκέδασης, γ'.-) Σε άσεμνους χορούς και τραγούδια. Σε άσεμνες ενδυμασίες και ξεγυμνώματα. Οι μεταμφιεσμένοι αποκαλούνται γενικά «Μασκαράδες» και παίρνουν διάφορες μορφές. (Νεόνυμφων, Γενίτσαρων, Κουμπάρων, Αραπάδων. Ζώων, Σατανάδων, κλπ, ), και πραγματοποιούν διάφορες Καρναβαλικές πομπές με ιδιαίτερη λαμπρότητα.
Ένα άλλο σημαδιακό Καρναβαλικό λαϊκό έθιμο που συνοδεύει συνήθως τις ημέρες της Αποκριάς των τριών εβδομάδων έως και την Καθαρά Δευτέρα, είναι και οι καθαρτικές «Φωτιές» της Καθαράς Δευτέρας έν όψει της μεταβατικής εποχής της κατανυκτικής περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Έτσι λοιπόν, ο λαός εκμεταλλεύτηκε τελικά αυτές τις ελευθεριότητες των Διονυσιακών εκδηλώσεων, και έκτοτε έχει πυκνώσει και πυκνώνει συνεχώς αυτές τις εκδηλώσεις, που τις μπλέκει και με ξενόφερτες απαράδεκτες εκδηλώσεις και συνήθειες, ιδίως τις δύο εβδομάδες των Απόκρεω και της Τυρινής του Τριωδίου παίρνοντας και μια ημέρα ακόμη από την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, την « Καθαρά Δευτέρα ».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αγνοεί αυτή την πραγματικότητα, και τους κινδύνους που εγκυμονούν αυτές τις ημέρες των ανεξέλεγκτων Διονυσιακών ελευθεριοτήτων. Ως Φιλόστοργος Μητέρα, η Εκκλησία του Ιησού Χριστού, παρακολουθεί προσεκτικά τις εκδηλώσεις αυτές, και τις αντιμετωπίζει με παράλληλες κατανυκτικές Ακολουθίες, ώστε να συγκρατήσει τους πιστούς Της, και να τους προφυλάξει από του να ξεπεράσουν τα όρια, και να παρασυρθούν σε εφάμαρτες ακρότητες.
Οι συνήθειες αυτές που γίνονται τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά στη Χώρα μας ( στις Βόρειες ιδίως επαρχίες: Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Θράκης και τον Πόντο ), αλλά και των δύο Κυριακών των Απόκρεω και της Τυρινής του Τριωδίου, δεν είναι καθόλου Χριστιανικές είναι καθαρώς Ειδωλολατρικά κατάλοιπα. Όμως, είναι οι Εθνικές μας ρίζες, και για το λόγο αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, με μεγάλη διακριτικότητα, τις ανέχεται και τις, προσπερνά απαρατήρητα, προτάσσοντας αντ' αυτών στους πιστούς, κατάλληλες πνευματικές κατανυκτικές Ακολουθίες, και με κείμενα μετανοίας προσπαθεί να τους συγκεντρώσει και πάλι στους Ιερούς Ναούς, για να τους μεταφέρει στο πνεύμα και στο νόημα της περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που ευθύς αμέσως ακολουθεί.
Δυστυχώς, ζούμε σε μια εποχή πολύπλευρα γιγαντούμενης Ειδωλολατρίας, που θέλει να γίνει κυρίαρχη όχι μόνον της ζωής μας, αλλά και της αθάνατης ψυχής μας. Παρίσταται λοιπόν μεγάλη ανάγκη να αντισταθούμε, γενναίως, αποδυόμενοι σε σκληρούς και θυσιαστικούς, αν παραστεί ανάγκη, αγώνες, «μαθητείας και διδασκαλίας πάντων όσων Εκείνος ενετείλατο ημίν » ( Ματθ, 28,18-20 ). Να αποδυθούμε σε αγώνες για να κρατήσουμε ανόθευτη την Ορθόδοξη Πίστη μας, τις Ελλην/Ορθόδοξες Παραδό­σεις μας και τα ιδανικά της ένδοξης Φυλής μας, εν όψει της επερχόμενης βαρβαρότητας από την πολύπλευρη Παγκοσμιοποίηση, που απεργάζονται ντόπιες και σκότιες ξένες διεθνείς δυνάμεις συνεπικουρούμενες, δυστυχώς, από ανάξιους της αποστολής τους Ταγούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, « ανθρώπους πονηρούς και γόητας προκύπτοντας επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι» (Β' Τιμ. 3,13 ). Ταγοί της Ορθοδόξου Εκκλη­σίας μας επιλήσμονες και ανάξιοι της αποστολής τους, οι οποίοι« εισήλθαν εις την αυλήν των προβάτων ουχί δια της θύρας, αλλά αναβαίντες αλλαχόθεν ... κλέπτες και ληστές ... που ου μέλει αυτούς περί των προ­βάτων ... ». ( Ιωάν. 10,3-13 ). Λύκοι που λυμαίνονται την Εκκλησία Εκείνου. «ήν περιεποιπήσατο δια του αίματος του ιδίου » (Πράξ. 20,28)
ΠΡΟΣΟΧΗ μεγάλη, αδελφοί μου, στις διασκεδάσεις μας και στις μετα­κινήσεις μας, και καλή χρήση της Νηστείας της Σαρακοστής, αφ' ενός μεν για την υγεία μας «κατ' άμφω («στο σώμα και στο πνεύμα» ), και αφ' ετέρου για την εκπλήρωση του σκοπού της Νηστείας, ήτοι: Της απαλ­λαγής μας από τα πάθη μας, αλλά και της Φιλανθρωπίας μας προς τον ο­ποιονδήποτε πάσχοντα αδελφό μας.


Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος - Εκκλ/κός Συνήγορος
Επ/μος πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος.

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024


 Του Μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυρού Μελετίου Καλαμαρά. Οι ευχές των Θεοφανείων σε μετάφραση. 

ΕΥΧΕΣ

ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ

 

Εὐχή

τοῦ ἁγίου  Σωφρονίου Πατριάρχου

------- -------

 

῾Α

γία Τριάς, ὑπερούσια, ὑπεράγαθη, παντοδύναμη, ἀόρατη, ἀκατάλη-πτη, δημιουργέ τῶν νοερῶν ἀγγέλων καί τῶν λογικῶν ἀνθρώπων· ἡ ἔμφυτη ἀγαθότητα· τό φῶς τό ἀπρόσιτο· πού φωτίζει καί ἁγιάζει, κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο· λάμψε καί σέ  ἐμένα  τόν ἀνάξιο δοῦλο Σου.

Φώτισέ μου, τῆς διανοίας μου τά μάτια, γιά νά τολμήσω καί ἐγώ νά ἀνυμνήσω,  τίς ἄμετρες εὐεργεσίες Σου καί τήν δύναμή Σου.

Δέξου τήν δέησή μου. Γιά χάρη τοῦ λαοῦ Σου, πού στέκει γύρω μου.

Μήν ἀφήνεις τά πλημμελήματά  μου, νά ἐμποδίσουν τό Πνεῦμα Σου τό ῞Αγιο, νά ἔλθει καί ἐδῶ.

Κάμε συγκατάβαση· καί ἄφησέ με, καί ἐμένα τόν ἁμαρτωλό, νά φωνάξω τώρα, καί νά εἰπῶ καί ἐγώ, ῾Υπεράγαθε·

Σέ δοξάζομε, Δέσποτα φιλάνθρωπε· παντοκράτωρ· προαιώνιε βασιλέα μας.

Σέ δοξάζομε, τόν Κτίστη μας καί Δημι-ουργό μας.

Σέ δοξάζομε, ᾿Εσένα τόν μονογενῆ Υἱό τοῦ Θεοῦ, πού γεννήθηκες  ἀπό τήν μητέρα Σου χωρίς πατέρα, καί ἀπό τόν Πατέρα Σου χω-ρίς μητέρα. Στήν προηγούμενη ἑορτή, Σέ  εἴ-δαμε νήπιο. Τώρα, σέ αὐτήν ἐδῶ σήμερα, Σέ βλέπομε τέλειον· τόσο τέλειον, ὅσο μπορεῖς νά εἶσαι μόνο Σύ, πού ἀπό τόν τέλειο Θεό Πατέρα, ΕΠΕΦΑΝΗΣ καί σύ, τέλειος, Θεέ μας.

Σήμερα, εἶναι γιά μᾶς πολύ μεγάλη ἑορ-τή.

Σήμερα, εἶναι γεμάτη ἡ ᾿Εκκλησία μας ἁγίους· καί οἱ ἄγγελοι, εὑρισκόμενοι ἀνάμεσά μας, ἑορτάζουνε μαζί μας.

Σήμερα, ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, μέ μορφή περιστεριοῦ, ἐπεφοίτησε στά νερά.

Σήμερα, ἀνέτειλε ἕνας ῞Ηλιος, πού δέν δύει· καί ὁ κόσμος, καταυγάζεται ἀπό τό φῶς τοῦ Κυρίου.

Σήμερα, ὅπως  ὁ κόσμος ὅλος, ἔτσι καί τό φεγγάρι, ρίχνει  ἀκτῖνες ὑπέρλαμπρες, συμμε-τέχοντας στοῦ κόσμου τήν χαρά καί λάμψη.

Σήμερα, τά φωτοβόλα ἀστέρια, μέ τήν γλύκα τῆς λάμψης τους, τόν κόσμο ὅλον ὀμορ-φαίνουν.

Σήμερα, οἱ νεφέλες, σάν δροσιά ἀπό τόν οὐρανό, βρέχουν στόν κόσμο βροχήν δικαι-οσύνης.

Σήμερα, ὁ ἄκτιστος καί δημιουργός Θεός, τό θέλησε, καί δέχθηκε ἑκούσια, νά βάλει τό χέρι του ἐπάνω στό κεφάλι Του ἕνα πλάσμα του, γιά νά Τοῦ δώσει εὐλογία! . .

Σήμερα, ὁ προφήτης καί Πρόδρομος, ἐπῆ-γε μέν κοντά στόν Δεσπότη, ἀλλά στάθηκε  μπροστά Του μέ τρόμο· γιατί ἐκεῖ κατάλαβε, τί συγκατάβαση εἶχε κάμει ὁ Θεός, γιά χάρη μας.

Σήμερα, τό νερό τοῦ ᾿Ιορδάνη, ἡ παρου-σία τοῦ Κυρίου, τό μετέβαλε σέ φάρμακο.

Σήμερα, τό ἁγιασμένο αὐτό  νερό, τό παίρνει καί τό πίνει, ὁ κόσμος ὅλος.

Σήμερα, μέ τό ἁγιασμένο αὐτό νερό, νερό ᾿Ιορδάνου, ξεπλένονται ὅλα  τῶν ἀνθρώπων τά πταίσματα.

Σήμερα, ὁ Παράδεισος, ἄνοιξε γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους· καί μέ τό νερό αὐτό, μᾶς φω-τίζει ὁ ῞Ηλιος τῆς Δικαιοσύνης.

Σήμερα, τό πικρό ἐκεῖνο νερό, γιά τό ὁποῖο  μᾶς μιλάει ὁ Μωϋσῆς, ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου μας, τό μεταβάλλει σέ γλυκύ, γιά τό λαό μας.

Σήμερα, ἀπαλλαγήκαμε ἀπό τόν παλαιό ἐκεῖνο, ''θρῆνο χωρίς ἐλπίδα''· καί σάν νέος ᾿Ισραήλ, ἐσωθήκαμε!

Σήμερα, ἐλυτρωθήκαμε ἀπό τό σκοτάδι τῆς ψεύτικης θρησκείας, καί ἡ ψυχή μας γεμίζει, μέ  τῆς θεογνωσίας τό φῶς.

Σήμερα, μέ τήν ᾿Επιφάνεια τοῦ Θεοῦ μας, ξεδιαλύνεται ἡ θολούρα, πού κυριαρχεῖ στά θέ-ματα τοῦ κόσμου.

Σήμερα, ὁλόκληρος ὁ ἄνω κόσμος πανη-γυρίζει, σκιρτάει ἀπό χαρά, κρατάει κεριά!

Σήμερα, καταργήθηκε ἡ πλάνη· καί ὁ ἐρ-χομός τοῦ Κυρίου μας, μᾶς ἄνοιξε  τῆς σωτη-ρίας τόν δρόμο.

Σήμερα, τά ἄνω, συνεορτάζουν μέ τά κάτω· καί τά κάτω, ἄνοιξαν ἐπικοινωνία μέ τά ἄνω.

Σήμερα, ἡ ἱερά καί μεγαλόφωνη πανή-γυρη τῶν ᾿Ορθοδόξων, ἀγάλλεται.

Σήμερα, ὁ Δεσπότης τρέχει  στό βάπτι-σμα· γιά νά ἀνεβάσει ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους ψηλά.

Σήμερα, ὁ ἀκλινής σάν Θεός, σκύβει στόν δοῦλο τόν αὐχένα Του, γιά νά ἐλευθερώσει ἀπό τήν δουλεία ἐμᾶς.

Σήμερα, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἔγινε δική μας! Καί τῆς βασιλείας αὐτῆς τοῦ Κυρίου, οὐκ ἔσται τέλος!

Σήμερα, θάλασσα καί ξηρά, ἐμοιράσθη-καν τοῦ κόσμου τήν χαρά.

Σέ εἶδαν καί Σέ κατάλαβαν, ἀκόμη καί τά νερά,  Θεέ μου! Σέ εἶδαν τά νερά, καί ἐφοβή-θηκαν!

῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε πίσω, - ὅταν εἶδε ᾿Εσένα, τό Πῦρ τῆς Θεότητος, νά κατεβαίνεις μέ τό σῶμα Σου, καί νά εἰσέρχεσαι σ᾿ αὐτόν!

῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε  πίσω, - ὅταν εἶδε τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο, νά κατεβαίνει μέ μορφή περιστερᾶς, καί νά πετάει τριγύρω Σου.

῾Ο ᾿Ιορδάνης γύρισε πίσω, - ὅταν εἶδε ᾿Εσένα τόν ἀόρατο Θεό,  ὁρατό· τόν Κτίστη καί Δημιουργό, μέ σάρκα· τόν Αὐθέντη καί Δεσπό-τη, μέ δούλου μορφή.

Ὁ ᾿Ιορδάνης ἐγύρισε πίσω! - Καί εἶδαν τά ὄρη καί ἐσκίρτησαν. ᾿Εσκίρτησαν, πού εἶδαν τόν Θεό μέ σάρκα!

Καί τά σύννεφα τό ἐβροντοφώναξαν·

 ὅτι  Αὐτός πού ἦλθε, εἶναι πολύ μεγάλος·

 ὅτι εἶναι Φῶς ἐκ Φωτός· Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ  ἀληθινοῦ·

ὅτι, καί τόν θάνατο - καρπό τῆς παρα-κοῆς· καί τό

δηλητήριο κεντρί τῆς πλάνης· καί τίς ἀλυσίδες ἐκεῖνες, πού κρατοῦν τόν ἄνθρωπο δεμένο στόν

            θάνατο καί στόν ἅδη, τά ἐβύθισε, καί χάθηκαν,       

μέσα στό νερό τοῦ ᾿Ιορδάνη·

καί ὅτι τώρα, Αὐτός, ὁ Κύριος καί Θεός μας, ἔχει       

δώσει σέ μᾶς καί σέ ὅλον τόν κόσμο, τό δῶρο Του·    τό βάπτισμα τῆς σωτηρίας.

Καί ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό, καί ἐγώ ὁ ἁμαρ-τωλός καί ἀνάξιος δοῦλος Σου, Κύριε, διηγού-μενος τά μεγάλα καί θαυμάσια ἔργα Σου, μέ φόβο καί μέ κατάνυξη  ἀναβοῶ·

           

 

Β. Εὐχή τῶν Θεοφανείων

 

Μ

έγας εἶσαι, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα Σου· καί κανενός εἴδους λόγια δέν ἀρκοῦν πρός ὗμνον τῶν θαυμασίων Σου (Γ').

Σύ, μόνο πού τό θέλησες, ἔφερες τά πάντα, - χωρίς καθόλου νά κοπιάσεις, - ἀπό τό μηδέν στήν ὕπαρξη. Καί Σύ, μέ τήν δύναμή Σου συγκρατεῖς τήν  κτίση· καί  μέ τήν πρόνοιά Σου κυβερνᾶς τόν κόσμο.

Σύ συνάρμοσες, ἀπό τέσσερα στοιχεῖα, ὁλόκληρη τήν κτίση· καί Σύ  ἔβαλες τίς τέσσε-ρες ἐποχές, στόν κύκλο τοῦ χρόνου.

            Οἱ νοερές τάξεις τῶν ἀγγέλων ὅλες Σέ τρέμουν.

            ῾Ο ἥλιος Σέ ὑμνεῖ.

            ῾Η σελήνη Σέ δοξάζει.

            Τά ἄστρα Σέ παρακαλοῦν.

            Τό φῶς  Σέ ὑπακούει.

            Οἱ ἄβυσσοι Σέ φρίττουν.

            Οἱ πηγές ᾿Εσένα ὑπηρετοῦν.

            Σύ ἔστησες τόν οὐρανό σάν στέγη.

            Σύ ἐστήριξες τήν γῆ ἐπάνω στά νερά!

Σύ ἔφτιαξες γύρω ἀπό τήν θάλασσα, ἕνα τεῖχος  μέ ἄμμο.

Σύ ἅπλωσες παντοῦ τόν ἀέρα,  νά ἀναπνέωμε.

Οἱ ᾿Αγγελικές Δυνάμεις, Σένα ὑπηρετοῦν.

Οἱ χοροί τῶν ἀρχαγγέλων, Σένα προσκυνοῦν.

Τά πολυόμματα Χερουβείμ, καί τά ἑξα-πτέρυγα Σεραφείμ, εἴτε στέκουν, εἴτε  τριγύρω Σου πετοῦν, ἀπό εὐλάβεια στήν  ἀπρόσιτη Δόξα Σου, κατακαλύπτονται.

Γιατί Σύ, ὁ Θεός, ὁ ἀπερίγραπτος, ὁ ἄναρχος, καί ἀνέκφραστος, ἦλθες στήν γῆ, καί ἐπῆρες δούλου μορφή, καί ἔγινες ὅμοιος μέ μᾶς, τούς ἀνθρώπους. Γιά ἕνα λόγο καί μοναδικό· ἐπειδή δέν τό ὑπόφερες, ἀπό σπλάγχνα ἐλέους Σου, νά βλέπεις τό γένος τῶν ἀνθρώπων, νά τυραννιέται ἀπό τόν διάβολο. ᾿Αλλά  ἦλθες· καί μᾶς ἔσωσες.

            Τήν καταλάβαμε τήν χάρη Σου.

            Τό διακηρύττομε τό ἐλεός Σου.

            Δέν τήν κρύβομε τήν εὐεργεσία  Σου.

            Μέ τήν Γέννησή Σου, καί τίς γονές τῆς φύσης μας τίς ἐλευθέρωσες ἀπό τήν κατάρα, καί τήν  μήτρα τῆς Παρθένου ἁγίασες.

            ῞Ολη ἡ κτίση Σέ ὕμνησε, μόλις πού ἔκαμες τήν ἐμφάνισή Σου· τότε πού Σύ, Θεέ μας, ἦλθες αἰσθητά στήν γῆ, καί συνα-νεστράφηκες τούς ἀνθρώπους.

            Σύ, ἀπό τότε, ἁγιάζεις καί τοῦ ᾿Ιορδάνη τά νερά, κατεβάζοντας ἀπό  τόν οὐ-ρανό σ᾿ αὐτά τό Πανάγιό Σου Πνεῦμα, καί σπάζεις τῶν νοητῶν δρακόντων τά κεφάλια, πού  μερικές φορές φωλιάζουνε σ᾿ αὐτά.

            Σύ, λοιπόν, φιλάνθρωπε βασιλέα μας, ἔλα καί τώρα, μέ τήν χάρη καί ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος, καί ἁγίασε τό ὕδωρ τοῦτο (Γ' ).

            Καί δῶσε σ᾿ αὐτό, τήν χάρη τῆς ἀπολύτρωσης, τήν εὐλογία πού πῆρε τότε ὁ ᾿Ιορδάνης.

            Κάμε τό νερό αὐτό,

             νά εἶναι ἀφθαρσίας πηγή·

             νά δίνει ἁγιασμό·

             νά λύνει τά ἁμαρτήματα·

             νά διώχνει τά νοσήματα·

             νά ἐξαφανίζει τά δαιμόνια·

νά κάνει, νά μήν μᾶς πιάνουν πιά, οἱ ἐνέργειες   τοῦ διαβόλου·  ὅποιες καί ἄν εἶναι·

             νά εἶναι γεμάτο δύναμη ἀγγελική·

             νά  τό  ἔχουν  ὅλοι,  ὅσοι  τό   παίρ-νουν  καί  τό χρησιμοποιοῦν μέ πίστη,

            * μέσο γιά καθαρισμό ψυχῶν καί σωμάτων·

            * φάρμακο γιά θεραπεία ἀπό πάθη·

            * ἁγίασμα γιά τά σπίτια τους·

            * κατάλληλο καί ὠφέλιμο, γιά κάθε περίπτωση.

            Γιατί Σύ,  Θεέ μας, μέ τό ὕδωρ καί μέ τό Πνεῦμα, ἀνακαίνισες τήν φύση, πού τήν εἶχε ἡ ἁμαρτία  παλαιώσει.

            Σύ, Θεέ μας, μέ νερό ξέπλυνες, τήν ἐποχή τοῦ Νῶε τήν ἁμαρτία.

            Σύ, Θεέ μας, μέσα ἀπό τό νερό τῆς θάλασσας ἐλευθέρωσες, ἀπό τήν δουλεία, μέσῳ τοῦ Μωϋσῆ, τό γένος τῶν ῾Εβραίων.

            Σύ, Θεέ μας, ἔσπασες στήν ἔρημο ἕνα βράχο, καί ἐβγῆκαν ἀπό ἐκεῖ νερά, καί ἐκύλησαν ποτάμια· καί ἐχόρτασες νερό, τόν διψασμένο Σου λαό.

            Σύ, Θεέ μας, μέ τό πῦρ καί μέ τό νερό, μέ τό θαῦμα ἐκεῖνο πού ἔκαμες τότε μέσῳ τοῦ ᾿Ηλία, ἀπάλλαξες τόν ᾿Ισραήλ ἀπό τήν πλάνη τοῦ Βάαλ.

            Σύ καί τώρα, Δέσποτα Χριστέ, ἁγιάσε τό ὕδωρ τοῦτο μέ τό  Πνεῦμα Σου τό ῞Αγιο (Γ' ).

            Καί δῶσε μέ αὐτό σέ ὅλους·

            εἴτε ἁπλῶς τό ἀγγίζουν·

            εἴτε χρίονται μέ αὐτό·

            εἴτε τό πίνουν·

            τόν ἁγιασμό, τήν εὐλογία, τήν κάθαρση, τήν ὑγιεία!

            Καί σῶσε, Κύριε, τούς δούλους Σου, τούς πιστούς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανούς ἄρ-χοντές μας. Φύλαξέ τους ὑπό τήν σκέπην Σου εἰρηνικά. Βοηθησέ τους, νά ἀντικρούσουν σω-στά ὅλους τούς ἐχθρούς μας. Χάρισέ τους, ὅ,τι Σοῦ ζητοῦν γιά τό καλό· καί τήν αἰώνια ζωή.

            Μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκό-που μας Μελετίου, ὅλων τῶν ῾Ιερέων καί τῶν διακόνων·  κάθε ἱερατικό τάγμα· τόν περιε-στῶτα λαό· καί κάθε ἀδελφό μας, πού γιά κάποιο λόγο σοβαρό, δέν μπόσεσε νά ἔλθει ἐδῶ στήν ᾿Εκκλησία.

            Καί ἐλέησε, καί αὐτούς καί ἐμᾶς, κατά τό μέγα Σου ἔλεος.

            Κάμε, Κύριε, καί ἀπό τά στοιχεῖα τῆς φύσεως, καί ἀπό τούς ἀγγέλους καί ἀπό τούς ἀνθρώπους, καί ἀπό τά ὁρατά, καί ἀπό τά ἀόρατα, ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα, νά δοξάζεται  τό πανάγιο ῎Ονομά Σου, μαζί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό ῞Αγιο Πνεῦμα, καί τώρα καί πάντοτε, καί εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.

Εὐχή τῆς κεφαλοκλισίας

 

    Σ

κῦψε, Κύριε· γύρισε τά αὐτί Σου· καί ἄκουσέ μας· Σύ, πού καταδέχθηκες νά βαπτισθῆς στόν ᾿Ιορδάνη, καί ἁγίασες τά ὕδατα.

            Καί εὐλόγησέ μας, ὅλους ἐμᾶς, πού σκύβοντας τό κεφάλι μας, θέλωμε μέ τό σχῆμα αὐτό, νά Σοῦ δηλώσωμε ὅτι εἴμαστε δικοί Σου, δοῦλοι Σου.

            Καί ἀξίωσέ μας, νά γεμίσωμε ἁγιασμό Σου, μέ τήν μετάληψη καί μέ τόν ραντισμό, ἀπό τό νερό αὐτό.

            Καί κάμε, νά  γίνει αὐτό σέ μᾶς, Κύριε, γιά ὑγίεια· καί στήν ψυχή καί στό σῶμα.

            Γιατί, σύ εἶσαι ὁ ἁγιασμός, καί τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας, καί σέ Σένα ἀναπέμπομε, καί τήν δόξα καί τήν εὐχαριστία, καί τήν προσκύνηση, - μαζί μέ τόν ἄναρχο Πατέρα Σου, καί μέ τό πανάγιο καί ἀγαθό καί ζωοποιό Σου Πνεῦμα, καί τώρα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.

 

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024





Ποιό εἶναι τό ἀληθινό μήνυμα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων;

Ἄν θέλαμε νά τό μάθομε, θά ἔπρεπε νά ρωτήσουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό.

            «Κύριε, τήν ἡμέρα τῆς γεννήσεώς σου τί μήνυμα ἤθελες νά μᾶς πεῖς»;
            Βέβαια, ὁ Χριστός αὐτή τήν ἡμέρα  «ἔκανε τό μωρό». Καί δέν μιλοῦσε μιλιά, δέν εἶπε ἀπολύτως τίποτε. Λέμε ὅτι ἔκανε τό μωρό, γιατί ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπῆρξε ποτέ «μωρό» δηλαδή ἀνόητο πλάσμα. ᾿Αλλά ἦταν καί τότε ὁ πάνσοφος καί παντοδύναμος Θεός, ὁ Κυβερνήτης ὅλου τοῦ κόσμου.
            ῞Ομως κατά τό ἀνθρώπινο ἤθελε νά εἶναι ἕνα μωρό παιδάκι στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του. ῎Εδιδε τό παράδειγμα τῆς σιωπῆς, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἀναμονῆς καί πολλῶν ἄλλων ἀρετῶν, ἀρκεῖ νά ἔχουμε νοῦ, διάθεση καί δύναμη νά φιλοσοφήσουμε στό γεγονός τῆς γεννήσεώς του μέσα στό σταῦλο καί νά καταλάβομε τό μεγάλο του μήνυμα.
            Σήμερα, δέν θά ψάξομε γιά τό μυστικό νόημα τῆς σιωπῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά θά ἀναζητήσομε τό μήνυμα τῆς ἑορτῆς, στίς φωνές πού ἀκούστηκαν ἐκείνη τήν νύχτα.
            Ὄχι στίς ἄγριες φωνές τοῦ Ἡρώδη, τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ἀλλά στίς φωνές τῶν ἀγγέλων. Οἱ φωνές τῶν ἀγγέλων εἶναι καί πρέπει νά εἶναι γλυκιές.
            ᾿Εμεῖς τά Χριστούγεννα ἔχομε πάντοτε διάθεση νά ἀκούσομε γλυκιές εὐχές καί νά φᾶμε γλυκά. Εἶναι ὅμως προτιμότερο, νά ἀκούσομε τό γλυκό μήνυμα τῶν Χριστουγέννων, παρμένο ἀπό τά λόγια τῶν ἁγίων ἀγγέλων.
            Μόλις ὁ Χριστός γεννιόταν, στήν ὕπαιθρο τῆς Βηθλεέμ ἦταν μερικοί τσοπάνηδες, οἱ ὁποῖοι «ἐφύλασσον φυλακάς τῆς νυκτός ἀγραυλοῦντες». Ζοῦσαν στό ὕπαιθρο δηλαδή καί ἐκ περιτροπῆς ἀγρυπνοῦσαν, γιά νά φυλᾶνε τά πρόβατά τους ἀπό τούς λύκους. Ὄχι μόνο ἀπό ἀγρίους λύκους, ἀλλά καί ἀπό τούς νοητούς λύκους. Δηλαδή τούς ληστές.
            Ἦταν βαθειά νύκτα· παγωμένη. Μά ξαφνικά μέσα στή σιγαλιά ἔλλαμψε ὁ τόπος. Καί φάνησαν δίπλα τους ἄγγελοι. Τούς εἶπε ἕνας ἄγγελος: «ἰδού εὐαγγελίζομαι ἡμῖν χαράν μεγάλην ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ». Νά τό μεγάλο μήνυμα τῆς ἑορτῆς. ῎Αγγελος Κυρίου ἀπό τόν οὐρανό μιλάει ἐξ ὀνόματος τοῦ Πατέρα τοῦ ἐπουρανίου καί κατ᾿ ἐντολήν του, γιά νά περιγράψει τό ἔργο καί τήν ἀποστολή ἐκείνου πού ἦταν πραγματικό βρέφος καί νήπιο, μά ὄχι καί «μωρό».
            «᾿Ιδού εὐαγγελίζομαι ἡμῖν χαράν μεγάλην, ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ». Μερικοί ἀκούγοντας τά λόγια αὐτά, βγάζουν τό συμπέρασμα, ὅτι τό μήνυμα τῆς ἑορτῆς εἶναι ὅτι ὁ Χριστός ἔφερε μεγάλη χαρά καί πρέπει ἀπό ἐδῶ καί πέρα νά ἔχομε γεμίσει ὅλοι μέ χαρά. Καί ἡ ζωή μας νά εἶναι ἕνας Εἰρηνικός ὠκεανός χαρᾶς. ᾿Αλλά ὁ ἄγγελος δέν εἶπε: «σᾶς φέρνω τό μήνυμα ὅτι ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα θά κολυμπᾶτε στή χαρά». Εἶπε: «σᾶς φέρνω τό χαρμόσυνο μήνυμα ὅτι «ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτήρ»».
            ῾Η χαρά εἶναι ὅτι γεννήθηκε ὁ Σωτήρας. ῎Οχι ὅτι ἀπ᾿ ἐδῶ καί πέρα τελεία καί παύλα, ἔξω ἡ στενοχώρια, ἔξω οἱ πίκρες, ἔξω τά φαρμάκια καί... μόνο χαρά.
            Νά τό προσέξωμε ἰδιαίτερα, γιατί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, μέ τό δίκιο μας, μέσα στίς πολλές πίκρες τῆς ζωῆς, πού εἶναι ὅπως λένε φιλόσοφοι, ψυχολόγοι καί κοινωνιολόγοι ἀπό τήν ἀρχαία ἐποχή μία κοιλάδα θλίψεων, λαχταρᾶμε τήν χαρά. Θέλομε νά γεμίσει ἡ ζωή μας χαρά, ὅπως ὅμως τήν καταλαβαίνομε. Γι᾿ αὐτό ξεχνᾶμε τί νόημα εἶχε τό μήνυμα τοῦ ἀγγέλου «Εὐαγγελίζομαι ἡμῖν χαράν μεγάλην».
            Καί λοιπόν, δώστου εὐχές. «Χαρούμενα Χριστούγεννα,  Χαρούμενα Χριστούγεννα».
            Μά ἄν ὁ Χριστός γεννήθηκε γιά νά μᾶς σώσει, γιατί δέν εὐχόμαστε: «καλή ψυχή, καλό παράδεισο, καλή σωτηρία; Νά πραγματοποιηθεῖ καί γιά μᾶς τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐνανθρώπιση του»;
Ἄς μιλήσουμε λίγο γιά τήν χαρά ὅπως τήν βλέπομε ἐμεῖς. Ὄχι ὅπως μᾶς τήν εἶπε ὁ ἄγγελος. Γιά φαντασθῆτε νά τόν εἴχαμε σήμερα ἀπέναντί μας τόν ἄγγελο, πού εἶπε τό χαρμόσυνο μήνυμα στούς ποιμένες. Τί θά τοῦ λέγαμε;
-῎Ελα ἐδῶ ἄγγελέ μου. Ποῦ τήν εἶδες τήν χαρά. Ποιά χαρά μᾶς ἔφερες; ῾Η ζωή μας εἶναι γεμάτη δοκιμασίες καί θλίψεις.
Τί θά μᾶς ἔλεγε ὁ ἄγγελος;
-Ναί! Εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην. ῎Οχι ἁπλῶς κάποια χαρά... Διότι, «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ». ῾Η χαρά δέν θά προέλθει ἀπό ἄλλον. Θά ἔλθει ἀπό τόν Σωτήρα. Ἄν τοποθετηθῆτε σωστά ἀπέναντί του, οἱ θλίψεις καί οἱ δοκιμασίες θά μεταβληθοῦν σέ χαρά.
Γιατί;
Λέει ἡ Γραφή: «Κεκράξεται πρός με καί ἐπακούσομαι αὐτοῦ». «Μετ᾿ αὐτοῦ εἰμί ἐν θλίψει· ἐξελοῦμαι αὐτόν καί δοξάσω αὐτόν».
Ποιός εἶναι αὐτός πού γεννήθηκε; ῾Ο παντοκράτωρ καί παντοδύναμος Θεός. ῎Επαψε μήπως νά εἶναι παντοκράτωρ καί παντοδύναμος; Ὄχι.  Φώναξέ του λοιπόν καί θά σέ ἀκούσει.          Μᾶς εἶπε:
Ὅταν εἶσαι στενοχωρημένος, ἐγώ θά εἶμαι δίπλα σου.
Ἀλλά νά ρωτήσουμε:
-Ὅσο στενοχωρημέ¬νος καί ἄν εἶσαι, νομίζεις ὅτι ἔχεις τήν ἴδια τήν πίκρα, πού εἶχε ὁ Χριστός στή Γεθσημανῆ; Τότε πού ἔτρεχε ὁ ἱδρώτας του ὡς θρόμβοι αἵματος ἀπό τήν ἀγωνία;
• Καί ἄν μέσα στήν πίκρα σου ἔβλεπες τόν Χριστό δίπλα σου, τί θά ἔλεγες;
• Ἄν εἶχες τήν χαρά νά τόν αἰσθανθεῖς δίπλα σου, θά ἔμενε ἴχνος λύπης  στήν ψυχή σου;
Ποιός φταίει, ὅταν μερικές φορές πού εἴμαστε στενοχωρημένοι, κλειδώνουμε τό στόμα, βάζομε τό κεφάλι ἀνάμεσα στά γόνατα καί ξεχνᾶμε νά μιλήσουμε στό Θεό; Ποιός θά δεῖ τόν Χριστό καί δέν θά γεμίσει εἰρήνη, γαλήνη, χαρά; Ἅμα ἔρθει ὁ Χριστός κοντά μας, τί ἔχομε νά φοβηθοῦμε;
Τήν ἁγία Παρασκευή τήν ἔβαλαν σ’ ἕνα καζάνι πίσσα πού ἔβραζε. Καί μέ τό Χριστό κοντά της, ἡ πίσσα ἔγινε δροσερό νεράκι. Γιατί ὀλιγοπιστοῦμε; Μήπως ὁ Χριστός τότε ἦταν δυνατός, ἐνῶ σήμερα εἶναι ἀδύνατος;
«Ὁ Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας».
῎Αν λοιπόν ἔχεις πίκρες καί θλίψεις εἶναι φυσικώτατο.
Μπορεῖς νά ζεῖς στήν κοιλάδα τῶν θλίψεων καί νά μήν τίς δοκιμάσεις; Παρακάλεσε τόν Κύριο καί θά σοῦ δώσει τουλάχιστο τήν ἐσωτερική χαρά πού χρειάζεται, γιά νά ἔχεις εἰρήνη. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά χορέψεις. Εἶναι ἀρκετό νά φύγει ἡ θλίψη καί νά ἠρεμήσεις.
Χαρά μεγάλη μᾶς εὐαγγελίζεσαι ἅγιε ἄγγελε;
Μά ἐγώ θυμᾶμαι τίς ἁμαρτίες μου καί πονάω!
Βέβαια, τή σημερινή ἐποχή, λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού θυμοῦνται τίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά τέλος πάντων...
Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι δέν σκεπτόμαστε τό βάρος τῆς ἁμαρτίας. Νά ἡ μεγάλη μας τραγωδία. Ἄν τίς σκεπτόμαστε θά ξέραμε ὅτι εἶναι «τεῖχος ἀντιδέρον μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί ἡμῶν». Τί σημαίνει «ἀντιδέρον»;
Ἀλλοῦ ὁ Θεός· ἀλλοῦ ἐμεῖς.
Τώρα δέν καταλαβαίνομε τί σημαίνει νά εἶσαι μακρυά ἀπό τόν Θεό. Γιά περίμενε λιγάκι νά κλείσει τό φύλλο τῆς ζωῆς, νά φύγεις ἀπό τήν περίοδο τῶν ἀγώνων καί νά πᾶς στήν περίοδο τῶν στεφάνων ἤ τῶν τιμωριῶν. Νά βρεθεῖς ἐκεῖ μόνος μέ τίς ἁμαρτίες σου.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ χειρότερη πίκρα καί θλίψη.
Ἄν τό συνειδητοποιούσαμε, θά θέ¬λαμε νά τίς πετάξομε ἀπό πάνω μας, γιά νά γλυκάνει ἡ ψυχή μας. ῾Η ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία τίς ἔβγαλε ἀπό πάνω της καί γέμισε χαρά. Καί τόσοι ἄλλοι ἄνθρωποι τίς ἔβγαλαν. Πῶς;
Μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ!
«᾿Ιδού εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ». ᾿Εκεῖνος πού θά σᾶς καθαρίσει ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας.
Σ’ αὐτή τή ζωή ἔχομε τήν δυνατότητα νά γίνομε ἄγγελοι ἤ νά ἀποκτηνωθοῦμε. Πολύ τολμηρή διάκριση. Μά δέν ὑπάρχει ἄλλη ἐπιλογή.
Τήν χαρά πού ζητᾶς, τήν θέλεις γιά τό σῶμα;
Ψάχνεις γιά χάρα σωματική; Μέ τήν ἡδονή, τήν διασκέδαση, τήν καλοπέραση;
Ἤ ἐνδιαφέρεσαι νά ἀποκτήσεις τήν χαρά τῆς ψυχῆς;
Μέ τήν ἀγάπη, τήν καλωσύνη, τήν πνευματική προκοπή, τήν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ;
Στήν πρώτη περίπτωση, τό καταλαβαίνεις πού φτάνεις.      Στή δεύτερη γίνεσαι ἄγγελος.
Τουλάχιστον, ἔστω καί ἄν δέν εἴμαστε ἄγγελοι νά ξέρομε ὅτι ἡ ἄλλη κατάσταση, εἶναι παρά φύσιν κατάσταση. Ἀπό τήν ὁποία πρέπει σιγά-σιγά νά ἐλευθερωθοῦμε γιά νά γίνομε μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ, μέ τό ἔλεός του, μέ τήν δύναμή του ἄγγελοι. Γι᾿ αὐτό λέμε στίς εὐχές: «συγγνώμην καί ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν πλημμελημάτων ἡμῶν, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα».
᾿Ερώτημα: Ἄν δέν γινόμαστε ἄγγελοι ἀλλά δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας ποιός φταίει; Μήπως ὁ Χριστός;
῎Ας συνεχίσομε. «Ἐξαίφνης σύν τῷ ἀγγέλῳ ἐγένετο πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου». Πρῶτα ἦταν ἕνας ἤ δύο ἄγγελοι, ἀλλά ξαφνικά «ἐγένετο σύν τῷ ἀγγέλῳ πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου». Κατέβηκαν χιλιάδες ἄγγελοι  ἀπό τόν οὐρανό, ὁρατοί στούς ποιμένες, οἱ ὁποῖοι ἄρχισαν ὅλοι μαζί, νά ψάλλουν τό «δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».
Τόν ὡραιότερο ὕμνο τῆς ᾿Εκκλησίας μας. Δέν ὑπάρχει ἡμέρα πού νά μήν τόν ποῦμε στίς ἀκολουθίες τουλάχιστον δυό-τρεῖς φορές. Μά καί ὁ καθένας μας πρέπει νά τόν λέει πολύ περισσότερες.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ». Γιατί δοξάζομε τόν Θεό; ᾿Απάντηση: Διότι «οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, ἀλλ’ αὐτός ὁ Κύριος ἔσωσεν ἡμᾶς». Δέν ἔστειλε τόν ὑπηρέτη του ὁ Θεός νά μᾶς σώσει. Ἦρθε αὐτός ὁ ἴδιος.
Γι᾿ αὐτό καί λέμε: «ὑμνοῦμέν σε, εὐλογοῦμέν σε, προσκυνοῦμέν σε, δοξολογοῦμέν σε, εὐχαριστοῦμέν σοι διά τήν μεγάλην σου δόξαν». Ποιά εἶναι ἡ μεγάλη δόξα τοῦ Θεοῦ;
Ὅτι «῞Οπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις». Ἡ ἁμαρτία μας ἦταν «μέ τό τσουβάλι», τεῖχος «ἀντιδέρον». Κανονικά, δέν ἔπρεπε μέ κανένα τρόπο νά βροῦμε ἐπαφή μέ τό Θεό. Μά ὁ Χριστός τό παραμέρισε ὁλόκληρο τό τσουβάλι, τό βουνό.
᾿Ωκεανός ἡ ἁμαρτία;
Πέντε ὠκεανοί ἡ χάρη καί ἡ εὐλογία τοῦ Χριστοῦ. Νά μήν ὑπάρξει περίπτωση, πού νά μήν μπορεῖ νά σωθεῖ ἄνθρωπος, ἔστω καί ἄν εἶναι ἁμαρτωλός σάν τόν Βεελζεβούλ.
Καί ὁ Βεελζεβούλ θά σωνόταν, ἀρκεῖ νά ἔλεγε: «ἐλέησέ με Θεέ μου, συγχώρησέ με, ἐπικαλοῦμαι τό ὄνομά σου τό ἅγιον Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, πού ἦρθες νά μᾶς σώσεις».
Ξέρετε τί φοβερό πρᾶγμα εἶναι, νά ἀρκεῖ νά ἐπικαλεστεῖς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί νά σωθεῖς; Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη δόξα τοῦ Κυρίου. ῾Η  ἀπέ¬ραντη φιλανθρωπία του.
Δηλαδή, γιά νά πᾶς στόν παράδεισο, ἀρκεῖ νά σταθεῖς πέντε λεπτά μπροστά στόν παπᾶ, νά πεῖς τίς ἁμαρτίες σου, νά ἁπλώσει τό πετραχηλάκι του καί νά σοῦ διαβάσει τρεῖς λεξοῦλες. Νά σοῦ κάνει στό κεφάλι ἕνα Σταυρό καί νά σοῦ πεῖ: «Ἄντε. Μήν τά ξαναθυμᾶσαι αὐτά πού μοῦ εἶπες. Συγχωρέθηκαν».
Καί μετά νά ἔχεις τό δικαίωμα, νά πᾶς νά φᾶς «τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Γιατί ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Θυμᾶστε τό τροπάριο πού λέμε τήν ἡμέρα τῆς ᾿Αναστάσεως; «Βασιλείας τε Χριστοῦ κοινωνήσωμεν». ῞Οποιος βάζει στό στόμα του τό τίμιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τήν Βασιλεία του τρώει.
᾿Αλλά ἐμεῖς εἴμαστε τόσο καθυστερημένοι, ἐξ ὑπαιτιότητός μας, ὥστε δέν ξέρομε τί θησαυρό ἔχομε στά χέρια μας.
Ἄς προχωρήσομε λίγο. «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη».
῎Εφερε ὁ Χριστός στή γῆ τήν εἰρήνη. Τί σημαίνει εἰρήνη;
Ἕνας ἀσκητής, λεγόταν ᾿Ιωάννης, ζοῦσε στήν ἔρημο.
Αὐτός ὁ ᾿Ιωάννης, ἀπόκτησε βαθειά εἰρήνη καί γαλήνη. Ἦταν γεμάτος χαρά. Ποιός δέν τήν θέ¬λει τήν εἰρήνη καί τή γαλήνη; Στενοχώριες δέν εἶχε.
᾿Αλλά μία μέρα τοῦ ἦρθε ὁ σωτήριος λογισμός:
«Μέχρι σήμερα, ἐμπιστεύομαι μόνο τόν ἑαυτό μου. Καί νομίζω ὅτι βαδίζω σωστά. Αὐτό δέν εἶναι καλό. Ἄς ρωτήσω τόν πνευματικό μου νά ἀξιολογήσει ἐκεῖνος τήν πορεία μου».
Πάει λοιπόν στόν πνευματικό του, καί τοῦ λέει:
-Χρόνια τώρα δέν ἔχω καμμία στενοχώρια, ἡ ζωή μου εἶναι γεμάτη εἰρήνη καί χαρά. Τί λές, καλά βαδίζω;
Τοῦ λέει ὁ πνευματικός:
-Δέν πᾶς καλά. Δέν εἶναι καλή κατάσταση αὐτή πού ἔχεις. Γύρισε στό κελλί σου καί παρακάλεσε τόν Θεό νά σοῦ στείλει πόλεμο, πειρασμούς, θλίψεις. Γιατί χωρίς πίκρες καί στενοχώριες ὁ ἄνθρωπος μπροστά δέν πάει. Οὔτε ἔρχεται ἡ ἀληθινή χαρά τοῦ Χριστοῦ μέσα στήν καρδιά του.
Ἐπιστρέφει ὁ ἀσκητής στό κελλί του, γονατίζει καί παρακαλεῖ τόν Θεό:
«Θεέ μου κάνε αὐτό πού εἶπε ὁ πνευματικός μου».
Καί νά, τοῦ ἔρχονται κάτι θλίψεις· κάτι στενοχώριες...
Τρέχει στόν πνευματικό:
-Πλάκωσαν περισσότερες θλίψεις ἀπ᾿ ὅσες φανταζόμουνα. Μήπως Γέροντα εἶναι περισσότερες ἀπ᾿ ὅσες ἤθελες νά μοῦ πεῖς; Τί κάνω τώρα;
Τοῦ λέει ὁ πνευματικός:
-Τώρα νά παρακαλεῖς τό Θεό, νά σοῦ δίνει ταπείνωση, ὑπομονή καί δύναμη. Καί θά δεῖς τήν μεγαλωσύνη τοῦ Κυρίου. Θά γεμίσει ἡ ζωή σου ἀπό κάθε καλό, ἀπό εὐλογία καί χάρη. Ἔτσι θά ἀποκτήσεις ἀληθινή εἰρήνη καί χαρά. Γιατί ἐκείνη πού εἶχες προηγουμένως, χωρίς νά περάσεις ἀπό θλίψεις καί δοκιμασίες, δέν ἦταν ὑγιής χριστιανική χαρά.
Πῶς θά ἀποκτήσωμε τήν τελεία εἰρήνη καί τήν τελεία χαρά;
• «Διά τοῦ σταυροῦ». «᾿Ιδού γάρ ἦλθε διά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».
• Καί διά τῆς ταπεινώσεως τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, πού ἐνῶ ἦταν ὁ ἄναρχος καί τέλειος Θεός, «δι᾿ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέ¬ραν σωτηρίαν», ὄχι γιά πράγματα ἀστεῖα, ἔγινε ἄνθρωπος καί ἐγεννήθη στό σπήλαιο.
Δέν πρέπει ποτέ νά ξεχνᾶμε, ὅτι «σπήλαιο» σημαίνει ἔσχατο ἐξευτελισμό, κοπριά, βρώμα, ταλαιπωρία, κρύο. Ὅλα τά κακά. ῞Οταν  θέ¬λουμε νά ἐξευτελίσουμε ἕναν τοῦ λέμε: «γεννήθηκες σέ σπίτι πού δέν εἶχε πόρτα»;
Τό σπήλαιο εἶναι χειρότερο ἀπό σπίτι πού δέν εἶχε πόρτα!
Τελειώνοντας ἄς θυμηθοῦμε τόν ὕμνο: «Χριστός γεννᾶται· δοξάσατε». Γιατί μᾶς ἔφερε ὅλα τά καλά.
«Χριστός ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε». Νά τρέξουμε στή ἐκκλησία νά τόν ἀπαντήσουμε. Νά τόν χαιρετήσουμε. Νά τόν προσκυνήσουμε, σάν νά εἴμαστε στό σπήλαιο.
Τί περισσότερο θέλομε νά δοῦμε;
Νά πᾶμε μήπως νά προσκυνήσουμε στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ;
Προσκυνοῦμε κάτι περισσότερο ὅταν μπαίνουμε στήν Ἐκκλησία καί γονατίζομε μπροστά στήν ῾Αγία Τράπεζα. Γιατί ἐκεῖ στέκει ὁ Χριστός. Μᾶς εὐλογεῖ καί μᾶς ἀκούει.
Νά παρακαλέσομε τόν Κύριο:
«῎Ανοιξε Χριστέ μου τήν διάνοιά μας, τά μάτια μας, νά σέ βλέπουμε καί νά σέ καταλαβαίνουμε. Βοήθησέ μας μέ τήν χάρη σου, νά καταλάβουμε τό μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεώς σου, τοῦ ἐλέους σου, τή μεγάλη σου δόξα, τή μεγάλη σου φιλανθρωπία γιά μᾶς».
Μέ τέτοια αἰσθήματα, νά γιορτάσουμε τά ῞Αγια Χριστούγεννα, τή μεγάλη γιορτή τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ.
Θά εὐχηθοῦμε βέβαια «χαρούμενα Χριστούγεννα»... Ἀλλά ὄχι «χαζοχαρούμενα». Ἄς φᾶμε καί κανένα γλυκό, ἄς ποῦμε καί γλυκά λόγια. Ἀλλά πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νά φροντίσομε ἡ γλύκα τῆς πίστης καί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, νά κυριαρχήσει στίς ψυχές μας.
Καί νά κάνουμε ὅτι μποροῦμε, γιά νά κυριαρχήσει καί σέ ἄλλες ψυχές.
Γιατί ὅπως οἱ ἄγγελοι μᾶς ἔφεραν τό οὐράνιο μήνυμα, ἔτσι καί ἐμεῖς ἔχομε ὑποχρέωση, νά μεταφέρουμε τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ, σέ ἐκείνους πού τό ἔχουν ἀνάγκη.
Τά λόγια τῶν ἀγγέλων ἦταν ἁπλά. Ὄχι φιλοσοφίες.
Μποροῦμε νά ποῦμε λίγα ἁπλά λόγια. Μέ τά ἁπλά λόγια, καί ἡ δική μας ψυχή γεμίζει εἰρήνη καί χαρά, ἀλλά καί τῶν ἄλλων ἀνθρώπων οἱ ψυχές, πού εἶναι γύρω μας. Μόνο πού τά λόγια αὐτά πρέπει νά βγαίνουν ὄχι ἀπό χείλη, ἀλλά ἀπό τήν καρδιά.
Νά τά λέμε μέ ἀγάπη καί πόνο. Γιατί καί ὁ Χριστός ἀπό τήν πολλήν αὐτοῦ ἀγάπην «ἥν ἠγάπησεν ἡμᾶς», ἦλθε καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς.
῾Ο Θεός, νά δώσει νά περάσομε τίς ἅγιες ἑορτές μέ πνευματική ἀνάταση, εὐλογία, χάρη.
Καί νά μᾶς ἀξιώσει τῶν θείων δωρεῶν του. Ἀμήν.-


Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στό Πνευματικό Κέντρο Πρεβέζης στίς 20/12/1993